Ο «Ριζοσπάστης» συζητάει με τον Λεωνίδα Στολτίδη, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας και της Γραμματείας Θεσσαλονίκης του ΠΑΜΕ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΤΟΥΜΑΣ |
-- Πώς προχωράνε οι προετοιμασίες για το συλλαλητήριο που διοργανώνει το ΠΑΜΕ, το Σάββατο 5 Σεπτέμβρη;
-- Καθημερινά, ενόψει του συλλαλητηρίου, τα ταξικά συνδικάτα οργανώνουν παρεμβάσεις σε χώρους δουλειάς του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. Πέρα από τις συνεδριάσεις των ΔΣ, τις περιοδείες και τις εξορμήσεις, γίνεται προσπάθεια να οργανωθούν και Γενικές Συνελεύσεις των εργαζομένων, όπου θα συζητηθεί η οργάνωση του συλλαλητηρίου και θα παρθούν πρακτικά μέτρα για τη μαζικότητα και την επιτυχία του, με τη συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων.
Ανάλογη προσπάθεια κάνουν οι άλλες δυνάμεις της Κοινωνικής Συμμαχίας στους αυτοαπασχολούμενους, τους αγρότες, τις γυναίκες, τη νεολαία.
-- Ποιες άλλες δραστηριότητες προγραμματίζετε με αφορμή το συλλαλητήριο για τη ΔΕΘ;
-- Κεντρικοί σταθμοί στην πορεία προς το συλλαλητήριο είναι η συνέντευξη Τύπου που θα δώσει η Εκτελεστική Γραμματεία του ΠΑΜΕ την Παρασκευή 4 Σεπτέμβρη, στις 10.30 μ.μ., στο ΕΚΘ. Εκεί θα παρουσιάσουμε το πλαίσιο πάλης του ταξικού κινήματος για την επόμενη περίοδο και το κάλεσμα του ΠΑΜΕ προς όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις για μια πλατιά συσπείρωση γύρω από αιτήματα και στόχους πάλης που συγκρούονται με τα μνημόνια, τα κόμματα που τα υπερασπίζονται και την πολιτική που τα επιβάλλει.
Σε συνέχεια αυτής της προσπάθειας, την ίδια μέρα, στις 7 μ.μ., διοργανώνουμε στη μεγάλη αίθουσα του κινηματογράφου «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ» πλατιά σύσκεψη μελών και στελεχών από σωματεία, συνδικάτα και συλλόγους, από διάφορους χώρους δουλειάς και κλάδους.
-- Αυτό είναι το κεντρικό στοιχείο που αναδεικνύει το ΠΑΜΕ με τη δραστηριότητα γύρω από τα εγκαίνια της ΔΕΘ;
-- Ακριβώς αυτό. Απευθύνουμε κάλεσμα συμπόρευσης και συζήτησης για την ανάγκη να μετατρέψουμε το συνδικαλιστικό κίνημα σε πραγματικό στήριγμα των εργαζομένων, δύναμη υπεράσπισης των συμφερόντων τους, για να βγούμε στο ξέφωτο χωρίς μνημόνια και αφεντικά. Να συζητήσουμε πώς θα απαλλάξουμε τα σωματεία και τους συλλόγους των εργαζομένων από το σαράκι του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Απευθύνεται σε κάθε τίμιο συνδικαλιστή, που κατανοεί ότι αυτή η κατάσταση δεν πάει άλλο και θέλει να αντισταθεί, να απαλλαγεί το συνδικαλιστικό κίνημα από τα βαρίδια της αναξιοπιστίας και του εκφυλισμού. Να δράσουμε μαζί, με στόχο την ανατροπή των μνημονιακών μέτρων, παλιών και νέων, για το άνοιγμα της προοπτικής που συμφέρει το λαό και απαντάει στις σύγχρονες ανάγκες του.
Καλούμε σε συμπόρευση για ένα μαζικό, ταξικά προσανατολισμένο συνδικαλιστικό κίνημα. Για συνδικάτα μαζικά, δημοκρατικά, αγωνιστικά, στα χέρια των εργαζομένων και όχι των εργοδοτών και του κράτους. Για κίνημα που θα συμβάλλει στο χτίσιμο της Κοινωνικής Συμμαχίας, στην απόκρουση των αντιλαϊκών μνημονίων, στην οργάνωση της αλληλεγγύης και την ταξική ενότητα, παλεύοντας με τις σημαίες των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων και όχι των αφεντικών.
-- Τι μηνύματα παίρνετε από τους χώρους δουλειάς αυτές τις μέρες;
-- Είμαστε αισιόδοξοι ότι θα υπάρξει πλατιά ανταπόκριση στο κάλεσμα του ΠΑΜΕ για συμμετοχή στο συλλαλητήριο. Αλλά και μετά από αυτό, στην πάλη για να εμποδιστούν τα βάρβαρα μέτρα των μνημονίων, να ανακτήσει ο λαός τις απώλειες που είχε από την περίοδο της κρίσης.
Η δουλειά μας, άλλωστε, δεν ξεκινάει τώρα. Ολο το προηγούμενο διάστημα, οι ταξικές δυνάμεις βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή για την ενημέρωση των εργαζομένων γύρω από το τι σχεδιάζεται, τι ψηφίζεται, όσο και για τις συνέπειες που θα έχουν τα νέα μνημόνια και μέτρα στη ζωή του λαού. Οργανώσαμε μαζικά συλλαλητήρια στην καρδιά του καλοκαιριού, όταν όλες οι άλλες δυνάμεις συνέχιζαν να καλλιεργούν στάση αναμονής και αυταπάτες γύρω από τη διέξοδο που συμφέρει τους εργαζόμενους.
Αλλά και πριν, τα συνδικάτα που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ, διέθεσαν όλες τους τις δυνάμεις για να αποκρούσουν την επίθεση των εργοδοτών, η οποία κλιμακώθηκε με αφορμή τα capital controls. Σε πολλές περιπτώσεις, οι εργαζόμενοι με τα συνδικάτα τους κατάφεραν να μην περάσει ο εκβιασμός των διαθεσιμοτήτων, των απολύσεων, της υπογραφής ατομικών συμβάσεων, η μείωση μισθών, η απληρωσιά. Με παρακαταθήκη αυτούς τους αγώνες, οργανώνουμε τη συνέχεια.
Στο σημερινό 4σέλιδο «Εργαζόμενοι και Λαϊκή Συμμαχία», μπορείτε να διαβάσετε:
Αντιμέτωποι με νέες μεγάλες περικοπές στις επικουρικές συντάξεις κινδυνεύουν να βρεθούν χιλιάδες ασφαλισμένοι στα 11 Ταμεία που από 1/9/2015 εντάσσονται στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ), όπως προβλέπει το τρίτο μνημόνιο που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ - ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - Ποτάμι.
Τα επικουρικά ταμεία που εντάσσονται στο ΕΤΕΑ, είναι των Σωμάτων Ασφαλείας, του ΟΑΕΕ, των Αρτοποιών, των Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων, των Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Εργων, των Συμβολαιογράφων, των Δικηγόρων, των Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου, των Τεχνικών Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης, του ΝΑΤ και του Προσωπικού Ιδρυμάτων Εμπορικού Ναυτικού.
Η υλοποίηση ενός ακόμα αντιασφαλιστικού μέτρου προχωράει με απόφαση που υπέγραψε ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, Παύλος Χαϊκάλης, σύμφωνα με την οποία, αυτά τα Ταμεία, με 120.000 συνταξιούχους, θα λειτουργούν στο εξής με ενιαία διοικητική και οικονομική οργάνωση και θα διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας, όπως κάθε φορά ισχύουν.
Αυτή η διάταξη, σε συνδυασμό με τη «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος» που παραμένει σε ισχύ, εκτός αν υπάρξουν «ισοδύναμα», οδηγεί σε νέες μειώσεις των επικουρικών συντάξεων που δίνει το ΕΤΕΑ, επομένως και τα Ταμεία που εντάσσονται τώρα σ' αυτό. Σύμφωνα, επίσης, με το τρίτο μνημόνιο, από 1/1/2015 όλα τα επικουρικά ταμεία, όπως και το ΕΤΕΑ, θα χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τις εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων.
Ορισμένες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μειώσεις ακόμα και 14% με τις οποίες ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι όλοι οι ασφαλισμένοι του ΕΤΕΑ από τον ερχόμενο Οκτώβρη, με δεδομένα τα μεγάλα ελλείμματα που έχει ήδη το υπερ-επικουρικό, αλλά και τα 11 νέα Ταμεία που εντάσσονται σ' αυτό.
Συγκεκριμένα, το έλλειμμα στο ΕΤΕΑ φτάνει τα 350 εκατ. ευρώ (αντιστοιχεί στο 14% των ετήσιων δαπανών του για συντάξεις), ενώ το έλλειμμα 11 επικουρικών ταμείων που θα ενσωματωθούν στο ΕΤΕΑ, εκτιμάται γύρω στα 100 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα με αυτές τις νέες ανατροπές, έρχεται και η μείωση κατά 6% σε όλες τις επικουρικές συντάξεις που θα καταβληθούν στο τέλος Αυγούστου, ανεξάρτητα μάλιστα από τον αριθμό συντάξεων που λαμβάνει ο δικαιούχος. Η σχετική μείωση θα ισχύσει αναδρομικά από τον Ιούλη και αφορά την εισφορά 6% υπέρ της υγειονομικής περίθαλψης που θεσπίστηκε και για τις επικουρικές συντάξεις με το τρίτο μνημόνιο, ενώ πριν δεν υπήρχε.
Αυξημένες από το 4% στο 6% θα είναι και οι κρατήσεις που γίνονται πλέον από 1/7/2015 και στις κύριες συντάξεις, για την υγειονομική περίθαλψη.
Η εφαρμογή όσων προβλέπει το 3ο μνημόνιο θα εκτοξεύσει τις εισφορές και θα αφήσει τους φτωχούς και μεσαίους παραγωγούς χωρίς ασφάλιση και σύνταξη
Οπως προβλέπει η συμφωνία της κυβέρνησης με το «κουαρτέτο» των ιμπεριαλιστικών θεσμών, μέχρι το τέλος Οκτώβρη θα πρέπει να ψηφίσει νέες διατάξεις που, μεταξύ άλλων, θα προβλέπουν «τη σταδιακή εναρμόνιση των κανόνων για τις συνταξιοδοτικές παροχές που καταβάλλει ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ) προς το υπόλοιπο συνταξιοδοτικό σύστημα κατ' αναλογία ("pro rata")».
Η συγκεκριμένη ανατροπή για τον ΟΓΑ συμβαδίζει με το γενικότερο σχέδιο προς την «καθολική ενοποίηση των Ταμείων» και τη μέχρι το τέλος του χρόνου ενοποίηση «σε μία ενιαία οντότητα». Αλλά και με την παράλληλη δέσμευση για «κατάργηση εντός τριών ετών όλων των εξαιρέσεων που χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους και την εναρμόνιση των κανόνων σχετικά με τις εισφορές σε όλα τα ταμεία συντάξεων προς τη δομή των εισφορών στο κύριο ταμείο κοινωνικών ασφαλίσεων (ΙΚΑ)».
Τι θα σημάνει όμως η «εναρμόνιση» των εισφορών στην περίπτωση του ΟΓΑ προς τη δομή των εισφορών που ισχύουν στο ΙΚΑ και μάλιστα ως μέτρο που θα απαντά στην κατάργηση «όλων των εξαιρέσεων που χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους»; Θα σημάνει τη δραστική αύξηση των εισφορών των αγροτών προς τον ΟΓΑ, η οποία θα έρθει να αντικαταστήσει τους πόρους που θα κοπούν με την αντίστοιχη δραστική μείωση των κρατικών επιχορηγήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η κρατική επιχορήγηση στον ΟΓΑ - σύμφωνα με τη σχετική μελέτη του ΚΕΠΕ το 2014 - ανέρχεται στο 89% των εσόδων του, όταν στο ΙΚΑ αντιστοιχεί στο 39% των εσόδων του. Κατά συνέπεια, η «εναρμόνιση» της χρηματοδότησης του ΟΓΑ προς τη χρηματοδότηση του ΙΚΑ θα σηματοδοτήσει τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ταμείου, με τις ανάλογες συνέπειες στις παροχές του προς τους ασφαλισμένους του.
Αυτή η πέρα για πέρα αντιδραστική δέσμευση, στην οποία η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έβαλε την υπογραφή της, είναι ταυτόχρονα και εκτός πραγματικότητας αφού: Ο ΟΓΑ, ως Ταμείο, έχει επί της ουσίας ζωή μόλις από το 1998, ενώ, ως γνωστόν, η κρατική χρηματοδότηση καλύπτει και τις προνοιακές συντάξεις των παλιών ασφαλισμένων αγροτών, καθώς και το κόστος της περίθαλψής τους.
Ως εκ τούτου, η σύγκριση και μάλιστα η υποχρεωτική εναρμόνιση της κρατικής χρηματοδότησης του ΟΓΑ με αυτή του ΙΚΑ δεν έχει την παραμικρή νομιμοποίηση. Είναι πολιτική απόφαση διάλυσης του ΟΓΑ και καταδίκης των αγροτών, ασφαλισμένων και συνταξιούχων.
Σημειώνεται ότι η σημερινή μέση σύνταξη των 692.621 συνταξιούχων αγροτών είναι μόλις 432 ευρώ μεικτά. Η προνοιακή σύνταξη που δίνεται στους παλιούς αγρότες είναι μόλις 330 ευρώ. Σύμφωνα μάλιστα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ, το συνολικό κονδύλι για τις συντάξεις των 700.000 αγροτών μειώθηκε από 5,017 δισ. ευρώ το 2011, στα 4,015 δισ. ευρώ το 2013 (!), δηλαδή κατά 20% μέσα σε δύο χρόνια και μάλιστα στους πιο φτωχούς συνταξιούχους.
Η μείωση των συντάξεων συνεχίστηκε το 2014 και το 2015 και φέτος η συνολική δαπάνη διαμορφώνεται στα 3,589 δισ. ευρώ. Δηλαδή μεταξύ 2011 και 2015 οι συνταξιούχοι αγρότες είχαν μείωση των συντάξεών τους κατά 28,5%.
Αξίζει εδώ να υπενθυμίσουμε ότι οι αγρότες έχουν τον πιο μεγάλο εργασιακό βίο. Οι συντάξεις αυτές, που επί της ουσίας αντιστοιχούν σε προνοιακά επιδόματα, έχουν πίσω τους τουλάχιστον μισό αιώνα σκληρής δουλειάς στα χωράφια. Κανένας αγρότης μέχρι το 2012 δεν μπορούσε να λάβει σύνταξη γήρατος πριν από το 65ο έτος, ενώ και αυτό το ηλικιακό όριο, με το νόμο 4093/2012, αυξήθηκε στα 67 χρόνια.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΚΕΠΕ (στοιχεία 2013), ο ΟΓΑ παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μέση ηλικία συνταξιοδότησης, με μέσο όρο εξόδου στη σύνταξη τα 65,3 χρόνια!
Οι ανατροπές αυτές, που αποφασίστηκαν σε βάρος των αγροτών, έρχονται να προστεθούν στις ήδη μεγάλες περικοπές που τους έχουν επιβληθεί στις συντάξεις και ενώ πάνω από 300.000 εν ενεργεία αγρότες αδυνατούν να καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΓΑ. Και αυτό γιατί η αντιαγροτική πολιτική, η πολιτική που πετάει τον φτωχό και μεσαίο αγρότη από το χωράφι του, του στερεί και τη δυνατότητα να καταβάλλει τις εισφορές του και να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, αλλά και τη σύνταξή του στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες βρίσκονται μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση. Ο αγώνας τους για να παραμείνουν στο χωράφι τους, μετά και το 3ο μνημόνιο, είναι αγώνας ζωής και επιβίωσης, αγώνας που πρέπει να περιλαμβάνει και το δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, που σήμερα κινδυνεύουν όσο ποτέ.
Το χτύπημα στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα γίνεται παράλληλα με τα άλλα εμπόδια που βάζουν η κυβέρνηση και η ΕΕ στους φτωχούς και μεσαίους αγρότες να παραμείνουν στη γη και να συνεχίσουν να καλλιεργούν. Το σύνολο των αντιαγροτικών μέτρων, ο πυρήνας των οποίων προβλέπεται από τη νέα ΚΑΠ, οδηγούν στην παραπέρα καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής, με συγκέντρωση γης και παραγωγής σε ακόμα λιγότερα χέρια.
Από αυτή τη σκοπιά, ο αγώνας της επιβίωσης μπορεί να είναι αποτελεσματικός μόνο όταν συνδυάζει την πάλη για την απόκρουση των μέτρων και την ανάκτηση των απωλειών με την προοπτική ενός άλλου δρόμου ανάπτυξης, όπου το αγροτικό εισόδημα, η ασφάλιση και η σύνταξη θα είναι εξασφαλισμένα, στο πλαίσιο της κοινωνικοποίησης της γης και της λειτουργίας αγροτικών συνεταιρισμών στο πλευρό των κρατικών αγροτικών επιχειρήσεων.
Αυτό το δρόμο προτείνει το ΚΚΕ στη μικρή και μεσαία αγροτιά. Η ενίσχυσή του και στις εκλογές θα αποτελέσει ισχυρό εφόδιο για τους αγώνες που ήδη προετοιμάζονται, για την αναμέτρηση με την πολιτική της ΚΑΠ, τη συμμαχία της αγροτιάς με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα, που μπορεί να ανοίξει το δρόμο της πραγματικής ευημερίας για το λαό.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι και σήμερα, ο «κοινωνικός διάλογος» αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία στα χέρια της κυβέρνησης και των βιομηχάνων, προκειμένου να εγκλωβίσουν τους εργαζόμενους, να καθυστερήσουν ή να αποτρέψουν αγώνες, να αλλοιώσουν το ταξικό τους περιεχόμενο και τελικά να επιβάλουν τα αντιδραστικά τους μέτρα, στο σύνολο ή τον πυρήνα τους. Τα παραδείγματα είναι πολλά και αποκαλυπτικά:
Στην Αθήνα αναμένεται ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO)
Eurokinissi |
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι και αυτός ο «κοινωνικός διάλογος» θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση για να θολώσει τα νερά γύρω από προαποφασισμένες αντεργατικές ανατροπές, τις οποίες θα προσπαθήσει να παρουσιάσει ως προϊόν «εξαντλητικής διαβούλευσης» και «ευρύτερης συναίνεσης» ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους.
Το ίδιο θα γίνει και με το Ασφαλιστικό, όπου ήδη συστάθηκε επιτροπή εμπειρογνωμόνων, για να διαμορφώσει τάχα τις προτάσεις της κυβέρνησης.
Θυμίζουμε ότι σε ό,τι αφορά τα Εργασιακά, η κυβέρνηση έχει ήδη συμφωνήσει και ψηφίσει το τρίτο μνημόνιο. Σ' αυτό, αναγνωρίζει την ανάγκη «να καταστεί η αγορά εργασίας πιο ευέλικτη» και αναλαμβάνει να δρομολογήσει μέχρι τον Οκτώβρη «την επανεξέταση ορισμένων υφιστάμενων πλαισίων της αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών απολύσεων, της συλλογικής δράσης και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων πρακτικών σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο».
Επίσης, η σημερινή και κάθε επόμενη κυβέρνηση δεσμεύεται ότι «οι αλλαγές στις πολιτικές για την αγορά εργασίας δε θα πρέπει να συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής».
Επομένως, αυτό είναι το πλαίσιο του «κοινωνικού διαλόγου» που θα ακολουθήσει. Το αποτέλεσμά του θα είναι αντιλαϊκό από χέρι, όπως επιβεβαιώνει η ιστορία όλων των «κοινωνικών διαλόγων» στη χώρα μας, απ' όταν θεσπίστηκε ο θεσμός, σαν βασικό εργαλείο του κοινωνικοεταιρισμού και της ταξικής συνεργασίας, με την ομπρέλα του κράτους.
Γι' αυτό φέρουν ακέραιες ευθύνες οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που πρόσκεινται στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια στήριζαν και στηρίζουν τον «κοινωνικό διάλογο», ανεξάρτητα από επιμέρους τακτικισμούς και διαφοροποιήσεις.
Η έννοια του «κοινωνικού διαλόγου» εμφανίστηκε επίσημα στην Ευρωπαϊκή Ενωση (τότε ΕΟΚ) το 1985. Ο πρώτος «κοινωνικός διάλογος» έγινε μεταξύ των οργανώσεων που εκπροσωπούσαν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τους εργαζόμενους και τους εργοδότες και ονομάστηκε «κοινωνικός διάλογος Val Duchesse», από το μέρος όπου έγινε η πρώτη συνεδρίαση.
Στην ανακοίνωση της Κομισιόν «για την ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε επίπεδο κοινότητας», στις 18 Σεπτέμβρη 1996, αναφέρεται ότι ο διάλογος αυτός «συνέβαλε στη μεγαλύτερη αποδοχή των κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Ηδη από το 1970, είχε συσταθεί η «Μόνιμη Επιτροπή Απασχόλησης» υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην οποία επίσης συμμετείχαν οι «κοινωνικοί εταίροι». Ανάλογες επιμέρους επιτροπές λειτουργούσαν και τα επόμενα χρόνια.
Ομως, από το 1985, αρχίζει η διεύρυνση της διαδικασίας και το 1986 με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη εισάγεται στη Συνθήκη ΕΟΚ το άρθρο 118β, με το οποίο ορίστηκε ότι η προβολή του «κοινωνικού διαλόγου» σε κοινοτικό επίπεδο αποτελεί ένα από τα επίσημα καθήκοντα της Κομισιόν.
Το 1997, ο «κοινωνικός διάλογος» έκανε ντεμπούτο στην Ελλάδα. Ωστόσο, η έννοια της ταξικής συνδιαλλαγής - υποταγής είχε εισχωρήσει νωρίτερα με διάφορες μορφές.
Μιλώντας για τη διαδικασία, ο τότε πρωθυπουργός Κ. Σημίτης σημείωνε: «Ο κοινωνικός διάλογος είναι στρατηγικός σχεδιασμός και συνεννόηση για κοινές δράσης με συναίνεση. Στόχος είναι να βελτιωθεί η θέση όλων μας, όλων των Ελλήνων, στις νέες συνθήκες που θα παγιωθούν τα πρώτα χρόνια του επόμενου αιώνα. Είναι η διαμόρφωση συναντίληψης για τις μεγάλες επιλογές που βρίσκονται μπροστά μας, μέσα από την αμοιβαία κατανόηση των προβλημάτων».
Η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ χρησιμοποίησε τον «κοινωνικό διάλογο» για να νομιμοποιήσει τις επόμενες αντιλαϊκές παρεμβάσεις της στο Ασφαλιστικό, στο Φορολογικό, στον αγροτικό τομέα, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και αλλού.
Η έννοια της ταξικής συνεργασίας αφορά και στη λειτουργία της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ), στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των εργοδοτικών και εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλοι φορείς. Η ΟΚΕ ιδρύθηκε το 1994, υποστηριζόμενη από τις συνδικαλιστικές ηγεσίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, με τις ταξικές δυνάμεις να αγωνίζονται εναντίον της. Η Επιτροπή εκφράζει «γνώμη» για κάθε νομοθέτημα της κυβέρνησης. Αντίστοιχα, υπάρχει και η κεντρική ΟΚΕ, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το ΚΚΕ και το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα απορρίπτουν κάθε συμμετοχή σε «κοινωνικούς διαλόγους», καλώντας την εργατική τάξη να μην αφήσει σε χλωρό κλαρί τους «κοινωνικούς εταίρους» (κυβερνήσεις - συνδικαλιστικές πλειοψηφίες - εργοδοτικές ενώσεις), που από κοινού απεργάζονται το πετσόκομμα των δικαιωμάτων.
Και σήμερα, η στάση που κρατάει κάθε πολιτική και συνδικαλιστική δύναμη απέναντι στο ζήτημα του «κοινωνικού διαλόγου», πρέπει ν' αποτελέσει κριτήριο για τους εργαζόμενους μπροστά στην κάλπη, αλλά και στην αναγκαία κλιμάκωση των αγώνων. Οι δυνάμεις που αποδέχονται το «διάλογο», είναι δυνάμεις εχθρικές για το κίνημα. Παλεύουν για τα συμφέροντα της μεγαλοεργοδοσίας και σαν τέτοιες πρέπει να αντιμετωπιστούν από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Χάρη σε αυτά τα δύο στοιχεία, η κινητοποίηση ξεκίνησε από μια 24ωρη απεργία για να κρατήσει περίπου τριάντα μέρες, χωρίς ούτε έναν απεργοσπάστη. Στη διάρκεια της απεργίας, με αλλεπάλληλες Γενικές Συνελεύσεις, οι εργαζόμενοι επιβεβαίωναν την αποφασιστικότητά τους να συνεχίσουν και εμπλούτιζαν διαρκώς το περιεχόμενο της απεργίας τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη κινητοποίηση των εργαζομένων σε αυτά τα ναυπηγεία είχε γίνει περίπου ενάμιση μήνα πριν, όταν πλήθος σωματείων είχαν καταγγείλει τη δολοφονία της Σωτηρίας Βασιλακοπούλου, με απεργίες, στάσεις εργασίας και άλλες μορφές.
«Τότε, για πρώτη φορά συνειδητοποιήσαμε τι σημαίνει αγώνας για το δίκιο. Είδαμε τις δυνάμεις που έχουμε για μια πιο μεγάλη κινητοποίηση. Γιατί τα προβλήματα ήταν πολλά, η κατάσταση για όλους πιεστική», είχε πει ένας νέος σε ηλικία εργαζόμενος και μέλος της εργοστασιακής επιτροπής, στον «Ριζοσπάστη», λίγες μέρες μετά τη λήξη της απεργίας του Σεπτέμβρη. Ακολουθεί ένα μικρό ιστορικό της απεργίας, όπως αυτό καταγράφεται στα δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη».
Το Σεπτέμβρη του 1980, οι 250 εργατοτεχνίτες των Ναυπηγείων Σαλαμίνας προβάλλουν μια σειρά από αιτήματα και διεκδικούν την ικανοποίησή τους από την εργοδοσία. Τα αιτήματα αφορούσαν κυρίως αυξήσεις στους μισθούς και καλύτερους όρους δουλειάς. Οπως αναφέρει ο «Ριζοσπάστης», οι εργαζόμενοι σε αυτά τα ναυπηγεία «είναι οι χαμηλότερα αμειβόμενοι σχεδόν σε ολόκληρη τη Ζώνη».
Η 24ωρη απεργιακή μάχη δόθηκε με απόλυτη επιτυχία. Οι εργάτες, απαντώντας στις τρομοκρατικές απολύσεις, συνέχισαν με νέα 48ωρη απεργία προσθέτοντας στα αιτήματα την επαναπρόσληψη των απολυμένων συνδικαλιστών.
Την τρίτη μέρα της απεργίας, στις 17 Σεπτέμβρη, ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» παρουσιάζει μαρτυρίες απεργών για τις συνθήκες δουλειάς:
«Η κατάσταση που επικρατεί στο εργοστάσιο για μας τους εργαζόμενους είναι άθλια. Δεν έχουμε νερό, αποδυτήρια, ιατρείο, ασθενοφόρο, η αμμοβολή που γίνεται μέσα στους χώρους της δουλειάς μας, μας εξοντώνει καθημερινά, τα ατυχήματα είναι αναρίθμητα (...)
Τα μεροκάματα είναι χαμηλά και διαβαθμισμένα, ανάλογα με τις ειδικότητες. Αλλα παίρνουν οι ηλεκτροσυγκολλητές, άλλα οι λεβητοποποιοί, άλλα οι μαραγκοί και άλλα οι σπουδαστές που γίνονται αντικείμενο άγριας εκμετάλλευσης (...)
Αγρια εκμετάλλευση δεν γίνεται μόνο στους σπουδαστές που παίρνουν χαμηλά μεροκάματα χωρίς καμιά διευκόλυνση για τις σπουδές τους, αλλά και στους 50 περίπου μαθητές του ΟΑΕΔ που πληρώνονται με μεροκάματα 280 - 300 δρχ. Και βγάζουν δουλειά όσο και οι μάστορες (...)». Στο ίδιο ρεπορτάζ, αναφέρεται η στήριξη του αγώνα τους από το ΚΚΕ.
Στο μεταξύ, η εργοδοτική αδιαλλαξία κλιμακώνεται και οι εργάτες απαντούν με δεύτερη συνεχόμενη 48ωρη απεργία.
Ο «Ριζοσπάστης» γράφει στις 18 Σεπτέμβρη ότι την προηγούμενη ο εργοδότης «έκοψε το ειδικό πλοιάριο και τα πούλμαν που χρησιμοποιούσε η εταιρεία για τη μεταφορά των εργατών. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τους απεργούς να συγκεντρωθούν έξω από την πύλη του ναυπηγείου και να συγκροτήσουν μαχητική πορεία προς το Εργατικό Κέντρο Σαλαμίνας, όπου και πραγματοποίησαν τη συνέλευσή τους».
Την ίδια μέρα το ΚΚΕ καταθέτει Ερώτηση στη Βουλή, όπου καταγγέλλονται οι πέντε τρομοκρατικές απολύσεις και παρουσιάζονται τα αιτήματα των απεργών για αυξήσεις 20%, βελτίωση των συνθηκών δουλειάς, που είναι εξαιρετικά ανθυγιεινές, για την απομάκρυνση της αμμοβολής, για την κατοχύρωση 6ωρης δουλειάς και αδειών στις εξεταστικές περιόδους στους εργαζόμενους σπουδαστές κ.λπ.
Στις 19 Σεπτέμβρη ο εργοδότης αρνήθηκε να συναντηθεί με τους εκπροσώπους 39 πειραϊκών σωματείων που μετέφεραν γραπτή διαμαρτυρία, έχοντας στο πλευρό τους βουλευτή του ΚΚΕ.
Μετά την άρνηση του εργοδότη, οι απεργοί κατευθύνθηκαν στον Πειραιά, όπου συγκρότησαν πορεία προς τη Νομαρχία. «Διακόσια, όμως, μέτρα πριν τη Νομαρχία - αναφέρει ο "Ριζοσπάστης" - αστυνομικές δυνάμεις, υπό τον έξαλλο αστυνομικό διευθυντή κ. Μουτζουρίδη, τους έφραζαν το δρόμο απειλώντας τους ότι αν προχωρήσουν ένα βήμα ακόμη, έχουν τον τρόπο να τους σταματήσουν. Ο αστυνομικός διευθυντής συμπεριφέρθηκε το ίδιο σκαιά, απωθώντας τον μάλιστα, και προς τον βουλευτή Κεπέση».
Η αλληλεγγύη στον αγώνα των απεργών κλιμακώνεται με τους περίπου 10 χιλιάδες εργάτες στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη στο Πέραμα να απεργούν την Τρίτη 23 Σεπτέμβρη. Εκείνη τη μέρα προσχώρησαν στον απεργιακό αγώνα και οι εργαζόμενοι σχεδιαστές της επιχείρησης.
Στις 4 Οκτώβρη και ενώ η απεργία συνεχίζεται, ο «Ριζοσπάστης» αναφέρεται στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι 15χρονοι και 16χρονοι εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία Σαλαμίνας, που είναι ταυτόχρονα και σπουδαστές:
«Οι περισσότεροι νέοι στα ναυπηγεία είναι σπουδαστές σε ΟΑΕΔ και σε τεχνικές σχολές. Οι μισθοί τους αρχίζουν από 380 δρχ. μεικτά και φθάνουν μέχρι 700 δρχ., τη στιγμή που ο μέσος όρος μεροκάματου κυμαίνεται από 1.060 μέχρι 1.150. Κι αυτό γιατί θεωρούνται "μαθητευόμενοι". Οπως όμως μας είπαν οι ίδιοι, κάθε άλλο παρά μαθητευόμενοι είναι γιατί... κάνουν όλες τις δουλειές.
"Δουλεύουμε στη συγκόλληση σε κλειστούς και μικρούς χώρους χωρίς εξαερισμό εκτεθειμένοι σε ένα σωρό κινδύνους, όπως δίπλα σε ακάλυπτα καλώδια υψηλής τάσης ρεύματος, χωρίς νερό κ.ά. Παρ' όλα αυτά ούτε επίδομα ανθυγιεινής εργασίας παίρνουμε, ούτε καλούς μισθούς".
Μεγάλο πρόβλημα για τους σπουδαστές είναι η έλλειψη ελεύθερου χρόνου για διάβασμα και ψυχαγωγία. "Σχολάω 4 παρά τέταρτο και στις 5 η ώρα πρέπει να είμαι στο σχολείο. Πολλές φορές πάω κατευθείαν. Το βράδυ γυρίζω σπίτι στις 10. Τι άλλο να σου πω...". Πράγματι και μόνο αυτά τα λίγα λόγια δίνουν ανάγλυφα τη ζωή του 15χρονου σπουδαστή του ΟΑΕΔ Περάματος.
Γι' αυτό και ένα από τα βασικά αιτήματα των απεργών είναι να χορηγούνται στους σπουδαστές δύο 15νθήμερες σπουδαστικές άδειες με αποδοχές και να δουλεύουν 7 ώρες με αποδοχές 8ώρου».
Στις 10 Οκτώβρη η εργοδοσία φαίνεται ότι κάνει τις πρώτες υποχωρήσεις. Αποδέχτηκε να ανακαλέσει τις απολύσεις και να δώσει διευκολύνσεις στους σπουδαστές, αλλά δεν τοποθετήθηκε στα άλλα αιτήματα, όπως το ωράριο, οι αυξήσεις κ.ά.
Στις 13 Οκτώβρη, ενώ έχουν συμπληρωθεί 29 μέρες απεργίας, η εργοδοσία ικανοποιεί ένα μεγάλο μέρος των αιτημάτων και οι εργαζόμενοι αποφασίζουν να επιστρέψουν στη δουλειά.
Μεταξύ άλλων πέτυχαν επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων, σημαντικές αυξήσεις, πληρωμή των μισών μεροκάματων της απεργίας, ωράριο 41 ώρες και 15 λεπτά τη βδομάδα, απομάκρυνση μέσα σε 40 μέρες των εργασιών αμμοβολής από τους χώρους που υπάρχουν εργαζόμενοι, κατοχύρωση του δικαιώματος των σωματείων να παρεμβαίνουν για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, μέτρα για την επάνδρωση και άψογη λειτουργία μικρού σταθμού πρώτων βοηθειών μέσα στο εργοστάσιο και αγορά ασθενοφόρου.
Ακόμα, για τους σπουδαστές πέτυχαν 7ωρο - 5νθήμερο, αύξηση 250 δρχ. στο μεροκάματο και δύο δεκαπενθήμερες άδειες με αποδοχές στις περιόδους των εξετάσεων.