Eurokinissi |
«Οτιδήποτε διευκολύνει τον επενδυτή να κάνει μία κερδοφόρα επένδυση είναι προς τη σωστή κατεύθυνση», είχε επισημάνει ο ΣΕΒ, στο πλαίσιο της περσινής ΔΕΘ, τονίζοντας ότι αυτό που ενδιαφέρει τους «επενδυτές» είναι το «πού θα βγάλουν τα περισσότερα κέρδη», στη βάση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, και της «σχετικής κερδοφορίας», σε σύγκριση με άλλα κράτη και αγορές. Σε κάθε περίπτωση, ο καλύτερος «κράχτης» των επενδυτών είναι η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και η αναβάθμιση του αντεργατικού οπλοστασίου.
Την ίδια ώρα, κεντρικό ζήτημα αναφορικά με την προσέλκυση επενδύσεων είναι η σταδιακή άρση της επιχειρηματικής «αβεβαιότητας». Σε αυτήν την κατεύθυνση έχει συντελέσει και η περιβόητη προνομοθέτηση των αντιλαϊκών μέτρων για τα έτη 2019 - 2020, που με τη σειρά τους, ουσιαστικά, έρχονται να «σφραγίσουν» το 4ο μνημόνιο.
Αλλωστε, ο στρατηγικός στόχος έχει τεθεί από τον ΣΕΒ, που σταθερά βάζει το ζήτημα του «επενδυτικού κενού», ουσιαστικά, δηλαδή της απαξίωσης και της καταστροφής υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων, που έχει αφήσει η καπιταλιστική κρίση. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως οι ίδιοι εκτιμούν, υπάρχει άμεση ανάγκη για προσέλκυση επενδύσεων ύψους 100 δισ. ευρώ (πάνω από το 50% του ΑΕΠ) μέχρι το 2022 προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία, αφού έτσι θα επανέλθουν οι επενδύσεις στα επίπεδα πριν από την εκδήλωση της κρίσης. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Ελλάδας, «μακροπρόθεσμα η απουσία ή η υποτονικότητα των παραγωγικών επενδύσεων αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρών επιπτώσεων στην παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, μέσω της απομείωσης του αποθέματος κεφαλαίου στην οικονομία».
Οπως αναφέρεται σε κυβερνητικό προσχέδιο για τη λεγόμενη «Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική», τα απαιτούμενα κεφάλαια για επενδύσεις είναι πολλαπλάσια των διαθέσιμων πόρων του Δημοσίου (ΕΣΠΑ, Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, πόροι του «αναπτυξιακού» νόμου ή άλλων εναλλακτικών χρηματοδοτικών εργαλείων). Εν προκειμένω, τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΕΒ ιεραρχούν ως προτεραιότητα την προσέλκυση «ξένων άμεσων επενδύσεων», με φόντο τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, τις αναδιαρθρώσεις, την κλιμάκωση του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων κ.ά.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει σχετικά πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, «ο εντονότερος ανταγωνισμός, λόγω της παρουσίας ξένων επενδυτών, θα μπορούσε να επιταχύνει την "εκκαθάριση" της αγοράς από μη παραγωγικές επιχειρήσεις και την ταχύτερη ανακατανομή των παραγωγικών πόρων προς πιο αποτελεσματικές χρήσεις», δηλαδή τέτοιες που να ικανοποιούν τον κύκλο της διευρυμένης κερδοφορίας στην οποία προσβλέπουν οι εγχώριοι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι. Επιπλέον, τα οφέλη για τους εγχώριους ομίλους, πέρα από τις επιχειρηματικές συμπράξεις με τους ξένους επενδυτές, αφορούν, μεταξύ άλλων, στην «ενσωμάτωση ελληνικών επιχειρήσεων σε παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες», στη «μεταφορά τεχνογνωσίας», στη «μίμηση πιο σύνθετων προϊόντων και παραγωγικών διαδικασιών», που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παραγωγικότητα των εγχώριων εταιρειών, καθώς και τον εξαγωγικό δυναμισμό τους, σύμφωνα με την ΤτΕ.
Την ίδια ώρα, «δίνουν και παίρνουν» οι δημόσιες αντεγκλήσεις της συγκυβέρνησης με τη ΝΔ και άλλα κόμματα της αστικής διαχείρισης, ουσιαστικά για το ποιος από αυτούς αποτελεί τον καλύτερο διεκπεραιωτή των υποθέσεων του εγχώριου κεφαλαίου.
Πίσω από τη βιτρίνα και την εμφανιζόμενη «δημόσια εικόνα», το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018 - 2021», που έχει καταθέσει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, κωδικοποιώντας τους άξονες που αφορούν στην αποκατάσταση της «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης», μεταξύ άλλων, προβλέπει:
-- Διασφάλιση της «σταθερότητας» στο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, προκειμένου «να ομαλοποιηθούν οι προσδοκίες για την ελληνική οικονομία».
-- «Συνέχιση των δομικών μεταρρυθμίσεων» στην ελληνική οικονομία με στόχο την «εξάλειψη των στρεβλώσεων και την αύξηση της παραγωγικότητας και του ανταγωνισμού». Πρόκειται για την ατελείωτη αλυσίδα των αντεργατικών μέτρων, που διαμορφώνουν το πλαίσιο για την ένταση της εκμετάλλευσης στο νέο γύρο καπιταλιστικής κερδοφορίας, σε συνδυασμό με τις παρεμβάσεις, τις αναδιαρθρώσεις και τα άλλα «αντίμετρα» (φοροαπαλλαγές και εισφοροαπαλλαγές, κρατικές επιδοτήσεις, κ.ο.κ.), ώστε να θωρακιστεί η κερδοφορία και «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου.
-- Παγίωση της βελτίωσης των δημοσιονομικών αποτελεσμάτων, «ώστε βαθμιαία να επιστρέψει η δυνατότητα χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας μέσω των διεθνών αγορών». Πρόκειται για τη «σταθερή» απόδοση των ματωμένων πλεονασμάτων, που προέρχονται από το τσεκούρι στην κάλυψη στοιχειωδών αναγκών των εργατικών - λαϊκών οικογενειών, αλλά και τη γενικευμένη φοροληστεία, που πλάι σε όλα τα υπόλοιπα μέτρα αποτελεί την «εγγυητική επιστολή» για την πρόσβαση του εγχώριου κεφαλαίου σε «ζεστό» χρήμα, χωρίς τους «περιορισμούς» των μνημονιακών συμβάσεων με τους δανειστές.
Παράλληλα, οι προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής στον τομέα «οικονομία και ανάπτυξη» είναι βγαλμένες από τα κιτάπια του εγχώριου κεφαλαίου.
Μεταξύ άλλων, η έμφαση δίνεται στους παρακάτω άξονες:
-- Αναμόρφωση του νόμου για τις «στρατηγικές επενδύσεις», με στόχο, όπως επισημαίνουν, την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων και μεγάλων εγχώριων επενδύσεων και «κατεύθυνση» τα ακόμα περισσότερα προνόμια και διευκολύνσεις για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
-- Ολοκλήρωση της «Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής», δηλαδή του νέου «παραγωγικού προτύπου» που ορέγονται ο ΣΕΒ και άλλα τμήματα του κεφαλαίου.
-- Υλοποίηση «στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης και δράσης σε κρίσιμους βιομηχανικούς κλάδους με σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ» και, όπως χαρακτηριστικά τονίζουν, «με πιλότο τον κλάδο της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας».
-- Μεταρρύθμιση για την απλούστευση των επιμέρους διαδικασιών αδειοδότησης των επενδύσεων.
-- Λειτουργία Φόρουμ Αγροδιατροφής - Βιομηχανίας - Τουρισμού, που «θα συνδέει τον τουρισμό με τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποιητική βιομηχανία».
-- Χρηματοδότηση από πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες για την παροχή ρευστότητας σε ελληνικές επιχειρήσεις.
Σε αυτό το φόντο, το «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής» προβλέπει ρυθμούς σχετικής ανάκαμψης του ΑΕΠ μεταξύ 2,6% και 2,2% ανάλογα με τη χρονιά (2018: 2,4%, 2019: 2,6%, 2020: 2,3%, 2021: 2,2%), ενώ χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στον τομέα των επενδύσεων αναμένονται σχετικά μεγάλοι ρυθμοί ανάκαμψης, που βέβαια είναι και το κυρίαρχο ζήτημα που βάζουν ο ΣΕΒ και τα άλλα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου. Εν προκειμένω, προβλέπονται ρυθμοί μέχρι 12,1% για το 2019.
Η τόνωση των νέων κερδοφόρων επενδύσεων φαίνεται να αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα για την όποια ανάκαμψη του ΑΕΠ.
Σε κάθε περίπτωση, η προσέλκυση νέων κερδοφόρων επενδύσεων στηρίζεται στην κλιμάκωση των ιδιωτικοποιήσεων, στη διοχέτευση πακτωλού «ζεστού» κρατικού χρήματος στους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους, μέσω διακρατικών και κρατικών ενισχύσεων. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για το 2019, όταν θα ξεκινήσει ο νέος κύκλος κατακρεούργησης των συντάξεων, θα απογειωθούν και τα κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού για το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), κατά 500 εκατ. ευρώ, χώρια βέβαια τις ενισχύσεις από τα επενδυτικά προγράμματα της ΕΕ.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗΣ ΚΕΡΔΟΦΟΡΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ: Φουλάρουν τις αντιλαϊκές μηχανές με το βλέμμα στην ανάκαμψη των επιχειρηματικών ομίλων
ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Χαμηλό ρεκόρ ανεργίας με έξαρση της ημιαπασχόλησης. Ενα πολύ καλό παράδειγμα του πώς «αντιμετωπίζεται» η ανεργία στον καπιταλισμό
ΡΩΣΙΑ - ΤΟΥΡΚΙΑ: Η οικονομική τους συνεργασία δυναμώνει στο φόντο ευρύτερων γεωπολιτικών ανταγωνισμών
ΠΓΔΜ: Πεδίο οξυμένης ενδοαστικής αντιπαράθεσης
Στις 15 Αυγούστου, το «Ρόιτερς» μετέδωσε εκτενή αποσπάσματα ανακοίνωσης της τουρκικής «Unit International» για την επιχειρηματική σύμπραξη. Σε αυτήν η εταιρεία σημείωνε ότι οι τρεις εταίροι θα επένδυαν συνολικά 7 δισ. δολ. μιλώντας αόριστα για «τρία κοιτάσματα πετρελαίου» και «ένα μεγάλο κοίτασμα φυσικού αερίου». Υποστήριζε ότι τα συνολικά αποθέματα των κοιτασμάτων πετρελαίου υπολογίζονται σε 10 δισ. βαρέλια και ότι καθημερινά θα παράγονται 100.000 βαρέλια πετρελαίου. Οσον αφορά το φυσικό αέριο, η παραγωγική ικανότητα υπολογιζόταν στα 75 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (κ.μ.) το χρόνο.
Η ανακοίνωση συμπλήρωνε ότι το κονσόρτσιουμ που θα δημιουργούνταν θα μπορούσε να προχωρήσει σε γεωτρήσεις και σε άλλες περιοχές του Ιράν.
Η «Unit» σχολίαζε ότι οι ποσότητες αερίου που επρόκειτο να εξαχθούν από τις γεωτρήσεις θα ήταν 50% μεγαλύτερες από τις ετήσιες εισαγωγές αερίου που κάνει η Τουρκία και είναι 50 δισ. κ.μ. Ισχυριζόταν, επίσης, ότι αυτά τα αποθέματα θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Τουρκία να καλύψει τις ανάγκες της σε αέριο για τα επόμενα 150 χρόνια. Τέλος, υποστήριζε και ότι η συγκεκριμένη συμφωνία ήταν η πρώτη που μια ιρανική εταιρεία υπέγραφε με ξένες εταιρείες, αναφερόμενη προφανώς στην εποχή μετά τη συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Παρακολουθώντας την πορεία μιας προσέγγισης με αρκετές προεκτάσεις
Η ρωσο-τουρκική συνεργασία αναπτύσσεται ενώ δυναμώνουν οι συζητήσεις και για τις σχέσεις της Τουρκίας με λυκοσυμμαχίες όπως το ΝΑΤΟ, αλλά και ενώ προχωρούν κρίσιμες γεωπολιτικές και συνοριακές ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή, όπως και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, όπου συγκεντρώνονται αφενός πλατφόρμες γεωτρήσεων για λογαριασμό ισχυρών μονοπωλιακών κολοσσών, αλλά και υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα για λογαριασμό ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Στις 17 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε στη Σμύρνη Ρωσο-τουρκικό Επιχειρηματικό Φόρουμ, στο πλαίσιο της ετήσιας Διεθνούς Εκθεσης (φέτος ήταν η 86η) που φιλοξενεί κάθε χρόνο η πόλη και εμφανίζεται ως σημαντική επιχειρηματική συνάντηση για όλη την περιφέρεια.
Ο υπουργός Οικονομίας της Τουρκίας, Νιχάτ Ζεϊμπεκσί, τόνισε ότι η χώρα του θέλει να ενισχύσει τις διαπραγματεύσεις της με την Ευρασιατική Οικονομική Ενωση (Eurasian Economic Union - EAEU), τη διακρατική ένωση που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Ρωσίας και στην οποία σήμερα συμμετέχουν Ρωσία, Αρμενία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Κιργιστάν. Η Τουρκία έχει ήδη δεχτεί πρόσκληση για ενταξιακές συνομιλίες με την EAEU (από το 2014), χωρίς μέχρι τώρα να υπάρχει σημαντική πρόοδος. Σήμερα, όμως, οι σχέσεις με την Ενωση επανεξετάζονται υπό το πρίσμα και των δυσκολιών για περαιτέρω σύσφιξη της συνεργασίας με άλλα κέντρα, όπως δείχνουν και οι τελευταίες δηλώσεις για την Τελωνειακή Ενωση ΕΕ - Τουρκίας, στης οποίας την επέκταση «βάζουν φρένο» διάφοροι Ευρωπαίοι.
Αναφερόμενος ειδικότερα στις σχέσεις Τουρκίας - Ρωσίας, ο Ζεϊμπεκσί υποστήριξε ότι οι δυο χώρες «μοιράζονται κοινό πεπρωμένο. Δεν είναι αντίπαλες, αντίθετα η μία συμπληρώνει την άλλη. Η μία διαθέτει κάτι που δε διαθέτει η άλλη». Και μιλώντας για τη σύσφιξη της οικονομικής συνεργασίας, είπε ότι το Ρωσο-τουρκικό Επενδυτικό Ταμείο θα ξεκινήσει να λειτουργεί φέτος, αλλά και ότι οι διμερείς συνομιλίες για μια Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου θα οριστικοποιηθούν το αργότερο μέχρι το πρώτο 6μηνο του 2018.
Ο Τούρκος αξιωματούχος είπε ότι «σήμερα διαπιστώνουμε ότι είμαστε πολύ κοντά στην ανάκτηση της ατμόσφαιρας που υπήρχε (στις διμερείς σχέσεις) πριν το Νοέμβρη του 2015», όταν η κατάρριψη ρωσικού «Su» από τουρκικό «F-16» στάθηκε αφορμή για ραγδαία επιδείνωση των διμερών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα. Ο Ζεϊμπεκσί εξήγησε ότι το 2017 ο όγκος των διμερών εμπορικών συναλλαγών αυξήθηκε σχεδόν κατά 30%, εκτιμώντας ότι μέσα στο 2017 μπορεί να υπάρξει επιστροφή στα επίπεδα εμπορικών συναλλαγών πριν το 2015, αλλά και χαρακτηρίζοντας εφικτό το στόχο το διμερές εμπόριο να φτάσει ετησίως τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια. «Υπάρχει απίστευτη δυναμική ειδικά στους τομείς της γεωργίας, στην καλλιέργεια θερμοκηπίων, τη μεταλλουργία και την πετροχημική βιομηχανία», ενώ μεταξύ άλλων κατέληξε με το εξής σχόλιο: «Οσο περισσότερο βαθαίνουν οι οικονομικές σχέσεις, τόσο μικρότερος είναι ο αντίκτυπος που έχουν οι πολιτικές κρίσεις. Αντί να πουλάει ο ένας ψάρια στον άλλο, μπορούμε να σκεφτούμε να ψαρεύουμε μαζί».
Από τη μεριά του, ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ χαρακτήρισε «θεμέλιο» της ρωσο-τουρκικής συνεργασίας την «εταιρική σχέση στην Ενέργεια». Υπογράμμισε ότι η αύξηση των επιχειρηματικών συμπράξεων είναι εφικτή και μέσα από την κοινή χρηματοδότηση επενδύσεων και στις δυο χώρες, ειδικά στους τομείς των Κατασκευών και της Υγείας. Χαρακτήρισε ως «μεγάλης σημασίας και κυρίαρχο» παράδειγμα την κατασκευή του αγωγού «TurkStream» (που θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο μέσω Τουρκίας αλλά και Ελλάδας προς την Ευρώπη), υπενθυμίζοντας ότι το Μάη ξεκίνησαν οι εργασίες για το τμήμα που περνά από τη Μαύρη Θάλασσα. Ακόμα αναφέρθηκε και στην κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Ακουγιού της νότιας Τουρκίας.
Τέτοιες συνεργασίες ασκούν σημαντική πίεση και σε γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς συνολικότερα. Για παράδειγμα, ο «TurkStream» θα διασφαλίσει ακόμα μια δίαυλο προώθησης του ρωσικού αερίου προς την ευρωπαϊκή αγορά, ενώ στη Δύση «φουντώνει» σημαντικά η συζήτηση για την ανάγκη «διαφοροποίησης» του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης και είναι πολλοί οι νέοι μνηστήρες που θέλουν καλό μερίδιο στην ευρωπαϊκή αγορά, όπως και είναι πολλοί που θέλουν συνολική αποδυνάμωση της Ρωσίας. Επιπλέον, η λειτουργία του σταθμού πυρηνικής ενέργειας στο Ακουγιού θα σηματοδοτήσει την πρώτη έναρξη τέτοιας μονάδας στην Τουρκία, ενώ εκείνη διεκδικεί όλο και πιο πρωταγωνιστικό ρόλο στις ενεργειακές και άλλες κόντρες, ειδικά στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Τέλος, ενδιαφέρον έχουν και οι επισημάνσεις του νέου Ρώσου πρέσβη στην Αγκυρα Αλεξέι Γερκόφ, που χαρακτήρισε την Αγκυρα «κρίσιμο εμπορικό εταίρο» και εξήγησε ότι ο στόχος για να φτάσει το διμερές εμπόριο στα 100 δισ. δολάρια τέθηκε πρώτη φορά το 2010, όταν οι ρωσο-τουρκικές συναλλαγές έφτασαν στο υψηλότερο μέχρι τότε επίπεδο, τα 34 δισ. δολάρια. Μετά την «κρίση» του 2015, αυτές κατρακύλησαν κατά 50% σε σχέση με την προηγούμενη 8ετία. Ο στόχος των 100 δισ. είναι «απαιτητικός αλλά εφικτός», ανέφερε ο Ρώσος διπλωμάτης και υπογράμμισε ότι «κλειδί» για την επίτευξή του είναι η στενότερη «συνέργεια» μεταξύ των δύο χωρών. Ως χαρακτηριστικότερο θετικό παράδειγμα ανέφερε τη συμφωνία που έκλεισε στις αρχές Αυγούστου ανάμεσα στη ρωσική «JSC Zarubezhneft», την τουρκική «Unit International» και την ιρανική «Ghadir Exploration and Production Company» για την ανάπτυξη κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Ιράν.
Στη Βρετανία της «χαμηλής ανεργίας» έχουν θεσπιστεί επισήμως, τα τελευταία χρόνια, οκτώ είδη «ελαστικών» μορφών απασχόλησης, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η πιο ακραία περίπτωση των συμβασιούχων του λεγόμενου «μηδενικού χρόνου» εργασίας («zero hour contracts») που αποτελούν περίπου το 3% του εργατικού δυναμικού και οι οποίοι δεν εξασφαλίζουν ούτε μία ώρα δουλειά το μήνα!
Στις ευέλικτες «αναγνωρισμένες» μορφές εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο συμπεριλαμβάνεται:
Από την επίσημη λίστα των μορφών εργασιακής απασχόλησης απουσιάζει η νέα κατηγορία των σύγχρονων σκλάβων μονοπωλίων όπως η Uber και οι οποίοι προσφέρουν εργασία κατά απαίτηση του αφεντικού υποτίθεται «ελεύθερα». Είναι, ωστόσο, υποχρεωμένοι να θέτουν τον εαυτό τους στη διάθεση της εταιρείας και να καθορίζουν το ωράριο και τον τρόπο δουλειάς ανάλογα με τις τρέχουσες ανάγκες του μονοπωλίου, προσφέροντας υπηρεσίες με τιμές «ανά μονάδα» ή ανά κομμάτι. Υποτίθεται ότι είναι «πιο ελεύθεροι» από τους κανονικούς υπαλλήλους, αλλά αυτό ισχύει μόνο στα λόγια.
Στην πράξη, είναι και αυτοί εργαζόμενοι όπως όλοι και όχι «εξαρτημένοι εργολάβοι» ή αυτοαπασχολούμενοι, όπως τους έχουν βαφτίσει οι αστικές κυβερνήσεις και τα ανερχόμενα μονοπώλια... Είναι υπάλληλοι με λιγότερα δικαιώματα, αφού για αυτούς δεν έχει ούτε επιδόματα, ούτε άδειες ασθενείας μετ' αποδοχών. Δεν έχουν πλήρη ιατροφαρμακευτική ασφάλιση και συνταξιοδοτική κάλυψη. Είναι οι εργαζόμενοι «του μέλλοντος», εκτός και εάν παλέψουν περισσότερο για να κατακτήσουν τα κάποτε αυτονόητα δικαιώματα της πλήρους, σταθερής εργασίας, των συλλογικών συμβάσεων και μισθών που εξασφαλίζουν αξιοπρεπή ζωή στα λαϊκά νοικοκυριά. Η καλύτερη ζωή για τον εργάτη κατακτιέται με σκληρούς αγώνες και κλιμάκωση της πάλης.
«Ακμάζουν» οι μορφές έντασης της εκμετάλλευσης, που εξηγούν το «success story» της μειωμένης ανεργίας
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία του βρετανικού υπουργείου Εργασίας και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας:
Ποιοι είναι όμως οι «εξαρτώμενοι εργολάβοι»; Είναι κυρίως (αλλά όχι μόνο...) οι σύγχρονοι δούλοι νέων μονοπωλίων (που δραστηριοποιούνται μέσω ίντερνετ και εφαρμογών «έξυπνων κινητών τηλεφώνων») και τα οποία «ξαναμοιράζουν» την πίτα της αγοράς π.χ. στα δίκτυα διανομής εμπορευμάτων, στην προσφορά υπηρεσιών ταξί και μεταφορών, στο εμπόριο λιανικής κ.α. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εταιρεία «Uber», που δημιουργήθηκε πριν περίπου οκτώ χρόνια και οξύνει τον ανταγωνισμό διεθνώς σε βάρος των παλιότερων μονοπωλίων και μικρομεσαίων επιχειρηματιών. Στη Βρετανία δραστηριοποιείται σε πάνω από 70 πόλεις, απασχολώντας τουλάχιστον 40.000 άτομα. Εξίσου δραστήρια είναι και η νεοφυής εταιρεία διανομών «Deliveroo», που απασχολεί επίσης δεκάδες χιλιάδες άτομα ως διανομείς (ταχυδρόμους) στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ποιος σκέφτηκε την «πατέντα» των «εξαρτημένων εργολάβων»; Οι εμπνευστές δημιουργίας αυτής της εύσχημης ονομασίας σύγχρονων δούλων ήταν οι συντάκτες έκθεσης που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Ιούλη στη Βρετανία, έπειτα από εντολή της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι. Επικεφαλής της ομάδας συντακτών της έκθεσης ήταν ο Μάθιου Τέιλορ, σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ.
Ο Τέιλορ και η ομάδα του, βαφτίζοντας το κρέας ψάρι, βάφτισαν και τον φτωχό υπάλληλο των μονοπωλίων τύπου «Uber» «εξαρτημένο εργολάβο», προσπαθώντας, μεταξύ άλλων, να υπονομεύσουν δικαστική απόφαση που είχε εκδοθεί τον περασμένο Δεκέμβρη σε βάρος της «Uber». Το δικαστήριο τότε είχε αποφασίσει ότι σε καμία περίπτωση οι δύο οδηγοί ταξί, που είχαν προσφύγει νομικά κατά της εταιρείας «Uber», δεν ήταν «μικροί, ελεύθεροι αυτοαπασχολούμενοι επιχειρηματίες», αλλά απλοί εργαζόμενοι που θα έπρεπε να απολαμβάνουν βασικά δικαιώματα όπως επιδόματα θερινής άδειας, άδειας ασθενείας. Εννοείται ότι η εταιρεία «Uber» έκανε έφεση κατά της απόφασης, αποφασισμένη να χρονοτριβήσει με κάθε τρόπο και να φτάσει ακόμη και μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο ώσπου να «δικαιωθεί». Σε αυτό το σημείο εμφανίζονται ο Τέιλορ και η ομάδα του, οι οποίοι πρότειναν στην κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι να δημιουργηθεί μία νέα κατηγορία εργαζομένων, οι «εξαρτημένοι εργολάβοι», που θα αμείβονται λιγότερο και από το κατώτατο ωρομίσθιο σε περίπτωση που οι δουλειές είναι λιγότερες...
Το θέμα επανέρχεται στην επικαιρότητα στο φόντο και της επίσκεψης του Ελληνα ΥΠΕΞ, Ν. Κοτζιά, στα Σκόπια την περασμένη Πέμπτη, όπου συναντήθηκε με τον ομόλογό του της ΠΓΔΜ, τον πρωθυπουργό και άλλους πολιτικούς και πολιτειακούς παράγοντες. Εξάλλου, μέσα Νοέμβρη, ο Ν. Κοτζιάς θα παραστεί στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη, όπου πολύ πιθανώς θα συναντηθεί με τον ΓΓ του Οργανισμού, Αντόνιο Γκουτέρες, στον οποίο εκτός του Κυπριακού, αναμένεται να θέσει και το ζήτημα της ΠΓΔΜ.
Στο ενδιάμεσο, και μπρος στα σχετικά αιτήματα της ηγεσίας της ΠΓΔΜ, η ελληνική πλευρά διαμηνύει ότι οι όποιες διαδικασίες δρομολογηθούν (βλ. άρση απειλής βέτο) προς την κατεύθυνση της ενταξιακής διαδικασίας της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, όπως ζητά η εκεί αστική τάξη, έχουν άμεση σχέση με λύση του ονοματολογικού. Τα Σκόπια, ωστόσο, επιδιώκουν πρώτα έναρξη διαδικασίας για ένταξη στους δύο ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς με την προσωρινή ονομασία (FYROM) και μετά το ονοματολογικό.
Στο μεταξύ, η Αθήνα κατηγορεί τα Σκόπια για παραβιάσεις της λεγόμενης Ενδιάμεσης Συμφωνίας, όπως ότι το διάστημα 2012-2017 έχουν σημειωθεί δεκάδες περιστατικά όπου σε μνημεία, δημοσία κτίρια αλλά και σχολεία, γίνονται αναφορές σε σύμβολα όπως ο Ηλιος της Βεργίνας και σε άλλα που ανήκουν στην ελληνική ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά, η χρήση των οποίων απαγορεύεται από τη Συμφωνία. Επίσης, ότι στα Σκόπια συνεχίζουν να κυκλοφορούν χάρτες της «Μεγάλης Μακεδονίας».
Στην όλη υπόθεση εμπλέκονται, βέβαια, και άλλοι ισχυροί παίκτες. Ενδεικτικά, διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι η Γερμανία ανησυχεί ιδιαίτερα για την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας στα Βαλκάνια γενικά και στην ΠΓΔΜ ειδικότερα.
Επισκεπτόμενος ο Τούρκος ΥΠΕΞ, Μ. Τσαβούσογλου, τα Σκόπια, τον Ιούνη, υποσχέθηκε την απόλυτη υποστήριξη της Τουρκίας για να ενταχθεί η χώρα στο ΝΑΤΟ.
Οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι ο ρόλος της Τουρκίας στην ΠΓΔΜ φαίνεται να αναβαθμίζεται συνεχώς, σε πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, τα τελευταία χρόνια. Οτι η τουρκική οικονομική παρουσία αυξάνεται και ότι η Τουρκία κατατάσσεται στην 6η θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης Αμεσων Ξένων Επενδύσεων στα Σκόπια, ενώ μεγάλος αριθμός επιχειρήσεών της (και τράπεζες) δραστηριοποιείται στη γείτονα. Οτι πλέον, η Τουρκία φέρεται να γίνεται ο 3ος μεγαλύτερος επενδυτής στην ΠΓΔΜ, έχοντας πάρει μεγάλα επενδυτικά σχέδια, μεταξύ άλλων τον εκσυγχρονισμό και τη λειτουργία των διεθνών αεροδρομίων σε Σκόπια και Οχρίδα, καθώς και τη διαχείριση διοδίων σε εθνικές οδούς.
Κατά τις ίδιες πηγές, σημαντικό όχημα για την τουρκική «διείσδυση» είναι η αναγνωρισμένη τουρκική μειονότητα στην ΠΓΔΜ. Κατά τα Σκόπια αριθμεί 80.000 κατοίκους (4% του συνολικού πληθυσμού - απογραφή 2001) και είναι η τρίτη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στη χώρα. Η τουρκική πλευρά, βέβαια, προσθέτει στη μειονότητα αυτή και τους 100.000 Τορμπέσηδες, οι οποίοι θεωρούνται εξισλαμισμένοι Σλάβοι.
Η Αγκυρα παρέχει αφειδώς χρηματοδοτήσεις στη μειονότητα, μέσω της Υπηρεσίας της Διεθνούς Συνεργασίας και Συντονισμού (ΤΙΚΑ) και του πολιτιστικού οργανισμού YunusEmre. Το ΤΙΚΑ έχει αναπτύξει εντυπωσιακή δραστηριότητα στην ΠΓΔΜ, με κατασκευές σχολείων εκμάθησης τουρκικής γλώσσας, συντήρηση οθωμανικών μνημείων και τεμένων, ανακαίνιση πτέρυγας Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών, χορήγηση κρατικών υποτροφιών σε άπορους μαθητές τουρκικής, αλβανικής καταγωγής και Τορμπέσηδων, συμβολή στην αρχαιολογική έρευνα κ.ο.κ.
Σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, κυβερνητικοί παράγοντες της ΠΓΔΜ έχουν εκφράσει επιθυμία το Βερολίνο να αναλάβει «διαμεσολαβητικό ρόλο» στο ζήτημα του ονόματος. Το ίδιο, ωστόσο, είχε αφήσει εμμέσως να εννοηθεί ότι επιθυμεί και το Βερολίνο. Μια θέση που έχει προκαλέσει προβληματισμό στην Αθήνα, εξ ου και αρμόδιοι κύκλοι διαχέουν ως απάντηση - αντίδραση ότι το ονοματολογικό είναι καθαρά διμερές θέμα, του οποίου, ωστόσο, έχει επιληφθεί ο ΟΗΕ.
Προβληματισμό για τις προθέσεις του Βερολίνου προκάλεσαν και οι δηλώσεις, στις 11/7/2017, κατά την επίσκεψη στα Σκόπια του Γερμανού υφυπουργού Εξωτερικών, Μίκαελ Ροθ: «Κανείς εκτός "Μακεδονίας" και εκτός Ελλάδας δεν καταλαβαίνει τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ τους, η οποία είναι εντελώς παράλογη. Νομίζω ότι θα πρέπει να αφήσουμε την ιστορία να παραμείνει ιστορία και να προχωρήσουμε προς ένα κοινό μέλλον. Η Γερμανία είναι έτοιμη, εφόσον της ζητηθεί, να παράσχει υποστήριξη προς την κατεύθυνση αυτή. Αλλά, πραγματικά, εκτιμώ τα μηνύματα που αποστέλλονται από εδώ. Στη συνέχεια, είμαστε υποχρεωμένοι και εμείς να υποστηρίξουμε τη "Μακεδονία". Οταν λέω εμείς, δεν εννοώ μόνο τη Γερμανία, αλλά και ολόκληρη την ΕΕ. Για να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις απαιτείται συναίνεση». Σημειώνουμε ότι η δήλωση αυτή προκάλεσε διάβημα διαμαρτυρίας του ελληνικού ΥΠΕΞ προς το Βερολίνο.
Στο δίαυλο επικοινωνίας, πάντως, Βερολίνου - Αθήνας, το πρώτο φέρεται να έχει εκφράσει μια εκτίμηση ότι, προς το παρόν, είναι τουλάχιστον άκαιρο να περιμένει κανείς ουσιαστικές παραχωρήσεις από τη νεοεκλεγμένη κυβέρνηση της ΠΓΔΜ στο ονοματολογικό. Οτι κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να γίνει, αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο, οπότε θα είναι σε θέση (ενδεχομένως ισχυροποιημένη στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό) να φανεί περισσότερο διαλλακτική.
Στο μεταξύ, θα προηγηθούν, ως πρώτη δοκιμασία για την κυβέρνηση, οι δημοτικές εκλογές τον Οκτώβρη, ενώ λέγεται ότι αν η νέα κυβέρνηση πάρει έστω μια «υποσχετική» περί ένταξης της ΠΓΔΜ σε ΝΑΤΟ και ΕΕ για να την «πουλήσει» στο εσωτερικό της χώρας, δεν αποκλείεται ακόμα και να πάει σε πρόωρες εκλογές, προκειμένου να αποσπάσει ενδεχομένως μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Στα κεντρικά του ΥΠΕΞ στην Αθήνα, έχει καταληχθεί και μια άποψη για τη στάση της Γαλλίας. Κατά πληροφορίες, το Παρίσι εμφανίζεται επιφυλακτικό ως προς την πιθανότητα ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, χαρακτηρίζοντάς την «άκαιρη». Αντίθετα, ωστόσο, φαίνεται να στηρίζει την ευρωενωσιακή πορεία της ΠΓΔΜ. Για την ένταξη στο ΝΑΤΟ, το Παρίσι φαίνεται ότι θεωρεί πως δεν θα πρέπει να προστεθούν και νέα σημεία τριβής με τη Μόσχα, με την οποία τα γαλλικά μονοπώλια θέλουν να διευρύνουν τις μπίζνες.
Τέλος, προβληματισμός υπάρχει στους αρμόδιους κύκλους στην Αθήνα και για τη στάση της Βουλγαρίας. Παραπέμπουν στη νέα υπουργό Εξωτερικών της, Εκατερίνα Ζαχάροβα, που διαβεβαίωσε τα την ΠΓΔΜ ότι, στο πρώτο εξάμηνο του 2018, οπότε η Βουλγαρία θα έχει την προεδρία στο Συμβούλιο της ΕΕ, θα προωθήσει την υποψηφιότητά της στην ΕΕ. Επίσης, ο Βούλγαρος πρωθυπουργός Μπορίσοφ είπε ότι η Συμφωνία Φιλίας Καλής Γειτονίας ανάμεσα στη Βουλγαρία και την ΠΓΔΜ, που υπογράφηκε τον Αύγουστο, «παρέχει την προοπτική ένταξης της χώρας στην ΕΕ και ανοίγει την πύλη για το ΝΑΤΟ».