Σάββατο 2 Απρίλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο ένθετο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε τα εξής θέματα:

-- «Οικόπεδα» και ΑΟΖ στο Ιόνιο: Ενα κουβάρι αντιθέσεων και ανταγωνισμών.

-- Εξορυκτική βιομηχανία: Τάσεις και βασικά οικονομικά μεγέθη της εγχώριας εξορυκτικής βιομηχανίας, με αφορμή την πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ.

-- Σύνοδος Κορυφής ΕΕ - Ινδίας: Η 13η Σύνοδος Κορυφής των δύο πλευρών ανέδειξε το ενδιαφέρον για ευρύτερη συνεργασία σε πολλούς τομείς, που εξυπηρετούν τις αστικές τάξεις και τους μονοπωλιακούς ομίλους.

-- Βρετανία: Το «λογαριασμό» του ανταγωνισμού των μονοπωλίων καλούνται να πληρώσουν στη Βρετανία χιλιάδες χαλυβουργοί εργάτες, καθώς ο ινδικός όμιλος ΤΑΤΑ έβαλε «πωλητήριο» σε όλα τα εργοστάσια παραγωγής χάλυβα στη χώρα.

«ΟΙΚΟΠΕΔΑ» ΚΑΙ ΑΟΖ ΣΤΟ ΙΟΝΙΟ
Ενα κουβάρι ανταγωνισμών και αντιθέσεων

Ο χάρτης με τα 20 «οικόπεδα» στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης
Ο χάρτης με τα 20 «οικόπεδα» στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης
Παραμένουν οι αντιθέσεις μεταξύ επιχειρηματικών ομίλων Ελλάδας, Αλβανίας και άλλων κέντρων, για τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και πόρων στο Ιόνιο.

Διόλου τυχαία, τους προηγούμενους μήνες το αλβανικό υπουργείο Εξωτερικών προχώρησε σε ρηματικές διακοινώσεις προς την ελληνική πρεσβεία στα Τίρανα, χαρακτηρίζοντας μονομερή κίνηση της Ελλάδας την προκήρυξη «οικοπέδων» για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο.

Τα Τίρανα υποστηρίζουν ότι από τη στιγμή που δεν υπάρχει οριστική συμφωνία οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας ανάμεσα σε Ελλάδα, Αλβανία και Ιταλία, καμία πράξη που αφορά έρευνα και εκμετάλλευση δεν πρέπει να αναλαμβάνεται χωρίς τη συναίνεση όλων των μερών.

Επιπλέον, επαναλαμβάνουν τον ισχυρισμό ότι με βάση το διμερές νομικό πλαίσιο και τη διεθνή νομοθεσία που αφορά την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών (όπως την διαβάζει η αλβανική αστική τάξη), οι γεωγραφικές συντεταγμένες του «Οικοπέδου 1» (στα βορειοδυτικά της Κέρκυρας) που προκήρυξε η Ελλάδα για έρευνες, εισέρχονται εντός αλβανικών χωρικών υδάτων.

Τα Τίρανα αναφέρονται στην «Ανακοίνωση» της ελληνικής κυβέρνησης με αριθμό 2014/C 400/03 για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων. Σε αυτήν περιλαμβάνονται ο χάρτης και οι συντεταγμένες των συνολικά 20 «οικοπέδων» που η τότε κυβέρνηση παραχωρούσε για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης.

Σημειωτέον, το ελληνικό ΥΠΕΞ έχει απαντήσει (π.χ. με δική του ρηματική διακοίνωση στις 17/6/2015), επιμένοντας ότι τα όρια του «οικοπέδου» έχουν καθοριστεί από τη «μέση γραμμή» και ότι «τα εξωτερικά όρια του Οικοπέδου 1 έχουν σαφώς καθοριστεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Επομένως, η περιοχή που το Οικόπεδο καλύπτει δεν επεκτείνεται στα χωρικά ύδατα της Αλβανίας».

Συμφωνία και ...ασυμφωνία

Την ίδια ώρα, κατά τον Ευ. Βενιζέλο, που ως υπουργός Εξωτερικών είχε χειριστεί το θέμα και σύμφωνα με όσα έλεγε σε σχετική με το θέμα ημερίδα, η διμερής συμφωνία Ελλάδας - Αλβανίας που υπογράφτηκε το 2009, «είναι μια συμφωνία η οποία επιγράφεται "συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και άλλων θαλασσίων ζωνών". Είναι μια συμφωνία οριοθέτησης πολλαπλής χρήσης, κατά τον τίτλο της, αλλά κατά το περιεχόμενό της είναι πρωτίστως μια συμφωνία οριοθέτησης των εκατέρωθεν χωρικών υδάτων και αυτό αφορά το 90% του κατανεμόμενου χώρου και κατά 10% συμφωνία πολλαπλής χρήσης για την οριοθέτηση άλλων ζωνών, δηλαδή της υφαλοκρηπίδας, που ούτως ή άλλως ισχύει, και της ΑΟΖ, που δεν έχει ανακηρυχθεί ούτε από την Αλβανία ούτε από την Ελλάδα».

Βέβαια, αργότερα, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας απαγόρευσε την κύρωση της συμφωνίας και επιπλέον κινήθηκε ποινική διαδικασία εντός Αλβανίας, ενώπιον του Ειδικού Ποινικού Δικαστηρίου, για τις ευθύνες του υπουργού Εξωτερικών που υπέγραψε τη σύμβαση και των στελεχών των αλβανικών Ενόπλων Δυνάμεων και του υπουργείου Εξωτερικών που μετείχαν στη διαπραγματευτική ομάδα.

Η αλβανική αστική τάξη θεωρεί ότι η συμφωνία του 2009 είναι ετεροβαρής υπέρ της ελληνικής και ότι τα Διαπόντια Νησιά (νησιωτικό σύμπλεγμα 11 νησιών, που αποτελείται από τρία μεγαλύτερα νησιά και μερικές άλλες νησίδες Β-ΒΔ της Κέρκυρας) δεν δικαιούνται πλήρη επήρεια. Ολα αυτά, παρότι στην αντίστοιχη ιταλο-αλβανική συμφωνία του 1992, όπου ελήφθη υπόψη η λεγόμενη μέση γραμμή, η αλβανική νήσος Σάσων έλαβε πλήρη επήρεια.

Επιφυλάξεις για τη Χάγη

Ως αντίδραση, η τότε ελληνική κυβέρνηση κατέθεσε στις 14/1/2015 νέα δήλωση επιφυλάξεων στον ΟΗΕ. Με αυτήν επικαιροποίησε παλαιότερη δήλωση, του 1994, σχετικά με την αποδοχή της υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ).

Στην επικαιροποιημένη δήλωση, η Αθήνα, πέραν της αποσαφήνισης ότι εξαιρούνται από τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ διαφορές για στρατιωτικά μέτρα αμυντικού χαρακτήρα (σ.σ. αφορά την αποστρατιωτικοποίηση - όπως ζητά η Αγκυρα - νησιών του Ανατολικού Αιγαίου), πρόσθεσε άλλη μία εξαίρεση. Αυτή αφορά διαφορές σχετικές με τα σύνορα της Ελλάδας ή με ζητήματα εδαφικής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένων διαφορών για τα χωρικά ύδατα και το εύρος του εναέριου χώρου.

Από διαδικαστικής άποψης, η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμα να αποφασίσει αν θα δεχτεί ή όχι (εντός 12 μηνών) τη δικαιοδοτική επίλυση μιας συγκεκριμένης διαφοράς από το ΔΔΧ, με μια χώρα που μονομερώς αποδέχεται να προσφύγει στο δικαστήριο αποκλειστικά γι' αυτήν. Πέραν της Τουρκίας, οι εξαιρέσεις αυτές «φωτογραφίζουν» και την Αλβανία.

Εμπλοκή της Ιταλίας στα παζάρια

Παραπέρα, η αλβανική κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να αμφισβητήσει ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή και κατ' επέκταση την ίδια τη συμφωνία του 2009, επιδιώκει να εμπλέξει και την Ιταλία. Σε διακοίνωσή τους, τα Τίρανα ισχυρίζονται ότι στο Ιόνιο Πέλαγος υπάρχει μια περιοχή που ορίζεται α) ανατολικά, από τη συμβολή ελληνικών και αλβανικών χωρικών υδάτων, β) από συγκεκριμένες συντεταγμένες που προκύπτουν από την ιταλοαλβανική συμφωνία του 1992 για οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και γ) από την ελληνοϊταλική συμφωνία του 1977, επίσης προς οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.

Τα Τίρανα δεν αναφέρονται καν στην ύπαρξη της ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 και επιπλέον κρίνεται ότι επιδιώκουν να προκαλέσουν επιπλοκές στη σχεδιαζόμενη από την ελληνική κυβέρνηση υπογραφή νέας, επικαιροποιημένης συμφωνίας με τη Ρώμη για τις θαλάσσιες ζώνες.

Η ελληνική πλευρά έχει συνάψει ήδη από το 1977 συμφωνία με την Ιταλία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, με όποια πρόβλεψη έχει η συμφωνία αυτή σε σχέση με τη λεγόμενη επήρεια των νησιών (δηλ. σε σχέση με τα Διαπόντια Νησιά και τις Στροφάδες, δύο μικρά νησιά στο Ιόνιο, νότια της Ζακύνθου).

Εκφράζοντας προτάγματα της ελληνικής αστικής τάξης, ο Ευ. Βενιζέλος έλεγε στην προαναφερόμενη ημερίδα ότι πρέπει να προχωρήσει «η πολιτική συμφωνία σε επίπεδο κυβερνήσεων με την Ιταλία για τη μετατροπή της διμερούς σύμβασης το 1977, για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, σε σύμβαση οριοθέτησης πολλαπλού σκοπού, άρα και της ΑΟΖ».

Σημειωτέον, Ελλάδα, Ιταλία και Αλβανία εμπλέκονται στο σχέδιο κατασκευής του αγωγού ΤΑΡ για τη μεταφορά αζέρικου φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

Βεβαίως, κάθε κυβέρνηση έχει να φροντίσει για τα συμφέροντα της δικής της αστικής τάξης, άρα και γι' αυτά που έχουν σχέση με το θαλάσσιο και υποθαλάσσιο πλούτο, όπως π.χ. οι υδρογονάνθρακες...

Μπίζνες με «ομπρέλα» ΕΕ

Ακριβώς για να ικανοποιήσει τέτοια συμφέροντα, και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θέλει να «τρέξει» την υπογραφή νέας, επικαιροποιημένης συμφωνίας με τη Ρώμη, που να κλείνει και την υπόθεση της ΑΟΖ. Οπως, επίσης, να καταλήξει και σε κάποιο συμβιβασμό με τα Τίρανα.

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκε στις 21/3 στην Αθήνα συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών.

Οπως είπε στις κοινές δηλώσεις τους ο Ελληνας υπουργός, Ν. Κοτζιάς,«έχουμε εντατικοποιήσει τις σχέσεις των δυο υπουργείων μας (...) Θέλουμε να λύσουμε τα προβλήματα που έρχονται από το παρελθόν με τρόπο δημιουργικό, προς όφελος και των δυο πλευρών (...) έχουμε από την δεκαετία του '90 ένα σύμφωνο φιλίας, το οποίο θέλουμε να το ανανεώσουμε, να το αναβαθμίσουμε και να βάλουμε σειρά θεμάτων σε αυτό».

Από την πλευρά του, ο Αλβανός υπουργός, Ντ. Μπουσάτι, επιβεβαίωσε ότι οι δύο κυβερνήσεις οδεύουν «προς την οριστικοποίηση και του μηχανισμού με τον οποίο θα προσπαθήσουμε να επιλύσουμε αυτά τα ζητήματα (...) μέσω της ανανέωσης ενός θεσμοθετημένου κοινού σχήματος. Δεσμευόμαστε να φτιάξουμε αυτόν το μηχανισμό, το συντομότερο δυνατό, ώστε τα όποια εμπόδια στην κοινή μας πορεία, είτε είναι του παρελθόντος, είτε του παρόντος, να τα αντιμετωπίσουμε με το βλέμμα στο μέλλον και να τα επιλύσουμε ένα - ένα, ώστε να καταλήξουμε σε μια συμφωνία - πακέτο».

Ερωτηθείς για το θέμα της χάραξης ΑΟΖ, παραδέχτηκε ότι έχουν διαφορές: «Οπως υφίστανται θέματα για τα οποία υπάρχει πλήρης ταύτιση, υφίστανται και θέματα για τα οποία εμείς είμαστε στη φάση της σκιαγράφησης μιας λύσης». Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι «είναι προς το συμφέρον και το δικό μας και της Ελλάδας να δρομολογηθεί αυτό το θέμα (...) ένα θέμα που εντάσσεται στο ευρύ φάσμα των σημαντικών σχεδίων που θα εφαρμοστούν από την πλευρά της ΕΕ στην περιοχή Αδριατικής - Ιονίου, στον τομέα της οικονομικής ανάπτυξης, στον τομέα της Ενέργειας. Το θέμα της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας θα ήταν μια καλή δυνατότητα για να απελευθερώσουμε θετική ενέργεια, ώστε να δώσουμε δυνατότητα εφαρμογής αυτών των σχεδίων των ευρωπαϊκών».

Ο ίδιος, σε συνέντευξή του στο «vima.gr», έβαλε κι άλλα ζητήματα στο παζάρι μεταξύ των δύο πλευρών, όπως το «να κλείσουμε το κεφάλαιο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με όλα τα απομεινάρια και τις επιπτώσεις που προκύπτουν από αυτό και στη συνέχεια να επικεντρωθούμε σε ζητήματα που έχουν πρακτική σημασία για τους δύο λαούς στο μέλλον». Π.χ. την άρση από την Ελλάδα του λεγόμενου εμπολέμου του 1940: «Συζητήσαμε με την ελληνική πλευρά πολλά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν και ένα από αυτά είναι η άρση του εμπολέμου. Αναμένουμε από την Ελλάδα να το άρει προκειμένου να αρθούν και οι πολιτικές και νομικές του επιπτώσεις (...) λόγω αυτής της κατάστασης συνεχίζεται η δέσμευση των περιουσιών Αλβανών που ζουν στην Ελλάδα». Οι λεγόμενοι «τσάμηδες», άλλο ένα αγκάθι στις σχέσεις των αστικών τάξεων των δύο πλευρών και στην προσπάθειά τους να στήσουν μπίζνες...

ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Σημαντικά τα αποθέματα ορυκτών πρώτων υλών στην Ελλάδα

Τα χαρακτηριστικά του κλάδου καταγράφονται σε νέα έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών

Στοά μεταλλείου βωξίτη στην Γκιώνα
Στοά μεταλλείου βωξίτη στην Γκιώνα
Τα σημαντικά αποθέματα ορυκτών πόρων και οι μεγάλες δυνατότητες που προκύπτουν από την αξιοποίησή τους για την εγχώρια οικονομία καταγράφονται σε νέα έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, με τίτλο «Η συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία». Τα στοιχεία της έρευνας αποκαλύπτουν αυτό που το ΚΚΕ έχει τονίσει κατ' επανάληψη ότι η Ελλάδα είναι πλούσια σε υπέδαφος με τεράστιο ορυκτό πλούτο, που μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, όχι μόνο της εξορυκτικής, αλλά και της παραγωγής διαφόρων προϊόντων με πρώτη ύλη τα ορυκτά. Δηλαδή, στη μεταποιητική βιομηχανία. Αυτές οι επισημάνσεις απαντούν και σε μια μερίδα της αστικής προπαγάνδας που προβάλλει την άποψη ότι «η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα». Βεβαίως, η έρευνα του ΙΟΒΕ εστιάζει στις δυνατότητες και προοπτικές της καπιταλιστικής ανάπτυξης με βάση το συγκεκριμένο τομέα οικονομίας.

Τα στοιχεία της έρευνας

Σε ό,τι έχει σχέση με τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι συνολικές πωλήσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας το 2013 ανήλθαν στην Ελλάδα στα 2,1 δισ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με αρχικά στοιχεία εκτιμάται ότι το 2014 αυξήθηκαν στα 2,3 δισ. Οι πωλήσεις εμφανίζονται μειωμένες κατά -15% το 2013 συγκριτικά με το 2009, κυρίως όμως λόγω της κατακόρυφης πτώσης που καταγράφεται στην εγχώρια οικοδομική δραστηριότητα, καθώς η μείωση στην εξόρυξη προέρχεται από τα αδρανή υλικά και το τσιμέντο, ενώ στις υπόλοιπες κατηγορίες καταγράφεται ακόμη και άνοδος 44,4% (μάρμαρα) και 32,9% (βασικά μέταλλα).

Η προστιθέμενη αξία της εξορυκτικής βιομηχανίας ανήλθε στα 795 εκατ. το 2014, έπειτα από συνεχή πτώση από το 2007, όταν είχε διαμορφωθεί στα 1,6 δισ. Το μερίδιο της εξορυκτικής βιομηχανίας διαμορφώθηκε το 2014 στο 3,9% της προστιθέμενης αξίας της ελληνικής βιομηχανίας, ενώ κατά την περίοδο 2007 - 2014, η εξορυκτική βιομηχανία επένδυσε 2,1 δισ. συνολικά αντιπροσωπεύοντας το 2014 το 7,8% των συνολικών επενδύσεων στη βιομηχανία.

Η απασχόληση στην εξορυκτική βιομηχανία έφτασε το 2014 τις 15,8 χιλ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, η απώλεια στην απασχόληση κατά τη διάρκεια της κρίσης βρίσκεται στο -5,2% από το 2007. Ετσι, το μερίδιο του κλάδου στο σύνολο της απασχόλησης της ελληνικής βιομηχανίας αυξήθηκε από 2,9% το 2007 σε 4,1% το 2014.

Οπως καταγράφεται στην έρευνα, η εγχώρια εξορυκτική βιομηχανία «παρουσιάζει έντονη εξωστρέφεια», όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι σημαντικό τμήμα της παραγωγής τους εξάγεται σε διεθνείς αγορές καθώς υπάρχει μεγάλη ζήτηση πρώτης ύλης από την ξένη βαριά βιομηχανία. Αλλά και εξαιτίας της «ένταξης εγχώριων επιχειρήσεων σε πολυεθνικούς ομίλους, αλλά και με τη δημιουργία κοινών επιχειρήσεων (joint ventures), με πολλά σημεία εξόρυξης στο εξωτερικό και με δίκτυα εξαγωγών σε πολλούς προορισμούς».

Ετσι, η αξία των εξαγωγών πλησίασε το 1,1 δισ. το 2013, ξεπερνώντας το 50% των συνολικών πωλήσεων του κλάδου και την ίδια στιγμή τα πρώτα στοιχεία για το 2014 δείχνουν αύξηση περίπου 8%. Οι εξαγωγές αφορούν κατά κύριο λόγο τα μάρμαρα, τα βιομηχανικά ορυκτά και τα μέταλλα, με την αξία τους να ξεπερνά διαχρονικά το 70% της συνολικής αξίας των πωλήσεων. Τσιμέντο, αλουμίνιο και νικέλιο καταλαμβάνουν περίπου το 1/5 της συνολικής αξίας των εξαγωγών.

Υπογραμμίζεται στην έρευνα ότι σημαντικό ρόλο στην ενίσχυσης της «εξωστρέφειας» της εγχώριας εξορυκτικής βιομηχανίας παίζει η ευκολία πρόσβασης σε λιμάνια και επομένως σε υδάτινες μεταφορές (λόγω της εκτεταμένης ακτογραμμής της Ελλάδας), αλλά και η κομβική γεωγραφική θέση της χώρας. Ομως, την ίδια στιγμή καταγράφεται η έλλειψη βασικών υποδομών (κυρίως σε σιδηροδρομικές μεταφορές) και εκτιμάται ότι εάν βελτιωθεί η σιδηροδρομική σύνδεση μεταξύ των εγκαταστάσεων παραγωγής της εξορυκτικής βιομηχανίας και των εγχώριων λιμανιών, αλλά και των βιομηχανικών κέντρων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, μπορεί να αναδειχθεί περαιτέρω η εξαγωγική δραστηριότητά του και καταλαμβάνοντας ακόμη σημαντικότερη θέση στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη.

Η συμβολή στην οικονομία

Πέραν των βασικών οικονομικών μεγεθών, η έρευνα σημειώνει την ευρύτερη συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία από τις έμμεσες επιδράσεις στους κλάδους που συμμετέχουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και από τις προκαλούμενες επιδράσεις από τα εισοδήματα που δημιουργούνται από αυτήν. Ετσι, λοιπόν, εκτιμάται ότι η συνολική συμβολή της στο ΑΕΠ ανέρχεται σε 4,1 δισ. (2,2% του ΑΕΠ), εκ των οποίων περίπου 2,7 δισ. προέρχονται καθαρά από τις εξορυκτικές δραστηριότητες.

Εάν υπολογιστεί και η ηλεκτροπαραγωγή με καύση λιγνίτη, η συμβολή στο ΑΕΠ ανέρχεται στο 3,4% και στα απόλυτα ποσά στα 6,2 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, σε όρους απασχόλησης η ευρύτερη συμβολή του εξορυκτικού κλάδου στην οικονομία εκτιμάται σε 84 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης ή στο 2,2% της συνολικής απασχόλησης, εκ των οποίων 55 χιλ. οφείλονται στη συνολική επίδραση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων και σε 118 χιλ. θέσεις (3,4% της εγχώριας απασχόλησης) εάν υπολογιστεί και η ηλεκτροπαραγωγή με λιγνίτη.

Επιπλέον, ο ρόλος της έχει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ορισμένες περιοχές της χώρας και πιο συγκεκριμένα περίπου το 11% της απασχόλησης και σχεδόν το 12% της προστιθέμενης αξίας της Στερεάς Ελλάδας οφείλεται άμεσα ή έμμεσα στις δραστηριότητες της εξορυκτικής βιομηχανίας. Στη Δυτική Μακεδονία, εάν ληφθούν υπόψη και οι επιδράσεις από την ηλεκτροπαραγωγή με την καύση λιγνίτη αντιστοιχεί το 22% της συνολικής απασχόλησης, ενώ επίσης υψηλά ποσοστά καταγράφονται στην Ανατολική Μακεδονία - Θράκη, στη Θεσσαλία, στο Νότιο Αιγαίο και στην Πελοπόννησο.

Στην έρευνα, αν και σημειώνεται ότι εξαιτίας του ευρύτερου ασταθούς οικονομικού περιβάλλοντος, η εικόνα για τις προοπτικές του κλάδου είναι «ρευστή», για φέτος αναμένεται μικρή αύξηση της παραγωγής στα μεταλλικά και βιομηχανικά ορυκτά και στα μάρμαρα, αλλά και μικρή υποχώρηση στο τσιμέντο και τα ενεργειακά ορυκτά. Ωστόσο, από το 2017 αναμένεται ισχυρότερη αύξηση, ενώ το 2020 υπολογίζεται ότι το σύνολο της εξορυκτικής βιομηχανίας θα είναι αυξημένο κατά 13,6% σε σχέση με το 2014. Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις αναμένεται αύξηση τα επόμενα έτη καθώς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις 19 επιχειρήσεων - μελών του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, προκύπτει μια συνολική προγραμματισμένη επενδυτική δαπάνη άνω του 1,7 δισ. ευρώ τα επόμενα έτη, με το μεγαλύτερο όμως τμήμα αυτών να προγραμματίζεται για την περίοδο 2016 - 2017.

Αξιοποίηση με ποιες προϋποθέσεις σε όφελος του λαού;

Τέλος, στα συμπεράσματα της έρευνας επιβεβαιώνεται εκ νέου ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά αποθέματα ορυκτών πρώτων υλών, με χρήσεις στην εγχώρια βιομηχανία και με αξιοσημείωτη αξία εξαγωγών. Επίσης, η δραστηριότητα του κατασκευαστικού κλάδου, αλλά και της εγχώριας τσιμεντοβιομηχανίας, στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εγχώρια εξόρυξη αδρανών υλικών και άλλων πρώτων υλών. Από το έδαφος της χώρας εξορύσσονται μεταλλικά ορυκτά, όπως βωξίτης, λατερίτης και λευκόλιθος, τα οποία αξιοποιούνται για την παραγωγή βασικών μετάλλων (όπως αλουμίνιο, σιδηρονικέλιο και μαγνησιακά προϊόντα) με σημαντική συμμετοχή στο εμπορικό ισοζύγιο. Παράλληλα, σημαντική αξία εξαγωγών έχουν και άλλα μεταλλικά ορυκτά (όπως τα μεικτά θειούχα για την παραγωγή πολύτιμων μετάλλων), τα βιομηχανικά ορυκτά (όπως ο μπετονίτης και ο περλίτης) και τα μάρμαρα. Οπως υπογραμμίζεται, η οικονομική συμβολή της δραστηριότητας εξόρυξης υπερβαίνει το στενό ορισμό του τομέα ορυχείων, μεταλλείων και λατομείων και αποτυπώνεται με μεγαλύτερη ευκρίνεια σε επίπεδο εξορυκτικής βιομηχανίας, λόγω της καθετοποίησης των δραστηριοτήτων εξόρυξης και μεταποίησης εντός των ίδιων επιχειρήσεων.

Μετά απ' όλ' αυτά, γίνεται ακόμη πιο κατανοητό ότι από τα στοιχεία της έρευνας μπορούν να προκύψουν σημαντικά συμπεράσματα για το πώς ο ορυκτός πλούτος της χώρας, αντί να αξιοποιείται από τους επιχειρηματικούς ομίλους με κριτήριο το κέρδος και μάλιστα να μην αξιοποιείται στο έπακρο για την ανάπτυξη βιομηχανίας όλων των κλάδων που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν, επειδή ο μεγάλος ανταγωνισμός βάζει φρένο σ' αυτό, δεν φέρνει κέρδη ή φέρνει μικρά ποσοστά, άρα εξάγονται ορυκτά ως πρώτη ύλη, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί προς όφελος της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων με την παραγωγή προϊόντων που να ικανοποιούν όλες τις ανάγκες τους και πρώτ' απ' όλα με τη συνεχή ανάπτυξη του τομέα παραγωγής μέσων παραγωγής. Με εργατική - λαϊκή εξουσία, όπου και ο ορυκτός πλούτος της χώρας θα αποτελεί λαϊκή περιουσία, θα συμβάλλει στην ανάπτυξη με τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και με εργατικό έλεγχο.


Φ. Κ.

Ο ρόλος του ΙΓΜΕ

Την υποστελέχωση και την ουσιαστική εγκατάλειψη του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών καταγγέλλει στο «Ριζοσπάστη» ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων του Ινστιτούτου, Χάρης Σμυρνιώτης.

Οπως σημειώνει, κατά τα προηγούμενα χρόνια το ΙΓΜΕ αξιοποιούνταν για την παροχή ουσιαστικά «τσάμπα» ερευνητικής εργασίας στους ιδιωτικούς ομίλους, ενώ στη συνέχεια επιλέχθηκε η μεταλλευτική έρευνα να διεξάγεται από ιδιωτικά ερευνητικά ιδρύματα.

Υπογραμμίζει πως υπάρχουν μια σειρά περιοχές σε όλη τη χώρα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μεταλλευτική έρευνα, ειδικά στην ανεύρεση σπάνιων γαιών, κατηγορία όπου η έρευνα παραμένει σε πρωτόλειο στάδιο και με τα σημερινά δεδομένα δεν φαίνεται σε κάποιο ορατό ορίζοντα να ξεκινά.

«Από την άλλη πλευρά», συνεχίζει, «πρέπει να πούμε ότι και οι επιχειρήσεις του χώρου πλέον δεν μας θέλουν στα πόδια τους. Αυτό που επιθυμούν είναι να τους καταδεικνύουμε σημεία που υπάρχουν ενδείξεις ευρυμάτων κι από κει κι έπειτα να αναλαμβάνουν οι ίδιες το επόμενο στάδιο ερευνών. Ενα σημαντικό αποτρεπτικό στοιχείο μέχρι σήμερα παρέμεναν και οι αντιθέσεις τοπικών κοινωνιών στη διεξαγωγή ερευνών, καθώς επικράτησαν αντιλήψεις που έλεγαν "καλύτερα να μην ξέρουμε τι έχουμε γιατί μετά θα καταστραφούν οι περιοχές μας". Αυτή η αντίληψη που είναι φυσικά λανθασμένη και εν πολλοίς σκοταδιστική, είναι προϊόν της ληστρικής εκμετάλλευσης ανθρώπου και περιβάλλοντος που χαρακτηρίζει την εξορυκτική βιομηχανία διεθνώς και είναι αποτέλεσμα φυσικά του υφιστάμενου τρόπου παραγωγής».

Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια

Στην «Ατζέντα Δράσης ΕΕ - Ινδίας για το 2020» που εκδόθηκε μετά τη Σύνοδο, στους στόχους συγκαταλέγεται - με ειδική παράγραφο και σε προτεραιότητα, μάλιστα - η σύσφιξη της συνεργασίας σε «Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια».

Εκεί σημειώνεται το ενδιαφέρον ενίσχυσης της συνεργασίας «σε περιοχές αμοιβαίου ενδιαφέροντος όπως η Ασία, Αφρική, Μέση Ανατολή/Δυτική Ασία, Ευρώπη». Η «διερεύνηση πιθανοτήτων για ανάπτυξη εταιρικών σχέσεων και τριμερών συνεργασιών».

Στην παράγραφο για την «Ασφάλεια», γίνεται ειδικότερη αναφορά και στην «προώθηση της θαλάσσιας ασφάλειας, της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας...», αλλά και τη «διατήρηση της ειρήνης, την οικοδόμηση ειρήνης, τη βοήθεια σε μεταπολεμικές περιόδους...».

Είναι, δηλαδή, καθαρό ότι και η Ινδία δε σκοπεύει να μείνει καθόλου έξω από το μεγάλο «φαγοπότι» που έχει στηθεί σε χώρες που έχουν βαφτεί με το αίμα των λαών τους μετά τις επεμβάσεις των ιμπεριαλιστών, όπως και από τους σχεδιασμούς και ανταγωνισμούς που δυναμώνουν σε περιοχές που για πολλούς λόγους συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των μονοπωλίων (βλ. Αφρική).

Επιπλέον, η διερεύνηση συμμαχιών και σε τομείς όπως η διασφάλιση της «ελευθερίας της ναυσιπλοΐας» συνδέονται και με αντιθέσεις που αναδεικνύονται όλο και οξύτερες, σε περιοχές που αφορούν το διεθνές εμπόριο και γεωστρατηγικά περάσματα. Στην ασιατική «γειτονιά» τέτοιες θεωρούνται και ο Ινδικός Ωκεανός αλλά και η Νότια Κινεζική Θάλασσα, στην οποία καθόλου τυχαία, τους τελευταίους μήνες, συγκεντρώνουν στρατιωτικές δυνάμεις ΗΠΑ, Κίνα και άλλοι.


Α. Μ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΙΝΔΙΑ
Διμερής συνεργασία με το βλέμμα στραμμένο σε αντιθέσεις και ανταγωνιστές

Ο Ινδός πρωθυπουργός, Ν. Μόντι, με τους Ντ. Τουσκ και Ζ. Κλ. Γιούνκερ
Ο Ινδός πρωθυπουργός, Ν. Μόντι, με τους Ντ. Τουσκ και Ζ. Κλ. Γιούνκερ
Η 13η Σύνοδος Κορυφής Ευρωπαϊκής Ενωσης - Ινδίας, που έγινε την Τετάρτη 30 Μάρτη, επικύρωσε τη σύσφιξη της διμερούς συνεργασίας καταρχήν στην οικονομία, αλλά και σε μια σειρά άλλων πεδίων στα οποία, διεθνώς, αναδύονται ή αναμορφώνονται παλιές και νέες σχέσεις.

Από τη μία μεριά, για τα μέλη της ΕΕ η τεράστια αγορά και η συνολική (όχι μόνο οικονομική αλλά και γεωπολιτική) ισχύς της αναπτυσσόμενης Ινδίας θα μπορούσε να αξιοποιηθούν στην προσπάθειά τους να αναβαθμίσουν τη θέση τους διεθνώς (προσπάθεια στην οποία, φυσικά, η αστική τάξη κάθε κράτους κοιτά και τους καρπούς που αποσπά η ίδια αυτοτελώς). Από την άλλη μεριά, η Ινδία ανιχνεύει εταιρικές σχέσεις που θα ωφελήσουν τις φιλοδοξίες της πλουτοκρατίας της, η οποία, χωρίς να διαλύει επαφές με ορισμένες δυνάμεις, δε διστάζει να συντονίζεται και με άλλες, αντίπαλες (βλέπε, για παράδειγμα, σενάρια για κοινές περιπολίες Ινδίας - ΗΠΑ στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, μια περιοχή για την οποία τρέφει ιδιαίτερες «ευαισθησίες» η Κίνα), την ίδια ώρα που συμμετέχει στους BRICS μαζί με τις Βραζιλία, Ρωσία, Κίνα, Νότια Αφρική.

Ο «χάρτης» των ενδοϊμπεριαλιστικών συμβιβασμών και ανταγωνισμών δεν έχει «στεγανά». Ολα είναι ανοιχτά και δεδομένες είναι μόνο η κλιμάκωση των αντιλαϊκών επιθέσεων, η ένταση των σχεδιασμών για την υφαρπαγή της λαϊκής υποταγής στη μια ή την άλλη ιμπεριαλιστική κολεγιά. Σε αυτήν τη βάση πρέπει να προσεγγίσει κανείς και το ενδιαφέρον πολλών ευρωπαϊκών δυνάμεων (με πρώτες τη Γερμανία και τη Γαλλία) για την Ινδία.

«Πληθώρα αποτελεσμάτων»

Λίγες ώρες μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι μιλούσαν για μια συνάντηση «πλούσια σε αποτελέσματα, εποικοδομητική και θετική», προσθέτοντας ότι υπάρχει μια «πληθώρα αποτελεσμάτων» αλλά και ότι «η καλύτερη περιγραφή (γι' αυτήν) είναι η νέα ορμή που χρησιμοποιείται και στη δήλωση για τη στρατηγική εταιρική σχέση ΕΕ - Ινδίας». «Υπάρχει καθαρή πολιτική βούληση από τους ηγέτες των δύο πλευρών για κάθε δυνατή προσπάθεια που θα αναπτύξει πλήρως αυτή τη δυναμική...», σημειώνεται. Την ίδια στιγμή, βέβαια, οι ίδιοι ανέφεραν ότι τα παραπάνω δε σημαίνουν πως υπάρχει συμφωνία σε όλα, εξηγώντας ότι «δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί» οι διαπραγματεύσεις για τη Διμερή Εμπορική και Επενδυτική Συμφωνία (Trade and Investment Agreement - BTIA). Πάντως, το Σεπτέμβρη θα προγραμματιστεί υπουργική συνάντηση για να προχωρήσουν οι σχετικές συνομιλίες, που έχουν ουσιαστικά σταματήσει από το 2013 (η προηγούμενη Σύνοδος Κορυφής των δύο είχε γίνει αρχές του 2012, γεγονός ενδεικτικό και δυσκολιών που υπάρχουν να «συντονιστούν» διάφορες επιδιώξεις).

Οσον αφορά την οικονομική συνεργασία των δύο πλευρών, η 13ηΣύνοδος επικύρωσε τη βαθύτερη εμπλοκή ευρωπαϊκών κεφαλαίων στην κατασκευή δικτύου μετρό για πρώτη φορά στην πόλη Λακνάου στην πολιτεία Ουτάρ Πραντές, που είναι ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της Ινδίας. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ) θα στηρίξει με δάνεια «μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε υποδομές κρίσιμες για μια περιβαλλοντικά βιώσιμη, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη στην Ινδία», σε πρώτη φάση με ένα δάνειο 450 εκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή της πρώτης γραμμής μετρό στη συγκεκριμένη πόλη. Ακόμα, καλωσορίστηκε η εγκατάσταση περιφερειακής αντιπροσωπείας της ΕΙΒ για όλη τη Νότια Ασία, στο Νέο Δελχί.

Επιπλέον, οι κλάδοι όπου υπάρχει ζωηρό ενδιαφέρον από τα μονοπώλια των δύο πλευρών για επενδύσεις ανιχνεύονται και σε μια σειρά από Κοινά Ανακοινωθέντα που εκδόθηκαν μετά τη συνάντηση, π.χ. για την «Καθαρή Ενέργεια και την Κλιματική Εταιρική Σχέση» (που σχετίζεται και με αποφάσεις της Διάσκεψης για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών που έγινε στο Παρίσι το Δεκέμβρη), εστιάζοντας σε πεδία όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η ενίσχυση της Ενεργειακής Απόδοσης. Να σημειωθεί πως με δεδομένο το ότι η Ινδία είναι μία από τις χώρες με φιλόδοξους στόχους για την αντικατάσταση των συμβατικών μορφών Ενέργειας με άλλες, πιο «καθαρές» και ότι η κυβέρνηση Ναρέντρα Μόντι ιεραρχεί ψηλά την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων (βλ. καμπάνια «Made in India») επιδιώκοντας να μετατρέψει την Ινδία σε βιομηχανικό - παραγωγικό κόμβο (τουλάχιστον) της Ασίας και παρέχοντας σειρά επενδυτικών κινήτρων (φοροαπαλλαγές, φτηνότερη Ενέργεια σε βιομηχανικές ζώνες κ.τ.λ.), ευρωπαϊκά μονοπώλια τρέφουν ελπίδες ότι θα μπορέσουν να διοχετεύσουν στη μεγάλη αυτή χώρα σημαντικά λιμνάζοντα κεφάλαια και να στηρίξουν τη θέση τους στην παγκόσμια αγορά, που εξακολουθεί να απειλείται από τους αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης (όπου δεν έχει εκδηλωθεί στασιμότητα ή και ύφεση).

Σε αυτήν τη βάση, αναμένεται να ξεδιπλωθούν διάφορα σχέδια και γύρω από την «Ινδο-Ευρωπαϊκή Εταιρική Σχέση για το Νερό», άλλος ένας τομέας που κινητοποιεί ισχυρούς ομίλους, δεδομένων των διακηρύξεων της ινδικής κυβέρνησης για εκσυγχρονισμό διαφόρων υποδομών και προώθηση έργων που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και οργάνωση παραγωγικών μονάδων, την αξιοποίηση του άφθονου εργατικού δυναμικού της χώρας (που για να δουλεύει πρέπει να θωρακιστεί, έστω σχετικά, και από ασθένειες που μαστίζουν τον πληθυσμό λόγω μεγάλης ρύπανσης ποταμών), αλλά και την επιχειρηματική εκμετάλλευση των υδάτινων πόρων της χώρας, που είναι αχανής και «φιλοξενεί» πολύ σημαντικούς ποταμούς.

Τέλος, επιχειρηματικές πρωτοβουλίες θα εμφανιστούν και στο πλαίσιο άλλων «πρωτοβουλιών» που η Ινδία προωθεί, όπως, για παράδειγμα, ενόψει της Θαλάσσιας Συνόδου Κορυφής στην Ινδία, που «ανοίγει» στις 14 - 16 Απρίλη στη Βομβάη. Μέσα από αυτήν τη συνάντηση, η Ινδία επιδιώκει να προσελκύσει επενδύσεις σε τομείς όπως η ναυπηγική αλλά και η ναυπηγοεπισκευή, η διάνοιξη νέων λιμανιών και η ενίσχυση των δυνατοτήτων υπαρχόντων λιμανιών κ.τ.λ.

Πλεονάσματα και ελλείμματα

Η συνεργασία ΕΕ - Ινδίας θα αναπτυχθεί με ισχυρές προσδοκίες ως προς ανταγωνισμούς που η καπιταλιστική κρίση όξυνε πολύμορφα.

Σήμερα, το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα με την Ινδία έχουν το Βέλγιο και η Γερμανία. Οι εξαγωγές της τελευταίας στην Ινδία έφτασαν το 2015 τα 9.723 εκατομμύρια ευρώ, πολύ πιο μπροστά από τα 7.819 του Βελγίου, τα 5.302 του Ηνωμένου Βασιλείου, τα 3.526 της Γαλλίας, τα 3.351 της Ιταλίας. Μάλιστα, Γαλλία - Ιταλία εμφανίζουν έλλειμμα στις σχέσεις τους με την Ινδία, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο εμφανίζει το μεγαλύτερο έλλειμμα από τα κράτη - μέλη των ΕΕ (2.611 εκατομμύρια ευρώ).

Με δεδομένο ότι πολλά μονοπώλια εστιάζουν στην αύξηση των εξαγωγών τις προσπάθειες ανάκαμψης της κερδοφορίας τους, είναι κατανοητό ότι οι «εταίροι» των Βρυξελλών θα αναμετρηθούν ως προς το ποιος θα διασφαλίσει προβάδισμα στην ινδική αγορά. Αυτό θα επιδράσει και στα παζάρια για την Εμπορική και Επενδυτική Συμφωνία, τους όρους που θα διαμορφωθούν ως προς τη συνεργασία σε μια σειρά τομέων, ανάλογα με το πώς κάθε πλευρά θα προωθήσει τις προτεραιότητές της.

Το 2015, η Ινδία ήταν ο 9ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, μετά τη Νότια Κορέα και αμέσως πριν από τη Βραζιλία. Ως σύνολο, το εμπορικό ισοζύγιο όσον αφορά την ανταλλαγή εμπορευμάτων (σ.σ. κάθε είδος προϊόντων μεταποίησης) είναι ελλειμματικό για την ΕΕ, ενώ όσον αφορά την ανταλλαγή υπηρεσιών είναι πλεονασματικό για την ΕΕ.


Αναστασία ΜΟΣΧΟΒΟΥ

ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Λυσσαλέες κόντρες μονοπωλίων του χάλυβα σε βάρος των εργατών

Εργοστάσιο της ΤΑΤΑ στη Βρετανία
Εργοστάσιο της ΤΑΤΑ στη Βρετανία
Τον πικρό λογαριασμό του άγριου ανταγωνισμού μεταξύ μονοπωλιακών ομίλων που δραστηριοποιούνται στους τομείς της Βιομηχανίας και της Ενέργειας καλούνται να πληρώσουν, για άλλη μία φορά, δεκάδες χιλιάδες Βρετανοί εργάτες, μετά την απόφαση του ινδικού ομίλου ΤΑΤΑ STEEL, την περασμένη Τρίτη, να βάλει πωλητήριο σε όλα τα χαλυβουργεία που διαθέτει στη Βρετανία. Αφορμή, η μείωση της κερδοφορίας του λόγω των εισαγωγών φθηνού χάλυβα κυρίως από Κίνα, αλλά και από άλλες χώρες, όπως η Νότια Κορέα και η Ρωσία, αλλά και της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης που μείωσε τις ανάγκες σε εμπορεύματα χάλυβα παγκοσμίως ενώ ήδη υπήρχε υπερπαραγωγή. Μόνο η κρίση στον κλάδο των κατασκευών έχει μειώσει δραματικά την κατανάλωση εμπορευμάτων χάλυβα.

Ωστόσο, η «δαμόκλειος σπάθη» της ανεργίας και της φτώχειας δεν κρέμεται μόνο πάνω από τα κεφάλια 15.000 εργατών που δουλεύουν ακόμα και με κίνδυνο για τη σωματική τους ακεραιότητα στα εργοστάσια χάλυβα της ΤΑΤΑ αλλά και άλλων 25.000 εργατών που εργάζονται σε συναφείς κλάδους. Κρέμεται επίσης πάνω από τα κεφάλια εκατοντάδων χιλιάδων εργατικών νοικοκυριών που ζουν και εργάζονται σε βρετανικά κέντρα της χαλυβουργίας σε Ουαλία, Αγγλία και Σκοτία, σε διάφορες επιχειρήσεις που έχουν σχέση με την παραγωγή χάλυβα. Οπως αυτά που ζουν στο Πορτ Τάλμποτ της Ουαλίας, όπου υπάρχει ένα μεγάλο χαλυβουργείο στο οποίο δουλεύουν σήμερα πάνω από 4.500 εργάτες και το οποίο ήταν το πρώτο στο οποίο είχε προγραμματίσει να επισκεφθεί χτες το απόγευμα ο Βρετανός υπουργός Επιχειρήσεων (ινδικής καταγωγής), Σατζίντ Τζαβίντ, σε μία προσπάθεια να τους καθησυχάσει με φθηνές υποσχέσεις.

Ωστόσο, όπως πολύ καλά γνωρίζει η κυβέρνηση του συντηρητικού Βρετανού πρωθυπουργού, Ντέιβιντ Κάμερον, δεν είναι καινούριος ο κίνδυνος να χάσουν τη δουλειά τους χιλιάδες Βρετανοί χαλυβουργοί. Ούτε χρειαζόταν το πωλητήριο της ΤΑΤΑ στα βρετανικά χαλυβουργεία για να σημάνει συναγερμός. Τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, έχουν αυξηθεί θεαματικά οι συγχωνεύσεις των βιομηχανιών χάλυβα, ενώ οι απολύσεις χιλιάδων εργατών έπεφταν και τότε, όπως και σήμερα, σαν βροχή προτού εισβάλει σαν σίφουνας στη βρετανική αγορά (και στις άλλες αγορές χωρών της ΕΕ) ο πολύ φθηνότερος κινεζικός, ρωσικός ή νοτιοκορεατικός χάλυβας. Ο ανταγωνισμός των μονοπωλίων στη Βρετανία και στην Ευρώπη είχε αρχίσει αρκετά χρόνια νωρίτερα, όταν ο ένας όμιλος καταβρόχθιζε τον άλλον, δημιουργώντας μεγαθήρια σε βάρος, εννοείται, των εργατών, οι οποίοι, ανεξάρτητα από την εθνικότητα των νέων ιδιοκτητών, έβλεπαν την εργατική τους δύναμη να φθηναίνει και τα εργατικά δυστυχήματα και ατυχήματα να πολλαπλασιάζονται. Βεβαίως, και η κρίση στο χάλυβα ξεκίνησε διεθνώς το 2000 και ουσιαστικά δεν ξεπεράστηκε ολοκληρωτικά ποτέ. Ετσι προκαλούνταν και ζημιές στα μονοπώλια χάλυβα, προχώρησαν συγχωνεύσεις, ενώ οξύνθηκε ο ανταγωνισμός.

Τα μεγάλα μονοπώλια χάλυβα στη Βρετανία

Σύμφωνα με βρετανικές εφημερίδες, η παραγωγή χάλυβα στη Βρετανία ελέγχεται ουσιαστικά από τέσσερα μονοπώλια και μία χούφτα μικρότερες εταιρείες:

  • α) Τον ινδικό όμιλο ΤΑΤΑ, που απασχολεί συνολικά περίπου 15.000 εργάτες και 3.000 υπαλλήλους.
  • β) Τον ταϊλανδέζικο όμιλο SSI STEEL, που απασχολεί περίπου 2.000 εργάτες.
  • γ) Τη βρετανική εταιρεία CELSA STEEL, που έχει πάνω από 500 εργάτες.
  • δ) Τον φινλανδικό όμιλο OUTOKUMPU με πάνω από 430 εργάτες.
  • ε) Μερικές πολύ μικρότερες εταιρείες που απασχολούν συνολικά 820 εργάτες.

Παρατηρώντας κανείς, αδρά, τις κινήσεις και τις συγχωνεύσεις μονοπωλίων στη Βρετανία διαπιστώνει τη δημιουργία μεγάλων ομίλων που θέριεψαν. Η ΤΑΤΑ στη Βρετανία προέκυψε από διαδοχικά κύματα εξαγορών και συγχωνεύσεων. Η «ΤΑΤΑ Steel UK» με έδρα το Λονδίνο δημιουργήθηκε στις 20 Οκτώβρη του 2006 από την εξαγορά του ομίλου «Corus Group» έναντι περίπου 8,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δημιουργώντας την πέμπτη μεγαλύτερη χαλυβουργία παγκοσμίως, αφού βεβαίως «θυσιάστηκαν» 1.000 θέσεις εργασίας Ολλανδών και 2.500 θέσεις εργασίας Βρετανών. Προηγουμένως, η «Corus Group» «γεννήθηκε» από τη συγχώνευση της ολλανδικής χαλυβουργίας «Koninklijke Hoogovens» και της βρετανικής χαλυβουργίας «British Steel», το 1999. Η ΤΑΤΑ Steel διαθέτει σήμερα εργοστάσια στο Πορτ Τάλμποτ της Ουαλίας, στο Σκάνθορπ και το Τισάιντ της Αγγλίας, και στο Ρότερχαμ της βόρειας Αγγλίας και σχεδιάζει να τα πουλήσει όλα, για να φρενάρει τις τελευταίες ζημιές των 68.000.000 δολαρίων που διαπίστωσε από τον περασμένο Δεκέμβρη έως το τέλος του περασμένου Φλεβάρη. Αυτά, ενώ την ίδια ώρα (όπως αποκάλυψε χτες η γερμανική οικονομική εφημερίδα «Rheinische Post», που επικαλείται κυβερνητικές πηγές στο Βερολίνο), ο όμιλος ΤΑΤΑ πραγματοποιεί προχωρημένες συζητήσεις με τον γερμανικό όμιλο χαλυβουργίας «Thyssenkrupp», προκειμένου να αποκτήσει ένα σημαντικό ποσοστό των μετοχών της.

Ενδιαφέρον προκαλεί πώς προέκυψε και ο ταϊλανδέζικος όμιλος SSI STEEL στη Βρετανία. Ολα ξεκίνησαν το 1917 από την ίδρυση της χαλυβουργίας «Teessside Steelworks», μέχρι την εθνικοποίηση και απορρόφησή της από την «Βritish Steel Corporation» το 1967 και την ιδιωτικοποίησή της το 1988 από την τότε πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ, για να συγκροτήσει την «British Steel Plc». Το 1999 η τελευταία συγχωνεύτηκε με την ολλανδική «Koninklijke Hoogovens» για να δημιουργήσει την «Corus Group», ώσπου και αυτή αγοράστηκε το 2007 από τον ινδικό όμιλο TATA Steel. H TATA αφού απέλυσε (κατά την συνήθη πρακτική...) περίπου 1.700 εργάτες, της έβαλε πωλητήριο. Το 2011 αγοράστηκε από τον ταϊλανδέζικο όμιλο «Sahaviriya Steel Industries PCL» (ή SSI), που είναι ο μεγαλύτερος πολυεθνικός όμιλος χάλυβα σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία.

Η CELSA STEEL είναι βρετανικό μονοπώλιο με έδρα το Κάρντιφ και παράγει ετησίως 1.200.000 τόνους χάλυβα κυρίως από ανακύκλωση μετάλλου. Απασχολεί μερικές εκατοντάδες εργάτες ενώ τα εργατικά ατυχήματα και δυστυχήματα είναι συχνά τα τελευταία χρόνια. Δεκάδες εργάτες έχουν χάσει δάκτυλα σε χέρια ή πόδια ή έχουν σκοτωθεί από πτώσεις, ή έχουν τραυματιστεί δουλεύοντας σε σκληρές συνθήκες εργασίας, χαμηλούς μισθούς και με την απειλή της απόλυσης εάν η παραγωγή πέσει ή μειωθούν τα κέρδη.

Ο όμιλος OUTOKUMPU είναι ακόμη ένα ξένο μονοπώλιο χάλυβα που δρα στη Βρετανία. Πρόκειται για έναν φινλανδικό όμιλο που έχει τέσσερα εργοστάσια χάλυβα, κυρίως στο Σέφιλντ. Προήλθε από τη συγχώνευση και εξαγορά της σουηδικής AVESTA και της βρετανικής χαλυβουργίας «British Steel Stainless», το 1991. Δέκα χρόνια μετά, αγοράστηκε από τον φινλανδικό όμιλο OUTOKUMPU.

Τα «δάκρυα» κυβέρνησης και αντιπολίτευσης

Μπροστά στον κίνδυνο κατάρρευσης της χαλυβουργίας στη Βρετανία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, σαν να μην γνώριζαν τι είχε συντελεστεί στο παρελθόν στις πλάτες των εργατών. Ο πρωθυπουργός, Ντ. Κάμερον, προχτές, διαβεβαίωνε πως «θα κάνει ό,τι μπορεί για να αγοραστούν τα περισσότερα εργοστάσια από καλούς αγοραστές». Αλλωστε, δεν πέτυχε την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών (antidumping) εντός ΕΕ στον πάμφθηνο κινεζικό χάλυβα, κάτι το οποίο ζητούσαν και οι Αγγλοι βιομήχανοι του χάλυβα, ενώ τον λοιδορεί η αξιωματική αντιπολίτευση των Εργατικών του Τζέφρι Κόρμπιν, υποκριτικά, αφού μια τέτοια ενέργεια πιθανόν θα έθετε σε κίνδυνο τις οικονομικές σχέσεις ΕΕ - Κίνας.

Ο «σκιώδης υπουργός» Εργασίας, Στέφεν Κίνοκ (γιος του ηγέτη των Εργατικών, Νιλ Κίνοκ, κατά την περίοδο 1983 - 1992), κατήγγειλε υποκριτικά την κυβέρνηση για «εγκληματική αδράνεια» και αδιαφορία στις προτάσεις για επανεθνικοποίηση των βρετανικών χαλυβουργείων. Επανεθνικοποίηση που θα λειτουργούσε σε όφελος των επιχειρηματιών αφού το κράτος, ο λαός δηλαδή, θα πλήρωνε τις ζημιές, ενώ δε θα σιγούρευε τα εργασιακά δικαιώματα ή αν ανέκαμπτε ο κλάδος ξανά θα ιδιωτικοποιούνταν. Βεβαίως, το σοσιαλδημοκρατικό αυτό κόμμα στηρίζει συγκεκριμένες πολιτικές για λογαριασμό άλλων τμημάτων της αστικής τάξης, μολονότι στα λόγια καταγγέλλει τον καπιταλισμό και τις συνέπειες της «παγκοσμιοποίησης».

Κόντρες και σε επίπεδο Ενέργειας...

Στο μεταξύ, μερίδα των αστικών ΜΜΕ, εκφράζοντας μία μερίδα της αστικής τάξης, ξεκινά υποκριτικά εκστρατείες για τη «διάσωση βρετανικών θέσεων εργασίας στη χαλυβουργία», με χαρακτηριστική την περίπτωση της εφημερίδας «Daily Mirror», που απαίτησε από την κυβέρνηση Κάμερον να διευθετήσει «τέσσερα βασικά πράγματα»:

  • α) Την άμεση μείωση της φορολογίας στη χαλυβουργία και ένα δικαιότερο σύστημα επιβολής φόρων.
  • β) Την απαλλαγή της χαλυβουργίας από «πράσινους φόρους» και βιομηχανικούς ρύπους για τη μείωση των συνεπειών του «φαινομένου του θερμοκηπίου», αλλά και από τα ακριβά τιμολόγια βιομηχανικού ρεύματος.
  • γ) «Εμπάργκο» στις εισαγωγές κινεζικού χάλυβα στη Βρετανία, και ει δυνατόν και σε άλλες χώρες της ΕΕ.
  • δ) Αποκλειστικώς αγορά και χρήση «βρετανικού» χάλυβα για τη δημιουργία μεγάλων δημόσιων κατασκευαστικών έργων, ώστε να σωθούν θέσεις εργασίας.

«Περιέργως», τα «τέσσερα πράγματα» που ζητά η «Daily Mirror» από την κυβέρνηση Κάμερον αποκαλύπτουν παράλληλα πως οι «φουρτούνες» της χαλυβουργίας είναι ένας συνδυασμός παραγόντων που δεν ανάγονται μόνο στην κόντρα των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στον τομέα του χάλυβα αλλά και στην κόντρα που αυτά έχουν με άλλα μονοπώλια των «εναλλακτικών» και «πράσινων», δηλαδή μονοπωλίων που επιχειρούν να γιγαντώσουν μπίζνες και κέρδη στην παγκόσμια αγορά σε βάρος «παλιότερων». Με ποιο πρόσχημα; Μα το περιβάλλον και τις κλιματικές αλλαγές με πριμοδότηση της (ακριβότερης...) παραγωγής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές.

Οι αντιφάσεις του καπιταλισμού εξηγούν τον φθηνό κινεζικό χάλυβα

Ετσι, ενώ η κρίση (και) της βρετανικής χαλυβουργίας αποδίδεται στις εισαγωγές φθηνού κινεζικού χάλυβα στην Ευρώπη, συχνά αποσιωπούνται οι λόγοι για τους οποίους είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικός, ιδιαίτερα στη «Γηραιά Ηπειρο» και δη στις χώρες της ΕΕ, όπου μαίνεται άγριος ανταγωνισμός μεταξύ Ρώσων, Αμερικανών και Αράβων, για το ποιος θα της εξασφαλίσει «διαφοροποίηση» των ενεργειακών πηγών και ενεργειακή επάρκεια.

Οσο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ιδιαίτερα μέσα στις τελευταίες 2,5 δεκαετίες, επιχειρούσαν να ανοίξουν δρόμο σε νέα μονοπώλια Ενέργειας και γύρω από τις μπίζνες της «πράσινης Ενέργειας», η Κίνα κατάφερε να γίνει ο μεγαλύτερος παραγωγός χάλυβα στον πλανήτη. Το «μυστικό» της κινεζικής επιτυχίας ήταν κυρίως ο άνθρακας και ο λιγνίτης, καθώς η χαλυβουργία είναι μια ιδιαιτέρως ενεργοβόρα βιομηχανία. Πριν από 12 χρόνια, η Κίνα παρήγε περίπου το 26% της παγκόσμιας παραγωγής. Ωστόσο, από τότε μέχρι σήμερα, και παρά τις σαφείς ενδείξεις επιβράδυνσης της οικονομίας της, η Κίνα έφθασε να παράγει σχεδόν περισσότερο χάλυβα από όσο όλος ο υπόλοιπος πλανήτης. Η μικρή αλλά αισθητή υποτίμηση του γουάν έκανε τον σινικό χάλυβα ακόμη φθηνότερο κάνοντας χώρες, όπως η Βρετανία, να εισάγουν περισσότερο χάλυβα από αυτόν που παράγουν. Για παράδειγμα, η Βρετανία, το 2015, εισήγαγε 826.000 τόνους κινεζικού χάλυβα, από 361.000 τόνους που είχε εισαγάγει το 2013.

Ειδικοί αναλυτές σημειώνουν ότι ο χάλυβας, που θεωρείται από τους πυλώνες του σύγχρονου βιομηχανικού κόσμου, πάει χέρι χέρι με τον φθηνό άνθρακα. «Δεν κατασκευάζεται, λένε, με Ενέργεια από τα κοστοβόρα αιολικά και ηλιακά πάρκα αλλά με Ενέργεια από τον φθηνό λιγνίτη». Και βέβαια, όταν το κέρδος είναι το κριτήριο της παραγωγής, ανεξαρτήτως και των επιπτώσεων στο περιβάλλον, είναι φανερό ότι ο ανταγωνισμός θα οξύνεται και οι παραγωγοί του πλούτου, οι εργαζόμενοι, «θα πληρώνουν» πολλαπλά «το μάρμαρο».


Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ