«Η Αθήνα "υπερασπίζεται τη συμφωνία" της 20ής Φεβρουαρίου και καταβάλλει "μεγάλη προσπάθεια" για την εφαρμογή της» και «υπεγράφη μια συμφωνία με την Ευρώπη που προβλέπει ένα πλαίσιο μεταρρυθμίσεων και αυτές υλοποιεί η κυβέρνηση». Με αυτές τις δηλώσεις η κυβέρνηση προσπαθεί, δυο μέρες τώρα, να αποδείξει πως ενώ η ίδια είναι συνεπής στις υποχρεώσεις που ανέλαβε στις 20 Φλεβάρη, οι δανειστές δεν είναι. Ρίχνει την ευθύνη στα λεγόμενα «τεχνικά κλιμάκια» (την τρόικα δηλαδή) και ζητά «πολιτική διαπραγμάτευση» για να υπάρξει «έντιμος συμβιβασμός» και «αμοιβαία επωφελής λύση» με τους δανειστές. Ανεξάρτητα από το παζάρι στην Ευρωζώνη, η κυβέρνηση επιχειρεί να χτίσει συμμαχία στο εσωτερικό, λέγοντας στα θύματα και της δικής της πολιτικής ότι τα συμφέρει να υπερασπίσουν τη συμφωνία, η οποία όμως είναι βαθιά αντιλαϊκή, είναι συμφωνία που αφορά στους όρους της καπιταλιστικής ανάκαμψης, κατά συνέπεια είναι μια συμφωνία - ναρκοπέδιο για τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα.
Με τη δήλωση ότι «τα τεχνικά κλιμάκια αδυνατούν να εγγυηθούν την εφαρμογή της συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη», η συγκυβέρνηση, συνεχίζοντας να προωθεί το «διαχωρισμό» σε «τεχνικά κλιμάκια» και «πολιτική διαβούλευση» στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών Οργανισμών, επιχειρεί να συγκαλύψει τον αντιλαϊκό χαρακτήρα που έχουν έτσι κι αλλιώς τα εξελισσόμενα παζάρια. Οι ίδιες οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει με τη συμφωνία της 20ής Φλεβάρη είναι αποκαλυπτικές.
Με τη συμφωνία, οι ελληνικές αρχές «δεσμεύονται να απόσχουν από οποιαδήποτε κατάργηση των μέτρων και από μονομερείς αλλαγές στις πολιτικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Η κυβέρνηση πράγματι εφαρμόζει κατά γράμμα αυτήν τη συμφωνία. Αλλά αυτό είναι ενάντια στα συμφέροντα του λαού, που ζήτησε και ζητά κατάργηση των αντιλαϊκών μέτρων.
Η συμφωνία προβλέπει ότι «οι ελληνικές αρχές επαναδιατυπώνουν την κατηγορηματική δέσμευσή τους για την τήρηση των οικονομικών τους υποχρεώσεων προς όλους τους πιστωτές τους στο ακέραιο και εγκαίρως». Αλλά αυτή ακριβώς η αποπληρωμή του χρέους που δε δημιούργησε ο λαός, και μάλιστα η δέσμευση της κυβέρνησης να δίνει τις δόσεις στο «ακέραιο και εγκαίρως», όπως πράγματι έχει κάνει μέχρι τώρα με τις δόσεις προς το ΔΝΤ, είναι ενάντια στα συμφέροντα του λαού, αφού στο βωμό του θυσιάζονται τα λαϊκά δικαιώματα, αφήνοντας άθικτους αυτούς που το δημιούργησαν, δηλαδή τους μεγάλους επιχειρηματικούς όμιλους, το κεφάλαιο.
Η συμφωνία περιέχει επίσης τη δέσμευση της κυβέρνησης «να διασφαλίσουν τα κατάλληλα πρωτογενή πλεονάσματα ή έσοδα χρηματοδότησης» τα οποία απαιτούνται για την εγγύηση της βιωσιμότητας του χρέους. Και σ' αυτό πράγματι είναι συνεπής η κυβέρνηση. Κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει πλεονάσματα και σε αυτήν την κατεύθυνση διατηρεί το πετσόκομμα σε τομείς όπως η Υγεία, η Παιδεία, η Πρόνοια και αλλού, ενώ ενδεχομένως να ετοιμάζει και καινούργιο.
Η κυβέρνηση στο παζάρι με τους πιστωτές προβάλλει ως θετική την εφαρμογή της αντιλαϊκής συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη. Την ίδια ώρα οι πιστωτές αξιώνουν να αφαιρεθούν από το νομοθετικό έργο κι αυτά ακόμα τα ψίχουλα προς την ακραία φτώχεια. Αυτό δείχνει τον εγκλωβισμό της διαπραγμάτευσης στα όρια του στενού κορσέ που η ίδια η συμφωνία της 20ής Φλεβάρη περιέχει. Γίνεται φανερό ότι αυτή η διαπραγμάτευση δεν υπηρετεί το λαό, η όποια έκβασή της είναι από χέρι χαμένη για τα λαϊκά συμφέροντα. Οπως έχει ξανά και ξανά επισημάνει το ΚΚΕ, «η λύση για το λαό βρίσκεται στη ρήξη με την ΕΕ και την εξουσία του κεφαλαίου και όχι σε διαπραγματεύσεις για τους όρους σφαγής του». Γιατί, ακριβώς, ο μόνος ασφαλής τρόπος να περάσεις ένα ναρκοπέδιο είναι να εξουδετερώσεις τις νάρκες.
Είπε, μεταξύ άλλων, ο Αλ. Τσίπρας:
«Εχει αξιοσημείωτη σημασία ότι αυτό το σχέδιο νόμου δεν μεταφράστηκε από "e-mail", αλλά γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα (...) Συνεχίζουμε (...) Ολα αυτά τα νομοσχέδια θα γραφτούν εδώ, διότι εμείς δεν θα συνεχίσουμε αυτήν την τακτική να δίνουμε σε τεχνοκράτες να γράφουν τα δικά μας νομοσχέδια».
Δείχνει στο λαό το δέντρο, αποσπώντας του την προσοχή από το δάσος. Σημασία δεν έχει πού γράφονται τα κυβερνητικά νομοσχέδια, αλλά ότι το περιεχόμενό τους είναι υπαγορευμένο από το στόχο της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου και από τους κανόνες της ΕΕ, στο όνομα των οποίων πίνει νερό η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, διαβεβαιώνοντας τους «εταίρους» ότι η κατάθεσή τους δεν συνιστά μονομερή ενέργεια ούτε διαταράσσει τη δημοσιονομική ισορροπία. Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο «για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης», στην πραγματικότητα πρόκειται για «ψίχουλα» - πίσω κι απ' το «ξεροκόμματο» που εξήγγειλε ο Αλ. Τσίπρας απ' τη Θεσσαλονίκη λίγους μήνες πριν - που «αποχωρίζονται» οι καπιταλιστές με κριτήριο αποκλειστικά τη διαχείριση και όχι την αντιμετώπιση της «ακραίας φτώχειας».
Eurokinissi |
Κι εδώ ο Αλ. Τσίπρας κρύβει το περιεχόμενο της συμφωνίας που «πέτυχε» η κυβέρνηση και την οποία δεσμεύεται ότι θα τηρήσει κατά γράμμα. Μια συμφωνία που, παρεμπιπτόντως, δεν έχει φέρει στην ελληνική Βουλή... Αυτό που πέτυχε και θα «τηρήσει κατά γράμμα» δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ουσιαστική και τυπική επέκταση του μνημονίου. Οι ισχυρισμοί ότι δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα αποσκοπούν στο να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις από το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν αίρει ούτε μισό από τα αντιλαϊκά μέτρα που έχουν ήδη παρθεί. Και κρύβουν από το λαό ότι στο πλαίσιο που γέννησε τα μνημόνια, το πλαίσιο που τόσο υπολήπτεται η κυβέρνηση, το μόνο σίγουρο είναι τα νέα μέτρα.
Η προσπάθεια διαχωρισμού της διαπραγμάτευσης σε «πολιτική» και «τεχνοκρατική», των συνομιλητών της κυβέρνησης σε «εκπροσώπους θεσμών» και «τεχνοκράτες», πέρα από το ότι είναι παντελώς αυθαίρετη, συσκοτίζει τη σημαντικότερη για το λαό πλευρά της διαπραγμάτευσης: Το περιεχόμενό της. Με ποιων δηλαδή τα συμφέροντα στην ατζέντα προσέρχεται η κάθε κυβέρνηση σ' αυτή. Η απευθείας συζήτηση με τους θεσμούς δεν καθιστά το περιεχόμενό της λιγότερο αντιλαϊκό, όπως έχει ήδη φανεί. Η ενοχοποίηση των «τεχνοκρατών» εξωραΐζει τη στρατηγική, βάσει της οποίας κινούνται ο Μορς κι ο Μαζούχ, αλλά και ο Γιούνκερ και η Μέρκελ. Αυτή τη στρατηγική την αποφασίζουν οι «θεσμοί» με γνώμονα τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων και είναι κατά κανόνα αντιλαϊκή. Σε κανένα στάδιο της διαμόρφωσης ή της υλοποίησής της δεν ελέγχεται ή δεν αφορά τους λαούς στους οποίους επιβάλλεται, τσακίζοντας τα δικαιώματά τους.
Με ψέματα και μισές αλήθειες ο Αλ. Τσίπρας προσπαθεί να εκμαιεύσει τη συναίνεση και στήριξη του λαού. Αφήνει να εννοηθεί ότι από την έκβαση της διαπραγμάτευσης θα ευνοηθούν λαϊκά συμφέροντα, αφού αυτά δήθεν υπηρετεί η στρατηγική της κυβέρνησής του! Σήμερα, στην ΕΕ δεν συγκρούονται μια φιλολαϊκή και μια αντιλαϊκή στρατηγική. Διαμάχη γίνεται ανάμεσα σε εκπροσώπους αστικών τάξεων, με «κόκκινες γραμμές» τις αξιώσεις αυτών των τάξεων για διατήρηση του μείγματος διαχείρισης ως έχει ή για προσαρμογές σε αυτό, ώστε να παραμείνει ή να γίνει ευνοϊκό για τα κέρδη και την ανταγωνιστικότητά τους.
Η Μέρκελ διαπραγματεύεται για λογαριασμό του γερμανικού κεφαλαίου, ο Ρέντσι για λογαριασμό του ιταλικού, ο Τσίπρας για λογαριασμό του κεφαλαίου της Ελλάδας. Με το σημερινό μείγμα διαχείρισης η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να στηρίξει την αναθέρμανση της καπιταλιστικής οικονομίας, ζητά λοιπόν αλλαγές στα σημεία που την εμποδίζουν να το πράξει. Αυτές ωστόσο δεν αφορούν στα σημεία που κρατούν στον πάτο τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, αφού αυτά αποτελούν προϋπόθεση για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Ο στόχος αυτός διαπερνά την κυβερνητική στάση, καθορίζει τις κυβερνητικές επιλογές, σταματά κάθε συζήτηση για ανάκτηση απωλειών, ανοίγοντας αντικειμενικά τη συζήτηση για νέα αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα.
Σοβαρά ζητήματα της διαπάλης αφορούν και τον προσανατολισμό του ίδιου του φοιτητικού κινήματος, αφορούν δηλαδή την αντιπαράθεση που διεξάγεται μέσα στο ίδιο το κίνημα. Η συζήτηση για το φοιτητικό κίνημα δεν είναι ένα τεχνικό, ουδέτερο ζήτημα, αλλά εξαρτάται από τον προσανατολισμό που επιδιώκει κάθε δύναμη να δώσει στο φοιτητικό - σπουδαστικό κίνημα, τις θέσεις και τη στάση κάθε δύναμης σε καθοριστικά ζητήματα.
Η απάντηση στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ στο ερώτημα «τι φοιτητικό κίνημα χρειάζεται;» εξαρτάται από την απάντηση στο ερώτημα «για ποιο σκοπό το θέλουμε;». Δηλαδή το ερώτημα που θέτουμε ως ΚΝΕ μπροστά και στις φοιτητικές - σπουδαστικές εκλογές είναι: Σύλλογοι στα χέρια των φοιτητών, να λειτουργούν, να διεκδικούν, να παλεύουν για ολοκληρωμένη μόρφωση, να παλεύουν για τις σύγχρονες ανάγκες μας, ή Σύλλογοι νεκροζώντανοι, στήριγμα παλιών και νέων πλασιέ των μνημονίων, της ΕΕ και των κυβερνήσεων που μας στερούν τη ζωή με σύγχρονα δικαιώματα που μας αξίζει; Και μάλιστα αυτό το ερώτημα δεν το απαντάμε πέρσι, αλλά φέτος μετά από τη συγκρότηση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και σε συνθήκες νέας αντιλαϊκής συμφωνίας κυβέρνησης - ΕΕ, που επί της ουσίας αποτελεί γέφυρα μεταξύ παλιών και νέων μνημονίων.
Από τη μία οι δυνάμεις του συμβιβασμού ΔΑΠ και ΠΑΣΠ καλλιεργούν ότι «έχουμε νέα συμφωνία, όχι μνημόνια,» από την άλλη ο χειροκροτητής και σκηνοθέτης της «διαφημιστικής απάτης» ΑΡΕΝ ότι «η λογική των μνημονίων τελείωσε». Δηλαδή οι παλιοί πλασιέ των μνημονίων (ΔΑΠ και ΠΑΣΠ) μαζί με τους νέους πλασιέ (ΑΡΕΝ) συμφωνούν ότι τα μνημόνια τελείωσαν. Κρύβουν όμως ότι εδώ παραμένουν οι 500 εφαρμοστικοί νόμοι που δεν καταργήθηκαν από τα βαφτίσια του «μνημονίου» σε «συμβόλαιο». Κρύβουν ότι εδώ παραμένει η αυστηρή επιτήρηση ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ που δε χάθηκε στα βαφτίσια της «τρόικα» σε «Brussels Group». Κρύβουν ότι ο λόγος που η νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δε φέρνει για ψήφιση τη συμφωνία στη Βουλή είναι για να μην ακουστεί δίπλα στο «ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ» των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ το «ΝΑΙ ΣΕ ΟΛΑ» των βουλευτών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Την ώρα δηλαδή που οι φοιτητές χρειάζονται συλλόγους που θα αντιστέκονται στα μνημόνια και τις νέες αντιλαϊκές συμφωνίες, αυτές οι δυνάμεις παρεμβαίνουν ώστε το κίνημα να είναι φανατικός υποστηρικτής ή χειροκροτητής της συνέχισης της αντιλαϊκής πολιτικής.
Ταυτόχρονα η ΔΑΠ αξιοποιεί τη νέα συμφωνία για παράταση του μνημονίου της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ως εξής: «Αυτή η πολιτική είναι μονόδρομος, γι' αυτό και η σημερινή κυβέρνηση κάνει ό,τι θα έκανε και η προηγούμενη». Δηλαδή η ΔΑΠ αξιοποιεί τη μισή αλήθεια για να ωθήσει στο συμβιβασμό με την αντιλαϊκή πολιτική. Να γίνει το φοιτητικό κίνημα παθητικός αποδέκτης της σφαγής των δικαιωμάτων των οικογενειών μας και των δικών μας, ως το μόνο δρόμο που υπάρχει.
Και ως αποτέλεσμα, αφού το χρέος ανήκει σε όλους μας, το φοιτητικό - σπουδαστικό κίνημα πρέπει να συμβιβαστεί απέναντι στην άθλια κατάσταση που επιβάλλει η τεράστια μείωση προϋπολογισμών και οι αντιεκπαιδευτικές κατευθύνσεις της ΕΕ. Κρύβουν όμως ότι την ώρα που τα «ταμεία είναι άδεια» για τις δικές μας ανάγκες και των οικογενειών μας, ξεχειλίζουν από πακέτα στήριξης για εφοπλιστές, βιομηχάνους και τραπεζίτες. Κρύβουν ότι την ώρα που εμείς και οι οικογένειές μας βρισκόμαστε σε μόνιμη χρεοκοπία οι 559 Ελληνες μεγαλομέτοχοι κατέχουν 69 δισ. πλούτο και άλλα 140 δισ. στο εξωτερικό. Να λοιπόν πού «βρίσκονται τα λεφτά», στους μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους για τη στήριξη των οποίων οι κυβερνήσεις και η ΕΕ ματώνουν τις οικογένειές μας. Ταυτόχρονα κρύβουν τόσο οι παλιοί όσο και οι νέοι πλασιέ ότι το χρέος δεν το δημιουργήσαμε, ούτε επωφεληθήκαμε από αυτό εμείς και οι οικογένειές μας. Στην πραγματικότητα «δεν τα φάγαμε όλοι μαζί», όπως αρέσκονται να λένε, δεν ήμασταν μαζί στην Ολυμπιάδα, στις φοροαπαλλαγές στους εφοπλιστές, στα εξοπλιστικά προγράμματα για τα «υποβρύχια που γέρνουν», στο φθηνό ρεύμα για τις βιομηχανίες και σε άλλα πολλά μέτρα στήριξης του κράτους προς επιχειρηματικούς ομίλους, μέτρα δηλαδή που δημιούργησαν το χρέος. Αρα ούτε το δημιουργήσαμε, ούτε επωφεληθήκαμε από το χρέος, γι' αυτό και αρνούμαστε να το πληρώσουμε.
Τι κρύβουν όμως έντεχνα, ότι η ίδια η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι που επιβάλλει υποβάθμιση της γνώσης για την παραγωγή φθηνού ευέλικτου εργατικού ή επιστημονικού δυναμικού, χαμηλά μεροκάματα, εξοντωτικά ωράρια, voucher των 400 ευρώ και άλλα πολλά. Αυτό αποδεικνύει και ο στόχος που έχει βάλει η ΕΕ, να καταφέρει να ανταγωνίζεται τους κύριους εταίρους της, δηλαδή την Κίνα.
Κρύβουν τόσο οι παλιοί όσο και οι νέοι πλασιέ της πολιτικής στήριξης των μονοπωλίων ότι η περιβόητη «ανάπτυξη» - είτε έρθει με το «πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης» της νέας συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ είτε με το πρόγραμμα της προηγούμενης συγκυβέρνησης - θα πατήσει πάνω στα συντρίμμια εργασιακών και άλλων δικαιωμάτων.
Είναι και εδώ αποκαλυπτική η προσπάθεια παρέμβασης των άλλων δυνάμεων, την ώρα που φαίνεται ότι δεν είναι μικρό το ποσοστό των φοιτητών που διαφωνούν με την πολιτική της ΕΕ, καλλιεργούν το φόβο από τη μία και τις αυταπάτες από την άλλη, με σκοπό να αποδυναμώσουν αυτήν την τάση μέσα στο κίνημα. Απέναντι στο φόβο «ότι εκτός ΕΕ υπάρχει το χάος» που καλλιεργούν οι δυνάμεις του συμβιβασμού στο φοιτητικό κίνημα, οι φοιτητές πρέπει να παρατάξουν την ίδια τους την πείρα που δείχνει ότι εντός ΕΕ χρεοκοπεί ο λαός, ότι αυτός ο φόβος καλλιεργείται με σκοπό το συμβιβασμό στις αντιλαϊκές και αντιεκπαιδευτικές κατευθύνσεις της ΕΕ, όπως ο νόμος - πλαίσιο και το σχέδιο «Αθηνά». Απέναντι στις αυταπάτες ότι «η ΕΕ αλλάζει», οι φοιτητές και σπουδαστές να θυμηθούν τι άλλαξε από τη διαπραγμάτευση κυβέρνησης - ΕΕ, πόσοι εφαρμοστικοί νόμοι άλλαξαν, πόσα αντιλαϊκά μέτρα πάρθηκαν πίσω. Γιατί στην πραγματικότητα η ΕΕ δεν είναι ένωση των λαών, αλλά ένωση των ληστών που τσακώνονται μεταξύ τους για το ποιος θα φάει μεγαλύτερο κομμάτι.
Αυτήν την αλήθεια κρύβουν και οι ομάδες ΕΑΑΚ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που καλλιεργούν αυταπάτες για έξοδο από την ΕΕ, ενώ θα παραμένουν στην εξουσία οι μονοπωλιακοί όμιλοι, η πλουτοκρατία, κάτι που αντικειμενικά οδηγεί το κίνημα σε στοίχιση πίσω από τμήματα του κεφαλαίου που «καλοβλέπουν» μια αλλαγή ιμπεριαλιστικών συμμαχιών.
Σε αυτήν τη διαμάχη οι φοιτητές να προτάξουν τις σύγχρονες ανάγκες τους σε μόρφωση, δουλειά και ζωή, που βρίσκονται σε ρήξη με την ΕΕ, τις κατευθύνσεις της και τα συμφέροντα των μονοπωλίων.