Σάββατο 16 Απρίλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

  • Οι αρνητικές εξελίξεις στις οικονομίες των ΗΠΑ - Ευρωζώνης, οι οξύτατοι ανταγωνισμοί και η Ελλάδα.
  • ΚΥΠΡΟΣ: Η πετυχημένη ολοκλήρωση του «Μνημονίου» συνέβαλε στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης.
  • ΑΙΓΥΠΤΟΣ - ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ: Η επίσκεψη Σαλμάν στην Αίγυπτο οδήγησε σε οικονομικές συμφωνίες δισεκατομμυρίων, σηματοδοτώντας ευρύτερες διεργασίες.
Οι αρνητικές εξελίξεις στις οικονομίες των ΗΠΑ - Ευρωζώνης, οι οξύτατοι ανταγωνισμοί και η Ελλάδα

Η καγκελάριος της Γερμανίας, Α. Μέρκελ, με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπ. Ομπάμα
Η καγκελάριος της Γερμανίας, Α. Μέρκελ, με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπ. Ομπάμα
Σε μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) που είδε το φως της δημοσιότητας στον αστικό οικονομικό Τύπο στα μέσα του Μάρτη 2016, αναφερόταν ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από μια συρρίκνωση της οικονομίας της Κίνας στην Ευρωζώνη θα είναι ελάχιστες σε σχέση με εκείνες που εκτιμά ότι θα υποστούν οι ΗΠΑ. Αντίθετα, η οικονομία της Ευρωζώνης είναι πολύ πιο εκτεθειμένη σε μια επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας. Μάλιστα, το μεγαλύτερο χτύπημα θα το δεχτεί η οικονομία της Γερμανίας. Σύμφωνα με τη μελέτη, η ΕΚΤ υπολογίζει ότι μια πτώση του ΑΕΠ κατά 1% στην Κίνα θα επηρεάσει το εμπορικό ισοζύγιο της Ευρωζώνης κατά 0,01%, ενώ στις ΗΠΑ το αντίστοιχο ποσοστό τριπλασιάζεται. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η πορεία της οικονομίας των ΗΠΑ επηρεάζει σημαντικά την οικονομία της Ευρωζώνης.

Σε ρεπορτάζ στις 30 Μάρτη στην «Καθημερινή» και σε άλλες οικονομικές εφημερίδες αναφερόταν ότι η πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), Τζ. Γέλεν, μιλώντας στην Οικονομική Λέσχη της Νέας Υόρκης, είπε ότι παρακολουθεί προσεκτικά την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, τη μεγάλη πτώση των τιμών του πετρελαίου και την αστάθεια στα χρηματιστήρια. Επισήμανε ότι οι παράγοντες αυτοί έχουν πλήξει μερίδα καταναλωτών στις ΗΠΑ αλλά και καίριους τομείς της οικονομίας, όπως εκείνον της μεταποίησης. Και ενώ υπογράμμισε ότι οι τιμές των μετοχών έχουν ανακάμψει στα επίπεδα των αρχών του έτους, τόνισε ότι «οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες παραμένουν λιγότερο ευνοϊκές από όσο ήταν τον Δεκέμβρη», οπότε, δηλαδή, η Fed αύξησε τα επιτόκια του δολαρίου για πρώτη φορά από το 2008. Για την αμερικανική οικονομία, εκτίμησε πως δε θα υποστεί μεγάλη αρνητική επίδραση από την αστάθεια στις διεθνείς αγορές, ωστόσο την ίδια ώρα είπε ότι «η εκτίμηση αυτή περιβάλλεται από μεγάλη αβεβαιότητα».

Η «αβεβαιότητα»


Οι εκτιμήσεις της Fed φαίνονται αντιφατικές (όχι μεγάλη αρνητική επίδραση στις ΗΠΑ από την αστάθεια στις διεθνείς αγορές, αλλά ως εκτίμηση είναι αβέβαιη), αλλά είναι κάτι το αντικειμενικό. Αυτή η αντίφαση έχει σχέση με τους παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη μιας καπιταλιστικής οικονομίας, και μάλιστα της πρώτης διεθνώς καπιταλιστικής οικονομίας, σε συνθήκες όμως βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης, άρα και ολοένα πιο βαθιάς αλληλεξάρτησης. Ας μην ξεχνάμε ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε το 2008, ήταν σχεδόν διεθνής και περίπου συγχρονισμένη. Αλλά και η έξοδος από την κρίση δεν έχει σημάδια δυναμικής ανάπτυξης, σε όποιες οικονομίες υπάρχει. Ισχύει και στις ΗΠΑ και στη Γερμανία και στην Ευρωζώνη. Ο εξαγωγικός τομέας όλων των καπιταλιστικών οικονομιών αποτελεί ισχυρό παράγοντα καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά οι ισχυρές οικονομίες που δεν πέρασαν κρίση, την ίδια περίοδο με ΗΠΑ, Ευρωζώνη, κ.λπ. (π.χ. Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία), τώρα είτε βρίσκονται σε επιβράδυνση (Κίνα) είτε σε κρίση (Ρωσία, Βραζιλία) και έτσι μειώνονται οι εισαγωγές τους, άρα και οι εξαγωγές από ΗΠΑ - Ευρωζώνη.

Σε ομιλία της σε εκδήλωση, που οργάνωσαν η γερμανική Κεντρική Τράπεζα και το Πανεπιστήμιο Γκαίτε της Φρανκφούρτης, στις 5 Απρίλη 2016, η διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, είπε ότι υπάρχει «σημαντική εξασθένηση της δυναμικής της ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας (...) Τα καλά νέα είναι ότι δεν είμαστε σε κρίση. Τα... όχι και τόσο καλά νέα είναι ότι η ανάκαμψη παραμένει υπερβολικά βραδεία, υπερβολικά ασθενής και οι κίνδυνοι που την απειλούν αυξάνονται». Η Κρ. Λαγκάρντ θεωρεί κινδύνους την επιβράδυνση της Κίνας και των «αναδυόμενων» οικονομιών, την υποχώρηση των τιμών των εμπορευμάτων στις διεθνείς αγορές και την ισχυρή πιθανότητα μιας πιστωτικής αναδίπλωσης σε πολλές χώρες. Η Κρ. Λαγκάρντ μίλησε επίσης για στάσιμη (δεν ανεβάζει ρυθμούς) ανάπτυξη των ΗΠΑ λόγω του ισχυρού δολαρίου. Για την Ευρωζώνη είπε ότι πάσχει από απογοητευτικά χαμηλές επενδύσεις, υψηλή ανεργία και υποτονικούς εταιρικούς ισολογισμούς (σ.σ. είναι οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων).

Για παράδειγμα, σύμφωνα με το ηλεκτρονικό «Βήμα» της 31/3/2016, η τεράστια πτώση των τιμών του πετρελαίου (κατά 60% από τον Ιούνη 2014) αποτελεί θηλιά στον αμερικανικό τομέα πετρελαίου, και μάλιστα στα μονοπώλια σχιστολιθικού πετρελαίου. Σύμφωνα με το γραφείο οικονομικών μελετών «Haynes & Boone LLP», 42 αμερικανικά μονοπώλια παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου και αερίου (μέθοδος υδραυλικής ρωγμάτωσης) έκλεισαν μέσα στο 2015. Από το Γενάρη του 2016 μέχρι το Μάρτη έκλεισαν άλλες 9 επιχειρήσεις του κλάδου. Το κλείσιμό τους είναι αποτέλεσμα της τεράστιας πτώσης των τιμών πετρελαίου. Σύμφωνα με το «Haynes & Boone», οι 51 επιχειρήσεις που πτώχευσαν άφησαν στις τράπεζες χρέη που φθάνουν τα 17,4 δισ. δολάρια. Συνολικά, τα χρέη υψηλού ρίσκου που έχει συσσωρεύσει ο κλάδος του πετρελαίου υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 200 δισ. δολάρια.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα χρέη που επιδρούν αρνητικά στο χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά η συμβολή στην πτώση του ΑΕΠ από τα μονοπώλια που πτώχευσαν.

Η Fed επομένως εκτιμά ότι στην ανάπτυξη επιδρά η εσωτερική ζήτηση, αλλά η επιβράδυνση των ρυθμών της παγκόσμιας ανάπτυξης, η πτώση των τιμών του πετρελαίου και η αστάθεια στο διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα καθώς και η συρρίκνωση του διεθνούς εμπορίου, μαζί με την πτώση των τιμών των πρώτων υλών, αποτελούν παράγοντες «μεγάλης αβεβαιότητας» για το αν θα συνεχίσει η ανάπτυξη, αν θα δυναμώσει ή όχι.

Προς τα κάτω οι προβλέψεις

Ας δούμε, λοιπόν, ορισμένα άλλα στοιχεία από την εξέλιξη της οικονομίας των ΗΠΑ ενισχυτικά στην αβεβαιότητα. Υπάρχουν τέτοιες αναφορές και ερωτήματα σε τραπεζικούς και άλλους κύκλους, όπως: «Απειλείται η αμερικανική οικονομία από επιβράδυνση;». Ηδη έχουν αρχίσει συζητήσεις για την πορεία της ανάπτυξης της οικονομίας των ΗΠΑ με προβλέψεις που μειώνουν συνεχώς τους ρυθμούς της. Για παράδειγμα, έχουν προκαλέσει προβληματισμό τα στοιχεία για τις λιανικές πωλήσεις τους δύο πρώτους μήνες του 2016, που δείχνουν πτώση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε στις 15 Μάρτη 2016 το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου, οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ υποχώρησαν κατά 0,1% το Φλεβάρη και 0,4% το Γενάρη.

Επίσης, οι νέες παραγγελίες για διαρκή αγαθά υποχώρησαν κατά 2,8% το Φλεβάρη σε σχέση με το Γενάρη, σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου. Οι παραγγελίες για κεφαλαιουχικά αγαθά, εκτός του κλάδου της Αμυνας και των αεροσκαφών - ένδειξη των δαπανών των επιχειρήσεων για εξοπλισμό - υποχώρησαν 1,8% το Φλεβάρη, μετά από άνοδο 3,1% το Γενάρη. Χωρίς να περιλαμβάνονται αγαθά του κλάδου των μεταφορών, οι παραγγελίες υποχώρησαν 1% το Φλεβάρη, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση σε διάστημα ενός έτους. Χωρίς τον κλάδο της Αμυνας, οι παραγγελίες υποχώρησαν 1,9% το Γενάρη.

Ακόμη, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2011 υποχώρησαν το Γενάρη 2016 οι εξαγωγές των ΗΠΑ, με πτώση κατά 2,1%.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η βρετανική τράπεζα Barclays ρίχνει προς τα κάτω την πρόβλεψή της για ανάπτυξη στις ΗΠΑ από 2,4% σε 1,9%. Η ελβετική τράπεζα Credit Suisse αναθεώρησε την πρόβλεψή της προς τα κάτω, στο 2% από 2,4% προηγουμένως και η TD Securities στο 1,9% από 2,3% προηγουμένως για το ΑΕΠ των ΗΠΑ. Την ίδια ώρα, η Credit Suisse σε έκθεσή της με ημερομηνία 18 Γενάρη 2016 αναθεώρησε ακόμη προς τα κάτω τους ρυθμούς ανάπτυξης για το πρώτο τρίμηνο του 2016 εκτιμώντας ότι ο δείκτης νέων παραγγελιών ISM, πολλοί δείκτες κεφαλαιουχικών δαπανών και τα κέρδη «δείχνουν» ότι η ανάπτυξη των ΗΠΑ μπορεί να κινηθεί κοντά στο 1%. Σύμφωνα επίσης με το «Ρόιτερς», η ραγδαία πτώση των παραγγελιών για διαρκή αγαθά και οι αναιμικές καταναλωτικές δαπάνες ωθούν οικονομικούς αναλυτές να αναθεωρήσουν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για το πρώτο τρίμηνο του 2016, από την προηγούμενη για ανάπτυξη 2% σε ένα ισχνό μόλις 1%.

Αυτή η πραγματικότητα αποτυπώνεται και στις εκτιμήσεις της Fed, που γίνονται απαισιόδοξες. Ετσι, στην τελευταία συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στα μέσα Μάρτη, η Fed εγκατέλειψε την αισιοδοξία που διατηρούσε τον τελευταίο καιρό για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας. Παραδέχθηκε πως οι ΗΠΑ πιθανόν να μην καταφέρουν να διατηρήσουν τους τρέχοντες ρυθμούς ανάπτυξης με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπόλοιπες οικονομίες του κόσμου. Η Fed εκτιμά ότι η οικονομία των ΗΠΑ συνεχίζει να αναπτύσσεται με μέτριο ρυθμό και ότι οι πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και τις διεθνείς χρηματαγορές συνεχίζουν να εγκυμονούν κινδύνους για την οικονομία των ΗΠΑ. Η εκτίμησή της για το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ το 2016 αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, στο 2,2% από 2,4% και στο 2,1% από 2,2% το 2017.

Οι μισθοί δεν αυξάνονται

Αυτά τα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι ουσιαστικά επενδύσεις οι οποίες να συμβάλλουν σε δυναμική ανάπτυξη δε γίνονται. Επίσης, την ώρα που οι εξαγωγές μειώνονται είτε λόγω ισχυρού δολαρίου είτε λόγω επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας (ουσιαστικά λόγω και των δύο μαζί), οι ελπίδες για ισχυρή ανάπτυξη μόνο με την εσωτερική ζήτηση αντικειμενικά είναι μηδενικές, ενώ ταυτόχρονα τα στοιχεία πτώσης για τις λιανικές πωλήσεις τους δύο πρώτους μήνες του 2016 εκφράζουν αδυναμία ενίσχυσης και της εσωτερικής ζήτησης. Αλλωστε, και αυτό το ζήτημα δρα αντιφατικά και είναι επίσης αντικειμενικό στον καπιταλισμό. Η ενίσχυσή της απαιτεί ισχυροποίηση του εργατικού - λαϊκού εισοδήματος αλλά αυτό ενισχύει την τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους.

Για παράδειγμα, από το 2014, με διάφορες αφορμές, έρχεται στην επιφάνεια η ανάγκη αύξησης των μισθών στις ΗΠΑ. Το προβάλλουν και ο Μπ. Ομπάμα και τώρα προεκλογικά η Χ. Κλίντον. Το πρότεινε ως μέτρο και η Κρ. Λαγκάρντ στην ομιλία της στη Φρανκφούρτη. Αλλά οι καπιταλιστές δεν αυξάνουν τους μισθούς. Να πώς εκφράζεται.

Το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής στις ΗΠΑ (Economic Policy Institute, EPI) αναφέρεται ξεκάθαρα σε στασιμότητα μισθών για την πλειονότητα των Αμερικανών εργαζομένων από τη δεκαετία του 1970.

Οι εργαζόμενοι στις ΗΠΑ δεν έχουν εισπράξει σχεδόν τίποτε από την αύξηση της παραγωγικότητας (...) Υπήρξε αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ την περίοδο 1973 - 2014, αλλά μόνο το 15% από την αύξηση της παραγωγικότητας πέρασε σε ενίσχυση των μισθών, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών εισφορών. Από το 1973 έως το 2014, η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 72,2% ή 1,33% ανά έτος. Ομως, οι μισθοί παρέμειναν, σχεδόν, στάσιμοι με άνοδο 0,22% ανά έτος και 9,2% την περίοδο 1973 - 2014. Ο ανά ώρα μέσος μισθός αναλυτικότερα αυξήθηκε κατά 0,20% ετησίως και κατά 8,7% από το 1973 έως το 2014. Το υπ. Εργασίας είχε ανακοινώσει μείωση των ωρομισθίων κατά 0,1% τον Φεβρουάριο από τον Ιανουάριο 2016 (πτώση για πρώτη φορά από το Δεκέμβριο του 2014). Το δωδεκάμηνο που έληξε τον Φεβρουάριο του 2016, οι μισθοί ενισχύθηκαν κατά 2,2%, λιγότερο από το 3,5% προ κρίσης του 2008 («Καθημερινή» 26/3/2016).

Αλληλεξάρτηση και ανταγωνισμοί

Δυσοίωνες επομένως οι προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας. Και επειδή σύμφωνα με τη μελέτη της ΕΚΤ μια πτώση του ΑΕΠ κατά 1% στις ΗΠΑ επηρεάζει τριπλάσια την οικονομία της Ευρωζώνης απ' ό,τι το αντίστοιχο ποσοστό πτώσης στην Κίνα, οι εξελίξεις στην οικονομία των ΗΠΑ αποτελούν έναν ακόμη βασικό παράγοντα που θα επιδράσει αρνητικά στην οικονομία της Ευρωζώνης.

Θα 'λεγε κανείς ότι αφού η αλληλεξάρτηση των οικονομιών ΗΠΑ - Ευρωζώνης είναι τέτοια, τα μονοπώλια της Ευρωζώνης θα έπρεπε να εύχονται να αναπτύσσεται η οικονομία των ΗΠΑ για να αναπτύσσεται και αυτή της Ευρωζώνης. Μόνο που αφενός η οικονομία δεν αναπτύσσεται με ευχές και αφετέρου όσο βαθαίνει η αλληλεξάρτηση όχι μόνο δεν μειώνεται ο ανταγωνισμός και μεταξύ τους και στη διεθνή αγορά αλλά αυξάνεται. Το ζήτημα είναι ποια μονοπώλια θα βγουν λιγότερο χαμένα ή περισσότερο κερδισμένα από τις αρνητικές εξελίξεις στην οικονομία.

Ας το δούμε με ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Δεν είναι άσχετη με τα παραπάνω η επίθεση των ΗΠΑ στη γερμανική τράπεζα Deutsche Bank με τα τεράστια πρόστιμα των 2,5 δισ. δολαρίων και με δικαστική αγωγή από το αμερικανικό Δημόσιο για μη κάλυψη των υποχρεώσεών της προς ενυπόθηκα δάνεια ύψους 3,1 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ. Ακόμη, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης «Moody's» ανακοίνωσε ότι επανεξετάζει το αξιόχρεο της γερμανικής τράπεζας Deutsche Bank, με πιθανό το ενδεχόμενο υποβάθμισής του. Επίσης, έγιναν αγωγές στη «Volkswagen» από το αμερικανικό Δημόσιο για αποζημίωση 46 δισεκατομμυρίων δολαρίων για παράβαση περιβαλλοντικών νόμων, καθώς και αγωγή των 278 θεσμικών επενδυτών από όλον τον κόσμο, ζητώντας αποζημίωση 3,3 δισ. ευρώ.

Στην προκειμένη περίπτωση οι ΗΠΑ χτυπούν τα γερμανικά μονοπώλια, γιατί νοιάζονται για την ενίσχυση των δικών τους στην εσωτερική τους αγορά, η ενδυνάμωσή τους δε με το χτύπημα των αντιπάλων τους μπορεί να τα ενισχύσει και στην παγκόσμια αγορά. Για παράδειγμα, η υπόθεση της «Volkswagen» έφερε την κοινή αγωγή των 278 θεσμικών επενδυτών από όλον τον κόσμο, ενώ προκάλεσε ζημιά στη «Volkswagen» με πτώση των πωλήσεών της σε διάφορα καπιταλιστικά κράτη.

Την ίδια ώρα, η Κομισιόν έχει ξεκινήσει εξονυχιστικό έλεγχο για μεγάλη φοροδιαφυγή των «Apple» και «Google», που δρουν στα κράτη - μέλη της ΕΕ. Ενώ η γερμανική αρχή ανταγωνισμού και καταπολέμησης των μονοπωλίων χτυπά για αθέμιτο ανταγωνισμό την ισχυρή θέση της «Amazon» στην αγορά ψηφιακών ηχητικών βιβλίων (audiobook) όπως, άλλωστε, και της «Apple», διερευνώντας ταυτόχρονα την πολιτική των δύο εταιρειών σε ό,τι αφορά τις αποστολές των audiobook (ηλεκτρονικά βιβλία), μέσα από την πλατφόρμα του iTunes.

Η γερμανική εφορία διερευνά ενδεχόμενη ανάμειξη της αμερικανικής τράπεζας Citigroup στη διεκδίκηση φοροαπαλλαγής κατά την αγοραπωλησία μετοχών γιατί η ύπαρξη κενού στη γερμανική νομοθεσία έως το 2012 επέτρεπε την αγορά μιας μετοχής λίγο πριν εκπνεύσει η προθεσμία για λήψη μερίσματος και εν συνεχεία τη διεκδίκηση φοροαπαλλαγής τόσο από τον πωλητή όσο και από τον αγοραστή από το γερμανικό κράτος, παρά το γεγονός ότι μόνον ο ένας από τους δύο παίρνει το μέρισμα. Η γερμανική οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt» δημοσίευσε την είδηση ότι η φορολογική υπηρεσία της Φρανκφούρτης έχει ζητήσει από τη Citigroup να πληρώσει 706 εκατ. ευρώ ως αναδρομικό φόρο.

Ακόμη, η γερμανική αλυσίδα σούπερ μάρκετ «Aldi» χτυπά μέσα στις ΗΠΑ την αμερικανική αλυσίδα «Wal-Mart» προσφέροντας πολύ λιγότερη ποικιλία εμπορευμάτων, αλλά με τιμές χαμηλότερες μέχρι και 20% από την αμερικανική επιχείρηση. Τα καταστήματα της «Aldi» στις ΗΠΑ έχουν συνήθως το 1/10 του μεγέθους των καταστημάτων της «Wal-Mart» και στα ράφια τους υπάρχουν λίγες γνωστές μάρκες. Ωστόσο, η «Aldi» έχει καταφέρει να χτυπήσει τη «Wal-Mart» στο δυνατό της σημείο, προσφέροντας τρόφιμα σε τιμές ακόμη χαμηλότερες και παράλληλα επεκτείνεται επιθετικά στις ΗΠΑ. Τα περισσότερα από τα νέα καταστήματα που ανοίγει η «Aldi» βρίσκονται ακριβώς δίπλα από καταστήματα της «Wal-Mart» με στόχο να προσελκύσουν τους δυνητικούς πελάτες προτού αυτοί μπουν στο ανταγωνιστικό σούπερ μάρκετ. Η «Aldi» αυξάνει συνεχώς τον τζίρο της και τα καταστήματά της στις ΗΠΑ. Η «Wal-Mart» ετοιμάζει σχέδιο για να αντιμετωπίσει τις πιέσεις από τον ανταγωνισμό.

Αρα, η Ευρωζώνη χτυπά αμερικανικά μονοπώλια που δρουν στα κράτη - μέλη της ως φοροφυγάδες, ενώ γερμανικά μονοπώλια χτυπούν αμερικανικά μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ.

Τα παραδείγματα εξηγούν τη συνύπαρξη της αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών οικονομιών, που ενισχύεται όσο βαθαίνει η καπιταλιστική διεθνοποίηση, με τους οξύτατους μονοπωλιακούς ανταγωνισμούς που γίνονται ακόμη πιο οξείς σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης, επιβράδυνσης κ.λπ.

Απαισιοδοξία στην Ευρωζώνη

Βεβαίως, και η οικονομία της Ευρωζώνης παρουσιάζει απαισιόδοξες προοπτικές. Στο οικονομικό δελτίο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στις 24/3/2016 γίνεται λόγος για «δυσμενή εξέλιξη» στην οικονομία της Ευρωζώνης. Εκτιμά ότι «συνεχίζεται η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρωζώνη, αν και με χαμηλότερο ρυθμό απ' ό,τι περιμέναμε στις αρχές του έτους, λόγω του πιο αδύναμου εξωτερικού περιβάλλοντος».

Ο Μ. Ντράγκι στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στα μέσα Μάρτη είπε: «Χρειάζονται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως με την πρόθεση να αυξήσουν το επίπεδο της ζήτησης, δημόσιες επενδύσεις και χαμηλότερη φορολογία». Είναι επισημάνσεις - προϋποθέσεις για την καπιταλιστική ανάπτυξη, πρωταρχικά οι δημόσιες επενδύσεις και η χαμηλή φορολογία. Αλλά επενδύσεις δε γίνονται.

Ο ΟΟΣΑ, στις τελευταίες προβλέψεις του, δίνει τα εξής στοιχεία: Αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2016 3%, από 3,3% στην προηγούμενη πρόβλεψή του, με συντονισμένη πτωτική τάση σε Ευρωζώνη - ΗΠΑ - Ιαπωνία και επιβράδυνση των αναδυόμενων καπιταλιστικών οικονομιών. Προβλέπει: Ευρωζώνη: 1,4% από 1,8%. ΗΠΑ: 2% από 2,5%. Ιαπωνία: 0,8% από 1%. Βρετανία: 2,1% από 2,4%. Κίνα: 6,5%, από 6,5%. Βραζιλία: Πτώση 4% από πτώση 1,2% πριν.

Στις χειμερινές προβλέψεις της η Κομισιόν (Φλεβάρης 2016) αναθεώρησε προς τα κάτω την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, 1,7% για το 2016 (από 1,8% στις προηγούμενες εκτιμήσεις), το ίδιο και για άλλες οικονομίες. Στην ΕΕ αναμένεται ρυθμός ανάκαμψης 1,9% το 2016, από 2% πριν.

Το ΔΝΤ με τις εαρινές προβλέψεις,(Μάρτης 2016) εκτιμά νέα επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας για το 2016, συγχρονισμένα στα ισχυρά καπιταλιστικά κέντρα. Ετσι προβλέπει για την παγκόσμια οικονομία: 3,2% (από 3,4% στην εκτίμηση του Γενάρη).ΗΠΑ: 2,4% (από 2,6%), Ευρωζώνη: 1,5% (από 1,7%), Ιαπωνία: 0,5% (από 1%), Κίνα: 6,5% (από 6,3%) ,Ρωσία: Πτώση 1,8% (από πτώση 1%),Βραζιλία: Πτώση 3,8% (από πτώση 3,5%).

Η Ελλάδα στις συμπληγάδες

Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες - συμπληγάδες είναι εμπλεκόμενη και η Ελλάδα στην προσπάθειά της να ανακάμψει από την καπιταλιστική οικονομική κρίση.

Αυτό έδειξαν ανάγλυφα οι αποκαλύψεις των «διαρροών» των συζητήσεων των στελεχών του ΔΝΤ Τόμσεν - Βελκουλέσκου μέσω των «WikiLeacks», επιβεβαιώνοντας τους οξύτατους ανταγωνισμούς ΔΝΤ - Ευρωζώνης, ουσιαστικά ΗΠΑ - Γερμανίας, που διαπλέκονται όμως και με τους οξύτατους ανταγωνισμούς εντός ΕΕ και Ευρωζώνης (να θυμίσουμε τις αντιπαραθέσεις Γαλλίας - Γερμανίας για το μείγμα διαχείρισης, για τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης, Βορρά - Νότου, των κρατών του Βίσεγκραντ με επικεφαλής την Πολωνία και τους υπόλοιπους, κ.λπ.) και εν μέσω διεύρυνσης των ανισομετριών. Αντιθέσεις που έχουν σχέση με τις δυσκολίες ανάκαμψης της οικονομίας της Ευρωζώνης και της ΕΕ, αλλά και με γεωστρατηγικές βλέψεις και συμμαχίες διεθνώς.

Η ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ελλάδα βρίσκεται μέσα στις συμπληγάδες των απαισιόδοξων προβλέψεων για την πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας της Ευρωζώνης, σε συνδυασμό με τη μέγγενη των ανταγωνισμών ΗΠΑ - Ευρωζώνης. Οι προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας παρουσιάζονται αισιόδοξες από τα κυβερνητικά επιτελεία, αλλά με δεδομένα όλα τα παραπάνω είναι αβέβαιες. Και είτε υπάρξει ανάκαμψη είτε όχι, θα συνεχίζουν τα αντιλαϊκά μέτρα και αναδιαρθρώσεις προκειμένου να ενισχύεται η προσπάθεια αναπαραγωγής της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Ο λαός, οι εργαζόμενοι θα συνεχίζουν να ζουν στο πετσί τους μια επίθεση δίχως τέλος. Και μετά την «αξιολόγηση» θα έρθουν νέα αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα, αφού η αβεβαιότητα σε σχέση με την καπιταλιστική ανάκαμψη θα συνεχίζεται. Ταυτόχρονα, σε αυτό το περιβάλλον θα οξύνονται οι ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις στην περιοχή, στις οποίες η Ελλάδα είναι μπλεγμένη μέχρι τα μπούνια.

Σ' αυτές τις συνθήκες θα καλλιεργείται με την αστική προπαγάνδα ο φόβος για τα χειρότερα προκειμένου η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα να ανέχονται ή να υποτάσσονται στην αστική πολιτική.

Παρ' όλ' αυτά, η ίδια η αντικειμενική πραγματικότητα σχετικά με την αβεβαιότητα στην ανάκαμψη θα πιέζει την κυβέρνηση, κάτω και από το ενδεχόμενο μαζικής εργατικής - λαϊκής δράσης κόντρα στην πολιτική της, στην πολιτική του κεφαλαίου. Αυτό θα δυσκολεύει συνολικά το αστικό πολιτικό σύστημα.

Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, σ' αυτές τις συνθήκες, πρέπει όχι μόνο να μη φοβηθούν, αλλά να αντιτάξουν τη μέγιστη δυνατή οργανωμένη παρέμβαση και κοινή δράση, κόντρα στο κεφάλαιο και την εξουσία του, στους έξωθεν συμμάχους τους, να μεγαλώσουν στο έπακρο τις δυσκολίες του αστικού πολιτικού συστήματος, να αξιοποιούν κάθε ρωγμή και δυνατότητα, για να βάζουν εμπόδια, συμπορευόμενοι με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ.


Λ.

ΚΥΠΡΟΣ - ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Ακόμα μια «ηρωική έξοδος» για λογαριασμό του κεφαλαίου

Η προσέλκυση επενδυτών στην Κύπρο συνδέεται και με ευρύτερους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο
Η προσέλκυση επενδυτών στην Κύπρο συνδέεται και με ευρύτερους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο
Στα τέλη του περασμένου Μάρτη ολοκληρώθηκε το τριετές πρόγραμμα «οικονομικής βοήθειας» που τον Απρίλη του 2013 είχε αποφασιστεί να δοθεί στην Κύπρο, για να στηριχτεί η χώρα και να βρει ξανά... τον «ίσιο δρόμο», αυτόν δηλαδή που απαιτεί η ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Η περίπτωση της Κύπρου, όπως και αυτές των Ιρλανδίας, Πορτογαλίας, της Ισπανίας, είναι ακόμα μια περίπτωση «ηρωικής εξόδου», με το κεφάλαιο να έχει ανασυγκροτήσει σε σημαντικό βαθμό δυνάμεις, να έχει διασφαλίσει συνθήκες ευνοϊκές για τη δράση του, αλλά και να προσπεράσει «αναχρονιστικά» εμπόδια για τη συγκέντρωση και συγκεντροποίησή του ως παράγοντα νέας κερδοφόρας εφόρμησης.

Η «επιτυχής ολοκλήρωση» του «προγράμματος» στην Κύπρο ήταν κάτι που προκαλούσε ενδιαφέρον όχι μόνο στην ντόπια αστική τάξη, αλλά και ευρύτερα, δεδομένων και των εξελίξεων που αναμένονται στο Κυπριακό. Από το 2015 που ξεκίνησαν πάλι οι διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, οι συνομιλίες έχουν προκαλέσει την προσοχή και την «κινητοποίηση» ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και μονοπωλιακών συμφερόντων που, αν μη τι άλλο παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, κλίνοντας σε όλες τις πτώσεις τις «ευκαιρίες» που μια «λύση του Κυπριακού» θα άνοιγε για την «ανάπτυξη» όλης της γύρω περιοχής, για τη «σταθερότητα» και την «ασφάλεια» σε μια «ταραγμένη γειτονιά». Αυτό φυσικά που εννοούν είναι η «σταθερότητα» και η «ασφάλεια» της δράσης του κεφαλαίου που θα μπορούν να εγγυηθούν - σε ένα βαθμό τουλάχιστον - τις αυξημένες προσδοκίες τις οποίες έχουν πολλοί επιχειρηματικοί όμιλοι που ήδη καλοβλέπουν το μεγάλο ενεργειακό πλούτο όλης της Ανατολικής Μεσογείου και καταρτίζουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Μόνο που αυτά τα σχέδια όχι απλά δεν μπορούν να προστατέψουν τα σύγχρονα λαϊκά δικαιώματα αλλά και, για να υλοποιηθούν, απαιτούν ένα διαρκή οδοστρωτήρα που ποδοπατά κατακτήσεις χρόνων και όλες τις ανάγκες που και έχει κάθε λαός και μπορεί να ικανοποιήσει το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.

Αλλωστε, η «έξοδος από το μνημόνιο» για την οποία πανηγυρίζουν τα αστικά επιτελεία της Κύπρου, αυτό ακριβώς αποτελεί: Απόδειξη ότι προχώρησαν σε ένα σημαντικό βαθμό μεταρρυθμίσεις και ανατροπές απαραίτητες για τα μονοπώλια, καταστροφικές δηλαδή για τα λαϊκά στρώματα.

Πρωτεία στην προσέλκυση επενδύσεων

Στις 7 Απρίλη 2016, κάνοντας απολογισμό της τριετίας 2013 - 2016, ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, επισήμανε όλο ικανοποίηση πως λήφθηκαν μέτρα που αποκατέστησαν την εμπιστοσύνη των επενδυτών και «η Κύπρος κατάφερε να αναβαθμιστεί κατά 13 θέσεις στην κατάταξη της Παγκόσμιας Τράπεζας όσον αφορά το επιχειρηματικό περιβάλλον, ενώ βρίσκεται ανάμεσα στις δέκα χώρες που έχουν πραγματοποιήσει τη μεγαλύτερη πρόοδο στην προσέλκυση επενδύσεων».

Οπως εξήγησε, στις βασικές προτεραιότητες που έθεσε η κυβέρνησή του ήταν: «Η αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία και ο εξορθολογισμός των δημοσίων δαπανών». «Μείωση δημοσίων υπαλλήλων... Κατάργηση αφορολόγητων επιδομάτων...»

Ειδικό βάρος δόθηκε σε μέτρα για την «αναθέρμανση της οικονομίας» όπως: «Δέσμη φορολογικών ελαφρύνσεων και κινήτρων όπως φορολογικά κίνητρα προς επιχειρήσεις και επενδυτές», ενώ ανάμεσα σε άλλα «παραχωρήθηκε φορολογική έκπτωση για όλα τα νέα κεφάλαια που επενδύονται στις επιχειρήσεις για επέκταση των δραστηριοτήτων τους».

Με αντίστοιχο προσανατολισμό θα κινηθεί φυσικά η κυβέρνηση και την επόμενη χρονιά. Ενδεικτικές είναι οι επισημάνσεις που είχε κάνει στη συζήτηση στην κυπριακή Βουλή για τον προϋπολογισμό του νέου έτους ο υπουργός Οικονομικών, Χάρης Γεωργιάδης, εισηγούμενος, ανάμεσα σε άλλα, νέα παράταση «της απαγόρευσης πλήρωσης κενών θέσεων» για (τουλάχιστον;) ένα χρόνο ακόμα. Ο ίδιος, αφού σημείωσε ότι «οι μισθοί είναι βεβαίως παγοποιημένοι και για το 2016», ξεκαθάρισε ότι αυτό δεν είναι αρκετό και προκύπτει «ανάγκη έγκαιρης ψήφισης» νομοσχεδίου που «καθιερώνει μια αξιόπιστη και μετρήσιμη διαδικασία συνδέοντας τις μελλοντικές αυξήσεις στο μισθολόγιο με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας». Δηλαδή, κάτι αντίστοιχο με τη σύνδεση αυξήσεων μισθών με το επίπεδο της ανταγωνιστικότητας και της απόδοσης της οικονομίας που προωθείται και στην Ελλάδα. Επισήμανε ακόμα ότι μέσα σε μια 4ετία οι «δαπάνες» για την κάλυψη υπερωριών (στο Δημόσιο) έπεσε πάνω από 35%.

Ξεπούλημα δημόσιου πλούτου και απελευθέρωση ωραρίων

Ειδική σημασία αποκτούν οι ιδιωτικοποιήσεις υποδομών στρατηγικής σημασίας όπως αεροδρομίων και λιμανιών.

Πριν από μερικές μέρες, ο υπουργός Μεταφορών Μάριος Δημητριάδης περιέγραψε την παράδοση του λιμανιού της Λεμεσού (που αυτό το διάστημα επιταχύνεται) ως «εμπορικοποίηση και όχι ιδιωτικοποίηση του μεγαλύτερου εμπορικού λιμανιού της χώρας». Στη συνέχεια, βέβαια, ο ίδιος εξήγησε πως η ουσία δεν αλλάζει, αφού οι επενδυτές θα ασκούν την πλήρη διαχείριση και εμπορική εκμετάλλευση του λιμανιού για 25 χρόνια, με συμφωνία μέσα από την οποία καταβάλλοντας (προς το παρόν) μεγάλο μέρος των εσόδων στο κράτος από τη χρήση του σταθμού εμπορευματοκιβωτίων και του σταθμού πολλαπλών χρήσεων αποκτούν γερό «πάτημα» σε ένα λιμάνι που δεδομένων των εξελίξεων σε Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να τους ανοίξει δρόμους όχι μόνο για πολύ προσοδοφόρες μπίζνες, αλλά και για ευρύτερες συνεργασίες δοσοληψίες με ισχυρά μονοπώλια. Σε τροχιά ιδιωτικοποίησης βρίσκονται και άλλες υποδομές (π.χ. λιμάνι Λάρνακας).

Τα προηγούμενα χρόνια, είχε προηγηθεί το «κλείσιμο» των «Κυπριακών Αερογραμμών», για να «απελευθερωθούν» πλήρως οι αερομεταφορές, ενώ αντίστοιχα επιταχύνθηκε και το «άνοιγμα» της αγοράς των Τηλεπικοινωνιών.

Φυσικά, πρώτος και ... καλύτερος ο ενεργειακός πλούτος της χώρας έχει παραδοθεί σε μονοπωλιακούς ομίλους, που ήδη έχουν αναλάβει την έρευνα για υδρογονάνθρακες, στρώνοντας το έδαφος και για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, με μια σειρά εναλλακτικές να εξετάζονται (π.χ. κατασκευή χώρων αποθήκευσης φυσικού αερίου) στο φόντο των πολλών γεωπολιτικών ανακατατάξεων στη «γειτονιά».

Ενδεικτικές του πώς στρώθηκε ο δρόμος για την προσέλκυση επενδυτών είναι και η πλήρης απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων, στόχος με βάση τον οποίο, από την άνοιξη του 2013, κατατέθηκαν μια σειρά υπουργικά διατάγματα. Σήμερα, παρά τη συζήτηση που έχει στραφεί (σε ένα βαθμό και ως μέρος μιας επιχείρησης αποπροσανατολισμού) στο ποιος είναι ο πλέον αρμόδιος για το ζήτημα (η Βουλή ή η κυβέρνηση) έχει τεθεί επί τάπητος η 7ήμερη λειτουργία των καταστημάτων και στο λιανικό εμπόριο. Μάλιστα, η κυβέρνηση κατέφυγε μέχρι και στο χαρακτηρισμό ολόκληρης της Κύπρου ως «τουριστικής περιοχής», για να επιστρατευτούν επιχειρήματα περί «ειδικής περίπτωσης», ανάγκης «στήριξης της τουριστικής βιομηχανίας» κ.τ.λ. Ηδη, μεγάλες εταιρείες όπως οι «Λιντλ», «ΙΚΕΑ», «Πάμπλικ» λειτουργούν καταστήματά τους και τις Κυριακές.

«Προσαρμογή κόστους εργασίας»

Καταγράφοντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί και ως προς τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, («κόστος εργασίας», το λένε οι καπιταλιστές), κυκλοφόρησε στις 7 Απρίλη έγγραφο της Κομισιόν που αναφέρει ότι «η κυπριακή αγορά εργασίας και το σύστημα καθορισμού των μισθών είναι σχετικά ευέλικτα», επιδοκιμάζοντας ειδικά την «προσαρμογή των μισθών» που «διασφάλισε την εξωτερική ανταγωνιστικότητα».

Χαρακτηριστική του προσανατολισμού που αφήνει πίσω του το μνημόνιο ως προς τις μεταρρυθμίσεις που συνολικά θα αναβαθμίσουν την «ελκυστικότητα» της Κύπρου για τους επενδυτές είναι και η «Στρατηγική για την κοινωνική πολιτική 2014 - 2020».

Μεταξύ άλλων, ως μέτρο για τη «δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας» προβλέπονται «επιδοτούμενα προγράμματα απασχόλησης, τοποθετήσεις (σ.σ. κύρια νέων και μαθητευόμενων) για απόκτηση εργασιακής εμπειρίας». Γενικά, προκρίνονται οι «ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης» (βλ. ενεργητικές προς όφελος της μεγαλοεργοδοσίας με κάλυψη με κρατικό χρήμα ή από ευρωενωσιακά προγράμματα, της εργοδοτικής ασφαλιστικής εισφοράς ή της αμοιβής των εργαζομένων). Ακόμα, σχέδια «για την εργοδότηση ανέργων» που αποσκοπούν «στη μείωση της ανεργίας μέσω της παροχής κινήτρων προς τους εργοδότες για την πρόσληψη ανέργων», προγράμματα με «στόχο την απασχόληση με ευέλικτες μορφές» κ.τ.λ.

Οσον αφορά το συνταξιοδοτικό σύστημα, ρίχνεται το σύνθημα για συνέχιση στο μονοπάτι όπου ήδη έχει γίνει πρόοδος καθώς «η Κύπρος υιοθέτησε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, προκειμένου ναδιασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος». Εξηγείται, μεταξύ άλλων, ότι λήφθηκαν υπόψιν και όσα συμφωνήθηκαν με το Μνημόνιο «για την εφαρμογή περαιτέρω μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό σύστημα για αντιμετώπιση της προβλεπομένης αύξησης στις συνταξιοδοτικές δαπάνες ώστε i) να μειωθεί η αύξηση στις δαπάνες για τις συντάξεις, ii) να διασφαλισθεί η μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος και iii) να περιοριστεί η δημοσιονομική επιδότηση του Γενικού Συστήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΓΣΚΑ) για πιστωμένες εισφορές για υφιστάμενους και μελλοντικούς συνταξιούχους και για συντάξεις χωρίς συνεισφορές».

Και η απεργία στο στόχαστρο

Ενδεικτικό είναι τέλος και το εξής: Την ίδια μέρα που «κηρύχτηκε» και τυπικά η πετυχημένη ολοκλήρωση του τριετούς «προγράμματος», κατατέθηκε νομοσχέδιο με αντικείμενο τη «ρύθμιση των απεργιών». Με αυτό, στην πραγματικότητα, μεθοδεύεται η απαγόρευση της απεργίας σε «ουσιώδεις υπηρεσίες» σε «οποιοδήποτε στάδιο επίλυσης διαφοράς», στο όνομα της προστασίας του «δημοσίου συμφέροντος».

Προβλέπεται η σύσταση «Επιτροπής Διαιτησίας» που θα εξετάζει κάθε φορά τις «διαφορές», ώστε να δίνεται «πράσινο φως» ή όχι για να κάνουν οι εργάτες κινητοποιήσεις. Ως «ουσιώδεις υπηρεσίες» ορίζονται αυτές που αφορούν Ενέργεια, Νερό, λιμάνια, αεροδρόμια, νοσοκομεία και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο οι περισσότεροι από τους κλάδους της κυπριακής οικονομίας.

Η κατάθεση και αυτού του ν/σ ήταν ένα ακόμα σαφές μήνυμα για το ποιον θα εξυπηρετεί η «επόμενη μέρα» που ξημερώνει στην Κύπρο μετά το μνημόνιο. Η ολόπλευρη προσπάθεια παρεμπόδισης των λαϊκών - εργατικών αγώνων δυναμώνει για να προχωρήσουν ανεμπόδιστα οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις. Η «κοινωνική συνοχή» είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσουν με ορμή οι νέες αντιλαϊκές επιθέσεις.


Α. Μ.

Συμφωνίες με στόχο Ενέργεια, Μεταφορές, Εμπόριο

Οι 17 συμφωνίες που υπέγραψαν Σαουδάραβες και Αιγύπτιοι αξιωματούχοι στο Κάιρο είναι αρκετά αποκαλυπτικές για τις επιδιώξεις και τις ανάγκες των αστικών τάξεων αμφοτέρων των χωρών. Εκτιμάται πως κυμαίνονται σε αξία μεταξύ 22 και 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μία περίοδο κατά την οποία η αιγυπτιακή οικονομία προσπαθεί να βγει από την τροχιά της ύφεσης, να μειώσει τα δημοσιονομικά ελλείμματα που ανέρχονται στο 11,4% του ΑΕΠ (πάνω από 36 δισεκ. δολάρια), ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν αναμένεται να ξεπεράσουν φέτος το 4,5%.

Οι σαουδαραβικές επενδύσεις και οικονομικές «βοήθειες» προς την Αίγυπτο είναι, επιπλέον, σημαντικά ανώτερες από εκείνες των ΗΠΑ, που ετησίως στηρίζουν τον αιγυπτιακό στρατό και τους αστούς στο Κάιρο με περίπου 1,5 δισ. δολάρια, τα οποία συνοδεύονται συνήθως από πλειάδα προσχηματικών και μη απαιτήσεων (π.χ. «ανθρώπινα δικαιώματα», ελευθερίες κ.λπ.).

Εχει ως εκ τούτου σημασία να αναφέρουμε σε ποιους τομείς αναφέρονται οι επενδύσεις αυτές και τι περιλαμβάνουν, ιδιαίτερα όταν η κυβέρνηση Σίσι κάνει όσες υποχωρήσεις μπορεί μπροστά στα ντόπια και ξένα μονοπώλια, προκειμένου να προσελκύσει κεφάλαια. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το Γενάρη έως σήμερα έχει πετύχει την έγκριση 156 νομοσχεδίων στη Βουλή που αφορούν τις ξένες επενδύσεις, εκ των οποίων ένα τελευταίο προβλέπει τη δωρεάν παραχώρηση χερσαίων και βιομηχανικών εγκαταστάσεων...

Σύμφωνα με πληροφορίες αιγυπτιακών και διεθνών ΜΜΕ, οι φιλόδοξες συμφωνίες Σαουδαράβων και Αιγυπτίων συμπεριλαμβάνουν:

  • Επενδυτικό Ταμείο Αιγύπτου - Σαουδικής Αραβίας ύψους 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
  • Κατασκευή γέφυρας που θα ενώνει τις δύο χώρες και θα περνά πάνω από την Ερυθρά Θάλασσα και η οποία σχεδιάζεται να φτιαχτεί μεταξύ Σαρμ ελ Σέικχ (Αιγύπτου) και την σαουδαραβική επαρχία Ταμπούκ. Η γέφυρα ανακοινώθηκε από τον Σαουδάραβα βασιλιά ως «ιστορικό βήμα που θα συνδέσει τις ηπείρους της Αφρικής και της Ασίας και θα αυξήσει τις εμπορικές ανταλλαγές μεταξύ των δύο ηπείρων σε επίπεδα άνευ προηγουμένου».
  • Συμφωνία ύψους 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη μηνιαία παράδοση 700.000 τόνων σαουδαραβικού πετρελαίου, μαζούτ, βενζίνης και φυσικού αερίου για την κάλυψη των αιγυπτιακών ενεργειακών αναγκών επί πέντε χρόνια, μεταξύ της σαουδαραβικής πετρελαϊκής εταιρείας ΑRΑΜCO και της αιγυπτιακής κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας EGPC.
  • Μεγαλόπνοα σχέδια για αύξηση της αγροτικής παραγωγής στην έρημο, ανέγερση εργοστασίων και μεγάλου σταθμού παραγωγής Ενέργειας στο Δυτικό Κάιρο 650 Megawatt.
  • Δημιουργία ζώνης «ελεύθερου εμπορίου» και επενδυτικά σχέδια ύψους 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη βόρεια Χερσόνησο του Σινά, ακριβώς στις περιοχές όπου σήμερα δρουν οι τζιχαντιστές του «Ισλαμικού Κράτους» (που μοιράζονται, ως γνωστόν, κοινή «ιδεολογία» με τους Σαουδάραβες), ανέγερση του πρώτου πανεπιστημίου στην περιοχή με την ονομασία «Πανεπιστήμιο Βασιλιά Σαλμάν» στην πόλη Τουρ, εκσυγχρονισμό και επέκταση του περιφερειακού μεγάλου κρατικού νοσοκομείου, Κασρ αλ Αϊνι.
  • Διμερή μνημόνια κατανόησης για μελλοντικές επενδυτικές συμφωνίες στους τομείς των κατασκευών, των μεταφορών, της Ενέργειας.

Ασφαλώς δεν είναι μόνον οι Σαουδάραβες που έρχονται στην Αίγυπτο, προσδοκώντας κέρδη από μελλοντικές μπίζνες. Ο Γάλλος Πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, για παράδειγμα, έρχεται αύριο (Κυριακή) στο Κάιρο επιδιώκοντας νέες προσοδοφόρες μπίζνες αξίας αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων για τα γαλλικά αμυντικά και ενεργειακά μονοπώλια, ενώ δύο βδομάδες αργότερα στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα αναμένεται (πλην απροόπτου) και η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ.

Το «ξαφνικό» ενδιαφέρον όλων αυτών για την Αίγυπτο ασφαλώς και δεν περιορίζεται μόνον στα συμφέροντα ισχυρών μονοπωλίων, αλλά και σε ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που αφορούν την ευρύτερη περιοχή, όπως τα επόμενα σχέδια επέμβασης στη Λιβύη (που προωθούνται από ΗΠΑ, ΕΕ και δη Ιταλία και Γαλλία) και τα οποία δύσκολα μπορούν να προχωρήσουν δίχως τη συναίνεση, συμμετοχή ή έστω σιωπηλή αποδοχή των Αιγυπτίων. Μεταξύ αυτών των σχεδιασμών είναι οι διπλωματικές και στρατιωτικές πιέσεις που ασκούνται στη Συρία για αναδιανομή της τράπουλας σε διάφορα επίπεδα και το παλαιστινιακό ζήτημα που αναμένεται να επανέλθει, τους επόμενους λίγους μήνες, στο διεθνές προσκήνιο μετά από πολύ καιρό ενόψει γαλλικής διπλωματικής πρωτοβουλίας που προωθεί το Παρίσι σε συμφωνία με εταίρους εντός ΕΕ και ΗΠΑ....


Δ. ΟΡΦΑΝΑΚΗ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ - ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ
Γεωπολιτικές επιδιώξεις πίσω από νέες, χρυσοφόρες επενδύσεις

Στιγμιότυπο από τη θερμή υποδοχή του Σαουδάραβα βασιλιά Σαλμάν στο αεροδρόμιο του Καΐρου από τον Πρόεδρο Σίσι
Στιγμιότυπο από τη θερμή υποδοχή του Σαουδάραβα βασιλιά Σαλμάν στο αεροδρόμιο του Καΐρου από τον Πρόεδρο Σίσι
Υποσχέσεις και συμφωνίες για έργα και επενδύσεις 22 έως 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων έβγαλε από τις αποσκευές του ο Σαουδάραβας βασιλιάς Σαλμάν, στη διάρκεια πενθήμερης επίσκεψης που πραγματοποίησε από τις 7 έως τις 11 Απρίλη στην Αίγυπτο. Οι συμφωνίες που έκλεισε με τον Αιγύπτιο Πρόεδρο, Αμπντέλ Φατάχ Σίσι, δίνουν γερή ανάσα στην αιγυπτιακή κυβέρνηση, την αστική τάξη και τα αιγυπτιακά μονοπώλια, που τα τελευταία χρόνια δέχονται ασφυκτικές πιέσεις από τα αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα, την εξάντληση των αποθεματικών σε ξένο συνάλλαγμα, τις κλιμακούμενες επιθέσεις τζιχαντιστών στη Βόρεια Χερσόνησο Σινά και το άνοιγμα ποικίλων μετώπων και συρράξεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής (Υεμένη, Συρία, Ιράκ), που προκαλούν, μεταξύ άλλων, οι εντεινόμενες κόντρες ιμπεριαλιστών σε διεθνές επίπεδο, αλλά και ο περιφερειακός γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν.

Εντούτοις, η γερή ανάσα πνοής που προσφέρουν τα «δώρα» του Σαουδάραβα μονάρχη, αφενός δεν αφήνουν περιθώρια για αισιοδοξία και ανακούφιση του ταλανιζόμενου από τη φτώχεια και την εκμετάλλευση αιγυπτιακού λαού, ούτε έρχονται δίχως ανταλλάγματα. Η απόφαση, μάλιστα, του Προέδρου Σίσι να ανακοινώσει την εκχώρηση στη Σαουδική Αραβία των στρατηγικών (πλην ακατοίκητων) νησιών Τιράν και Σαναφίρ στον Κόλπο της Ακαμπα στην Ερυθρά Θάλασσα, λίγο πριν την αναχώρηση του Σαλμάν από το Κάιρο, δημιούργησε πόλωση στο λαό και έδωσε τροφή για σχόλια στην αντιπολίτευση, πως εκχωρήθηκε αιγυπτιακό έδαφος και μάλιστα σε στρατηγική θέση, επειδή ο Σίσι «αγοράστηκε από τον Σαλμάν»... Ο σάλος που προκάλεσε αυτή η κίνηση ήταν τέτοιος, που ανάγκασε τον Πρόεδρο Σίσι να δώσει μεσοβδόμαδα εξηγήσεις σε τηλεοπτικό διάγγελμα, υποστηρίζοντας ούτε λίγο - ούτε πολύ ότι τα νησιά δεν ήταν ανέκαθεν αιγυπτιακά αλλά στη δικαιοδοσία της Σ. Αραβίας μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε η σαουδαραβική μοναρχία ζήτησε από την Αίγυπτο να τα καταλάβει, για να τα προστατεύσει από τους Ισραηλινούς στους πολέμους που επακολούθησαν έως το 1967.

Ανεξάρτητα από το πόσο πειστικές ή όχι ήταν οι «εξηγήσεις» του Σίσι, γεγονός είναι πως η «παράδοση» των νησιών έγινε εν γνώσει και σε συνεννόηση της Αιγύπτου με το Ισραήλ, το οποίο βγαίνει επίσης ωφελημένο από την εξέλιξη, καθώς πλέον δεν θα ζητά την αιγυπτιακή άδεια για διέλευση στην Ερυθρά Θάλασσα, στην οποία αποκτά πλήρως πρόσβαση. Ισραηλινοί αναλυτές έσπευσαν, μάλιστα, να θριαμβολογήσουν, υποστηρίζοντας ότι μετά από την εκχώρηση των νησιών Τιράν και Σαναφίρ στη Σ. Αραβία, «το Ισραήλ αποκτά νέο στρατηγικό και πολιτικό πλεονέκτημα στην περιοχή, με κόστος τη διατήρηση στην περιοχή ενός μονάρχη (Σαουδάραβας βασιλιάς Σαλμάν) και ενός δικτάτορα» (εννοώντας τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Σίσι).

Σχέδια και αντιθέσεις

Με άλλα λόγια, η επίσκεψη Σαλμάν στο Κάιρο όχι μόνο τάραξε τα νερά, αλλά δημιουργεί μεσοπρόθεσμα νέα οικονομικά, γεωπολιτικά δεδομένα στην περιοχή, με φόντο περιφερειακές εντάσεις, κρίσιμες αντιπαραθέσεις σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο και οικονομικές πιέσεις. Αποκτά συνεπώς ιδιαίτερη βαρύτητα, όχι λόγω ή μόνο του πακτωλού χρήματος που προσφέρουν τα επενδυτικά σχέδια και οι 17 διμερείς συμφωνίες (τα οποία έτσι κι αλλιώς δεν ήταν ποτέ ξένα στην Αίγυπτο από τους Σαουδάραβες Κροίσους που επενδύουν στην περιοχή εδώ και δεκαετίες), αλλά επειδή γίνονται σε διακρατικό επίπεδο. Η στήριξη, ως εκ τούτου, του Σαλμάν στον Πρόεδρο Σίσι δεν γίνεται από «αδελφικό» ενδιαφέρον, αλλά με προσδοκίες μεσοπρόθεσμης στήριξης, «εναρμόνισης» και σύμπλευσης, ει δυνατόν, σε πεδία αντιπαράθεσης που έχουν οι δύο χώρες: όπως π.χ. συμβαίνει με τη Συρία και τον Πρόεδρο Μπασάρ Ασαντ, τον οποίον οι Αιγύπτιοι αντιμετωπίζουν φιλικά και οι Σαουδάραβες κάνουν σχεδόν το παν, εδώ και περίπου μία δεκαετία, προκειμένου να τον ανατρέψουν. Οχι βεβαίως από προσωπική εμπάθεια, αλλά επειδή αντιδρά στα ενεργειακά σχέδια που εκείνοι επιδιώκουν να προωθήσουν προς την Ευρώπη, μέσω του λεγόμενου «Αραβικού Αγωγού» που σχεδιάστηκε εξαρχής να ξεκινά από το Κατάρ και να περνά από τη Συρία, μέχρις ότου μεταφέρει στην Ευρώπη αραβικό φυσικό αέριο. Με ό,τι βεβαίως αυτό συνεπάγεται όσον αφορά την άλλη κόντρα του αραβικού μεγάλου κεφαλαίου με τους Ρώσους, που επίσης ενδιαφέρονται να διατηρήσουν το μεγάλο κομμάτι της «πίτας» που έχουν στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά...

Κόντρες μεταξύ των δύο χωρών υπάρχουν και εξαιτίας της προσπάθειας της Σ. Αραβίας να «σύρει» την Αίγυπτο σε γεωπολιτική αντιπαράθεση με το Ιράν, επιδιώκοντας τη συμμετοχή της στην ιμπεριαλιστική εναέρια και χερσαία επέμβαση που γίνεται εδώ και 13 μήνες σε βάρος της φτωχότερης χώρας της Αραβικής Χερσονήσου, την Υεμένη...

Δεν αποκλείεται το σαουδαραβικό χρήμα να κάμψει τις παραπάνω αντιδράσεις, με ενδιαφέρουσες επιπτώσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής.

Από την άλλη, οι επενδύσεις των Σαουδαράβων στην Αίγυπτο εξυπηρετούν και τα σχέδια του Ριάντ για απεξάρτηση της οικονομίας της χώρας από τα πετρέλαια, δεδομένων των σχεδίων αναδιάρθρωσής της, μεταξύ άλλων και με τη δημιουργία ενός τεράστιου επενδυτικού ταμείου πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων που θα προκύψει, εν μέρει, από την πώληση σημαντικού μέρους των μετοχών της μεγαλύτερης πετρελαϊκής εταιρείας στον κόσμο, την ARAMCO. Οι Σαουδάραβες, ας μην ξεχνάμε, μέσα στο τελευταίο εξάμηνο αφενός δέχτηκαν τις προειδοποιήσεις του ΔΝΤ για πιθανή χρεοκοπία τους έως το 2020, εάν δεν αλλάξουν στρατηγική στην οικονομική πολιτική τους (λόγω των χαμηλών διεθνών τιμών πετρελαίου), και αφετέρου δέχτηκαν υποβάθμιση του επιπέδου της πιστοληπτικής ικανότητας της σαουδαραβικής οικονομίας από τους χρηματοπιστωτικούς οίκους αξιολόγησης «Στάνταρντ εντ Πουρς» και «Φιτς».

Δεν είναι έτσι τυχαίο πως ανάμεσα στις 17 συμφωνίες που υπέγραψαν Σαουδάραβες και Αιγύπτιοι αξιωματούχοι, είναι και εκείνη που αφορά στη δημιουργία κοινού επενδυτικού ταμείου με αρχικά διαθέσιμα ύψους 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων και τη δημιουργία μίας «φαραωνικής» γέφυρας, πολλών δεκάδων χιλιομέτρων, που θα ενώνει την Αίγυπτο με τη Σαουδική Αραβία και κατ' επέκταση την Αφρική με την Ασία...



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ