Στο σημερινό 4σέλιδο «Νεολαία» μπορούμε να βρούμε:
-- Ρεπορτάζ από την εκδήλωση της Τομεακής Οργάνωσης Πειραιά της ΚΝΕ για τον κομμουνιστή επαναστάτη Τσε Γκεβάρα.
-- Αφιέρωμα Οκτωβριανή Επανάσταση και Παιδεία: Από τις πρώτες εντυπώσεις του Κώστα Βάρναλη από την ΕΣΣΔ.
-- Για την κατάσταση των εργαζομένων σε Ερευνητικά Κέντρα.
Αποσπάσματα από την ομιλία του Μανώλη Ραπανάκη, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ, στην εκδήλωση που έγινε στον Πειραιά
Fernando Garcia - Oscar Sola |
Τα παραπάνω τονίστηκαν στην εκδήλωση που διοργάνωσε την Κυριακή 8 Οκτώβρη η Τομεακή Οργάνωση Πειραιά της ΚΝΕ με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη δολοφονία του κομμουνιστή επαναστάτη Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Ομιλητής στην εκδήλωση ήταν ο Μανώλης Ραπανάκης, μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ, ο οποίος τόνισε μεταξύ άλλων:
«(...) Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ήταν κομμουνιστής, υπερασπιστής του σοσιαλισμού - κομμουνισμού και της ΕΣΣΔ, την οποία είχε επισκεφτεί και αναφέρει θετικά σε άρθρα και ομιλίες του ουκ ολίγες φορές. Συνέβαλλε και μάλιστα θετικά στον προβληματισμό του κομμουνιστικού κινήματος για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση γύρω από ζητήματα που απασχολούσαν και ήταν αντικείμενο διαπάλης, όπως ο ρόλος του νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό, τα υλικά και ηθικά κίνητρα για την παραγωγή, ο ρόλος του χρήματος - ζητήματα για τα οποία το Κόμμα μας κατέληξε σε πλούσια συμπεράσματα στο 18ο Συνέδριο και καλό είναι να τα μελετήσουμε όλοι μας.
Ο Τσε, βέβαια, ήταν προσωπικότητα της εποχής του, της εποχής μας, εποχής περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Ηταν μάρτυρας της παγκόσμιας ανόδου του κύρους των κομμουνιστικών ιδεών, ειδικά μετά τον καθοριστικό ρόλο της ΕΣΣΔ στη συντριβή του φασιστικού άξονα, με τις τιτάνιες προσπάθειες και ανυπολόγιστες θυσίες του σοβιετικού λαού. Ηταν περίοδος που η χώρα των Σοβιέτ έκανε νέα "θαύματα" στην κατάκτηση της γνώσης, της επιστήμης, στη θεαματική άνοδο της ποιότητας ζωής των Σοβιετικών πολιτών, "θαύματα" που αποδείκνυαν την πραγματική ανωτερότητα των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής, των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής και του κεντρικού σχεδιασμού. Ηταν εποχή ανόδου των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο, κινήματα που κλόνιζαν το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα και ενοχλούσαν ειδικά την ηγέτιδα δύναμη, τις ΗΠΑ, στο βαθμό που συνδέονταν με την ΕΣΣΔ και τις σοσιαλιστικές χώρες, με τις επαναστατικές κομμουνιστικές ιδέες.
Πολλά σωστά πράγματα θα ακούσουμε για τον Τσε. Θα ακούσουμε ότι ήταν ακούραστος, πολύπλευρος, μελετηρός, παραδειγματικός. Θα ακούσουμε ότι δεν άντεχε την αδικία, ότι έμπαινε χωρίς δισταγμό να βοηθήσει λεπρούς και άρρωστους, ότι συμμετείχε σε λαϊκές κινητοποιήσεις στο μεγάλο ταξίδι του στις χώρες της Λ. Αμερικής, ότι διώχθηκε και φυλακίστηκε από τις κρατικές αρχές στο Μεξικό, πριν καταλήξει στο πλοιάριο της "Γκράνμα", που μετέφερε τους αντάρτες του Φιντέλ και τον Τσε στην απόβαση στην Κούβα, για να ξεκινήσουν το αντάρτικο ενάντια στο καθεστώς του δικτάτορα Μπατίστα.
Ομως, το καθοριστικό αυτό που δίνει ποιοτικό περιεχόμενο σε αυτά τα προσωπικά χαρακτηριστικά του Τσε Γκεβάρα, είναι ότι διαμορφώθηκε σε επαναστάτη μέσα από την επαφή του με τη μαρξιστική - λενινιστική κοσμοθεωρία, με τις αρχές του κομμουνισμού, με τη δύναμη που δίνει η οργάνωση του ΚΚ.
Δεν είναι το καθοριστικό ότι είναι ένα πολύπλευρο άτομο με ανησυχίες, αλλά ότι αυτές τις εντάσσει στην οργανωμένη επαναστατική προσπάθεια, τις εντάσσει στη δύναμη που δίνει η οργάνωση, το επαναστατικό Κόμμα.
Δεν είναι το καθοριστικό το συγκρουσιακό πνεύμα του, αλλά ότι κατανοεί το ενάντια σε ποιον να συγκρουστούμε, με ποιο σκοπό, με ποιο σχέδιο και όχι τυφλά, αλλά για να νικήσει η υπόθεση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης.
Δεν είναι το καθοριστικό ότι πήρε το όπλο, έγινε πολεμιστής και μάλιστα αναδείχθηκε σε Κομαντάντε, αλλά ότι το όπλο του και την πολεμική του ικανότητα την έθεσε στην πάλη για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό (...).
Στο σήμερα το χέρι απλώνει ο καθένας και η καθεμιά που μπαίνει στον αγώνα για την ανατροπή της εξουσίας των καπιταλιστών, για τη νέα κοινωνία, το σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Το χέρι απλώνει ο μαθητής που ψάχνεται και κάνει πέρα ναρκωτικά, φασιστικές σαβούρες και μοιρολατρία και ψάχνει τη διέξοδο στον αγώνα και τη συλλογική πάλη. Το χέρι απλώνει ο νέος εργαζόμενος που στέκεται με αφοβία μπροστά στον κίνδυνο της απόλυσης λόγω της συνδικαλιστικής δράσης και της απεργίας. Το χέρι απλώνει αυτός που κάνει το βήμα να οργανωθεί στην ΚΝΕ, για να συμβάλλει και αυτός στο μεγάλο σκοπό μας. Το χέρι απλώνουν οι χιλιάδες κομμουνιστές που κόντρα στις αντιξοότητες, κρατάνε ψηλά τη σημαία με το σφυροδρέπανο, τη σημαία που στοιχειώνει τον ύπνο των εκμεταλλευτών απανταχού της Γης.
Για να γίνει πραγματικότητα ο μεγάλος σκοπός, για να έρθει η ώρα να το αποφασίσει η πλειοψηφία της εργατικής τάξης, απαιτείται η δική μας σημερινή ακούραστη δουλειά και προσπάθεια. Πρέπει όσοι έχουμε πάρει απόφαση και έχουμε οργανωθεί στη Νεολαία του ΚΚΕ, την ΚΝΕ, να γίνουμε ακόμα καλύτεροι στο πώς δίνουμε τη μάχη στο χώρο μας για να κερδίσουμε τους νέους που σήμερα δεν πιστεύουν ότι μπορούν να γίνουν αυτά που λέμε.
Πρέπει όμως και όσοι ακόμα δεν το έχουν πάρει απόφαση έως τώρα, να κάνουν το βήμα και να οργανωθούν στην ΚΝΕ, στο σχολείο των νέων κομμουνιστών. Δεν περισσεύει κανένας νέος από αυτόν το μεγάλο αγώνα. Μόνο μέσα από τη συμμετοχή στην οργανωμένη δράση μπορούμε πραγματικά ο καθένας μας να χτίσει την κομμουνιστική του προσωπικότητα. Ολοι οι ήρωες, όπως ο Τσε και πολλοί άλλοι, δεν γεννήθηκαν ήρωες. Εγιναν ήρωες αφού αντρώθηκαν μέσα στην ταξική πάλη».
Ο Βάρναλης ταξίδεψε το 1934 στη Μόσχα, όπου μαζί με τον Δημήτρη Γληνό πήρε μέρος στο πρώτο Συνέδριο των Σοβιετικών Συγγραφέων (17 Αυγούστου - 1 Σεπτέμβρη) και έμεινε στην πόλη περίπου ένα μήνα, ζητώντας να επισκεφτεί πολλά μέρη, πέρα από τις εργασίες και τις εκδηλώσεις στο πλαίσιο του Συνεδρίου (στα άρθρα του αυτό αναφέρεται και ως Φεστιβάλ). Τα άρθρα που περιγράφουν τις εντυπώσεις του, δημοσιεύτηκαν στα τέλη Σεπτέμβρη - αρχές Νοέμβρη στην εφημερίδα «Ελεύθερος Ανθρωπος» και σε αυτά έχει μεγάλη αξία να αναλογιστούμε την εποχή και να παρατηρήσουμε τη σύγκριση που κάνει ο Βάρναλης με την κατάσταση της Παιδείας στη χώρα μας και τα αιχμηρά του σχόλια.
Το παρακάτω άρθρο τιτλοφορείται «Επίσκεψις εις ένα Σοβιετικό Σχολείο», ενώ δημοσιεύουμε ακόμα και το άρθρο για την καλλιτεχνική μόρφωση των παιδιών, κάτι που τότε για την Ελλάδα αποτελούσε... ξένη λέξη (διατηρούμε την ορθογραφία και τους υπότιτλους του Βάρναλη).
Εχει 10 τάξεις, εξόν την τάξη 0 για τα πολύ μικρά, ανάλογη με την παλιά δική μας "πρώτη μισή"! Κάθε τάξη δε μπορεί να έχη περισσότερα από 45 παιδιά, το ανώτατο όριο που επιτρέπει η παιδαγωγική. Αλλ' εμείς οι Ρωμιοί κατορθώνουμε να κοροϊδέψουμε και την παιδαγωγική. Τα 80 - 90 παιδιά σε στενή αίθουσα που τα περισσότερα φέρνουν από το σπίτι τους το σκαμνί τους για να κάθωνται, είνε συνειθησμένο ρεκόρ που τιμά την "νοημοσύνην" μας.
Αφίνω πως τα σχολικά όργανα, τα απαραίτητα για τη διδασκαλία των φυσικών μαθημάτων, τα... ζωγραφίζει ο δάσκαλος στον πίνακα με την κιμωλία. Τι Κατήχηση, τι Φυσική!...
Σαν το σχολείο που επισκεφτήκαμε υπάρχουν έως 340 σήμερα στη Μόσχα.
Οταν μπήκαμε την οξώπορτα, βρήκαμε την αυλή του γεμάτη άντρες και γυναίκες με κοκάρδες στην κουμπότρυπα ή στο μπούστο, με γυαλιά, με μούσι, με ρεντιγκότες οι άντρες, με γυαλιά, με γκρίζα μαλλιά και με υποχρεωτικό χαμόγελο οι γυναίκες. Δε μπορεί να μην είνε ξένοι και δάσκαλοι! Είτανε πραγματικά καμιά πενηνταριά Γάλλοι καθηγητές και δάσκαλοι, που είχαν έρθει εκείνες τις ημέρες στη Μόσχα για να μελετήσουν επί τόπου το εκπαιδευτικό σύστημα της Σοβιετικής Ρωσίας, που αληθινά κινεί το ενδιαφέρον όλου του κόσμου. Να λοιπόν πώς η πολιτισμένη Γαλλία, η Χώρα - Φως, έρχεται στη Σκυθία να... φωτιστή. Πώς λοιπόν να μη βγάλη κανείς το φωτεινό κι ανυπόκριτο συμπέρασμα, πως... οι κοινοβουλευτικές δημοκρατίες έχουνε χρεωκοπήσει; Αν η Γαλλία είτανε... φασιστική, δε θα είχε ανάγκη από ξένα φώτα - θα έσβυνε και τα δικά της! Θα εξώριζε τον... Παστέρ και θα έσπαζε τους ανδριάντες του Ουγκώ!
Η κόκκινη γραβάτα κυριαρχεί... το λειρί της μπολσεβίκικης νεολαίας, που είνε πρώτη στα μαθήματα και στη διαγωγή και στα φρονήματα. Σημείωση: τα μπολσεβικάκια, όταν είνε 8 χρονών φαίνονται για... 12 κι όταν είνε 12 φαίνονται για... 15! Ράτσα!
Μας υποδέχεται μια δασκάλα που μιλάει Γαλλικά, πράγμα σπανιώτατη στη Ρωσία, γιατί οι ξένες γλώσσες που διδάσκονται στα σχολεία, ανώτερα και κατώτερα, και που μπορεί να συνεννοηθή κανείς, είνε τα Γερμανικά και τα Εγγλέζικα. Μας πηγαίνει στο γραφείο του σχολείου, όπου καθήσαμε γύρω στο μεγάλο τραπέζι των συνεδριάσεων του καθηγητικού συλλόγου.
"Είμαι ευτυχής, αρχίζει, που επισκέπτεσθε το σχολείο μας, γιατί πέρυσι τον ίσιο καιρό το είχε επισκεφθή και ο Ερριώ". Συγκίνηση και ευχαρίστηση στο Γαλλικό καθηγηταριό. Με την πρώτη κουβέντα κέρδισε την "εύνοια του ακροατηρίου". Είνε λοιπόν ή δεν είνε μαέστροι στη ρητορική τέχνη οι μπολσεβίκοι; "Στο σχολείο μας φοιτούν 1.100 παιδιά χωρισμένα σε δυο ομάδες, η μια (τα μικρότερα) φοιτά το πρώι κι η άλλη (τα μεγαλείτερα) το απόγευμα".
Κυττάζω αντίκρυ μου στον τοίχο κρεμασμένη μια πινακίδα, η οποία δίνει τον αριθμό των μαθητών κατά εθνικότητες: 789 Ρουσάκια, 266 Εβραιάκια, 11 Γερμανιδάκια, 1 Εγγλεζάκι κ.λπ.
Και πώς να μη συλλογιστή κανείς το δικό μας εκπαιδευτικόν... αραμπά, που οι εγγραφές και οι εξετάσεις βαστάνε ένα... εξάμηνο και οι παραδόσεις; πότε επιστράτεψη, πότε πρόσφυγες, πότε πλημμυροπαθείς..., πότε ...τύφος, μόλις γίνονται ένα μήνα και σε "ξένη" γλώσσα, την καθαρεύουσα, που είνε χειρότερη κι από επιστράτεψη κι από τύφο!
"Στις 4 το απόγευμα της 1ης του Σεπτέμβρη μαζεύονται πάλι τα παιδιά στο σχολείο και ετοιμάζονται για τη γιορτή των κομμουνιστικών νεολαιών, που θα παρελάσουν από την Κόκκινη Πλατεία μπροστά από το Μαυσωλείο του Λένιν". Πεντακόσιες χιλιάδες παιδιά, το πιο συγκλονιστικό θέαμα για όποιον πιστεύει στο μέλλον αυτού του κόσμου!
"Τη 2α Σεπτεμβρίου το πρωί αρχίζουνε ταχτικά τα μαθήματα".
Εννοείται, ούτε χαρτόσημα εγγραφής, ούτε μυθικές τιμές βιβλίων - έμμεσος τρόπος για ν' αριστοκρατικοποιήται η εκπαίδευση του Λαού. τα φτωχά μάλιστα παιδιά παίρνουνε το πρωινό τους ή το βραδυνό τους φαγί τζάμπα, τα βιβλία τους τζάμπα, παπούτσια και ρούχα τζάμπα. Σ' αυτό το σχολείο υπάρχουνε 200 τέτια φτωχά παιδιά, δηλ. το 1/5 όλου του αριθμού. (Στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας επάνω σε 5 χιλ. φοιτητές οι 4 χιλ. είνε... υπότροφοι του Κράτους, δηλ. τα 80%).
Αυτή είνε πραγματικά λαϊκή παιδεία.
Μέσα στα μαθήματα του προγράμματος υπάρχουν: κοινωνικές επιστήμες, βιολογία, εργασία (στα εργαστήρια χειροτεχνία, ξυλουργικής, σιδηρουργίας). Κάθε σχολείο είνε προσαρτημένο σε μια φάμπρικα, όπου πηγαίνουνε τα παιδιά και βλέπουν και μαθαίνουν τι είνε πραγματικές μηχανές ή σ' ένα κολχόζ που πηγαίνουν και μαθαίνουν και ασκούνται στη μηχανοποιημένη γεωργική δουλειά. Το σχολείο που επισκεφτήκαμε είνε προσκολλημένο στα τυπογραφεία της "Ισβέστιας".
Με αυτόν τον τρόπο η εκπαίδευση της Ρωσίας δεν είνε αφαιρεμένη δεν είνε ιδεαλιστική, αλλά ρεαλιστική, πολυτεχνική, όπως είπαμε. Δεν έχει σκοπό να δημιουργήση πολίτες αερολόγους και μυθομανείς και θεσιθήρες, μα πολίτες χρήσιμους, παραγωγικούς. Η δική μας εκπαίδευση είνε η περισσότερο από όλων των αστικών Κρατών δίχως μέλλον. ("Η γραμματική... οξύνει τον... νουν"!)
"Ο γιατρός έρχεται κάθε μέρα και παρακολουθεί την υγιεινή κατάσταση των μαθητών".
Σε μιαν αίθουσα τα παιδάκια των 9 χρονών κάνουνε φυσική αγωγή. Περπατούνε το ένα κατόπι στο άλλο κυκλικά χτυπώντας τα παλαμάκια με τη συνοδεία πιάνου. Σε άλλη αίθουσα αγόρια και κορίτσια μεγαλείτερα κάνουνε μάθημα μουσικής με το πιάνο κι αυτά. Τραγουδούνε για χατήρι μας μερικά λαϊκά Ρούσικα τραγούδια. Ωμορφα κεφάλια, λαμπρές και πειθαρχημένες φωνές.
Επισκεπτόμαστε κατόπι τα εργαστήρια φυσικής και χημείας. Πολύ καλά, - του Μπόλσεβου καλλίτερα. Και ύστερα πηγαίνουμε στα εργοστάσια των παιδιών: ένα ξυλουργείο, δυο μηχανουργεία. Μεγάλες ολοφώτεινες αίθουσες με τραπέζια της δουλειάς και διάφορα στοιχειώδη μηχανήματα. Το παιδί μαθαίνει να τα μεταχειρίζεται και παίρνει την πρώτη γνωριμιά του με την παραγωγική εργασία. Για τα πολύ μικρά, υπάρχει εργαστήριο χειροτεχνίας.
Ωρα φαγητού. 11.30 - 12 το πρωί. Είνε το δεύτερο πρόγευμα για τα μεγαλείτερα παιδιά. Τα μικρότερα έχουνε φάει προτήτερα. Πάμε στη σάλλα της τραπεζαρίας. 25 τραπέζια με 8 καρέκλες το καθένα. Απάνου σε κάθε τραπέζι λουλούδια και 8 ποτήρια... κομπόστα. Μπαίνουνε τα μικρά χαρούμενα και χωρίς να σπρώχνωνται και κάθονται καθένα στην ωρισμένη του θέση. Τους σερβίρεται το αιώνιο μπορς με μια ξυνή γαλατόκρεμα. Υστερα ένα πιάτο πατάτες. Και τελευταία... βάζουνε χέρι στην κομπόστα τους, που είνε για την παιδική ηλικία, το κορύφωμα της μακαριότητας.
Ολα αυτά με 40 καπίκια.
Η δασκάλα μας λέγει: "14 μέρες το μήνα τρώνε κρέας, 6 ψάρι και τις ρέστες λαχανικά".
Παρακολουθήσαμε κατόπι ένα μάθημα γλωσσικό (ΣΤ' τάξη) και ένα μάθημα ιστορίας (Ε' τάξη). Ακρα ησυχία. Τα παιδιά δε σηκώνουνε το δάχτυλο όπως σ' εμάς, αλλά την παλάμη ολάκερη. Αλλωστε και με την παλάμη φερμένη σπαθωτά μπροστά στο πρόσωπο χαιρετάνε... πιονιερίστικα.
Παίρνω ένα αναγνωστικό: Αποσπάσματα από Ρώσους συγγραφείς του ΙΘ' αιώνα και σύγχρονους: Τολστόη, Τουργκένιεφ, Γκόρκυ, Σεραφίμοβιτς, Μπέντνι, Νέβερωφ, Σόλοχωφ. Μια εισαγωγή, όπου αναπτύσσονται οι γνώμες του Λένιν, του Μαρξ για την κοινωνική σημασία της λογοτεχνίας.
Τα παιδιά έχουνε μέσα στο σχολείο "κύκλους φιλολογικούς" όπου συζητούνε αναμεταξύ τους ή με τους δασκάλους, ή με τους... ίδιους τους συγγραφείς, που έρχονται κάπου - κάπου στο σχολείο, διάφορα λογοτεχνικά θέματα, όπως ακριβώς κάνουνε κι οι εργάτες στις λέσχες τους.
Στο μάθημα της ιστορίας - μα δεν είνε ιστορία αυτέ! Δεν είνε δηλ. αφήγηση πολέμων και διαδοχή ηρώων, βασιλέων κτλ. Είνε ιστορία του πολιτισμού.
Παίρνω πάλι ένα βιβλίο στο χέρι. Φυλλομετρώ. Ολα εξηγημένα με τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού. Ο άνθρωπος, που εξελίσσεται με την αδιάκοπη πάλη των τάξεων.
Η δασκάλα εξηγεί πώς διαιρείται χρονολογικά η ιστορία, πώς δηλ. τα χρόνια είνε χωρισμένα σε πριν Χριστού και μετά Χριστόν! Οχι και τόσο εύκολο πράμα σ' ένα σχολείο... αθεϊστικό».
*Πρόκειται για τον Εδουάρδο Ερριώ (1872 - 1957), Γάλλο πολιτικό, καθηγητή Λογοτεχνίας και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Διατέλεσε πρωθυπουργός το 1924 - '25, οπότε και αποκατέστησε τις διπλωματικές σχέσεις με την ΕΣΣΔ, αλλά και το 1932, οπότε και υπέγραψε με την ΕΣΣΔ Σύμφωνο μη επίθεσης.
Γιατί, αν όλες οι εντυπώσεις, που πήραμε από το Ρούσικο θέατρο είνε ό,τι πολυτιμότερο έχει θησαυρίσει ως τώρα η καλλιτεχνική μας πείρα, οι εντυπώσεις από το «Παιδικό θέατρο» είνε κάτι ολότελα καινούργιο, μια αποκάλυψη άγνωστου κόσμου.
Κι αν όλη η εκπολιτιστική δράση της Επανάστασης περιωριζότανε μονάχα στο να δώση στα παιδιά τη χαρά της ζωής με τα προσχολικά τους ιδρύματα και με τα σχολεία όπως και την ψηλή χαρά της Τέχνης με τα θέατρά τους, τους κινηματογράφους και τα ραδιόφωνά τους, θα άξιζε τον κόπο χίλιες φορές να γίνη αυτή η Επανάσταση.
Υπάρχουν σήμερα σ' όλη την Ενωση ίσαμε 100 θέατρα για παιδιά, πάνω από 4.000 κινηματογράφοι σχολικοί κι ένα σωρό ραδιόφωνα επίσης σχολικά.
Κι όλος αυτός ο «κόσμος της καλλιτεχνικής μόρφωσης του παιδιού δεν είνε αφημένος στην τύχη. Είνε ωργανωμένος από το Κράτος όσο μπορεί καλλίτερα, και μπιστεμένος στα χέρια ειδικών παιδαγωγών. Επισκεφτήκαμε στη Μόσχα ένα «Ινστιτούτο της καλλιτεχνικής μόρφωσης του παιδιού», που διευθύνει όλη αυτή τη δουλειά. Υπάρχει σ' αυτό το Ινστιτούτο τμήμα κινηματογράφου, τμήμα ραδιοφώνου, τμήμα πλαστικής και ιχνογραφίας, τμήμα παιγνιδιών και τμήμα παιδολογικό, όπου εξετάζονται με όλα τα επιστημονικά μέσα τα παιδιά που έχουν καλλιτεχνική ιδιοφυία κλπ. κλπ. Βγάζει και ένα περιοδικό («Οδηγός») που κυκλοφορεί σε 35 χιλ. Αντίτυπα και στέλνεται σ' όλα τα σχολεία. Αυτό το περιοδικό δίνει στα παιδιά μουσικά ή θεατρικά κομμάτια για να παίζουν (στα περισσότερα σχολεία, όπως έγραψα σε προηγούμενο άρθρο μου, τα παιδιά έχουνε δικό τους «δραματικό όμιλο»).
Μέσα σ' αυτό το ίδρυμα υπάρχει κι ένα θέατρο με 1000 θέσεις όλο από δρυ. Σ' αυτό όπως και στο άλλο (το «Παιδικό θέατρο»), που δόθηκε «ο αραπάκος κι η μαϊμού» παίζουνε μεγάλοι ηθοποιοί για τα παιδιά. 4 ειδικά θεατρικά «τέχνικουμ» παρασκευάζουνε το κατάλληλο προσωπικό των παιδικών αυτών θεάτρων. Είνε αυτονόητο, πως τα θέατρα αυτά δίνουνε τις παραστάσεις μονάχα την ημέρα και συνήθως δυο παραστάσεις την ημέρα.
Πριν αρχίση η παράσταση, όπως και κατά τα διαλείμματα ειδικοί «παιδαγωγοί» απασχολούνε τα παιδάκια με διάφορα αστεία παιγνίδια, γυμναστική, χορούς κτλ., για να μη πλήττουν, να ξεκουράζωνται και να φρεσκάρωνται για το καθαυτό θέαμα - το σκηνικό έργο. Και να μαθαίνουνε και πειθαρχία!...
Αλλ' ας αφήσουμε τις γενικότητες κι ας ιδούμε με τα μάτια μας πώς «διεξάγεται», πώς οργανώνεται επιστημονικά και με σχέδιο όλη αυτή η χαρούμενη φασαρία των μικρών, που βουίζουνε σα μελισσολόγι μέσα στο χωλλ του ναού της Τέχνης.
Η παράσταση δινότανε στις 11 το πρωί.Οταν είχαμε φτάσει εμείς οι ξένοι του Συνεδρίου, το χωλλ είτανε γεμάτο από παιδάκια που ένας παιδαγωγός, σβέλτος και με δυνατή φωνή τα είχε βάλει σε κύκλο γύρω του και τους έκαμνε διάφορα παιγνίδια. Γύρω γύρω οι γονιοί των μικρών, οι ξένοι και οι ξένες του Φεστιβάλ στεκόντανε όρθιοι, με μια γελούμενη ευφροσύνη χυμένη στα πρόσωπά τους και στα μάτια τους. Και κοιτάγανε απορροφημένοι από το θέαμα - ποιος ξαίρει, ίσως γινόμενοι κι οι ίδιοι για μια στιγμή παιδιά.
- Ο,τι κάνω εγώ θα κάνετε και σεις! Πιάνω τη μύτη μου (τα παιδιά πιάνουνε τη μύτη τους). Πιάνω το πηγούνι μου (τα παιδιά πιάνουνε το πηγούνι τους). Πιάνω το γόνατό μου (τα παιδιά πιάνουνε το γόνατό τους). Πιάνω το στόμα μου (τα παιδιά πιάνουνε το στόμα τους, μα ο δάσκαλος έπιασε τ' αυτί του! Τα γέλασε!... Χάχανα, φωνές, μπούγιο, σαματάς!).
Ερχεται κατόπι μια δασκάλα μελαχροινή νεύρο κ' εξυπνάδα. Ξαίρουνε τη δουλειά τους τόσο καλά, όλοι αυτοί, που μήτε μια στιγμή δε σταματάνε για να «σκεφτούνε» ή να σοφιστούνε κανένα νέο παιγνίδι. Αφού κι αυτή τα έβαλε να κάνουνε βηματισμούς διαφόρων ειδών και ρυθμών, ύστερα τους έδωσε διαταγή να χορέψουν. Τρία - τέσσερα κοριτσάκια ξεκόβουν από όλο το τσούρμο και βάζουνε μπροστά τον κοζάκικο χορό με τέτοια μαεστρία, με τέτοια λυγεράδα και με τόσο αίσθημα, που δύσκολα να τα βρης και σε μεγάλους. Κρατώντας το χρωματιστό μαντήλι τεντωμένο με τα δυό χέρια πίσω από το σβέρκο, απλώνοντας και μαζεύοντας γρήγορα το ένα κατόπι στο άλλο τ' άπλερα ποδαράκια, όλη φωτιά, όλη κέφι αυτή η κατάξανθη μπεμπέκα έχει πολύ μεγάλο καλλιτεχνικό μέλλον - και δε θα χαθή. Στη Ρωσία καμιά ατομικότητα, καμιά ικανότητα δεν αφίνεται να χαθή. Κι ο κόσμο χειροκροτεί. Χειροκροτεί τη μεγάλη Ρωσία, τη μεγάλη στοργή της για το Παιδί.
Επειτα τα παραλαβαίνει άλλη δασκάλα, παχουλή και ξανθή. Αλλα παιγνίδια, άλλα αστεία, άλλοι χοροί και στο τέλος εν-δυό, εν-δυό τα παίρνουνε κατά ομάδες, και τα πάνω να τα τοποθετήσουνε στη σάλλα του θεάτρου.
Τα καϋμένα τα παιδάκια! Τις καλλίτερες θέσεις της πλατείας, τις πρώτες - πρώτες τις πήραμε εμείς οι... γέροι! Αυτές είνε προωρισμένες για τα μικρά. Για νάνε κοντά στη σκηνή να βλέπουνε καλλίτερα και να μπορούνε... ν' ανακατεύωνται (ως θα ιδούμε) στην παράσταση. Ωστόσο μερικά πονηρά κατορθώνουνε σιγά - σιγά να γλυστρήσουνε μπροστά και να «καταλάβουν» δικαιωματικά όσα αδειανά καθίσματα υπήρχαν.
Πριν ν' αρχίση η παράσταση ανοίγει η αυλαία και βγαίνει η διευθύντρια του θεάτρου, η «θεία Νατάσα», όπως την ονομάζουνε τα παιδάκια. Θεία Νατάσα! Καμιά 25ριά χρονώ, ολόδροση και πολύ σικ, πολύ κοκέτα, ψηλή και λυγερή, σπάνιο στυλ για τη Ρωσία, όπου οι κοντές και στρουμπουλές είνε ο τύπος που επικρατεί.
Με φωνή λαγαρή και στρωτή χαιρετάει τους ξένους «από χειρογράφου»:
«Το Παιδικό Θέατρο της Μόσχας θεωρεί μεγάλη του ευτυχία που βλέπει εδώ τους ξένους του δεύτερου θεατρικού Φεστιβάλ. Εν ονόματι των καλλιτεχνών και των εργατών της σκηνής, των μουσικών και των παιδαγωγών, εν ονόματι όλης της κολλεχτίβας του θεάτρου σας εύχομαι το καλώς ωρίσατε κτλ».
Και μας εξηγεί την ιστορία του παιδικού θεάτρου: «Οταν μετά την Επανάσταση του Οχτώβρη αρχίσαμε να χτίζουμε για πρώτη φορά σ' όλη την Ευρώπη και σ' όλο τον κόσμο ένα θέατρο για παιδιά, δεν υπήρχε ούτε ένα έργο για παιδιά που να μπορούσε να ικανοποιήση και τις πιο πενιχρές απαιτήσεις... Ετσι το παιδικό τούτο θέατρο έβαλε για σκοπό του να δημιουργήση από το τίποτα μια νέα Τέχνη, την Τέχνη για το παιδί.
»Τη γνώμη πως τα παιδιά δεν καταλαβαίνουνε τίποτα κι έτσι δεν είνε ανάγκη να τους δίνουμε έργα εντελώς πρώτης τάξεως, τη θεωρήσαμε ανάξια λόγου. Τουναντίο η πεποίθηση του παιδιού πως ό,τι βλέπει στη σκηνή είνε η αληθινή και η καλλίτερη τέχνη που υπάρχει, μας εμπνέει στο έργο μας και μεγαλώνει μέσα μας το συναίσθημα της ευθύνης.
»Ενώ το θέατρο για τους μεγάλους δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε κείνους που είνε 30, 40 ή 50 χρονώ, το παιδικό θέατρο δε μπορεί να παραβλέψη την ηλικία. Τα παιδιά των 6-10 χρονώ και τα παιδιά των 14 δεν έχουνε τις ίδιες πνευματικές ικανότητες, ούτε τα ίδια ενδιαφέροντα. Ετσι όχι μονάχα τα θέματα, μα και η φόρμα των έργων αλλάζει ανάλογα με την ηλικία του μικρού θεατή.
»Με διαλέξεις και με συγκεντρώσεις, που οργανώνουμε και στις οποίες καλούμε και τα παιδιά, διατηρούμε μια άμεση σχέση μ' αυτά. Τα παιδιά κριτικάρουν με μεγάλη τους ευχαρίστηση και με πολλή σοβαρότητα τα σφάλματα των παραστάσεών μας... Εξόν αυτό, μετά από κάθε μας παράσταση μας έρχονται ένα σωρό επιστολές και σχέδια (γιατί τα περισσότερα παιδιά δεν μάθανε ακόμα να γράφουν) με τις εξής αντρέσσες: «Μόσχα. Παιδικό θέατρο. Για τη θειά Νατάσα» ή «Στο θέατρο. Για τη Στρουθοκάμηλο!»
«Ο αραπάκος και η μαϊμού» είνε ένα έργο για παιδιά έξη χρονώ. Είνε πολύ δύσκολο να δημιουργήση κανένας έργο για τούτη τη μικρή ηλικία. Ως τόσο το έργο αυτό παίχτηκε επί οχτώ χρόνια γραμμή παραπάνω από 300 φορές.
»Είνε ένα έργο, όπου η μουσική, η ρυθμική κίνηση, το τσίρκο, ο λόγος, ο κινηματογράφος και τα «ντεσσέν ανιμέ» είνε συγχωνευμένα σ' ένα οργανικό σύνολο σύμφωνα με το θέμα.
»Στη μουσική, που σύνθεσε γι' αυτό το έργο ο Λεωνίδας Πολοβίνκιν, δεν εδίστασε να χρησιμοποιήση ρυθμούς ολότελα μοντέρνους, γιατί νομίζουμε πως αυτοί είναι πιο γνώριμοι για ένα παιδί, που ζη με τους ρυθμούς της σύγχρονης ζωής.
»Τελειώνοντας δε μπορώ να μην ομιλήσω για ένα ζήτημα, που πάντα ενδιαφέρει τους ξένους επισκέπτες της Χώρας μας.
»Το ζήτημα: ποιες είνε οι υλικές βάσεις του έργου μας; Ναι, οι «θεατές» μας πληρώνουν 75 καπίκια τη θέση. Ολες οι θέσεις έχουνε την ίδια τιμή. Και τοποθετούμε τα παιδιά κατά το μπόι τους για να μπορούν όλα να βλέπουν. Ετσι χάρη στη μεγάλη φροντίδα της Σοβιετικής Κυβέρνησης, χάρη στην κολοσσιαία βοήθεια που παίρνουμε απ' αυτή κατωρθώσαμε σήμερα νάχουμε μέσα σ' ολάκερη την Ενωση, πάνου από 100 παιδικά θέατρα».
Ετσι μίλησε απάνω - κάτω η «θειά Νατάσα» πριν αρχίση η παράσταση.
Σε ποια πραγματικότητα που βιώνουν οι εργαζόμενοι στην Ερευνα πατάει η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αναδείξει ως βασικό πυλώνα του αναπτυξιακού σχεδιασμού της κυβέρνησης τον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας;
Ο «Ριζοσπάστης» συζήτησε με εργαζόμενους σε ερευνητικά κέντρα, συνδικαλιστές εκλεγμένους με τα ψηφοδέλτια που στηρίζει το ΠΑΜΕ, που απαντούν στις προπαγανδιστικές κορόνες της κυβέρνησης.
«Οι εργαζόμενοι στα ερευνητικά ιδρύματα γνωρίζουν από την πείρα τους τι σημαίνει η Ερευνα και η Καινοτομία να αξιοποιούνται προς όφελος της καπιταλιστικής συσσώρευσης και όχι για την ικανοποίηση των αναγκών της εργατικής τάξης, του λαού. Γνωρίζουν τι σημαίνει να απαξιώνεται η δουλειά τους, να μην μπορούν να συνεχίζουν απρόσκοπτα την ερευνητική τους δραστηριότητα», λέει ο Αντώνης Ρεκλείτης, αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων στα Ερευνητικά Ιδρύματα Ιδιωτικού Δικαίου. Περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατεί στα ερευνητικά κέντρα, υπογραμμίζει ότι «όσοι έχουν απομείνει - και το λέω έτσι γιατί είναι χιλιάδες όσοι έχουν φύγει, καθώς έχουν λήξει οι συμβάσεις τους ή δεν άντεξαν την απληρωσιά - έχουν δει τους μισθούς να μειώνονται, τις διοικήσεις να τους καλούν να υπογράψουν μειωμένες συμβάσεις, τα ινστιτούτα να αποψιλώνονται από προσωπικό».
Τη ζοφερή κατάσταση που επικρατεί στα ερευνητικά κέντρα και αναδεικνύει τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της ερευνητικής δραστηριότητας αποτυπώνει μέσα από το παράδειγμα του ΕΚΕΒΕ «Αλ. Φλέμινγκ» η πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων του Κέντρου Ηλιάννα Μπαρμπαγιάννη:«Εδώ και ενάμιση χρόνο, το ερευνητικό προσωπικό έχει μειωθεί δραματικά, αφού πολλοί, κυρίως μεταδιδάκτορες, αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν λόγω της απαράδεκτης κατάστασης με τις συμβάσεις. Υπάρχουν συνάδελφοι που δουλεύουν αμισθί για πάνω από ένα χρόνο! Για τους υποψήφιους διδάκτορες, η δέσμευση που υπάρχει στη "φύση" του διδακτορικού τούς "αναγκάζει" να δουλεύουν χωρίς σύμβαση και Ασφάλιση, σε χώρους ιδιαίτερα επικίνδυνους, αναμένοντας από μήνα σε μήνα τα νέα προγράμματα. Μεγάλες είναι και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι επιστήμονες που θα ήθελαν να ξεκινήσουν διδακτορικό και δεν το κάνουν, καθώς είναι σε μεγάλο βαθμό καταδικασμένοι να το προχωρήσουν χωρίς λεφτά και εργασιακά δικαιώματα. Ενώ, λοιπόν, οι ανάγκες της ανθρωπότητας για Ερευνα στον τομέα της βιοϊατρικής, για ανακάλυψη νέων εφαρμογών - φαρμάκων, είναι τεράστιες, βλέπουμε ότι "εμποδίζεται" από τον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της Ερευνας».
Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και σε ένα από τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα της χώρας, το ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος». Οπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Γιάννης Λιονής, μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Εργαζομένων στο «Δημόκριτο», «οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, η απλήρωτη εργασία και η εργασιακή ανασφάλεια αποτελούν πικρή καθημερινότητα στο πιο φημισμένο, ίσως, ερευνητικό κέντρο της χώρας. Η αντικατάσταση της σταθερής και μόνιμης δουλειάς με "φτηνότερους" και περιστασιακά εργαζόμενους, ή ακόμα και άμισθους (μέσω της αξιοποίησης των υποψήφιων διδακτόρων για εργασίες που αποτελούν αντικείμενο μόνιμου και εξειδικευμένου προσωπικού) είναι ένας από τους τρόπους προσαρμογής των Κέντρων στην οικονομική ασφυξία που επιφέρει η λειτουργία τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Την ίδια κατεύθυνση ενισχύει και σήμερα η κυβέρνηση, όπως άλλωστε και οι προκάτοχοί της, στην κοινή τους υπηρεσία προς τους επιχειρηματικούς ομίλους και τις στοχεύσεις τους. Αυτό δεν αφήνει ανεπηρέαστη ούτε την ερευνητική δραστηριότητα, την οποία βλέπουν ως μοχλό ενίσχυσης της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Σε όλους εμάς γίνεται ξεκάθαρο ότι η "δίκαιη ανάπτυξη" που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση περνάει πάνω από το πτώμα των εργασιακών μας δικαιωμάτων».
Στο έδαφος αυτής της κατάστασης, η κυβέρνηση διαφημίζει ότι επίκειται εισροή εκατομμυρίων στα ερευνητικά κέντρα. Τι έχουν να περιμένουν οι εργαζόμενοι από τις κυβερνητικές εξαγγελίες; Οπως μας λέει ο Αντ. Ρεκλείτης: «Η κυβέρνηση πλασάρει ως επίτευγμα ότι επιτέλους θα δοθούν στα Κέντρα χρήματα από προγράμματα για τα οποία οι εργαζόμενοι ακούν υποσχέσεις πάνω από δύο χρόνια. Κάθε φορά που κινητοποιούμασταν για να δοθούν λύσεις στα οξυμένα προβλήματα, με κύριο το θέμα των συμβάσεων, οι διοικήσεις των κέντρων, η ΓΓΕΤ και το υπουργείο μάς παρέπεμπαν σε αυτά». Αλλωστε, οι «ενέσεις χρηματοδότησης» που προαναγγέλλει η κυβέρνηση δεν μπορούν να δώσουν οριστική λύση στα προβλήματα των εργαζομένων και των Κέντρων αφού, όπως εξηγεί η Ηλ. Μπαρμπαγιάννη,«αφενός τα νέα προγράμματα δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να καλύψουν τα κενά του προηγούμενου διαστήματος και αφετέρου δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες όλων των εργαζομένων και για επαρκή χρονικό διάστημα». Μια επιπλέον διάσταση αναδεικνύει ο Αντ. Ρεκλείτης, σημειώνοντας ότι «οι κυβερνητικές εξαγγελίες δεν φέρνουν ουσιαστικά τίποτε νέο, ακόμα κι αν επιτέλους έρθουν αυτά τα λεφτά. Πάλι η Ερευνα θα είναι δεσμευμένη στα στενά όρια των διάφορων χρηματοδοτικών προγραμμάτων, πάλι η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων θα κληθεί να εργαστεί υπό τη δαμόκλειο σπάθη της σύμβασης με ημερομηνία λήξης».
Γίνεται σαφές, λοιπόν, ότι ο δρόμος που επιλέγεται και τώρα από την κυβέρνηση είναι ο ίδιος που οδήγησε σε αυτή την κατάσταση. «Από τη στιγμή που αναπαράγονται οι ίδιοι όροι με αυτούς που διαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση, είναι προφανές ότι αναπόφευκτα θα αναπαράγονται και τα προβλήματα», όπως σημειώνει ο Γ. Λιονής. Αλλωστε, όπως συμπληρώνει, «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει σαφή δείγματα γραφής της πολιτικής του στα δυόμιση χρόνια που βρίσκεται στην κυβέρνηση. Τα ερευνητικά κέντρα λειτουργούν υπό το θεσμικό πλαίσιο που ψήφισε αυτή η κυβέρνηση. Οι απολύσεις χιλιάδων συμβασιούχων φέρουν τις υπογραφές της. Οι χιλιάδες νέοι επιστήμονες που έφυγαν από τη χώρα αυτή τη διετία καταγράφονται στα δικά της πεπραγμένα».
«Κανείς εργαζόμενος στα ερευνητικά κέντρα, όπως άλλωστε και κανένας εργαζόμενος γενικά, δεν πρέπει να ξεγελαστεί από το αναπτυξιακό όραμα που πλασάρει η κυβέρνηση. Καλούμε τους συναδέλφους να βγάλουν συμπεράσματα από την πείρα τους, που λέει πως οι σωτήρες μάς τελείωσαν, ότι μόνο η οργάνωση της πάλης στη γραμμή της σύγκρουσης με την πολιτική της ΕΕ, του κεφαλαίου και της κυβέρνησης, με στόχο τον οριστικό ξεριζωμό της, μπορεί να δώσει ελπίδα και αποτελέσματα», τονίζει η Ηλ. Μπαρμπαγιάννη. Η απάντηση στα σημερινά αδιέξοδα μπορεί να βρεθεί στο δρόμο που οδηγεί στην απαλλαγή από τις αιτίες που τα δημιουργούν, στην ανατροπή και την οριστική κατάργηση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Αυτόν το δρόμο μπορεί να τον ανοίξει ένα ρωμαλέο, ταξικά προσανατολισμένο εργατικό κίνημα, που ανασυντάσσει τις δυνάμεις του, με γραμμή ρήξης και σύγκρουσης με το καπιταλιστικό σύστημα, ένα κίνημα που προετοιμάζεται να αναμετρηθεί με τον πραγματικό αντίπαλο. Που οργανώνει την πάλη των εργαζομένων με γνώμονα τις σύγχρονες ανάγκες, για την άμεση διεκδίκηση της ανάκτησης των απωλειών. «Οι εργαζόμενοι στα ερευνητικά κέντρα χρειάζεται να οργανώσουν την πάλη τους, προσπερνώντας τον ρεφορμισμό της πλειοψηφίας των συνδικαλιστικών ηγεσιών στο χώρο, να υιοθετήσουν το πλαίσιο του ΠΑΜΕ. Να διεκδικήσουν από τις διοικήσεις και την κυβέρνηση την άμεση πληρωμή όλων των δεδουλευμένων, να παρθούν πίσω όλες οι περικοπές. Να ανοίξει η κουβέντα για τις Συλλογικές Συμβάσεις. Να μπουν στην προμετωπίδα του αγώνα τους η διεκδίκηση για σταθερή δουλειά με πλήρη δικαιώματα για όλους, η κατάργηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Να απαιτήσουν την άμεση κάλυψη όλων των αναγκών σε επιστημονικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό», μας λέει ο Αντ. Ρεκλείτης.
Αυτή η γραμμή πάλης συγκρούεται στην πράξη με την εμπορευματοποίηση της Ερευνας και την επιχειρηματική λειτουργία των ερευνητικών φορέων. Αναδεικνύει τα δεσμά που επιβάλλει η υποταγή της Ερευνας και της προοπτικής των εργαζομένων στους ερευνητικούς φορείς στους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτά τα δεσμά είναι που πρέπει να σπάσουν με τον αγώνα τους οι εργαζόμενοι. Αλλωστε, όπως σημειώνει ο Γ. Λιονής, «αρκεί μόνο να αναλογιστεί κανείς πόσα θα μπορούσε να προσφέρει ο "Δημόκριτος" και όλα τα ερευνητικά ιδρύματα για την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών του λαού αν δεν ήταν εγκλωβισμένα στη μέγγενη του κεφαλαίου, αν ο αριθμός των εργαζομένων στα ερευνητικά κέντρα, οι εργασιακές τους σχέσεις και το αντικείμενο της έρευνάς τους δεν εξαρτιόνταν από το πώς ανοιγοκλείνουν οι κάνουλες της χρηματοδότησης μέσω προγραμμάτων που προσανατολίζονται στις πρόσκαιρες προτεραιότητες που θέτει το κεφάλαιο».