Δύο χρόνια χωρίς τον Μίκη Θεοδωράκη
Σε συναυλία που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ για τα 90χρονα του συνθέτη |
Κι όμως, τα τραγούδια του είναι «παρόντα». Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού η Τέχνη που έπλασε, ζυμωμένη με τους καημούς, τις αγωνίες, την πάλη και τα οράματα των ταπεινών και καταφρονεμένων, είναι διαχρονική και τέτοια θα μείνει. Στα πάνω από 70 χρόνια δημιουργίας του, ευτύχησε να δει τα έργα του να ριζώνουν σε ψυχές, να πυρπολούν τα όνειρα, για να «λάβουν εκδίκηση». «Η μουσική του Μίκη είναι ζυμωμένη με όλα εκείνα τα υλικά που φτιάχνουν τη μεγάλη Τέχνη, την Τέχνη που συλλαμβάνει τον σφυγμό της εποχής της και προαισθάνεται το επερχόμενο», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η ΚΕ του ΚΚΕ.
Ο λαός που αγωνίζεται, ο λαός που νικά, ο λαός που ηττάται και βασανίζεται, ο λαός που ελπίζει αποτελεί την έμπνευσή του, γιατί μέρος του ήταν και ο ίδιος. Η Τέχνη και ο Αγώνας έγιναν ένα στη ζωή του. Και γι' αυτό κατάφερε με το έργο του να καταγράψει σαν σεισμογράφος τις διακυμάνσεις της συνείδησης του λαού μας, καθώς τη διαμορφώνουν τα ιστορικά γεγονότα, οι κοινωνικές συνθήκες και οι πολιτικές εξελίξεις. «Αν δεν είχα βιώσει αυτά που βίωσα, δεν θα είχα γράψει αυτήν τη μουσική», έλεγε. Μια παραδοχή που δεν δίστασε να κάνει φτάνοντας στο τέλος της ζωής του. «Την ώρα των απολογισμών, σβήνουν απ' το μυαλό μου οι λεπτομέρειες και μένουν τα "Μεγάλα Μεγέθη". Ετσι, βλέπω ότι τα πιο κρίσιμα, τα δυνατά και τα ώριμα χρόνια μου τα πέρασα κάτω από τη σημαία του ΚΚΕ. Για τον λόγο αυτό, θέλω να αφήσω αυτόν τον κόσμο σαν κομμουνιστής», έγραφε το 2020 σε επιστολή που άφησε στον ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα.
INTIME NEWS |
Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε το 1925. Από τα παιδικά του κιόλας χρόνια η μουσική για τον ίδιο είναι η παρηγοριά και η καταφυγή του. Οι πρόβες μιας επαρχιακής ορχήστρας, η θέα ενός πιάνου, τον συγκινούν. Οταν έφηβος ακούει την 9η του Μπετόβεν, τον συγκλονίζει. «Δεν υπάρχει, νομίζω, για έναν μουσικό, βαθύτερο, ηδονικότερο, δυνατότερο συναίσθημα από τη στιγμή που ανακαλύπτει τη μουσική...».
Τις δεκαετίες 1940 - 1960, αφού σπούδασε στα Ωδεία Αθηνών και Παρισιού μουσική σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας, αφιερώθηκε αποκλειστικά στη συμφωνική μουσική. Στη συνέχεια, όπως ο ίδιος αναφέρει, την εικοσαετία από το 1958 - με τη μελοποίηση του «Επιτάφιου» - έως και το 1978 αφιερώθηκε στη σύνθεση και διεύθυνση της έντεχνης λαϊκής μουσικής. «Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα σε αυτές τις δύο δραστηριότητες δεν υπάρχουν σύνορα. Και το πιο μεγάλο μου καλλιτεχνικό όνειρο ήταν και είναι το δημιουργικό πάντρεμα ανάμεσα στη συμφωνική και τη λαϊκή μας μουσική. Νομίζω ότι προς την κατεύθυνση αυτή αφιέρωσα ένα μεγάλο κομμάτι του έργου μου», δήλωνε ο συνθέτης στον «Ριζοσπάστη» το 1978. Αυτή η προσπάθεια τον καθιστά μια μοναδική περίπτωση, καθώς κινείται συνεχώς ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους, προσπαθώντας να τους συνενώσει σε έναν και μοναδικό.
«Φαίνεται ότι ο περισσότερος κόσμος δεν έχει καταλάβει ότι οι φυλακές και οι εξορίες που κράτησαν χρόνια και χρόνια ήταν για μας σχολεία. Ως καλλιτέχνης ήταν επόμενο να σκύψω περισσότερο επάνω στα προβλήματα της Τέχνης. Τέχνη και κοινωνία, Τέχνη και Αριστερά, Τέχνη και Πάλη των Τάξεων ήταν το αντικείμενο των ερευνών μου.
Ετσι, μπαίνοντας στον στίβο του λαϊκού τραγουδιού ήμουν ώριμος να περάσω από τη θεωρία στην πράξη. Η επιλογή των λαϊκών μουσικών δεν έγινε, φυσικά, τυχαία. Είχα το χάρισμα ως συνθέτης να εκφράζομαι με τρόπους λαϊκούς, μιας και η ρίζα της έμπνευσής μου ήταν κοινή με εκείνη των λαϊκών μας τροβαδούρων. Γιατί, τι άλλο είμαστε εμείς στα ξερονήσια, παρά Λαός; Και μάλιστα "ενεργητικός", "μάχιμος", "επιθετικός" και προπαντός όρθιος!
Ποιος ήταν ο στόχος μου; Να κατορθώσω, ξεκινώντας από τη βάση του λαϊκού και αφού εξασφαλίσω την εμπιστοσύνη του λαού, να ανυψωθώ εγώ ο ίδιος ταυτόχρονα με τον συνομιλητή μου σε όλο και ψηλότερες κορυφές πνευματικότητας, ώστε κάποτε να φτάσουμε μαζί στην κορυφή μιας Νέας Τέχνης, μέσα στην οποία ο Λαός θα αναγνώριζε τον εαυτό του, μιας Τέχνης εφάμιλλης μ' αυτήν που η άρχουσα τάξη φύλαγε για τον εαυτό της, όπως οι Θεοί του Ολύμπου κρατούσαν για τον εαυτό τους τη Φωτιά. Γι' αυτό ακριβώς ξεκίνησα την προσπάθειά μου, πατώντας επάνω σ' έναν ποιητή, τον Ρίτσο, για να συνεχίσω και με άλλους ποιητές που έως τότε ήταν κτήμα αποκλειστικό των ολίγων».
Με την Τέχνη του, τον λαό και τους αγώνες θέλησε να υπηρετήσει. Εναν «απλό στρατιώτη μέσα στην ακατάβλητη στρατιά των απλών ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να υπερασπίσουν με κάθε θυσία τα δημιουργήματα και τον πολιτισμό του ανθρώπου» χαρακτήριζε τον εαυτό του, στην απονομή του Βραβείου Λένιν.
Τα λόγια του και η στάση του αποτελούν δίδαγμα και για τους σημερινούς καλλιτέχνες...
«Είναι οι αγώνες και η μουσική τόσο δεμένα πια μέσα μου, ώστε δεν μπορώ να φανταστώ ούτε αγώνες χωρίς τραγούδι ούτε τραγούδι χωρίς αγώνα. Φαίνεται πως το ταλέντο μου, σαν μια παράξενη μπαταρία, εκεί μέσα γεμίζει. Μέσα στη ζεστασιά της χειραψίας, μέσα στο αετίσιο βλέμμα του συναγωνιστή, μέσα στις ιαχές των συλλαλητηρίων και στη βοή της μάχης... Ομως το ταλέντο δεν έρχεται μόνο του. Για να φυτρώσει, του πρέπει στρώμα παχύ ευαισθησίας. Αυτό σημαίνει πως ο αληθινός καλλιτέχνης δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος όταν γύρω του οι άλλοι βογκούν, ταπεινώνονται, πεινούν, τσακίζονται... Τότε η ευαισθησία αυτή γίνεται ευθύνη και φέρνει τον καλλιτέχνη μέσα στον λαό... Πώς θέλετε από τον καλλιτέχνη, που τον εκτιμάτε και τον αγαπάτε, να μένει αδιάφορος, απομονωμένος πίσω από τις παχιές κουρτίνες, πίσω από τη ζωή, και να φτιάχνει ήρεμος, ξένοιαστος και αδιάφορος τραγούδια, όταν έξω, στους βουερούς δρόμους, η αδικία αλωνίζει, το ψέμα θριαμβεύει;».
Σε μαραθώνια πορεία ειρήνης |
Μια ξεχωριστή πτυχή του πλούσιου έργου του. Σίγουρα δεν είναι η πλειοψηφία του έργου, χαρακτηριστικό, άλλωστε, της μουσικής του Μίκη ήταν η μελοποίηση μεγάλων ποιητών, όμως υπάρχουν φορές που οι λέξεις τον λυτρώνουν...
Χαρακτηριστικό της μελοποιημένης ποιητικής του δημιουργίας είναι ότι ο Μίκης καταφεύγει στο να δημιουργήσει στίχους σε οριακές στιγμές για εκείνον. Τέτοιες είναι η περίοδος του Δεκέμβρη 1944, των διώξεων και των φυλακίσεων, αλλά και της χούντας. Είτε καταγράφει εν θερμώ τα γεγονότα, τα συναισθήματά του, είτε τα κουβαλά μέσα του και μετά από χρόνια βγαίνουν στην επιφάνεια.
Τι άλλο τον ωθεί να γράψει; Η αγάπη του για τη θάλασσα και για την Κρήτη, αλλά και η ομορφιά της ζωής για την οποία αξίζει κανείς να παλέψει και να αγωνιστεί για να την κατακτήσει...
Μια δρασκελιά Πετράλωνα Θησείο,
δυο δρασκελιές Συγγρού Καισαριανή,
βαθειά, μες στου μυαλού μου το αρχείο,
συννεφιασμένη είναι πάντα η Κυριακή...
Ο Μίκης Θεοδωράκης ποτέ δεν ξέχασε τις μέρες του Δεκέμβρη του '44, όταν πολέμησε μέσα από τις γραμμές του 1ου Λόχου του 1ου Τάγματος του Εφεδρικού ΕΛΑΣ που είχε τη βάση του στην Ανω Νέα Σμύρνη. «Εάν υπήρχε επιτύμβιο επίγραμμα - κατά το αισχύλειο - που θα επιθυμούσα να χαραχτεί στον τάφο μου, θα ήταν: Πολέμησε τον Δεκέμβρη», θα πει χρόνια αργότερα.
Τις εμπειρίες του από εκείνες τις μέρες, τότε που ο λαός «φορτώθηκε με ιστορία» κατέγραψε το 1985 στον «Διόνυσο» που κυκλοφόρησε από τον «Σείριο» του Μ. Χατζιδάκι. Ενα έργο - θρήνος για τους νεαρούς ΕΠΟΝίτες που έπεσαν στη μάχη του Μακρυγιάννη. Περιγράφοντας το έργο ο Μ. Θεοδωράκης σημείωνε ότι «η ποίησή του περιγράφει το μαρτυρολόγιο του λαού μας, η δε μουσική του στηρίζεται στο παραδοσιακό στοιχείο των "Δρόμων", καθώς και σε μια νέα, εντελώς προσωπική ρυθμική αγωγή. Εναν ρυθμό που αποτελεί την πεμπτουσία των παραδοσιακών μας χορών και που τον ονομάζω "Ασίκικο"...». Ενώ, ο έτερος μεγάλος μας συνθέτης Μ. Χατζιδάκις είχε σημειώσει για το έργο: «Πρέπει να προσέξετε πολύ τον "Διόνυσο ", αφού χαρείτε τη συγκίνηση της πρώτης επαφής μαζί του. Για να διαπιστώσετε τι πάει να πει "έντεχνη λαϊκή μουσική" στα ικανά χέρια ενός γνήσιου μουσικού...».
Στείλαν του λαού μας, τ' άξια τα παιδιά
για να τα λυγίσουν σε δεσμά βαριά.
Στων φρουρών το πείσμα, θα σταθούμε ορθοί
στις καρδιές ατσάλι φλόγα στην ψυχή.
Ο Μίκης ξεκίνησε να γράφει ποίηση ήδη από το 1939, έφηβος ακόμα, με το ψευδώνυμο Ντίνος Μάης, όμως πολύ αργότερα μελοποίησε την ποίησή του μέσα στη φωτιά και το ατσάλι της εξορίας.
Το 1947 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στην Ικαρία. Εκεί, θα γνωρίσει και θα ξεκινήσει να τον «γοητεύει» το λαϊκό τραγούδι, αυτόν που μέχρι τότε ήταν ταγμένος στη συμφωνική μουσική. Θα ακούσει τον «Καπετάν Αντρέα Ζέππο» από μια ομάδα εξόριστων Πειραιωτών. «Και αυτό ήταν το δεύτερο σοκ της ζωής μου», μετά την 9η του Μπετόβεν, που άκουσε όταν ήταν έφηβος. Νέοι δρόμοι στη μουσική ανοίγονται μπροστά του.
Γράφει στους Βρακάδες, τόπος που κατοικούσαν οι εξόριστοι, αλλά και στον Εύδηλο περιμένοντας μαζί με τους συντρόφους το καράβι για την Μακρόνησο. Εκεί που, σύμφωνα με τον ίδιο, έσπασε το «εγώ» κι έγινε τελεσίδικα «εμείς».
Τα πλοία στα βράχια σκορπούν τους συντρόφους
τους ζώνουν σαν φίδια φρουροί τρομεροί
μα κείνοι ψηλά το κεφάλι,
ψηλά η σημαία προχωρεί,
παιδιά του λαού τιμημένα γνωρίζουν
πως πλάθουν την καινούρια ζωή.
Τα συγκεκριμένα τραγούδια περιλαμβάνονται στον δίσκο «Της εξορίας» και τα έχει ερμηνεύσει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Σωτήρη Πέτρουλα σε πήρε ο Λαμπράκης
σε πήρε η λευτεριά.
Μάρτυρες ήρωες οδηγούνε
τα γαλάζια μάτια του μας καλούνε...
Ηταν 21 Ιούλη του 1965, όταν έγινε μια μεγάλη συγκέντρωση στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, κυρίως από φοιτητές και οικοδόμους, ενάντια στο παλατιανό πραξικόπημα και την αντιλαϊκή πολιτική της Ενωσης Κέντρου. Ακολούθησε πορεία προς την Ομόνοια και μετά στη Σταδίου, όπου στο ύψος της οδού Χρ. Λαδά οι δυνάμεις καταστολής είχαν φράξει το δρόμο, είχαν παρατάξει αύρες και οδοφράγματα και «υποδέχτηκαν» τη διαδήλωση με καταιγισμό από καπνογόνα και άγριο ξύλο. Ο απολογισμός είναι αμέτρητοι τραυματίες και ανάμεσά τους ένας νεκρός: Ο 23χρονος φοιτητής της Ανωτάτης Εμπορικής Σχολής (ΑΣΟΕΕ) και στέλεχος της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, Σωτήρης Πέτρουλας.
Η δολοφονία του δεν θα έμενε αναπάντητη κι αυτό ήταν κάτι που το γνώριζαν οι μηχανισμοί του αστικού κράτους, γι' αυτό και προσπάθησαν να την κουκουλώσουν από την πρώτη στιγμή και να τον θάψουν στα κρυφά. Ο Μίκης μαζί με τους συγγενείς, τους Λαμπράκηδες και τον λαό της Κοκκινιάς φυλάει το άταφο σώμα του Πέτρουλα στο Γ΄ Νεκροταφείο και τη μεθεπόμενη εκφωνεί τον επικήδειο.
Το τραγούδι το έγραψε ο Μίκης τη μέρα της δολοφονίας. Οπως ήταν φυσικό δεν μπορούσε να ηχογραφηθεί και να κυκλοφορηθεί στην Ελλάδα. Το 1966 κυκλοφόρησε με τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη από ζωντανή ηχογράφηση σε συναυλία στη Μόσχα, ενώ περιεχόταν και σε δίσκο που δόθηκε από σοβιετικό περιοδικό. Με τη φωνή του Μίκη κυκλοφόρησε το 1975 στον δίσκο «Ο εχθρός λαός», ενώ έχει ερμηνευθεί και από τον Β. Παπακωνσταντίνου στον δίσκο «Της εξορίας».
Τα κελιά ανασαίνουν
τα κελιά που βρίσκονται ψηλά
τα κελιά που βρίσκονται χαμηλά
η βροχή μας ενώνει
ο ήλιος ντράπηκε να φανεί, Νίκο
Γιώργο, κρατιέμαι από ένα λουλούδι.
«Δεν είμαι ποιητής. Ομως, όταν οι στίχοι άρχισαν να σφυροκοπούν το μυαλό μου, ένιωσα πόσο οι λέξεις μπορούν να ντυθούν στο αίμα. Πόσο μπορεί να με λυτρώσουν. Είμαι δημιουργός. Νικώ τον χρόνο και τον θάνατο... ». Αυτή η φράση του Μ. Θεοδωράκη μπορεί, ίσως, να γίνει καλύτερα αντιληπτή μελετώντας κανείς την περίοδο της δικτατορίας και τους στίχους που έγραψε αυτά τα χρόνια.
Ο Μίκης συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967 και οδηγείται στην Μπουμπουλίνας. «Στο κελί αριθμός 4, περίμενα το μαρτύριο και τον θάνατο. Στις 4 Σεπτέμβρη μου έφεραν χαρτί και μολύβι. Τότε έγραψα τριάντα δύο ποιήματα». Εκεί, συνθέτει το έργο «Ο ήλιος και ο χρόνος» σε στίχους δικούς του.
Οι εμπειρίες του από την Μπουμπουλίνας και από τις φυλακές Αβέρωφ που οδηγήθηκε αργότερα θα τον οδηγήσουν να γράψει στο Βραχάτι, όπου ήταν σε κατ' οίκον περιορισμό το 1968, κάποια από τα πιο γνωστά και αγαπημένα του τραγούδια σε στίχους δικούς του, στίχους με εγερτήριο μήνυμα που εξακολουθούν να συγκινούν και να πυρπολούν καρδιές... Αξίζει να αναφέρουμε μόνο δύο, «Το σφαγείο» και «Είμαστε δυο» που περιέχονται στον δίσκο «Τα τραγούδια του Αντρέα».
Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα
μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ
πίσω απ' τον τοίχο πάλι θα `μαστε παρέα
τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ.
Που πάει να πει
σ' αυτή τη γλώσσα τη βουβή
βαστάω γερά, κρατάω καλά.
Ακολουθεί η εξορία στη Ζάτουνα... «Κοιτάζω μια γραμμή στο πεντάγραμμο που έχω μπροστά μου και σκέφτομαι ότι αυτή και μόνο φτάνει για να σαρώσει σαν χάρτινο πύργο καθεστώς της κτηνώδους βίας που εγκατέστησαν μπροστά στην πόρτα μου». Τραγούδια με στίχους του περιλαμβάνονται στις «Αρκαδίες». Η απομόνωση, η αγωνία, ο πόνος για τα παιδιά του, η ελπίδα γίνονται η καύσιμη ύλη της δημιουργίας του Μίκη.
Ο γιος μου είναι εννιά χρονών
εννιά χειμώνες, εννιά καλοκαίρια
βάλανε στο βλέμμα κεραυνό
τις θάλασσες κρατά στα δυο του χέρια...
Και στη συνέχεια οι φυλακές του Ωρωπού... «Μην ξεχνάς τον Ωρωπό», «Διότι δεν συνεμορφώθην...» είναι τα δύο τραγούδια που έγραψε ο Μίκης σε αυτό το στρατόπεδο. Για το δεύτερο μάλιστα χαριτολογώντας έλεγε ότι τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στον διοικητή του στρατοπέδου διότι επέστρεφε τις αιτήσεις των κρατουμένων, γράφοντας πάνω στο φάκελο: «Επιστρέφονται διότι δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις». «Το βράδυ διηγήθηκα στο εστιατόριο το ανέκδοτο, και τους τραγούδησα το σχετικό τραγουδάκι» θυμόταν ο Μίκης...
Διότι δεν συνεμορφώθην
προς τας υποδείξεις...
Τα πιο πολλά από τα τραγούδια που έγραψε ο Μίκης αυτά τα χρόνια είτε ηχογραφήθηκαν «έξω» από την Μαρία Φαραντούρη, τον Αντώνη Καλογιάννη, την Μαρία Δημητριάδη, τον Πέτρο Πανδή, είτε κυκλοφόρησαν τα επόμενα χρόνια μετά την πτώση της χούντας.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελευσίνα. Σπούδασε μουσική και θέατρο. Είναι ηθοποιός, ερμηνεύτρια, μουσικός, σκηνοθέτις, δασκάλα σε χώρους Τέχνης και συνεργάτης στα πανεπιστήμια Stockton και Princeton στο New Jersey. Πατρίδα της νιώθει πάντα την Τέχνη, γιατί είναι συνάντηση και συνύπαρξη. Μπορεί να γνωρίζει ότι η χώρα της έχει να επενδύσει στον πολιτισμό από την εποχή του Περικλή, εκνευρίζεται όμως που τώρα αυτή χρησιμοποιεί το άλλοθι των οικονομικών δυσκολιών για να τον αγνοήσει πλήρως.
***
-- Επίτρεψέ μου να κάνω μαζί σου δύο συνεντεύξεις, μία κανονική και μία αντι-κανονική. Με αφήνεις;
-- Ευχαριστώ πολύ. Μεγάλη μου τιμή.
-- Ξεκινάω με την πρώτη. Οταν όλη η χώρα καιγόταν, με νεκρούς ανθρώπους και ζώα, δάση και σπίτια στάχτη, και τα ΜΜΕ έπαιζαν κανονικά το πρόγραμμά τους, τι σκέφτηκες;
-- Βρίσκομαι σε διαρκή απορία. Μέχρι πρότινος, κάθε φορά που διάβαζα στο διαδίκτυο μια είδηση, αμέσως έκανα ζάπινγκ για να δω ποιο κανάλι θα τη δείξει και πώς. Για παράδειγμα, η τραγωδία στην Πύλο, που για μένα είναι από τις μεγαλύτερες τραγωδίες στην Ιστορία μας, πώς αντιμετωπίστηκε από τα δελτία ειδήσεων; Δεν κάνω πια ούτε ζάπινγκ, γιατί απογοητεύομαι. Δεν θέλω να πιστέψω ότι γίνεται βάσει σχεδίου. Το καλοκαίρι με πλησίασε μια δημοσιογράφος μεγάλου τηλεοπτικού καναλιού, μετά από μια συναυλία. Μου συστήθηκε: «Είμαι η τάδε και - ντρέπομαι που το λέω - είμαι δημοσιογράφος στο τάδε κανάλι». Της απαντώ: «Οσο έχετε καθαρή τη συνείδησή σας, να μην ντρέπεστε». Και μου απαντά: «Δεν είναι εύκολο». Η απάντησή της με σόκαρε.
-- Εκλαψα πολύ. Για τους άμοιρους ανθρώπους, για τη βαρβαρότητα και την αποκτήνωση. Μου είναι αδύνατον να επεξεργαστώ διανοητικά τέτοια κτηνωδία. Πονούσε το κεφάλι μου, το στομάχι μου σφίχτηκε. Αισθάνθηκα μια πρωτόγνωρη ετεροντροπή. Γι' αυτόν τον ελεεινό υπάνθρωπο - κυνηγό κεφαλών, για τους συνανθρώπους μου που σχολίαζαν το βίντεο ξερνώντας το φαρμάκι τους, για τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους που μιλούσαν για αυτοδικία. Ηθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.
-- Αυτό το περιστατικό φανέρωσε στα κοινωνικά δίκτυα ένα ρατσιστικό παραλήρημα βίας, ανθρώπων που διψούσαν για αίμα. Τι σημαίνει αυτό κατά τη γνώμη σου και από πού τροφοδοτείται;
-- Εχω ακούσει σε καφενείο, παλιότερα, παρέες να μιλούν παρόμοια, σχολιάζοντας Αλβανούς, έχω ακούσει συνανθρώπους να μιλούν έτσι για τους Τσιγγάνους, για τους γκέι, για τους ψυχικά ασθενείς. Πάντα οι ευάλωτες ομάδες είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος. Ο άλλος, ο ξένος, ο διαφορετικός είναι η απειλή για την κανονικότητά τους, για την υποτιθέμενη ασφάλειά μας. Το φαινόμενο του «καφενείου» παρατηρείται όπου υπάρχουν ευάλωτοι. Τώρα, απλά το καφενείο είναι δημόσιο και ανεξέλεγκτο. Και δεν ισχύει βέβαια μόνο στην Ελλάδα. Είναι παγκόσμια μάστιγα ο ρατσισμός και ο φασισμός. Είμαι σίγουρη ότι το ίδιο συνέβαινε και στα καφενεία της Ευρώπης πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τροφοδοτείται από την άγνοια και τον φόβο.
-- Φαντάζομαι, με την αλλαγή του ίδιου του συστήματος που τους γεννά, τους τρέφει ή τους επιτρέπει να υπάρχουν. Αλλά είμαι καλλιτέχνις. Δεν μπορώ να μιλήσω αλλιώς. Θα μιλήσω για την αναγκαιότητα της Τέχνης, της Παιδείας, για την εκπαίδευση στην κοινότητα. Εκπαίδευση στη συνύπαρξη, στη συμπερίληψη και την αλληλεγγύη. Τα αυτονόητα δηλαδή. Είμαστε φιλοξενούμενοι όλοι σ' αυτήν τη Γη και πρέπει να μάθουμε να συνυπάρχουμε. Με τους ανθρώπους, με τα ζώα, με τη φύση. Θα φύγουμε κάποια στιγμή και θα έχουμε αφήσει το αποτύπωμά μας. Ποιο θέλουμε να είναι αυτό; Είδα παλιότερα ένα ντοκιμαντέρ για τους απογόνους των βασανιστών των ναζί, και ένας απ' αυτούς είχε υποβληθεί σε εθελουσία στείρωση, από φόβο μη γεννήσει το τέρας.
-- Γνωρίζω ότι παλεύεις χρόνια με τον σεξισμό και την ανισότητα, και πως όταν ήσουν μικρή είχες υποστεί από την μητριά σου άγρια κακοποίηση. Πού βλέπεις να βρίσκεται το #metoo σήμερα; Αντιμετωπίστηκε από την πολιτεία όπως έπρεπε;
-- «Ευτυχώς», στην περίπτωσή μου, η κακοποίηση προερχόταν από πρόσωπο που δεν ανήκε στη βιολογική μου οικογένεια κι αυτό μας προστάτευσε, εμένα και τις αδερφές μου. Μας ένωσε, μας έκανε πιο δυνατές. Το τραύμα είναι τραύμα, βέβαια, και το έχεις για πάντα μαζί σου, άλλοτε ως αδυναμία και άλλοτε ως δύναμη, ως παράσημο. Το metoo είναι μια συζήτηση που άνοιξε. Το θέμα είναι να μην ξεχαστεί, να μην εκπέσει στην κατηγορία του γραφικού. Η πολιτεία καλά θα κάνει να το υπενθυμίζει, να προστατεύει τα θύματα, να μην τα στιγματίζει. Δεν νομίζω πως το κάνει, ή τουλάχιστον στον βαθμό που οφείλει.
-- Χωρίς να γνωριζόμαστε καλά, αισθάνομαι μια μυστήρια συγγένεια μαζί σου. Λίγο πιο κάτω από το παλιό μου σπίτι, στη Σερρών, βρίσκεται το «Baumstrasse» σου, σου αρέσουν οι Φελίνι, Ταρκόφσκι, Κασσαβέτης και Παζολίνι, οι βόλτες στο κέντρο της Αθήνας, δεν είχες ευτυχισμένα παιδικά χρόνια και είσαι συγκεντρωτική. Τι δεν αντέχεις στον εαυτό σου και τι λατρεύεις σε αυτόν;
-- Δεν είναι ένα. Είναι πολλά και αλλάζουν με τις περιστάσεις. Γιατί όταν κάτι δεν αντέχω στον εαυτό μου, προσπαθώ να το αλλάξω. Και μου έχει συμβεί κάτι, που θαυμάζω σε μένα, στην πορεία να με φρικάρει. Παράδειγμα, η αντοχή. Είμαι άνθρωπος ανθεκτικός, αντέχω πολύ. Το θαύμαζα αυτό για πολλά χρόνια. Εφτασα όμως στο σημείο να μη με αντέχω που αντέχω. Η σχολαστικότητα επίσης, η ευθιξία μου, η άγνοια κινδύνου. Ολα αυτά κατά καιρούς μου έχουν παρουσιαστεί και με τις δυο τους όψεις.
-- Εχεις εργαστεί ως μπαργούμαν, τραγουδίστρια σε ρεμπετάδικα, ως ηθοποιός στο Εθνικό και σήμερα - εκτός από το φυτώριο των νέων καλλιτεχνών, το «Baumstrasse» που διευθύνεις, και τις συναυλίες σου - εργάζεσαι και ως δασκάλα θεάτρου και συνεργάζεσαι με ξένα πανεπιστήμια. Καλλιτέχνης στην Ελλάδα σημαίνει ζωή μετέωρη και επικίνδυνη;
--Υπάρχουν πιο μετέωρα και επικίνδυνα επαγγέλματα από τα δικά μας. Η ζωή των εκπαιδευτικών ή των υγειονομικών, ας πούμε. Αυτό που συμβαίνει με τους καλλιτέχνες στη χώρα είναι πως δεν τους παίρνουν στα σοβαρά. Θεωρούμαστε χομπίστες. Καταλαβαίνω ότι μάλλον κάνω κάτι δύσκολο, ή ακόμα και σπουδαίο, όταν πηγαίνω στο εξωτερικό και ειδικότερα στα πανεπιστήμια ως επισκέπτρια καθηγήτρια. Οχι από την αποδοχή, αλλά από την αμοιβή που μου προσφέρουν.
-- Πού βρίσκεται το «The Xenophobia Project», που γίνεται με τη συνεργασία της Καλλιτεχνική Σχολής της Νορβηγίας;
-- Η ομάδα μου έχει ολοκληρώσει την εργασία της για το «Xenophobia Project». Στο YouTube μπορείτε να δείτε την ταινία που δημιουργήσαμε. Εχει τίτλο «Every trip is a trip one way». Σ' αυτή συμμετείχαν Ελληνες και ξένοι μουσικοί, ερασιτέχνες και επαγγελματίες, μετανάστες μουσικοί από τη διαπολιτισμική ορχήστρα της Λυρικής Σκηνής, καθώς και ηθοποιοί.
Και η δεύτερη συνέντευξη, η αντι-κανονική. Ξέρω πως θα απαντήσει σε ό,τι την ρωτήσω.
-- Αν έπρεπε να ξαναγεννηθείς ως Μαρία Φαραντούρη ή Ρίτα Σακελλαρίου, ποια θα επέλεγες και γιατί;
-- Η Ρίτα Σακελλαρίου είναι πολύ αγαπημένη μου τραγουδίστρια. Είχε όμως μια δύσκολη και άδικη ζωή, ειδικά στη νεότητά της. Θα επέλεγα την Μαρία Φαραντούρη. Οχι πως η κα Φαραντούρη έζησε ρόδινα χρόνια, αλλά θα ήθελα να ταξιδέψω όλο τον κόσμο τραγουδώντας και συνομιλώντας με μεγάλους ποιητές και συνθέτες, αγωνιζόμενη για τα δικαιώματα των ανθρώπων. Τραγουδά ακόμα υπέροχα, σαν να μην έχει περάσει από πάνω της ο χρόνος, η φθορά.
-- Σε κολακεύει το σύνθημα «Μάρθα ζούμε για να σε παντρευτούμε» ή σου δημιουργεί ...δεύτερες σκέψεις;
-- Ούτε με κολακεύει, ούτε μου δημιουργεί δεύτερες σκέψεις. Με κάνει να χαμογελώ, με διασκεδάζει. Με συγκινεί ο τρόπος που βρίσκει ο κόσμος να εκφράσει τα συναισθήματά του. Οι Ελληνες έχουν πολύ χιούμορ. Ενα σύνθημα που με έκανε να κλαίω από τα γέλια ήταν το «Μάρθα Φριντζήλα του Δη-μη-τρίου».
-- Είναι αλήθεια πως η Χαρούλα Αλεξίου είναι η μεγάλη σου αδερφή;
-- Οταν πρωτοδουλέψαμε μαζί, έτσι ένιωσα. Με καταλαβαίνει, με αποδέχεται, με συμβουλεύει, με μαλώνει, με φροντίζει. Αισθάνομαι ήρεμη όταν είμαι κοντά της. Και, τώρα πια, είναι το άτομο που θέλω να πάρω τηλέφωνο για να μοιραστώ κάτι, αφού το έχω μοιραστεί λίγο πριν με τις αδερφές μου.
-- Αν γινόταν να «μπεις» και να ζήσεις για δυο ώρες σε μια ταινία, ποιον σκηνοθέτη θα επέλεγες: Φελίνι, Ταρκόφσκι, Κασσαβέτη ή Παζολίνι;
-- Τον Παζολίνι θα επέλεγα. Σε μια από τις ταινίες της «Τριλογίας της ζωής», το «Δεκαήμερο» ή «Οι θρύλοι του Καντέρμπερι», αλλά και το «Χίλιες και μία νύχτες», γιατί όταν βλέπω αυτές τις ταινίες είμαι ευτυχισμένη.
-- Ενώ έναν εχθρό σου σε ποια ταινία θα τον έστελνες;
-- Στις ίδιες ταινίες, μπας και αλλάξει κάτι μέσα του όταν βρεθεί μέσα σ' αυτήν την ομορφιά. Αμα δεν καταλάβει κι εκεί, δεν θα ασχοληθώ άλλο μαζί του.
-- Γιατί μαθαίνεις Ρωσικά, σε τι σου χρειάζονται;
-- Θέλω να διαβάσω στο πρωτότυπο τους ποιητές που αγαπώ. Οταν διάβασα Λόρκα στο πρωτότυπο, ανακάλυψα έναν άλλο ποιητή. Το ίδιο και όταν διάβασα Μπέκετ ή Αλντα Μερίνι. Τα Ρωσικά είναι πολύ δύσκολη γλώσσα. Προς το παρόν απογοητεύομαι όταν πάω να διαβάσω Αχμάτοβα, ας πούμε. Τα Ρωσικά μου είναι στο επίπεδο να μην πεθάνω από το κρύο ή την πείνα αν βρεθώ σε μέρος όπου μιλούν μόνο Ρωσικά.
-- Βάλε μία θεατρική λέξη/όρο - ή μία πρόταση - δίπλα στην πολιτική κατάσταση της Ελλάδας σήμερα.
-- «Εξοδος». Το πρώτο όμως που μου ήρθε στο μυαλό ήταν ο «Από μηχανής θεός», γιατί δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να μας βγάλει από αυτό το τσουνάμι που ζούμε.
Οι φωτογραφίες είναι της Ασπας Κουλύρα.
Εκδήλωση για τα δύο χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου δημιουργού Μίκη Θεοδωράκη οργανώνει η «Λαϊκή Συσπείρωση» Καισαριανής, τιμώντας το τεράστιο και πολυσχιδές έργο του, που πάνω του είναι χαραγμένα οι αγωνίες, οι πόθοι και τα οράματα του λαού μας.
Η εκδήλωση θα γίνει το Σάββατο 2 Σεπτέμβρη στις 8 το βράδυ, στο εκλογικό κέντρο της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Καισαριανής (Λυδίας & Εθνικής Αντιστάσεως).
Ο Ζιροντού γράφει το έργο το 1943, μέσα στη γερμανική φασιστική κατοχή, θέλοντας να δημιουργήσει ανάταση και αισιοδοξία στον λαό, που υποφέρει τα πάνδεινα. Με έντονα τα στοιχεία του παραμυθιού και της φάρσας, με έξυπνο χιούμορ και καυστική σάτιρα, καταφέρνει να υπερασπιστεί την άποψη ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Η Ορελί, μια εκκεντρική και ονειροπόλα Παριζιάνα, αντιλαμβάνεται το σχέδιο κάποιων αδίστακτων κερδοσκόπων να εκμεταλλευτούν το υπέδαφος του Παρισιού και να πλουτίσουν από το πετρέλαιο που υποτίθεται ότι υπάρχει σε αυτό. Η αποκαλούμενη «τρελή του Σαγιό» μαζί με τις εξίσου ιδιόρρυθμες φίλες της αποφασίζουν ότι πρέπει να αντιδράσουν και να δράσουν.
Το ΚΚΕ, υλοποιώντας την τελευταία επιθυμία του σπουδαίου κομμουνιστή εικαστικού Γιώργη Βαρλάμου, ολοκλήρωσε τις εργασίες αποκατάστασης του εργαστηρίου, το οποίο λειτουργεί πλέον όπως ακριβώς ο ίδιος ήθελε, ως ένας ανοιχτός και φιλόξενος χώρος όπου δημιουργούν και μαθαίνουν οι νέοι καλλιτέχνες.
Στο χώρο θα λειτουργήσουν σεμινάρια χαρακτικής, κύκλοι τεσσάρων συναντήσεων για αρχάριους και προχωρημένους. Εικαστικοί καλλιτέχνες που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν το εργαστήριο για την καλλιτεχνική τους δημιουργία, καθώς και ενδιαφερόμενοι να παρακολουθήσουν τα σεμινάρια, πρέπει να απευθύνονται στο τηλέφωνο 2107515584.
Ακόμα, στον χώρο φιλοξενείται η έκθεση ασπρόμαυρης ξυλογραφίας του Γιώργη Βαρλάμου.
Μέρες και ώρες λειτουργίας της έκθεσης, που θα διαρκέσει έως τις 22 Οκτώβρη: Τετάρτη - Κυριακή 18.00 - 20.30.
Η είσοδος είναι ελεύθερη. Για οργανωμένες επισκέψεις και ξεναγήσεις απαιτείται επικοινωνία στο τηλέφωνο 2107515584.
Από τα σεμινάρια χαρακτικής που πραγματοποιήθηκαν το προηγούμενο διάστημα |
Η φιλία της Μαρίας Φαραντούρη και του Ζιλφί Λιβανελί μετρά περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες αμοιβαίας εκτίμησης και εγκάρδιας συνεργασίας, με εμφανίσεις στην Τουρκία, στην Ελλάδα και σε πολλές ακόμα χώρες. Από την Αθήνα έως την Κωνσταντινούπολη και από το Βερολίνο έως τη Νέα Υόρκη, πάντα σε κατάμεστα θέατρα, οι δύο καλλιτέχνες έχουν συμπράξει σε δεκάδες συναυλίες ανά τον κόσμο, αποδεικνύοντας ότι η Τέχνη - όπως ανέφερε και η σπουδαία μας ερμηνεύτρια σε πρόσφατη συνέντευξή της στον «Ριζοσπάστη» - μπορεί «να ενώνει, να εξανθρωπίζει, να φέρνει κοντά τον έναν με τον άλλον. Η Τέχνη μπορεί και ξεπερνά τα σύνορα. Και τότε, αλλά ακόμα περισσότερο τώρα, μπορούμε μέσα από την Τέχνη να χαράξουμε έναν δρόμο, να δείξουμε ότι είναι περισσότερα αυτά που μας ενώνουν παρά αυτά που μας χωρίζουν και να βρούμε τον τρόπο να απευθυνθούμε και σε αυτούς που δεν γνωρίζουν ή φοβούνται... Να κάνουμε πράξη αυτό που έλεγε ο Μίκης. Εμείς δεν είμαστε με τους πολεμοκάπηλους. Οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα. Θέλουν να ζήσουν ειρηνικά».
Στη συναυλία θα ακουστούν τραγούδια από τους δύο κοινούς τους δίσκους. Ο πρώτος, με τίτλο «Η Μαρία Φαραντούρη τραγουδά Λιβανελί», σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, κυκλοφόρησε το 1982 και περιέχει τα πολυτραγουδισμένα «Σαν τον μετανάστη», «Με φυτέψανε σαν καμένη γη», «Σαν τον Κερέμ» κ.ά. Ο δεύτερος, με τίτλο «Η μνήμη του νερού», σε στίχους Αγαθής Δημητρούκα, κυκλοφόρησε το 2005. Το πρόγραμμα της συναυλίας στο Ηρώδειο συμπληρώνεται από τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος στα τέλη της δεκαετίας του '80 μαζί με τον Λιβανελί δημιούργησε την Επιτροπή Ελληνοτουρκικής Φιλίας, για την περαιτέρω προσέγγιση των δύο λαών.
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr.
Τον Λιβανελί τιμά και ο Παγκρήτιος Σύλλογος Φίλων Μ. Θεοδωράκη, την Τρίτη 5 Σεπτέμβρη στις 7.30 μ.μ. στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στην αίθουσα «Γιάννης Μαρίνος» του Συλλόγου «Οι φίλοι της μουσικής».
Για τη ζωή και το έργο του Λιβανελί θα μιλήσει ο Γιώργος Αγοραστάκης, για τον συγγραφέα Λιβανελί θα μιλήσουν η Αννα Πατάκη και ο Χρήστος Χωμενίδης, και για τον μουσικό Λιβανελί θα μιλήσει ο Henning Schmiedt.
Η εκδήλωση θα ολοκληρωθεί με μουσικό πρόγραμμα από την Μαρία Φαραντούρη, την οποία θα συνοδεύσει στο πιάνο ο H. Schmiedt.
RIZOSPASTIS |
Περιηγήθηκαν στον χώρο και συνομίλησαν με τους πολλούς επισκέπτες της εναρκτήριας μέρας του Φεστιβάλ, που έδωσαν το «παρών», παρά τις ψιχάλες της βροχής, όπως και με τους ανθρώπους στα κιόσκια με τους χιλιάδες τίτλους. Σύντομη στάση έγινε, βέβαια, στα περίπτερα 28 και 29 όπου βρίσκονται οι εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Στη συνέχεια ο Γ. Πρωτούλης και ο Ν. Σοφιανός παρευρέθηκαν στην εκδήλωση παρουσίασης της έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής» «Διαμάντια στην υπηρεσία της επανάστασης», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Βιβλίου.
Στο πλαίσιο της επίσκεψης, ο Γ. Πρωτούλης σε δήλωσή του επεσήμανε:
«Είμαστε σήμερα στο Πεδίον του Αρεως, στην έναρξη του 51ου Φεστιβάλ Βιβλίου, για να ευχηθούμε να έχει επιτυχία, να περάσουν πολλές οικογένειες, παρά τις δυσκολίες και την ακρίβεια που κατατρώει το λαϊκό εισόδημα, να έρθουν εδώ με τα παιδιά τους να ταξιδέψουν στον όμορφο κόσμο του βιβλίου, να προμηθευτούν το καλό και ποιοτικό βιβλίο που έχει πολύ μεγάλη σημασία στις μέρες μας.
RIZOSPASTIS |
Και ο Ν. Σοφιανός έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Οταν η ιστορική στοά του βιβλίου στην Αθήνα μετατρέπεται σε χώρο μεσογειακής διατροφής... Οταν η ιστορική Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αθήνας είναι εξορισμένη σε μια γωνιά της πόλης, χωρίς δραστηριότητες... Τότε καταλαβαίνουμε την αξία τού να στηριχτεί από τον δήμο της Αθήνας το βιβλίο.
Στηρίζουμε σταθερά τις πρωτοβουλίες στο Δημοτικό Συμβούλιο, του συνδέσμου εκδοτών, το bazaar και την Εκθεση Βιβλίου. Θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχει μια διευρυμένη συνεργασία του δήμου της Αθήνας με τους εκδότες και τους βιβλιοπώλες στην πόλη, για να στηριχθεί το βιβλίο, για να πολλαπλασιαστούν οι αναγνώστες του, ιδιαίτερα στη νεολαία».