Παρασκευή 27 Απρίλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στο σημερινό 4σέλιδο «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ: Κίνδυνοι κλυδωνισμών με φόντο τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς

ΚΑΥΣΗ RDF: Τα κέρδη των μονοπωλίων βλάπτουν σοβαρά την υγεία

ΓΑΛΛΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Διεκδικεί αναβαθμισμένο ρόλο στην ΕΕ και παγκόσμια, ενδεικτική η ομιλία του Γάλλου Προέδρου στο Ευρωκοινοβούλιο

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΜΟΣ - ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ - ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ: Σφοδρός ανταγωνισμός μονοπωλίων, με δεδομένη την εκμετάλλευση των εργατών

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΙ ΟΜΙΛΟΙ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ
«Κίνδυνοι» κλυδωνισμών με φόντο τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς

Copyright 2016 The Associated

Οι δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αναφορικά με τον εποπτικό της ρόλο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης θα παρουσιαστούν στη σημερινή συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ, στην οποία βέβαια, ως πρώτο θέμα, κυριαρχεί το ζήτημα της 4ης «αξιολόγησης» στην ελληνική οικονομία σε συνδυασμό με τις άλλες συνοδευτικές παρεμβάσεις της «επόμενης μέρας».

Το ζήτημα της θωράκισης των τραπεζικών ομίλων ούτως ώστε αυτοί να μπορέσουν με τη σειρά τους να «αιμοδοτήσουν» το νέο γύρο καπιταλιστικής κερδοφορίας, όπως βέβαια και των μεγάλων προβλημάτων που προκαλεί η υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου - ζήτημα που αντανακλάται και στους ανταγωνισμούς για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων αλλά και στους φόβους για νέα επικείμενη καπιταλιστική κρίση - βρίσκεται εξάλλου σταθερά στο επίκεντρο των προβληματισμών των αστικών επιτελείων εντός και εκτός συνόρων.

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, στις 5 Μάη, η ΕΚΤ θα ανακοινώσει τα αποτελέσματα της «άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων» (stress test) που διενεργεί στους 4 εγχώριους τραπεζικούς ομίλους, οι οποίοι, όπως φαίνεται σε αυτήν τη φάση, ξεπερνούν το «σκόπελο» χωρίς την ανάγκη για νέο κύκλο επείγουσας αύξησης μετοχικών κεφαλαίων. Την ίδια ώρα, στα σενάρια που εξετάζονται για την «επόμενη μέρα» περιλαμβάνεται και η δημιουργία κεφαλαιακού αποθέματος - «εφεδρείας» ύψους μέχρι 10 δισ. ευρώ αποκλειστικά για τις τράπεζες, προκειμένου να «αξιοποιηθεί» στη συνέχεια εφόσον παρουσιαστεί «ανάγκη». Μάλιστα, τα «εφεδρικά» κεφάλαια των τραπεζών αναμένεται να προέλθουν από τα «αδιάθετα υπόλοιπα» της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το 3ο μνημόνιο. Σε αυτό το φόντο και με στόχο την αποτελεσματική διαχείριση της μάζας των «κόκκινων» δανείων - περίπου 100 δισ. ευρώ - εξετάζεται και το σενάριο για τη δημιουργία λεγόμενης bad bank (κακής τράπεζας), στην οποία θα περιέλθει το «προβληματικό» τμήμα των τραπεζικών χαρτοφυλακίων.

Παράλληλα, τα αποτελέσματα των «stress tests» για τους άλλους τραπεζικούς ομίλους της Ευρωζώνης (εκτός των ελληνικών, για τους οποίους επισπεύστηκε η διαδικασία) θα ανακοινωθούν από την ΕΚΤ στα τέλη του 2018.

Οι «κίνδυνοι» για τον τραπεζικό τομέα

Την ίδια ώρα, στην Εκθεσή της για την «εποπτική δραστηριότητα» το 2017, που συζητείται στη σημερινή συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ, η ΕΚΤ εντοπίζει σειρά από «κινδύνους» στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης, όσο και γενικότερα στις οικονομίες.

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι τρεις σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου αλλά και της πιθανότητας εμφάνισής τους είναι οι παρακάτω:

-- Το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων και οι δυσμενείς επιδράσεις του στην κερδοφορία των τραπεζών. Ουσιαστικά πρόκειται για τον ενδοαστικό προβληματισμό και τη διαπάλη αναφορικά με τα προγράμματα «νομισματικής χαλάρωσης», που έχουν στόχο τη διοχέτευση πακτωλού φτηνών κεφαλαίων προς τους επιχειρηματικούς ομίλους. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, «η παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων εξακολουθεί να συνιστά πρόκληση για την κερδοφορία των τραπεζών». Από τη μια πλευρά τα χαμηλά επιτόκια «μειώνουν το κόστος χρηματοδότησης και στηρίζουν την οικονομία» και από την άλλη «συμπιέζουν τα επιτοκιακά περιθώρια και έτσι επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία των τραπεζών».

-- Τα «επίμονα υψηλά» επίπεδα των «μη εξυπηρετούμενων δανείων». Παρά τη σχετική «βελτίωση» σε σύγκριση με το 2016, πολλές τράπεζες σε ορισμένες περιοχές της ζώνης του ευρώ «εξακολουθούν να εμφανίζουν μεγάλο ύψος μη εξυπηρετούμενων δανείων», επισημαίνει η ΕΚΤ. Σε αυτό το επίπεδο προτείνονται «μεταρρυθμίσεις» όπως αυτές που ήδη προωθούνται και στην Ελλάδα. Μεταξύ αυτών, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δευτερογενών αγορών προβληματικών στοιχείων, η «εναρμόνιση» των νομικών πλαισίων για την «αφερεγγυότητα», οι αναδιαρθρώσεις (δανείων, επιχειρήσεων) κ.ά.

-- Οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες. Οπως αναφέρεται, «αυξήθηκαν σημαντικά λόγω των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων ως προς την τελική συμφωνία για το Βrexit» καθώς βέβαια και της «γενικότερης παγκόσμιας πολιτικής αβεβαιότητας».

Επιπλέον, όπως χαρακτηριστικά τονίζουν, «ο κίνδυνος του κρατικού χρέους έχει ιδιαίτερη σημασία υπό τις τρέχουσες συνθήκες ιστορικά υψηλής γεωπολιτικής αβεβαιότητας». Λόγος γίνεται για «δυνητικές αιφνίδιες μεταβολές για ανάληψη κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές», δηλαδή για αναταράξεις στις αγορές κρατικών ομολόγων, στις χρηματαγορές κ.ά., που με τη σειρά τους θα είχαν επιπτώσεις και στις τράπεζες. «Μπορεί να πραγματοποιηθεί επανατιμολόγηση των κινδύνων λόγω ζητημάτων βιωσιμότητας του χρέους και γεωπολιτικών κινδύνων», προειδοποιεί η ΕΚΤ, «φωτογραφίζοντας» και την περίπτωση της ελληνικής οικονομίας.

Η Τράπεζα της Ελλάδας

Από την πλευρά του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γ. Στουρνάρας, σε πρόσφατη παρέμβασή του εστίασε σε «μεσοπρόθεσμους κινδύνους» για την παγκόσμια οικονομία, που περιλαμβάνουν:

-- Την αύξηση του προστατευτισμού, που συνδέεται με την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, την οποία ανακοίνωσε η αμερικανική κυβέρνηση, και τα αντίποινα που ανακοίνωσε η Κίνα. Η κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων θα πλήξει την εμπιστοσύνη, θα επιβαρύνει το παγκόσμιο εμπόριο και την οικονομική δραστηριότητα και θα προκαλέσει αναταράξεις στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων.

-- Την πιθανότητα αύξησης του κόστους δανεισμού στις διεθνείς αγορές χρήματος και απότομης υποχώρησης των παγκόσμιων αγορών κεφαλαίων, εξαιτίας της ταχύτερης του αναμενόμενου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ ή της επανεξέτασης της διάθεσης ανάληψης κινδύνου από τους διεθνείς επενδυτές.

-- Την ενδεχόμενη αποτυχία των διαπραγματεύσεων για το Brexit.

-- Τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή, στην Κορεατική Χερσόνησο και το Ιράν, καθώς και ενδεχόμενη αναζωπύρωση της προσφυγικής κρίσης.

Επιπλέον, σύμφωνα με την ΤτΕ, υπάρχουν πολλές «μεσο-μακροπρόθεσμες προκλήσεις» για την παγκόσμια οικονομία.

Μεταξύ αυτών:

Η αύξηση της παραγωγικότητας επιβραδύνθηκε στις προηγμένες, στις αναδυόμενες αλλά και στις λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες και μάλιστα σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από σημαντικές καινοτομίες και τεχνολογικές αλλαγές.

Το γενικά χαμηλό επίπεδο παγκόσμιου πληθωρισμού και ο χαμηλός ρυθμός αύξησης των μισθών, ιδίως στις προηγμένες οικονομίες, «παρά το γεγονός ότι το παραγωγικό κενό κλείνει και η οικονομική δραστηριότητα ενισχύεται», αποτελούν «γρίφο» για τις κεντρικές τράπεζες. Βέβαια, ο «γρίφος» εστιάζει στο μείγμα της κατάλληλης νομισματικής πολιτικής από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών (συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ).

Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, το χαμηλό επίπεδο των μισθών και του πληθωρισμού στην παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να συνδεθεί με παράγοντες όπως «την ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και την εξασθένηση της διαπραγματευτικής θέσης των εργατικών ενώσεων, λόγω των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, την αύξηση της προσωρινής και μερικής απασχόλησης, το άνοιγμα στον ανταγωνισμό των αγορών αγαθών και υπηρεσιών».

Τα παραπάνω αποτελούν τον αναγκαίο όρο και την προϋπόθεση για την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρηματικών ομίλων. Παράλληλα, από τη σκοπιά των αστικών επιτελείων, με το ρόλο, βέβαια, του «συλλογικού» εκφραστή των γενικών συμφερόντων του κεφαλαίου, διατυπώνονται οι προβληματισμοί αναφορικά με τη διαμόρφωση του επίσημου πληθωρισμού σε επίπεδα αρκετά χαμηλότερα από το 2% όπου έχει θέσει τον πήχη η ΕΚΤ. Το γεγονός αυτό συνδέεται και με το χαμηλό ύψος των μισθών, άρα και με τη μάζα της λαϊκής κατανάλωσης, η ανάκαμψη της οποίας θα συνέβαλλε σε νέο κύκλο αύξησης του τζίρου και των επιχειρηματικών κερδών. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα ακόμη δείγμα των εντεινόμενων αντιφάσεων στη λειτουργία του εκμεταλλευτικού συστήματος, που δεν παίρνει «γιατριά».


Α. Σ.

Η κερδοφορία του κεφαλαίου ασυμβίβαστη με την Υγεία και την προστασία του περιβάλλοντος

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ολοκληρώνει το σχετικό θεσμικό πλαίσιο για την απρόσκοπτη χρήση απορριμμάτων ως καυσίμων για τη βιομηχανία, επιχειρεί να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη κάνοντας λόγο περί δήθεν «ανεξάρτητων επιτροπών ελέγχου» των εκπομπών ρύπων κατά τη χρήση RDF, δημοσιοποίηση των δειγματοληπτικών στοιχείων κ.λπ. Πρόκειται βέβαια για διακηρύξεις χωρίς αντίκρισμα, στο πλαίσιο της πολιτικής που «υπεράνω όλων» έχει την κερδοφορία του κεφαλαίου και τις ανάγκες του.

Ακρως ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την προστασία της δημόσιας υγείας είναι η ευκολία με την οποία χαρακτηρίζει «μη επικίνδυνα» τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα από τη βιομηχανία και τους ρύπους που εκπέμπονται στο περιβάλλον, όταν υπάρχουν πολλαπλές αναφορές για τους σοβαρούς κινδύνους από τη χρήση τέτοιου τύπου καυσίμων στη διεθνή και εγχώρια βιβλιογραφία.

Σημειωτέον, τα «εναλλακτικά καύσιμα» περιλαμβάνουν τόσο το RDF (Refuse Derived Fuel), καύσιμο προερχόμενο από απορρίμματα, όσο και το ΠΕΤ ΚΟΚ, δηλαδή στερεό τοξικό υπόλειμμα διυλιστηρίων πετρελαίου, σαπουνέλαια, βιολογική ιλύς, λάστιχα οχημάτων κ.ά.

Ενδεικτικά άλλωστε είναι και τα όσα έχει επισημάνει σε πρόσφατη ανακοίνωση της η ΤΕ Μαγνησίας του ΚΚΕ:

  • Υστερα από σχετική Επίκαιρη Ερώτηση του ΚΚΕ στη Βουλή (20/3/2017) το ΥΠΕΝ προχώρησε σε Κλιμάκιο Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος (ΚΕΠΠΕ), σε συνεργασία με την Περιφέρεια Θεσσαλίας, για τον έλεγχο των περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας του εργοστασίου, παραδεχόμενη δηλαδή ότι το μονοπώλιο λειτουργούσε ανεξέλεγκτα όλο το προηγούμενο διάστημα.
  • Από το ΚΕΠΠΕ πραγματοποιήθηκαν δύο έλεγχοι (29/3 και 25/4/2017) «των περιβαλλοντικών όρων». Αλλά κι αυτοί, όπως αναμενόταν, ήταν κενοί περιεχομένου, αφού οι έλεγχοι που πραγματοποίησε στη βιομηχανία έγιναν για το αν εφαρμόζονται οι εγκληματικοί περιβαλλοντικοί όροι και αδειοδοτήσεις που έχουν εγκριθεί από το 2014, από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, και που συνεχίζει να εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, ενώ τα στοιχεία που εξέτασε το ΚΕΠΠΕ ήταν τα έγγραφα που παρουσίασε η ίδια η επιχείρηση για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων. Δηλαδή «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει»!
  • Το 2017, ύστερα και από το θόρυβο που προκάλεσε η Ερώτηση του ΚΚΕ, διενεργήθηκαν μόνο τρεις έλεγχοι για διοξίνες και φουράνια το 2017, ενώ το 2018 έχει γίνει μέχρι τώρα μόνο μία, για την οποία δεν έχουν ολοκληρωθεί τα αποτελέσματα! Τα όρια στα οποία αναφέρεται η απάντηση δεν τεκμηριώνονται επιστημονικά, αφού και η μικρότερη ποσότητα διοξινών που διαχέεται στο περιβάλλον και μεταφέρεται και μέσω της διατροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο μπορεί να αποβεί μοιραία για την ανθρώπινη υγεία.

Αλλωστε, μόνο ως κακόγουστο αστείο μπορούν να εκληφθούν η «προσαρμογή στα ευρωπαϊκά πρότυπα» και «η εγκατάσταση απαιτούμενων τεχνολογιών» ώστε να περιοριστούν οι εκπομπές ρύπων στα προβλεπόμενα από την νομοθεσία όρια, όπως επικαλείται η κυβέρνηση.

Οι κατευθύνσεις της ΕΕ - που ως «αρχή» της πολιτικής της για το περιβάλλον έχει το «ο ρυπαίνων πληρώνει» - και σε αυτό το ζήτημα είναι μέρος του προβλήματος, και τα υποτιθέμενα «αυστηρά όρια και προϋποθέσεις» που θέτουν για τη χρήση τέτοιου τύπου καυσίμων μόνο στον εφησυχασμό των λαϊκών στρωμάτων αποσκοπούν, και στη μείωση των κοινωνικών αντιδράσεων. Οσο για την εγκατάσταση των απαιτούμενων τεχνολογιών, το ζήτημα φυσικά δεν είναι το αν υπάρχουν γενικώς οι τεχνολογικές - επιστημονικές δυνατότητες αλλά ότι αυτές θεωρούνται «κόστος» και «βαρίδι» στην κερδοφορία του κεφαλαίου.

ΚΑΥΣΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Τα κέρδη των μονοπωλίων βλάπτουν σοβαρά την υγεία

Με διακηρυγμένο στόχο τη μείωση του «ενεργειακού κόστους» των βιομηχάνων, αλλά και ανοίγοντας νέα «χρυσοφόρα» πεδία κερδοφορίας για το κεφάλαιο από τη «διαχείριση» των σκουπιδιών, στο πλαίσιο και της στρατηγικής της λεγόμενης «κυκλικής οικονομίας», η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προχωράει το σχεδιασμό για τη χρήση απορριμμάτων ως «εναλλακτικού καυσίμου» από τη βιομηχανία, πρώτα απ' όλα της τσιμεντοβιομηχανίας, ενώ μπροστά στους στόχους αυτούς του κεφαλαίου δεν διστάζει να κλείσει τα μάτια στα σοβαρά προβλήματα που εγείρονται αναφορικά με τη δημόσια υγεία.

Δέσμευση ενώπιον των βιομηχάνων

Μέχρι στιγμής, προνομιακή χρήση των δυνατοτήτων που παρέχει το κυβερνητικό πλαίσιο για την καύση απορριμμάτων ασκεί το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ στον Βόλο, η οποία έχει αδειοδοτηθεί για την καύση 410.000 τόνων RDF, δηλαδή το 90% της συνολικής ποσότητας των 480.000 τόνων που προβλέπεται να καίγονται σε όλη την Ελλάδα σύμφωνα με το ΕΣΔΑ.

Η χρήση RDF από την ΑΓΕΤ στον Βόλο έχει ξεσηκώσει το λαό της περιοχής, ωστόσο με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης το επενδυτικό πλάνο της επιχείρησης για την ακόμη μεγαλύτερη χρήση σκουπιδιών ως καυσίμου, πρακτική που κατηγορείται για σειρά επιβλαβών επιπτώσεων στον ανθρώπινο οργανισμό και συνολικά στο περιβάλλον, συνεχίζεται απρόσκοπτα.

Η περίπτωση του εργοστασίου της ΑΓΕΤ στον Βόλο, άλλωστε, αποτελεί μόνο την αρχή ενός συνολικότερου κυβερνητικού σχεδιασμού για τη γενίκευση της καύσης απορριμμάτων από βαριές βιομηχανίες στην Ελλάδα, σχεδιασμός που φυσικά βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τις σχετικές κατευθύνσεις της ΕΕ.

Μόλις πριν από λίγες μέρες, στις 20 του Απρίλη, ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σ. Φάμελλος, πραγματοποίησε συνάντηση με αντιπροσωπεία της Ενωσης Τσιμεντοβιομηχανιών Ελλάδας, παρουσία εκπροσώπων των μεγαλύτερων τσιμεντοβιομηχανιών που δραστηριοποιούνται στη χώρα, του ομίλου «ΤΙΤΑΝ» και της «ΑΓΕΤ Ηρακλής». Η συνάντηση υποτίθεται είχε στόχο «την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης από την τσιμεντοβιομηχανία», ωστόσο ο πραγματικός στόχος ήταν η ανανέωση και διεύρυνση του δικαιώματος των τσιμεντοβιομηχανιών να χρησιμοποιούν το RFD κατά την παραγωγική τους διαδικασία υπό... «κανόνες αυστηρής προστασίας της δημόσιας υγείας».

Η συμφωνία, μάλιστα, που έχει υπάρξει μεταξύ κυβέρνησης και τσιμεντοβιομηχανιών από το Μάρτη του 2017 για την υποτιθέμενη «πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης» από τους ίδιους τους ομίλους - κατά τη λογική «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει» - αποφασίστηκε να μετεξελιχθεί σε «πρότυπο βιομηχανικής συμβίωσης με βιομηχανικές και παραγωγικές μονάδες». Με λίγα λόγια, συμφωνήθηκε η επέκταση της χρήσης του RDF, αφού, όπως ξεκάθαρα αναφέρθηκε από πλευράς υπουργείου, «η στρατηγική της Κυκλικής Οικονομίας και της βιομηχανικής συμβίωσης δημιουργεί σημαντικές οικονομικές ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους, ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της τσιμεντοβιομηχανίας, μειώνει το λειτουργικό κόστος...».

Επίσης, στις 24 του μήνα, ο Σ. Φάμελλος, μιλώντας στο διήμερο συνέδριο του ΣΕΒ με θέμα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών βιομηχανιών στις διεθνείς αγορές, ανακοίνωσε ότι έχει ήδη εγκριθεί από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής το θεσμικό πλαίσιο για την «κυκλική οικονομία» και οι ανακοινώσεις αναμένονται το αμέσως επόμενο διάστημα.

Βασικό στοιχείο στην πολιτική ΕΕ - κυβέρνησης

Η καύση απορριμμάτων για την παραγωγή Ενέργειας από τις βιομηχανίες είναι, εξάλλου, ένα από τα βασικά στοιχεία της πολιτικής ΕΕ - κυβέρνησης στον τομέα διαχείρισης των απορριμμάτων, επιτρέποντας και προωθώντας τη χρήση τους για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των βιομηχανικών ομίλων. Αυτήν την πολιτική αποκαλούν «κυκλική οικονομία» και «πράσινη ανάπτυξη» και μάλιστα στο σχέδιο που έχει καταρτίσει η κυβέρνηση, η επαναχρησιμοποίηση απορριμμάτων - εννοείται και ως καύσιμα για τη βιομηχανία - θα χρηματοδοτείται από τον «αναπτυξιακό» νόμο.

Η καύση απορριμμάτων με σκοπό την «ανάκτηση Ενέργειας» περιλαμβάνεται και στο «Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων» που έχει η συντάξει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, μέθοδος που χαρακτηρίζεται στο εν λόγω σχέδιο ως «συμπληρωματική μορφή διαχείρισης» των απορριμμάτων. Μάλιστα, εκτιμάται σε ό,τι αφορά την ενεργειακή αξιοποίηση «απορριμματογενούς καυσίμου» ότι οι εγχώριες τσιμεντοβιομηχανίες μπορούν να απορροφήσουν μέχρι και 480.000 τόνους RDF το χρόνο, υποτίθεται αφού προηγουμένως προχωρήσουν στις απαιτούμενες επενδύσεις αναβάθμισης και τεχνολογικής προσαρμογής των εγκαταστάσεών τους.

Στην ενεργοβόρο βιομηχανία (τσιμεντοβιομηχανία, κεραμοποιεία κ.λπ.) μάλιστα δίνεται κατά προτεραιότητα η δυνατότητα αξιοποίησης των παραγόμενων «εναλλακτικών καυσίμων» και επιπλέον το ίδιο σχέδιο προβλέπει την «τροποποίηση - συμπλήρωση περιβαλλοντικών όρων υφιστάμενων εγκαταστάσεων και υλοποίηση τυχόν σχετικών απαιτούμενων έργων σε αυτές, προκειμένου να μπορούν να (συν)αποτεφρώνουν μη επικίνδυνα απόβλητα (π.χ. τσιμεντοβιομηχανία, κεραμοποιία, αποτεφρωτήρες ζωικών υποπροϊόντων)».

Να μην περάσουν τα κυβερνητικά σχέδια

Το ΚΚΕ με συνεχείς παρεμβάσεις του έχει αναδείξει τους σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία από τη χρήση απορριμμάτων ως βιομηχανικού καυσίμου, αποκαλύπτει ευρύτερα την ουσία των κυβερνητικών επιλογών και πρωτοστατεί στο δυνάμωμα των λαϊκών κινητοποιήσεων ενάντια στα σχέδια αυτά.

Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα δεν θα πρέπει να υποκύψουν στην κυβερνητική προπαγάνδα περί «ασφαλούς χρήσης» ή ακόμη και στους εκβιασμούς που ασκούν με όχημα τις θέσεις εργασίας οι εμπλεκόμενες βιομηχανίες και με τους αγώνες τους να στείλουν τους σχεδιασμούς κυβέρνησης - βιομηχάνων στα σκουπίδια.

Οπως άλλωστε επισημαίνει και σε πρόσφατη ανακοίνωσή της η ΤΕ Μαγνησίας του ΚΚΕ, απ' όπου έχουν πρωτοξεκινήσει τα σχετικά σχέδια: «Εκείνοι που μπορούν να επιβάλουν την προστασία της δημοσίας υγείας, δεν είναι ούτε η κυβέρνηση ούτε η Περιφέρεια Θεσσαλίας ούτε ο δήμος Βόλου, που εξάλλου έχουν μοιρασμένους ρόλους υπέρ των συμφερόντων της ΑΓΕΤ.

(...) Σήμερα, με τα σωματεία και τους φορείς, πρέπει να ξεσηκωθούν με πολύμορφες μαζικές κινητοποιήσεις για:

-- Να σταματήσει, εδώ και τώρα, η καύση σκουπιδιών και ΠET-KOK.

-- Να ανακληθούν και να ακυρωθούν οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων που αδειοδοτούν την καύση και τη μεταφορά RDF/SRF και τοξικού ΠΕΤ-ΚΟΚ.

-- Να σταματήσει ο σχεδιασμός για παραγωγή RDF/SRF στους ΧΥΤΑ Θεσσαλίας και στον Βόλο. Να τροποποιηθεί τώρα ο Εθνικός και ο Περιφερειακός Σχεδιασμός Διαχείρισης Απορριμμάτων, που, με ευθύνες της Περιφέρειας Θεσσαλίας, προβλέπει την παραγωγή των σχετικών υλικών για καύση.

-- Να παρθούν τα αναγκαία μέτρα υγιεινής και ασφάλειας στην "ΑΓΕΤ - Ηρακλής" και γενικότερα στους χώρους δουλειάς.

-- Να γίνονται συνεχείς έλεγχοι στις ρυπογόνες επιχειρήσεις με ευθύνη του κράτους για την προστασία της δημόσιας υγείας, του χερσαίου και θαλάσσιου περιβάλλοντος, των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων».


Φ.Κ.

ΓΑΛΛΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Διεκδικεί αναβαθμισμένο ρόλο στην ΕΕ και παγκόσμια

Ενδεικτική η πρόσφατη ομιλία Μακρόν στο Ευρωκοινοβούλιο

Ο Μακρόν στο βήμα του Ευρωκοινοβούλιο, περιγράφοντας ως εκπρόσωπος του γαλλικού κεφαλαίου «αλλαγές» στην ΕΕ

AP

Ο Μακρόν στο βήμα του Ευρωκοινοβούλιο, περιγράφοντας ως εκπρόσωπος του γαλλικού κεφαλαίου «αλλαγές» στην ΕΕ
Τη διασφάλιση και ισχυροποίηση της θέσης τους στον ανταγωνισμό που οξύνεται ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και καπιταλιστικά κράτη, προκαλώντας αναταράξεις ακόμα και σε «παραδοσιακές» συμμαχίες των μονοπωλίων, διεκδικεί το γαλλικό κεφάλαιο.

Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί η ενεργή συμμετοχή της Γαλλίας, μαζί με τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία στον πρόσφατο βομβαρδισμό της Συρίας, αλλά και οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η κυβέρνηση Μακρόν, με προτάσεις για την «αναμόρφωση» της ΕΕ, με τρόπο που να υπηρετούνται και να διασφαλίζονται τα συμφέροντα των γαλλικών μονοπωλίων, τόσο έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών, όσο και παγκόσμια.

Εχοντας το βλέμμα στραμμένο στους άλλους ισχυρούς παγκόσμιους «παίκτες», στις 17 Απρίλη, ο Γάλλος Πρόεδρος μίλησε στο Ευρωκοινοβούλιο (ΕΚ), αναλύοντας πόσο επιτακτική ανάγκη είναι να ενισχυθεί η ΕΕ, ώστε να αποκρουστεί η ισχυροποίηση αντίπαλων μονοπωλιακών και γεωπολιτικών σχεδιασμών. Η ομιλία Μακρόν έγινε άλλωστε στο πλαίσιο πρωτοβουλίας που έχει πάρει ο πρόεδρος του ΕΚ, Αντόνιο Ταγιάνι, να καλέσει διάφορους Ευρωπαίους ηγέτες να μιλήσουν στο ΕΚ.

Απευθυνόμενος σε ευρωβουλευτές των αστικών κομμάτων, σημείωσε ότι «ο διάλογος για την Ευρώπη» θα γίνει «σε ένα πλαίσιο που κάνει σήμερα την ευθύνη μας μεγαλύτερη» και συνέχισε: «Συζητάμε για την Ευρώπη μέσα σε ένα πλαίσιο στο οποίο ένα είδος εμφυλίου πολέμου επανεμφανίζεται και μέσα στο οποίο οι διαφωνίες μας, μερικές φορές οι εθνικοί μας εγωισμοί, μοιάζουν πιο σημαντικοί από αυτό που μας ενώνει απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο... Ενα πλαίσιο στο οποίο οι γεωπολιτικές απειλές δίνουν στην Ευρώπη μια ευθύνη που μεγαλώνει καθημερινά».

Ως τέτοιες «απειλές» περιέγραψε τις «μεγάλες διεθνείς συγκρούσεις». «Αυτές που αφορούν την κατάσταση στη Λεβαντίνη (σ.σ. Ανατολική Μεσόγειος) και στο Σαχέλ (σ.σ. υποσαχάρια Αφρική), αλλά και την ανάδυση μεγάλων αυταρχικών δυνάμεων και μιας στρατηγικής που έχει διαμορφωθεί καθαρά για να θέσει υπό αμφισβήτηση το πλαίσιο της πολυπολικότητας, στο οποίο η Ευρώπη είχε πάρει τη δική της θέση και που ήταν ταυτόχρονα το πλαίσιο της δικής της επιρροής, στο οποίο όμως συλλογικά είχαμε κατασκευάσει την ειρήνη».

«Γεωπολιτικές απειλές» και «ευρωπαϊκή κυριαρχία»

Ο Μακρόν συνέδεσε ανοιχτά τις «γεωπολιτικές απειλές» και τη διατάραξη του «πολυπολικού κόσμου» μέσα στον οποίο διαμορφώθηκε η ΕΕ ως συνεργασία υπεράσπισης των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, με ανακατατάξεις και συγκρούσεις σε όλα τα επίπεδα, σε τέτοιο βαθμό που αμφισβητείται και η «κατασκευασμένη ειρήνη», μια ειρήνη - προϊόν συμβιβασμών ευάλωτων στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Τώρα που αλλάζουν πολλά δεδομένα - οικονομικά, στρατιωτικά, γεωπολιτικά - και προχωρούν μεγάλες ανακατατάξεις, «πρέπει να οικοδομήσουμε μια νέα ευρωπαϊκή κυριαρχία, με την οποία θα δώσουμε καθαρή, συνεπή απάντηση στους πολίτες μας ότι θα μπορέσουμε να τους προστατεύσουμε, ότι θα δώσουμε απαντήσεις σε αυτές τις διαταραχές στον κόσμο».

Φυσικά η «ασφάλεια» για την οποία αγωνιά ο Μακρόν κι οι όμοιοί του δεν είναι αυτή των λαών της Ευρώπης. Είναι η ασφάλεια των μονοπωλίων της να μπορούν αφενός να προστατέψουν τη σημερινή θέση τους, αφετέρου να «αξιοποιήσουν» τις «διαταραχές» για να την ενισχύσουν παραπέρα, για να αποσπάσουν ή έστω να στερήσουν δύναμη από τους ανταγωνιστές τους.

Εξηγώντας τη σημασία αυτής της νέας «ευρωπαϊκής κυριαρχίας» - τη σημασία δηλαδή αναβάθμισης της ικανότητας της λυκοσυμμαχίας των Βρυξελλών να διασφαλίσει και να διευρύνει τη δύναμη και το ρόλο της - ο Μακρόν εστίασε στην «ταυτότητα της Ευρώπης». «Αυτή η ταυτότητα μάς διακρίνει πρώτα απ' όλα από τις αυταρχικές δυνάμεις», ισχυρίστηκε, σπεύδοντας όμως παράλληλα να τραβήξει την ίδια διαχωριστική γραμμή και «από ορισμένους από τους πιο κοντινούς μας συμμάχους». Γενόμενος πιο συγκεκριμένος και αναδεικνύοντας τριβές και αντιθέσεις που βαθαίνουν εντός του ευρωατλαντικού στρατοπέδου, αναφέρθηκε στις ΗΠΑ, λέγοντας: «Ο Αμερικανός μας εταίρος, με τον οποίο μοιραζόμαστε τόσα, αντιμετωπίζει σήμερα μια τάση αποδέσμευσης και απόρριψης της πολυμέρειας, (σ.σ. της αντιμετώπισης) της κλιματικής πρόκλησης ή των εμπορικών θεμάτων».

Συνέχισε αναγνωρίζοντας ότι αυτές οι αντιθέσεις θα μεγαλώσουν, μαζί βέβαια με το παζάρι που τις συνοδεύει: «Αυτό το μοντέλο (σ.σ. το ευρωπαϊκό), είμαι πεπεισμένος, είναι ισχυρό όπως κανένα άλλο, αλλά και εύθραυστο, καθώς η δύναμή του εξαρτάται από τη δέσμευση και την ύπαρξή μας. Κάθε μέρα πρέπει να το υπερασπιστούμε όλοι μαζί. Για να σταθούμε λοιπόν στο ύψος των περιστάσεων, ο πρώτος όρος είναι η ειλικρίνεια και η ευθύνη».

Υπερασπίζοντας τα συμφέροντα των ντόπιων μονοπωλίων

«Το να υπερασπίζεσαι την ευρωπαϊκή ταυτότητα», συνέχισε ο Μακρόν, αφορά το ότι «απέναντι σε αυτές τις μεγάλες αναταραχές του κόσμου, αυτές τις μεγάλες ανακατατάξεις, την περίοδο που ζούμε, χρειαζόμαστε μία κυριαρχία πιο ισχυρή από την κυριαρχία του καθενός (σ.σ. κράτους) χωριστά, που θα τη συμπληρώνει και δεν θα την υποκαθιστά» και θα επιτρέψει «καλές απαντήσεις» στις μεγάλες «προκλήσεις» και «αβεβαιότητες». Εξέφρασε άλλωστε την ανάγκη να δυναμώσει η αντιλαϊκή επίθεση σε κάθε χώρα, δηλώνοντας την πίστη του στην «οικονομική κυριαρχία την οποία, μαζί με την ανταγωνιστικότητα, κάθε κράτος - μέλος οικοδομεί με τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί».

Δεν παρέλειψε ωστόσο να θίξει και πλευρές που αφορούν την πορεία αναμόρφωσης της ίδιας της Ευρωένωσης, στο φόντο και «εσωτερικών» ανταγωνισμών, τόσο για την πιο αποδοτική για τα γαλλικά μονοπώλια μοιρασιά της χασούρας που έχει καταγραφεί μετά την εκδήλωση της κρίσης, όσο και για έναν πιο «αλληλέγγυο» καταμερισμό της «αναπτυξιακής στήριξης» της ΕΕ, για να βάλουν πιο βαθιά στην τσέπη ισχυρότερα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, όπως το γερμανικό.

Γι' αυτό και συνέδεσε την «οικονομική κυριαρχία» της Ευρώπης (δηλαδή την ικανότητα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων να κυριαρχούν στην ευρωπαϊκή και διεθνή αγορά, ή τουλάχιστον να αναμετρώνται με υψηλές αξιώσεις) με την «αναμφισβήτητη αλληλεγγύη που πρέπει να επιδεικνύουμε, στο πλαίσιο της οικονομικής και νομισματικής Ενωσης και με μια εμπορική πολιτική πιο ρεαλιστική, που οφείλουμε να ακολουθήσουμε».

Στάθηκε στην αξία της «αποτελεσματικής» και «προστατευτικής» Ευρώπης, τονίζοντας ότι ο επόμενος προϋπολογισμός που θα συζητήσει το Ευρωκοινοβούλιο «πρέπει να εκφράζει και πολιτικό σχέδιο συνοχής, αποτελεσματικότητας και σύγκλισης», ενώ έκανε ακόμα λόγο και για «επανίδρυση του ίδιου του προϋπολογισμού, δημιουργώντας νέους, ίδιους (σ.σ. ευρωπαϊκούς) πόρους».

Και «διαβουλεύσεις με πολίτες»

Η κυβέρνηση Μακρόν πρωτοπορεί όμως και στο «ξέπλυμα» του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού, στο πλαίσιο μιας καλομελετημένης επιχείρησης παραπλάνησης και στράτευσης του γαλλικού αλλά και όλων των ευρωπαϊκών λαών στις απαιτήσεις των ευρωενωσιακών μονοπωλίων, ειδικά τώρα που η κόντρα με τους ανταγωνιστές τους θα δυναμώσει.

Ετσι, λίγες ώρες μετά την ομιλία στο Ευρωκοινοβούλιο, ο Μακρόν εγκαινίασε από την κοινότητα Επινάλ στην περιοχή Βοζ στα βορειοδυτικά της Γαλλίας, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, τις λεγόμενες «διαβουλεύσεις με τους πολίτες», με θέμα «Ποια είναι η δική μας Ευρώπη;».

Πρόκειται για υλοποίηση της προεκλογικής δέσμευσης του «Εμπρός!» (του κόμματος που ίδρυσε ο Μακρόν λίγο μετά τις περσινές προεδρικές εκλογές στη Γαλλία) για πλατιά «συζήτηση με τους πολίτες» για τις «αλλαγές» που χρειάζονται στην ΕΕ.

Στην πρώτη τέτοια «διαβούλευση», ο Μακρόν μίλησε χωρίς γραπτό κείμενο για περίπου 2,5 ώρες με 450 άτομα, κάθε κοινωνικής προέλευσης, λανσάροντας το παραμύθι της δήθεν «ανοιχτής» συζήτησης για μια Ευρώπη που μπορεί να βοηθήσει και τα λαϊκά στρώματα, εγκαινιάζοντας σειρά τέτοιων συναντήσεων που θα γίνουν με στελέχη της γαλλικής κυβέρνησης μέχρι τον Οκτώβρη, ενόψει και των ευρωεκλογών του 2019. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες προχωρούν και σε άλλες χώρες της ΕΕ, με ζητούμενο φυσικά τη ζύμωση γύρω από τις προτεραιότητες του κεφαλαίου. Οπως αναλυτικά εξηγεί το γαλλικό ΥΠΕΞ σε ειδική ενότητα της ιστοσελίδας του, θεματικές των «διαβουλεύσεων» θα είναι «οι επενδύσεις του μέλλοντος», «πολιτικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας», «η μάχη κατά της τρομοκρατίας», «η πράσινη ανάπτυξη», «κινητικότητα των Ευρωπαίων στην Ευρώπη» κ.ά.

Αλλωστε, τις ιδιαίτερες προσδοκίες που έχει η Γαλλία από όλη αυτήν τη συζήτηση περί «ενίσχυσης και αναμόρφωσης της Ευρώπης» την εξηγούσε σε σχετική της συνέντευξη και η Γαλλίδα υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ναταλί Λουαζό, διαμηνύοντας και την ετοιμότητα του γαλλικού κεφαλαίου να σαλπίσει νέα επίθεση, για να μπορεί πιο αποφασιστικά να αναμετρηθεί με τους ανταγωνιστές του: «Σχετικά με το σχέδιο για την Ευρώπη, έχουμε ακούσει πολύ λιγότερο τη χώρα μας. Εχουμε μιλήσει πολύ για μια Ευρώπη την οποία διευθύνει η Γερμανία, και αυτό ήταν απλώς μια πραγματικότητα και μια διαπίστωση εξ ορισμού». Και συνέχισε: «Η Ευρώπη αφορά καταρχάς ένα γαλλογερμανικό δίδυμο, είναι στη συνέχεια μια ισχυρή ένωση των κρατών που συμμετέχουν, χωρίς αποκλεισμούς, και έπρεπε το Παρίσι να ξαναβρεί τη θέση και τη φωνή του (σ.σ. μέσα σε όλο αυτό). Αλλά για να εισακουστεί, έπρεπε να γίνει αξιόπιστο. Αυτό περνούσε από μια αληθινή αφοσίωση για να μειώσουμε τα ελλείμματά μας κάτω από το 3% και να δεσμευτούμε για μια αληθινή μεταρρυθμιστική διαδικασία. Γιατί το να παραδίδουμε μαθήματα, όταν εμείς οι ίδιοι δεν τα εφαρμόζουμε, δεν μας επιτρέπει να ακουστούμε...».


Α. Μ.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΣΜΟΣ - ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ - ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ
Σφοδρός ανταγωνισμός καπιταλιστών με δεδομένη την εκμετάλλευση των εργατών

Οι αντιπαραθέσεις αστικών δυνάμεων δεν μπορούν να κρύψουν την αναγκαιότητα ανατροπής του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος

Ανθρωποι και ρομπότ στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου...
Ανθρωποι και ρομπότ στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου...
Τη συζήτηση περί εμπορικού προστατευτισμού - παγκοσμιοποίησης και ελεύθερου εμπορίου επαναφέρει στο προσκήνιο μέρος της αρθρογραφίας του διεθνούς Τύπου ολοένα και συχνότερα, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ και την επιλογή του να επιχειρήσει ένα «ξαναμοίρασμα» της τράπουλας στο διεθνές εμπόριο, με στόχο την υποβοήθηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας για λογαριασμό αμερικανικών μονοπωλίων και μέσω της αύξησης δασμών στις εισαγωγές πρώτων υλών που θεωρούνται «κλειδιά» στη βιομηχανία, όπως ο χάλυβας και το αλουμίνιο.

Οι τελευταίες επισκέψεις Ευρωπαίων ηγετών στις ΗΠΑ, όπως αυτές που πραγματοποίησαν αυτήν τη βδομάδα ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ, μαρτυρούν, αν μη τι άλλο, την όξυνση της ενδοϊμπεριαλιστικής κόντρας όχι μόνο στην αρένα σοβαρών περιφερειακών και μεγαλύτερων πολεμικών συγκρούσεων όπως αυτές στη Συρία και την ευρύτερη Μέση Ανατολή, αλλά και στο πλαίσιο ενός εμπορικού πολέμου, που αποτελεί τη βάση της όξυνσης πολιτικών και στρατιωτικών σχέσεων μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών διεθνώς. Δεν είναι τυχαίο πως Μακρόν και Μέρκελ μετέβησαν αυτήν τη βδομάδα στις ΗΠΑ, επιδιώκοντας μεταξύ άλλων τη μακροπρόθεσμη και όχι την πρόσκαιρη «εξαίρεσή» τους από τους αμερικανικούς δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο που εκπνέει την 1η Μάη...

Είναι, επιπλέον, χαρακτηριστικές σε αυτό το σημείο οι προειδοποιήσεις που απηύθυνε στις αρχές της βδομάδας σε τραπεζικό συνέδριο στο Σίτι του Λονδίνου ο επικεφαλής της γαλλικής Κεντρικής Τράπεζας και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Βιλερουά ντε Γκαλό. «Γνωρίζουμε όλοι ότι μία κλιμάκωση των προστατευτικών απειλών από τις ΗΠΑ θα περιορίσει την ανάπτυξη παντού... Η πρόσφατη αβεβαιότητα έχει πιθανόν ήδη κάποιες αρνητικές συνέπειες στις επενδύσεις: Τις είδαμε στη βρετανική οικονομία μετά το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016. Ομως, το πλήγμα από τους πραγματικούς δασμούς θα ήταν μεγαλύτερο», τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης, προβλέποντας ότι «αρκεί μία αύξηση των δασμών κατά 10% για να προκαλέσει διψήφια μείωση του παγκόσμιου εμπορίου και μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ άνω του 2%». «Εμείς οι Ευρωπαίοι, μαζί με τον Καναδά, την Ιαπωνία και άλλες χώρες, πρέπει να υπερασπιστούμε σθεναρά τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις που βασίζονται σε αμοιβαία σεβαστούς κανόνες και πολυμερείς θεσμούς», πρόσθεσε με νόημα.

Βεβαίως, θα πρέπει κανείς να παρατηρήσει σε αυτό το σημείο ότι δεν υπάρχουν «σινικά τείχη» ανάμεσα στους καπιταλιστές (και τα κράτη τους) που υποστηρίζουν περισσότερο τον προστατευτισμό και αυτούς που υπερθεματίζουν υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης. Πάντα το βασικό κριτήριο είναι ο συνδυασμός που θα φέρει μεγαλύτερο κέρδος στα μονοπώλια. Για παράδειγμα, η Ινδία τον περασμένο Γενάρη ήταν με το «στρατόπεδο» του διεθνούς «ελεύθερου εμπορίου» και το Φλεβάρη αποφάσισε αύξηση των δασμών σε πλειάδα εισαγόμενων αγροτικών και μη προϊόντων. Το ίδιο και η Κίνα, το 2016, ενεργοποίησε νόμο «ψηφιακού προστατευτισμού» που απαιτεί από τις εταιρείες να αποθηκεύουν τα δεδομένα τους «εντός των συνόρων της Κίνας», να περνούν τακτικά από δοκιμασίες «ασφαλείας» και να κάνουν συλλογή προσωπικών δεδομένων στα οποία οι σινικές αρχές θα έχουν πρόσβαση.

Παγκοσμιοποίηση «σε νέα φάση»

Πρόσφατα στο περιοδικό «Foreign Affairs» δημοσιεύτηκε άρθρο με τον εξής εύγλωττο τίτλο: «Η παγκοσμιοποίηση δεν βρίσκεται σε φάση υποχώρησης». Οι αρθρογράφοι Σούζαν Λαντ και Λόρα Τάισον, που είναι και οι δύο καθηγήτριες στο πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας και πρώην οικονομικοί σύμβουλοι των κυβερνήσεων του πρώην Προέδρου Μπιλ Κλίντον, εκτιμούν πως αυτό που συμβαίνει δεν είναι «υποχώρηση» της παγκοσμιοποίησης λόγω π.χ. πρόσφατων μέτρων εμπορικού προστατευτισμού από την κυβέρνηση Τραμπ. Επισημαίνουν, άλλωστε, ότι αυτό γινόταν και πριν, αφού από το Νοέμβρη του 2008 οι 20 πιο ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες (G-20, δηλαδή Αργεντινή, ΗΠΑ, Αυστραλία, Βραζιλία, Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία, Ιαπωνία, Ιταλία, Ινδία, Ινδονησία, Καναδάς, Κίνα, Μεξικό, Ν. Αφρική, Νότια Κορέα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία και ΕΕ) εφάρμοσαν πάνω από 6.000 μέτρα εμπορικού προστατευτισμού.

Οι αρθρογράφοι θεωρούν ότι αυτό που συμβαίνει στο ρευστό πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου είναι πως η παγκοσμιοποίηση, με φόντο τις τεχνολογικές εφαρμογές που συνοδεύουν τη λεγόμενη «4η Βιομηχανική Επανάσταση», εισέρχεται σε μία φάση που θα συμβούν διάφορες ανατροπές. Βλέπουν ακόμη ότι «επιβραδύνεται» το παγκοσμιοποιημένο εμπόριο, που βασίστηκε τις προηγούμενες δεκαετίες (έως την καπιταλιστική κρίση του 2008) σε διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες, με χαρακτηριστικό την εκμετάλλευση της φθηνής εργασίας σε αναπτυσσόμενες χώρες, εκτιμώντας ότι οι νέες τεχνολογίες «ανοίγουν το παιχνίδι» ώστε να μπουν στην αρένα του ανταγωνισμού, εκτός από τα πολυεθνικά μεγαθήρια που κυριαρχούν ήδη, και μικρότερες εταιρείες. Υποστηρίζουν ακόμη ότι σε αυτήν τη «νέα φάση παγκοσμιοποίησης» θα καταγραφούν σημαντικές αλλαγές σε επίπεδο χωρών και σε επίπεδο μονοπωλίων, προειδοποιώντας ότι αναπτυσσόμενες χώρες που τώρα είναι στην περιφέρεια του διεθνούς εμπορίου (π.χ. Μπανγκλαντές όπου χτυπά η «καρδιά» της διεθνούς μεταποίησης λόγω πάμφθηνης εργασίας) «διακινδυνεύουν να μείνουν πίσω εάν εξακολουθήσουν να έχουν ελλείψεις σε υποδομές και δεν αποκτήσουν ικανότητες ώστε να επωφεληθούν από την ψηφιοποίηση».

Προβλέπουν, επίσης, ότι χώρες που θα επωφεληθούν μεσοπρόθεσμα από τα κέρδη του παγκοσμιοποιημένου εμπορίου δεν θα είναι απαραίτητα αυτές που θα έχουν εμπορικά πλεονάσματα, αλλά εκείνες που θα έχουν ταυτόχρονα μεγαλύτερες εισροές και εκροές κεφαλαίων και προϊόντων, όπως στο παρελθόν «επωφελήθηκαν περισσότερο χώρες που ανοίχτηκαν στον ξένο ανταγωνισμό, στις ξένες επενδύσεις και στα ταλέντα μεταναστών».

Παρατηρούν ότι μέσα στα τελευταία 40 χρόνια τριπλασιάστηκε ο αριθμός των μεταναστών διεθνώς και ότι σήμερα τουλάχιστον 250.000.000 εργαζόμενοι ζουν και εργάζονται μακριά από τη χώρα που γεννήθηκαν. Επικαλούμενες στοιχεία του ινστιτούτου οικονομικών μελετών «Mc Kinsely Global Institute», υπολογίζουν επίσης ότι οι μετανάστες συμβάλλουν ετησίως στην παγκόσμια οικονομία 6,7 τρισ. δολάρια ή το 9% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 3 τρισ. δολάρια παραπάνω από ό,τι θα παρήγαγαν εάν έμεναν στις χώρες τους.

Προβλέπουν μεταξύ άλλων μία «νέα εποχή» που θα:

  • Φέρει περισσότερα οικονομικά οφέλη (υπέρ των μεγαλύτερων μονοπωλίων).
  • Θα επιφέρει «μετατόπιση» του κέντρου βάρους των φορέων του παγκοσμιοποιημένου μεγάλου κεφαλαίου από δυτικές χώρες όπως π.χ. ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία σε αναδυόμενες οικονομίες όπως π.χ. η Κίνα, χώρες της Βαλτικής, όπως η Εσθονία που έχει ήδη αναδειχθεί «σε γίγαντα της ψηφιοποίησης» παρά το μικρό της μέγεθος και τον πληθυσμό των μόλις 1.300.000 κατοίκων...
  • Θα συνεχίσει να μεταβάλλεται ο τόπος παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, προκαλώντας «μετατοπίσεις» μεταξύ χωρών (π.χ. από Κίνα σε Βιετνάμ και από εκεί σε Μπανγκλαντές) όχι μόνο με γνώμονα τη φτηνή εργασία, αλλά και με κριτήριο την ύπαρξη σύγχρονων υποδομών.
  • Θα αυξήσει την πρόσβαση των καταναλωτών σε πληροφορίες και ροές (μέσω διαδικτύου) προϊόντων και υπηρεσιών, προκαλώντας σημαντικές αλλαγές. Οπως, πρώτα - πρώτα, στον τομέα της εργασίας, καθώς αναμένεται να εξαφανιστούν πολλά εκατομμύρια θέσεις εργασίας και χιλιάδες σημερινά επαγγέλματα, κάποια εκ των οποίων (σαφώς λιγότερα) θα αντικατασταθούν από νέες μορφές απασχόλησης, διευρύνοντας την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Προτροπές για την κερδοφορία του κεφαλαίου

Σε κάθε περίπτωση, προτείνουν από τώρα στις χώρες που δεν θέλουν να χάσουν το «τρένο» να προχωρήσουν άμεσα σε μέτρα προετοιμασίας, ώστε να εξασφαλίσουν την ισχύ και την κερδοφορία στα μονοπώλιά τους.

Επισημαίνουν ότι οι «ψηφιακές δυνατότητες» θα λειτουργήσουν ως «πυραυλικό καύσιμο» για την οικονομία μίας χώρας και ότι ως εκ τούτου θα πρέπει π.χ. να δοθεί προτεραιότητα στη δημιουργία ταχύτατων ευρυζωνικών δικτύων, να δοθούν κίνητρα σε μονοπώλια και μικρομεσαίες επιχειρήσεις να επενδύσουν στην ψηφιοποίηση, στην επανεκπαίδευση και στη «διά βίου» μάθηση του εργατικού προσωπικού τους και να προωθηθούν ριζικές αλλαγές στα σχολικά αναλυτικά προγράμματα, ώστε οι μαθητές δημοτικού από τις πρώτες κιόλας τάξεις να διδάσκονται γλώσσες προγραμματισμού, ρομποτική κ.ά. και οι μαθητές δευτεροβάθμιας στατιστική, βασικές αρχές μηχανικής κ.ά.

Προτείνουν επίσης μία τάχα νέα, «πιο δίκαιη» επιδοματική πολιτική υπέρ των πιο ευπαθών κοινωνικών ομάδων και κατηγοριών του εργατικού δυναμικού που πλήττονται τις τελευταίες δεκαετίες έντονα (π.χ. μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι ή ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό).

Βεβαίως, αυτές οι προτροπές των τεχνοκρατών στις αστικές κυβερνήσεις περιγράφουν ένα πλαίσιο ενός δήθεν πιο ανθρώπινου καπιταλισμού. Η ουσία που πρέπει να δουν οι εργάτες και τα λαϊκά στρώματα σε κάθε χώρα είναι, ωστόσο, ότι για να αξιοποιηθούν προς όφελός τους και οι τεράστιες δυνατότητες που δίνουν η επιστήμη και τα επιτεύγματά της σε μια σειρά τομείς στην παραγωγή, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να απαλλαγούν από τους εκμεταλλευτές τους, τους καπιταλιστές - κατόχους των μέσων παραγωγής. Μόνο παίρνοντας στα χέρια τους την οικονομία με την εργατική - λαϊκή εξουσία, μπορούν να μπουν οι τεχνολογικές αλλαγές στην υπηρεσία των δικών τους αναγκών και να αναπτυχθούν πραγματικά αμοιβαίου οφέλους συνεργασίες ανάμεσα στα κράτη.


Δ. ΟΡΦ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ