Ενδεικτική η πρόσφατη ομιλία Μακρόν στο Ευρωκοινοβούλιο
AP |
Ο Μακρόν στο βήμα του Ευρωκοινοβούλιο, περιγράφοντας ως εκπρόσωπος του γαλλικού κεφαλαίου «αλλαγές» στην ΕΕ |
Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί η ενεργή συμμετοχή της Γαλλίας, μαζί με τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία στον πρόσφατο βομβαρδισμό της Συρίας, αλλά και οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει η κυβέρνηση Μακρόν, με προτάσεις για την «αναμόρφωση» της ΕΕ, με τρόπο που να υπηρετούνται και να διασφαλίζονται τα συμφέροντα των γαλλικών μονοπωλίων, τόσο έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών, όσο και παγκόσμια.
Εχοντας το βλέμμα στραμμένο στους άλλους ισχυρούς παγκόσμιους «παίκτες», στις 17 Απρίλη, ο Γάλλος Πρόεδρος μίλησε στο Ευρωκοινοβούλιο (ΕΚ), αναλύοντας πόσο επιτακτική ανάγκη είναι να ενισχυθεί η ΕΕ, ώστε να αποκρουστεί η ισχυροποίηση αντίπαλων μονοπωλιακών και γεωπολιτικών σχεδιασμών. Η ομιλία Μακρόν έγινε άλλωστε στο πλαίσιο πρωτοβουλίας που έχει πάρει ο πρόεδρος του ΕΚ, Αντόνιο Ταγιάνι, να καλέσει διάφορους Ευρωπαίους ηγέτες να μιλήσουν στο ΕΚ.
Απευθυνόμενος σε ευρωβουλευτές των αστικών κομμάτων, σημείωσε ότι «ο διάλογος για την Ευρώπη» θα γίνει «σε ένα πλαίσιο που κάνει σήμερα την ευθύνη μας μεγαλύτερη» και συνέχισε: «Συζητάμε για την Ευρώπη μέσα σε ένα πλαίσιο στο οποίο ένα είδος εμφυλίου πολέμου επανεμφανίζεται και μέσα στο οποίο οι διαφωνίες μας, μερικές φορές οι εθνικοί μας εγωισμοί, μοιάζουν πιο σημαντικοί από αυτό που μας ενώνει απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο... Ενα πλαίσιο στο οποίο οι γεωπολιτικές απειλές δίνουν στην Ευρώπη μια ευθύνη που μεγαλώνει καθημερινά».
Ως τέτοιες «απειλές» περιέγραψε τις «μεγάλες διεθνείς συγκρούσεις». «Αυτές που αφορούν την κατάσταση στη Λεβαντίνη (σ.σ. Ανατολική Μεσόγειος) και στο Σαχέλ (σ.σ. υποσαχάρια Αφρική), αλλά και την ανάδυση μεγάλων αυταρχικών δυνάμεων και μιας στρατηγικής που έχει διαμορφωθεί καθαρά για να θέσει υπό αμφισβήτηση το πλαίσιο της πολυπολικότητας, στο οποίο η Ευρώπη είχε πάρει τη δική της θέση και που ήταν ταυτόχρονα το πλαίσιο της δικής της επιρροής, στο οποίο όμως συλλογικά είχαμε κατασκευάσει την ειρήνη».
Ο Μακρόν συνέδεσε ανοιχτά τις «γεωπολιτικές απειλές» και τη διατάραξη του «πολυπολικού κόσμου» μέσα στον οποίο διαμορφώθηκε η ΕΕ ως συνεργασία υπεράσπισης των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, με ανακατατάξεις και συγκρούσεις σε όλα τα επίπεδα, σε τέτοιο βαθμό που αμφισβητείται και η «κατασκευασμένη ειρήνη», μια ειρήνη - προϊόν συμβιβασμών ευάλωτων στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Τώρα που αλλάζουν πολλά δεδομένα - οικονομικά, στρατιωτικά, γεωπολιτικά - και προχωρούν μεγάλες ανακατατάξεις, «πρέπει να οικοδομήσουμε μια νέα ευρωπαϊκή κυριαρχία, με την οποία θα δώσουμε καθαρή, συνεπή απάντηση στους πολίτες μας ότι θα μπορέσουμε να τους προστατεύσουμε, ότι θα δώσουμε απαντήσεις σε αυτές τις διαταραχές στον κόσμο».
Φυσικά η «ασφάλεια» για την οποία αγωνιά ο Μακρόν κι οι όμοιοί του δεν είναι αυτή των λαών της Ευρώπης. Είναι η ασφάλεια των μονοπωλίων της να μπορούν αφενός να προστατέψουν τη σημερινή θέση τους, αφετέρου να «αξιοποιήσουν» τις «διαταραχές» για να την ενισχύσουν παραπέρα, για να αποσπάσουν ή έστω να στερήσουν δύναμη από τους ανταγωνιστές τους.
Εξηγώντας τη σημασία αυτής της νέας «ευρωπαϊκής κυριαρχίας» - τη σημασία δηλαδή αναβάθμισης της ικανότητας της λυκοσυμμαχίας των Βρυξελλών να διασφαλίσει και να διευρύνει τη δύναμη και το ρόλο της - ο Μακρόν εστίασε στην «ταυτότητα της Ευρώπης». «Αυτή η ταυτότητα μάς διακρίνει πρώτα απ' όλα από τις αυταρχικές δυνάμεις», ισχυρίστηκε, σπεύδοντας όμως παράλληλα να τραβήξει την ίδια διαχωριστική γραμμή και «από ορισμένους από τους πιο κοντινούς μας συμμάχους». Γενόμενος πιο συγκεκριμένος και αναδεικνύοντας τριβές και αντιθέσεις που βαθαίνουν εντός του ευρωατλαντικού στρατοπέδου, αναφέρθηκε στις ΗΠΑ, λέγοντας: «Ο Αμερικανός μας εταίρος, με τον οποίο μοιραζόμαστε τόσα, αντιμετωπίζει σήμερα μια τάση αποδέσμευσης και απόρριψης της πολυμέρειας, (σ.σ. της αντιμετώπισης) της κλιματικής πρόκλησης ή των εμπορικών θεμάτων».
Συνέχισε αναγνωρίζοντας ότι αυτές οι αντιθέσεις θα μεγαλώσουν, μαζί βέβαια με το παζάρι που τις συνοδεύει: «Αυτό το μοντέλο (σ.σ. το ευρωπαϊκό), είμαι πεπεισμένος, είναι ισχυρό όπως κανένα άλλο, αλλά και εύθραυστο, καθώς η δύναμή του εξαρτάται από τη δέσμευση και την ύπαρξή μας. Κάθε μέρα πρέπει να το υπερασπιστούμε όλοι μαζί. Για να σταθούμε λοιπόν στο ύψος των περιστάσεων, ο πρώτος όρος είναι η ειλικρίνεια και η ευθύνη».
«Το να υπερασπίζεσαι την ευρωπαϊκή ταυτότητα», συνέχισε ο Μακρόν, αφορά το ότι «απέναντι σε αυτές τις μεγάλες αναταραχές του κόσμου, αυτές τις μεγάλες ανακατατάξεις, την περίοδο που ζούμε, χρειαζόμαστε μία κυριαρχία πιο ισχυρή από την κυριαρχία του καθενός (σ.σ. κράτους) χωριστά, που θα τη συμπληρώνει και δεν θα την υποκαθιστά» και θα επιτρέψει «καλές απαντήσεις» στις μεγάλες «προκλήσεις» και «αβεβαιότητες». Εξέφρασε άλλωστε την ανάγκη να δυναμώσει η αντιλαϊκή επίθεση σε κάθε χώρα, δηλώνοντας την πίστη του στην «οικονομική κυριαρχία την οποία, μαζί με την ανταγωνιστικότητα, κάθε κράτος - μέλος οικοδομεί με τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί».
Δεν παρέλειψε ωστόσο να θίξει και πλευρές που αφορούν την πορεία αναμόρφωσης της ίδιας της Ευρωένωσης, στο φόντο και «εσωτερικών» ανταγωνισμών, τόσο για την πιο αποδοτική για τα γαλλικά μονοπώλια μοιρασιά της χασούρας που έχει καταγραφεί μετά την εκδήλωση της κρίσης, όσο και για έναν πιο «αλληλέγγυο» καταμερισμό της «αναπτυξιακής στήριξης» της ΕΕ, για να βάλουν πιο βαθιά στην τσέπη ισχυρότερα τμήματα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, όπως το γερμανικό.
Γι' αυτό και συνέδεσε την «οικονομική κυριαρχία» της Ευρώπης (δηλαδή την ικανότητα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων να κυριαρχούν στην ευρωπαϊκή και διεθνή αγορά, ή τουλάχιστον να αναμετρώνται με υψηλές αξιώσεις) με την «αναμφισβήτητη αλληλεγγύη που πρέπει να επιδεικνύουμε, στο πλαίσιο της οικονομικής και νομισματικής Ενωσης και με μια εμπορική πολιτική πιο ρεαλιστική, που οφείλουμε να ακολουθήσουμε».
Στάθηκε στην αξία της «αποτελεσματικής» και «προστατευτικής» Ευρώπης, τονίζοντας ότι ο επόμενος προϋπολογισμός που θα συζητήσει το Ευρωκοινοβούλιο «πρέπει να εκφράζει και πολιτικό σχέδιο συνοχής, αποτελεσματικότητας και σύγκλισης», ενώ έκανε ακόμα λόγο και για «επανίδρυση του ίδιου του προϋπολογισμού, δημιουργώντας νέους, ίδιους (σ.σ. ευρωπαϊκούς) πόρους».
Η κυβέρνηση Μακρόν πρωτοπορεί όμως και στο «ξέπλυμα» του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού, στο πλαίσιο μιας καλομελετημένης επιχείρησης παραπλάνησης και στράτευσης του γαλλικού αλλά και όλων των ευρωπαϊκών λαών στις απαιτήσεις των ευρωενωσιακών μονοπωλίων, ειδικά τώρα που η κόντρα με τους ανταγωνιστές τους θα δυναμώσει.
Ετσι, λίγες ώρες μετά την ομιλία στο Ευρωκοινοβούλιο, ο Μακρόν εγκαινίασε από την κοινότητα Επινάλ στην περιοχή Βοζ στα βορειοδυτικά της Γαλλίας, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, τις λεγόμενες «διαβουλεύσεις με τους πολίτες», με θέμα «Ποια είναι η δική μας Ευρώπη;».
Πρόκειται για υλοποίηση της προεκλογικής δέσμευσης του «Εμπρός!» (του κόμματος που ίδρυσε ο Μακρόν λίγο μετά τις περσινές προεδρικές εκλογές στη Γαλλία) για πλατιά «συζήτηση με τους πολίτες» για τις «αλλαγές» που χρειάζονται στην ΕΕ.
Στην πρώτη τέτοια «διαβούλευση», ο Μακρόν μίλησε χωρίς γραπτό κείμενο για περίπου 2,5 ώρες με 450 άτομα, κάθε κοινωνικής προέλευσης, λανσάροντας το παραμύθι της δήθεν «ανοιχτής» συζήτησης για μια Ευρώπη που μπορεί να βοηθήσει και τα λαϊκά στρώματα, εγκαινιάζοντας σειρά τέτοιων συναντήσεων που θα γίνουν με στελέχη της γαλλικής κυβέρνησης μέχρι τον Οκτώβρη, ενόψει και των ευρωεκλογών του 2019. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες προχωρούν και σε άλλες χώρες της ΕΕ, με ζητούμενο φυσικά τη ζύμωση γύρω από τις προτεραιότητες του κεφαλαίου. Οπως αναλυτικά εξηγεί το γαλλικό ΥΠΕΞ σε ειδική ενότητα της ιστοσελίδας του, θεματικές των «διαβουλεύσεων» θα είναι «οι επενδύσεις του μέλλοντος», «πολιτικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας», «η μάχη κατά της τρομοκρατίας», «η πράσινη ανάπτυξη», «κινητικότητα των Ευρωπαίων στην Ευρώπη» κ.ά.
Αλλωστε, τις ιδιαίτερες προσδοκίες που έχει η Γαλλία από όλη αυτήν τη συζήτηση περί «ενίσχυσης και αναμόρφωσης της Ευρώπης» την εξηγούσε σε σχετική της συνέντευξη και η Γαλλίδα υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ναταλί Λουαζό, διαμηνύοντας και την ετοιμότητα του γαλλικού κεφαλαίου να σαλπίσει νέα επίθεση, για να μπορεί πιο αποφασιστικά να αναμετρηθεί με τους ανταγωνιστές του: «Σχετικά με το σχέδιο για την Ευρώπη, έχουμε ακούσει πολύ λιγότερο τη χώρα μας. Εχουμε μιλήσει πολύ για μια Ευρώπη την οποία διευθύνει η Γερμανία, και αυτό ήταν απλώς μια πραγματικότητα και μια διαπίστωση εξ ορισμού». Και συνέχισε: «Η Ευρώπη αφορά καταρχάς ένα γαλλογερμανικό δίδυμο, είναι στη συνέχεια μια ισχυρή ένωση των κρατών που συμμετέχουν, χωρίς αποκλεισμούς, και έπρεπε το Παρίσι να ξαναβρεί τη θέση και τη φωνή του (σ.σ. μέσα σε όλο αυτό). Αλλά για να εισακουστεί, έπρεπε να γίνει αξιόπιστο. Αυτό περνούσε από μια αληθινή αφοσίωση για να μειώσουμε τα ελλείμματά μας κάτω από το 3% και να δεσμευτούμε για μια αληθινή μεταρρυθμιστική διαδικασία. Γιατί το να παραδίδουμε μαθήματα, όταν εμείς οι ίδιοι δεν τα εφαρμόζουμε, δεν μας επιτρέπει να ακουστούμε...».