Κυριακή 4 Φλεβάρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Για την ανάπτυξη επαναστατικής συνείδησης σε μη επαναστατικές συνθήκες*

Ζητούμενο η ανάπτυξη ταξικής συνείδησης

(Μέρος δεύτερο)

Στις μέρες μας η συνθετότητα του προβλήματος ανάπτυξης της ταξικής συνείδησης συχνά ξεθωριάζει ακόμη και στη δική μας σκέψη, των μελών και στελεχών του Κόμματος και της ΚΝΕ.

Ορισμένα στοιχεία στις μεταβαλλόμενες συνθήκες μπορούν να μας οδηγήσουν σε συμπεράσματα για τις συνειδήσεις, χωρίς να συνυπολογίζουμε άλλα μη εμφανή στοιχεία. Από αυτήν την άποψη, οι αγώνες των φοιτητών - σπουδαστών ΑΕΙ - ΤΕΙ προσφέρονται για γενικευμένα συμπεράσματα.

Στις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις υπάρχουν στοιχεία που διαμορφώνουν αντικειμενικά μια ορισμένη λαϊκή δυσαρέσκεια, εστίες ξεσπάσματός της ως αντίδραση είτε στην αφαίρεση κατακτήσεων είτε στις άμεσες αντιλαϊκές συνέπειες από αστικούς εκσυγχρονισμούς στο πλαίσιο της απελευθέρωσης των αγορών, της προώθησης στρατηγικών επιλογών για το κεφάλαιο που βγαίνουν έξω από τα στενά όρια ενός κράτους. Εχουν καταγραφεί τέτοιες αντιδράσεις: Στους αγρότες σε σχέση με την ΚΑΠ, στους μικρούς εμπόρους σε σχέση με τη διεύρυνση του ημερήσιου ωραρίου, σε εργάτες και εργάτριες που βρέθηκαν άνεργοι, γιατί η καπιταλιστική εργοδοσία στράφηκε στην εκμετάλλευση φθηνότερου εργατικού δυναμικού στα Βαλκάνια. Καταγράφηκαν σχεδόν στο σύνολο των μισθωτών και συνταξιούχων σε σχέση με την επιδείνωση των όρων συνταξιοδότησης, στους μαθητές και φοιτητές σε σχέση με τους νέους φραγμούς από το γυμνάσιο προς το λύκειο, από το λύκειο προς την ανώτατη εκπαίδευση, μέσα στην ανώτατη εκπαίδευση με τη σαλαμοποίησή της, την υποβάθμιση σπουδών - πτυχίων - επιστημονικής και επαγγελματικής κατοχύρωσης για τους πολλούς σε διάκριση από την προνομιακή αναβάθμιση των πτυχίων για τους νέους της αστικής τάξης.

Παρουσιάζεται, όμως, σχεδόν ως κοινό χαρακτηριστικό, το φαινόμενο αστικές πολιτικές δυνάμεις να στηρίζουν τέτοια ξεσπάσματα, ακόμη και να μεθοδεύουν την οργάνωση των μαζών και την αντίδρασή τους. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτό γίνεται με τρόπο που δείχνει «διαφοροποιήσεις» οργανωμένων συνδικαλιστικών δυνάμεων των κομμάτων της αστικής εξουσίας, χωρίς όμως να έρχονται σε σύγκρουση και διαφοροποίηση από την πολιτική των κομμάτων τους. Ετσι, στους αγροτικούς αγώνες υπήρξε ενεργητική η συμμετοχή στελεχών της ΝΔ, για το Ασφαλιστικό παρενέβη η ευρωενωσιακή και κυβερνητική ΓΣΕΕ, στους πρόσφατους φοιτητικούς αγώνες πρωτοστάτησε η ΠΑΣΠ σε συνεργασία με τον ΣΥΝ, τις αριστερίστικες και «αντιεξουσιαστικές ομάδες» σε «αντιδεξιά» και αντικομμουνιστική συμπαιγνία. Πριν τη ΔΕΘ, εμφανίστηκε η ΔΑΚΕ στη ΓΣΕΕ ως δύναμη διαφωνούσα με την κυβερνητική οικονομική πολιτική, ως δύναμη πίεσης της κυβέρνησης για την υιοθέτηση μιας ευνοϊκότερης κοινωνικής πολιτικής υπέρ των ανέργων, των χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων. Πρόσφατα, η ΔΑΚΕ στον ΟΤΕ ανακοίνωσε την αντίθεσή της στην πιθανή πώληση ποσοστού του δημόσιου σε στρατηγικό επενδυτή, υποστηρίζοντας ότι «η διοίκηση σε στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεις δεν μπορεί να εκχωρείται σε ιδιώτες ντόπιους ή ξένους»1. Με παρόμοιες προτάσεις και πρωτοβουλίες εμφανίζονται συνδικαλιστικές ηγεσίες, π.χ. στο χώρο των αγροτών, των εκπαιδευτικών, των πρώην ΔΕΚΟ και των Τραπεζών, που για δεκαετίες αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα της αστικής πολιτικής στο συνδικαλιστικό κίνημα και ευθύνονται για τη στάση συμβιβασμού και ενσωμάτωσης των εργαζομένων. Το ΠΑΣΟΚ, όντας αντιπολίτευση, διευκολύνεται στο να αποστασιοποιείται εν μέρει τόσο από την κυβερνητική πολιτική που ακολούθησε όσο και από τις προγραμματικές του θέσεις2.Αποτέλεσμα τέτοιων ελιγμών είναι η κριτική προς τη ΝΔ για την πώληση πακέτου μετοχών του δημοσίου σε στρατηγικό επενδυτή, καθώς και η αντίθεσή του στην προοπτική εισαγωγής της ΔΕΗ στο χρηματιστήριο. Αυτή η «ευελιξία» δίνει παράταση χρόνου σε δυσαρεστημένες δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ, καλλιεργεί αυταπάτες περί «διαπάλης» μέσα στο ΠΑΣΟΚ, δυνατότητας επαναφοράς του σε κάποια μορφή πολιτικής, με την οποία θα διατηρούνταν «κατακτήσεις» μισθωτών κυρίως σε ΔΕΚΟ.

Ετσι, τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ελλάδα - και όχι μόνο - παρατηρούνται απότομες εξάρσεις από την άποψη της μαζικοποίησης και των μορφών αντίδρασης εργατικών και λαϊκών δυνάμεων που όμως δε συνοδεύονται ούτε από δομή και συσχετισμό κινήματος ικανών να εξασφαλίσουν τη σταθερή συμμετοχή των μαζών ούτε από ταξικά συμφέρουσες αλλαγές στο επίπεδο της πολιτικής επιλογής των εργαζομένων.

Με άλλα λόγια, παρά τα όποια ξεσπάσματα και τις εξάρσεις, στη συνείδηση αυτών των δυνάμεων δεν έχει ακόμη εμπεδωθεί η ταξικότητα της πολιτικής, της εξουσίας ως πηγή των κοινωνικών προβλημάτων. Δεν έχει επομένως ωριμάσει ο απεγκλωβισμός τους από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις σε όλα τα επίπεδα.

Ετσι, ξεσπάσματα, περισσότερο ή λιγότερο αυθόρμητα, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ιδεολογικοπολιτική προετοιμασία από τη μεριά των συνειδητών εργατικών δυνάμεων, με περισσότερο ή λιγότερο εμφανή την αποπροσανατολιστική παρέμβαση αστικών πολιτικών δυνάμεων, συχνά δημιουργούν την εντύπωση μιας αφύπνισης των μαζών. Εχουν και το στοιχείο της ανυπομονησίας, της ψευδαίσθησης για μια άμεση πολιτική λύση μέσα από περιορισμένης και ανώδυνης εμβέλειας σύγκρουση. Δημιουργούν την εντύπωση ότι πρόκειται για αγώνες που οδηγούν σε ωρίμανση της ταξικής συνείδησης ή ότι πρόκειται για συνειδητούς ταξικούς αγώνες που υποδηλώνουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στο κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων.

Πρόκειται για εντυπώσεις που δεν υπολογίζουν όλο το εύρος και βάθος της παρέμβασης των αστικών δυνάμεων, ακόμη και των οπορτουνιστικών. Περικλείουν τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε εκτιμήσεις για την πορεία διαμόρφωσης της ταξικής συνείδησης, που μπορεί να προκαλέσουν γενικότερες λαθεμένες εκτιμήσεις για τις διαθέσεις των μαζών, την κατάσταση του κινήματος, το συσχετισμό των δυνάμεων.

Από τη μεριά του Κόμματος, των συνειδητών εργατικών δυνάμεων, θα πρέπει να αναπτυχθεί η ικανότητα ολόπλευρης και αντικειμενικής εκτίμησης, προκειμένου να γίνει πιο διεισδυτική η παρέμβασή του τόσο σε επίπεδο ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης όσο και σε επίπεδο οργάνωσης των μαζών. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να γενικεύεται και η εμπειρία της δράσης κατά τα τελευταία 15 χρόνια, με την εξαγωγή θετικών και αρνητικών συμπερασμάτων, από μικρότερα και μεγαλύτερα μέτωπα πάλης, η πορεία της πολιτικής συμμαχιών, η συμμετοχή ή όχι σε αστικούς θεσμούς (ΟΚΕ, «κοινωνικός διάλογος» κ.ά.). Το ίδιο και όσον αφορά στην πείρα από τη διεθνή δράση του ΚΚΕ, αλλά και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος (ευρωπαϊκού, λατινοαμερικανικού κλπ.). Αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα η επιβεβαίωση της πολιτικής του ΚΚΕ.

Το θέμα είναι ευρύτατο. Το παρόν άρθρο θα περιοριστεί μόνο σε ορισμένα ζητήματα της ιδεολογικής πάλης, στη βάση της διαλεκτικής υλιστικής προσέγγισης: το Είναι καθορίζει τη Συνείδηση.

Σημειώσεις:

1. Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 18 Σεπτέμβρη 2006.

2. Σε μελέτη του ΙΣΤΑΜΕ, το οποίο έχει αναλάβει την τεχνοκρατική τεκμηρίωση των προγραμματικών θέσεων του ΠΑΣΟΚ, αναφέρεται: «Προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα για το κατά πόσο ο ΟΤΕ με ελεγχόμενη από το κράτος διοίκηση μπορεί να αντεπεξέλθει στις νέες προκλήσεις, δεδομένων των προβλημάτων που παρουσίασε αυτό το μοντέλο διοίκησης τις τελευταίες δεκαετίες». Στο ίδιο δημοσίευμα εύστοχα επισημαίνεται ότι το άλλοτε ΠΑΣΟΚικό κυβερνητικό επιτελείο των κ.κ. Γ. Παπαντωνίου, Ν. Χριστοδουλάκη και Χρ. Βερελή είχε αποφασίσει την αναζήτηση «στρατηγικού εταίρου» για τον ΟΤΕ, είχε την έκριση της κυβερνητικής επιτροπής («Βαρόνου» του κόμματος), αλλά το εγχείρημα δεν υλοποιήθηκε λόγω σειράς ανακατατάξεων στο διεθνή τηλεπικοινωνιακό χάρτη. Πληροφορεί επίσης ότι η μελέτη του ΙΣΤΑΜΕ «καυτηριάζει» το γεγονός ότι «για μισό αώνα περίπου οι ενεργειακές αγορές στην Ελλάδα κινήθηκαν στον αστερισμό των κρατικών μονοπωλίων». Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 17 Σεπτέμβρη 2006.

*Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» Τεύχος 6 2006

(Συνεχίζεται)


Της Ελένης ΜΠΕΛΟΥ*
*Η Ελένη Μπέλλου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, επικεφαλής της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ