Η «Συμπαράταξη για την Αθήνα» και ο υποψήφιος δήμαρχος Σπύρος Χαλβατζής παρουσιάζουν συγκεκριμένα στοιχεία, που αποδεικνύουν ότι η εφαρμοζόμενη πολιτική (μείωση χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, αύξηση των κάθε είδους φορολογιών, ανάθεση δραστηριοτήτων στο ιδιωτικό κεφάλαιο, λειτουργία των δήμων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια) οδηγεί στο χαράτσωμα των πολιτών
Ο Στέλιος Λάμπρου, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Αθήνας |
Γενικά, τα οικονομικά του Δήμου Αθηναίων κατά καιρούς έχουν γίνει αντικείμενο αντιπαραθέσεων. Δήμαρχοι άφηναν υπονοούμενα για την οικονομική κατάσταση που παρέλαβαν, ενώ ισχυρίζονταν ότι αυτοί εξυγίαναν τα οικονομικά του δήμου. Κυβερνήσεις κατηγορούσαν τις δημοτικές αρχές για κατασπατάληση των πόρων που έπαιρναν από τον κρατικό προϋπολογισμό και οι δημοτικές αρχές κατηγορούσαν τις κυβερνήσεις για περικοπή των πόρων και άνιση μεταχείριση του Δήμου Αθηναίων όσον αφορά στην ένταξή του στα διάφορα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Οπως αναφέρουν στελέχη της «Συμπαράταξης για την Αθήνα», η σημερινή δημοτική αρχή δίκαια κατηγορείται για πολύ κακή διαχείριση των οικονομικών του δήμου, κυρίως ως προς την κατεύθυνση και τις προτεραιότητες που δαπανήθηκαν τα χρήματα. Διευκρινίζουν ότι ελάχιστα χρήματα δόθηκαν για τις υποδομές της πόλης και κυρίως την αναβάθμιση των γειτονιών της. Αντίθετα, μεγάλα ποσά δόθηκαν για έργα στο κέντρο της πρωτεύουσας, πολλά από τα οποία παρελήφθησαν αν και είχαν κακοτεχνίες (π.χ. η ανάπλαση της πλατείας της Βαρβακείου Αγοράς και η τεχνικά λαθεμένη εγκατάσταση των καταστημάτων, έτσι ώστε απαιτήθηκαν νέα κονδύλια για να αποκατασταθούν οι κακοτεχνίες).
Στο ερώτημα αν θα αρκούσε μια καλύτερη διαχείριση, ένας ικανότερος διαχειριστής για να αλλάξει η οικονομική κατάσταση του δήμου, στη «Συμπαράταξη» απαντούν: «Ασκώντας την ίδια πολιτική στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση και υποστηρίζουν η ΝΔ, και με διάφορες παραλλαγές και ο ΣΥΝ, η απάντηση είναι αρνητική».
Ο Σπύρος Χαλβατζής, υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας |
Αυτήν την πολιτική - υπογραμμίζουν στη «Συμπαράταξη» - εφαρμόζουν οι αιρετοί που στηρίχτηκαν από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ. «Το σπουδαιότερο είναι ότι όχι μόνον εφάρμοσαν την πολιτική αυτή αλλά ομόφωνα αυτές οι δυνάμεις στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΚΕΔΚΕ, όπου κατατέθηκαν οι προτάσεις της ΚΕΔΚΕ για την αναθεώρηση του Συντάγματος (Αρθρο 101κ, 102), αποδέχτηκαν και στήριξαν την αποποίηση των ευθυνών του κράτους να εξασφαλίζει τους πόρους της ΤΑ από τον κρατικό προϋπολογισμό και πρότειναν και μέσω της συνταγματικής αναθεώρησης την καθιέρωση της φορολογικής εξουσίας της ΤΑ», σημειώνει ο υποψήφιος δήμαρχος Σπύρος Χαλβατζής.
Είναι χρήσιμο να δούμε πώς εφαρμόστηκαν τα παραπάνω στο Δήμο Αθηναίων, τα τελευταία χρόνια, από δημοτικές αρχές προσκείμενες στη ΝΔ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ποτέ δεν απέσυρε την υποστήριξή του στη δημοτική αρχή. Εχει χαρακτηρίσει δε το έργο Αβραμόπουλου θετικό και μέσα από δηλώσεις της Ντ. Μπακογιάννη. Σύμφωνα με αυτή τη στάση της αναλαμβάνει και το μερίδιο της ευθύνης για τα αρνητικά της δημοτικής αρχής.
Κατά τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει η «Συμπαράταξη»:
Επ' αυτού του σημείου ο Σπ. Χαλβατζής επισημαίνει: «Μόνο τα έσοδα που έχει παρακρατήσει το κράτος από θεσμοθετημένους πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ανέρχονται από το 1990 έως σήμερα σε 1,7 τρισ. δρχ. Ειδικότερα, για το Δήμο Αθηναίων, βάσει του πληθυσμού του, το ποσό ανέρχεται σε 121 δισ. δρχ. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι αν και οι κυβερνήσεις παρακράτησαν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση τα χρήματα αυτά, δεν κατάργησαν τις φορολογίες από τις οποίες προέρχονται αυτά τα έξοδα. Ετσι, οι κάτοικοι της Αθήνας αφού πληρώσουν τους άμεσους και έμμεσους φόρους τους στο κράτος, ξανα-φορολογούνται από το δήμο. Αυτή είναι η πολιτική των κυβερνήσεων των τελευταίων 16 ετών, που τις έχουν αποδεχτεί και όλες οι δημοτικές πλειοψηφίες αλλά και οι παρατάξεις που πρόσκεινται στο ΠΑΣΟΚ και στο ΣΥΝ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στην Αθήνα τα 121 δισ. δρχ. που οφείλονται στο δήμο, λείπουν από υπηρεσίες και έργα για τους κατοίκους».
Για το ίδιο ζήτημα, ο δημοτικός σύμβουλος της «Συμπαράταξης» Στέλιος Λάμπρου δηλώνει: «Η δημοτική πλειοψηφία όσο και ο συνδυασμός που στήριξαν στις περασμένες δημοτικές εκλογές από κοινού ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ, όχι μόνο δεν απαίτησαν τα παρακρατηθέντα αλλά προσπάθησαν να καλλιεργήσουν την αντίληψη να μη διεκδικηθούν. Ενεργούσαν λες και χάριζαν δικά τους χρήματα. Τελευταία πρόβαλαν το αίτημα στην κυβέρνηση για μόλις 19,5 δισ. δρχ. Ο υπουργός Εσωτερικών, κ. Κ. Σκανδαλίδης, απέρριψε ακόμα και αυτά τα υποβαθμισμένα αιτήματα, οι δε προαναφερόμενοι αιρετοί συμβιβάστηκαν ουσιαστικά με την άρνηση της κυβέρνησης και δε διεκδίκησαν ούτε καν αυτά τα λειψά κονδύλια».
Σχετικά με τα ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας και φωτισμού, στη «Συμπαράταξη» παρουσιάζουν στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία: Δεκέμβρη του 1994, με βασικό μεροκάματο 4.934 δρχ. πληρώναμε 245 δρχ./τ.μ. για τις κατοικίες και 905 για τους επαγγελματικούς χώρους. Αρχές 2001, με βασικό μεροκάματο στις 7.221 δρχ. (αύξηση 46,4%), πληρώναμε 457 για τις κατοικίες (αύξηση 86,5%) και 1.745 για επαγγελματικούς χώρους (αύξηση 92,8%).
«Οι κάτοικοι των λαϊκών γειτονιών της Αθήνας (Πετράλωνα, Βοτανικός, Κολωνός, Ριζούπολη, Κυψέλη, Πατήσια) πληρώνουν περισσότερο από τους κατοίκους του Π. Φαλήρου, της Αγ. Παρασκευής, του Χαλανδρίου, του Χολαργού. Οι επαγγελματίες-βιοτέχνες-έμποροι της Αθήνας πληρώνουν περισσότερο από ό,τι οι συνάδελφοί τους σε Κηφισιά, Βούλα, Γλυφάδα, Βριλήσσια», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σπ. Χαλβατζής.
Σχετικά με τη σχέση τέλους/ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, ο επικεφαλής της παράταξης διευκρινίζει: «Οι κάτοικοι της Αθήνας πληρώνουν για τέλη καθαριότητας και φωτισμού πολύ περισσότερα από το κόστος των αντίστοιχων υπηρεσιών. Παράλληλα, οι εκατοντάδες δημόσιες υπηρεσίες δεν πληρώνουν και οι κάτοικοι της πόλης επωμίζονται το σχετικό βάρος».
Στις σημερινές συνθήκες διατυπώνει για άμεση εφαρμογή ή διεκδίκηση τις ακόλουθες προτάσεις:
«Η θέση μας για τα οικονομικά του Δήμου είναι ενταγμένη στη γενικότερη αντίληψή μας: Ενάντια στην εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών, για να γίνει κυρίαρχο το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων και όχι το ιδιωτικό κέρδος, για να είναι διαφανής και φερέγγυα η διαχείριση», καταλήγει ο Σπ. Χαλβατζής.
Οχι μόνον οι πλατείες χάνουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους και νοικιάζονται για τραπεζοκαθίσματα, αλλά τα αυξημένα τέλη μετακυλίονται από τους καταστηματάρχες στους δημότες- πελάτες |
Αλλά και στα άλλα είδη τελών οι αυξήσεις ήταν τεράστιες, όπως τα τέλη τραπεζοκαθισμάτων. Για παράδειγμα:
- Στις 31.12.98 στην πλατεία Αγ. Αικατερίνης Κάτω Πετραλώνων και στην πλατεία Αγ. Ανδρέα Θυμαρακίων, οι καταστηματάρχες πλήρωναν 6.580 δρχ./τ.μ. Την 1η/1/01 πλήρωναν 16.162 δρχ./τ.μ. (αύξηση 145%)
- Στις 31.12.98 στην πλατεία Αγ. Σώστη και στην πλατεία Ηούς και Εργατικής Πρωτομαγιάς (Κάτω Πετραλώνων), οι καταστηματάρχες πλήρωναν 4.140 δρχ./τ.μ. Την 1η/1/01 πλήρωναν 21.549 δρχ./τ.μ. (αύξηση 420%)
- Στις 31.12.98 στην πλ. Κουκακίου οι καταστηματάρχες πλήρωναν 9.050 δρχ./τ.μ. Την 1η/1/01 πλήρωναν 43.098 δρχ./τ.μ. (αύξηση 376%).
Οι συμβιβασμένες δημοτικές αρχές χρησιμοποιούν ευρέως τη μέθοδο της «αυτοχρηματοδότησης» προκειμένου να εκχωρήσουν δημοτικούς χώρους ή έργα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, που αποκτούν το δικαίωμα εκμετάλλευσης και εξασφαλίζουν κέρδη για πολλά χρόνια. Δηλαδή, η περιουσία του δήμου και οι κοινόχρηστοι χώροι παραχωρούνται σε επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται τους κατοίκους της πόλης. «Η αυτοχρηματοδότηση είναι γενικότερη κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής αφού χρησιμοποιείται σχεδόν στο σύνολο της κατασκευής των μεγάλων έργων», σημειώνει ο Σπ. Χαλβατζής.
Συνεχίζει λέγοντας ότι βασική κατεύθυνση των διαφόρων καπιταλιστικών κέντρων και επίσης κυβερνητική πολιτική είναι να μετατραπούν οι δήμοι σε επιχειρήσεις και να παρέχουν ακόμα και τις κοινωνικές υπηρεσίες τους με αντάλλαγμα, ώστε να μηδενιστεί η κρατική επιχορήγηση. «Είναι η περίφημη ανταποδοτικότητα, που εφαρμόζεται ακόμα και στον τομέα της Πρόνοιας και που μετατρέπει τα κοινά αγαθά σε εμπόρευμα και την κοινωνική αλληλεγγύη σε επιχείρηση. Βασική όμως αποστολή των δήμων είναι να παρέχουν τις κοινωνικές τους υπηρεσίες στους κατοίκους της πόλης. Οταν οι κοινωνικές υπηρεσίες πωλούνται σε όσους μπορούν να τις πληρώσουν, οι φτωχοί θα πρέπει να περιμένουν την ελεημοσύνη των δημοτικών αρχόντων και τη φιλανθρωπία των ίδιων των εκμεταλλευτών τους», προειδοποιεί.
Φέρνει ως παράδειγμα της εκχώρησης έργων και χώρων σε ιδιώτες και της λειτουργίας των δήμων ως Ανωνύμων Εταιριών την πληρωμένη ελεγχόμενη στάθμευση, που προωθήθηκε σε όλη την Ελλάδα (και στο Δήμο Αθηναίων με παρανομίες). «Αυτό δεν έγινε για να εξυπηρετηθεί η κυκλοφορία αλλά για εισπρακτικούς λόγους, προς όφελος κυρίως των ιδιωτικών επιχειρήσεων που γίνονται συνέταιροι του δήμου για την απομύζηση των δημοτών». `Η τους πεζόδρομους και τις πλατείες, που χάνουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους και νοικιάζονται για τραπεζοκαθίσματα, τα οποία παρεμποδίζουν ακόμα και την κίνηση ή τη χρήση των δημόσιων χώρων από τους δημότες.
Στο ίδιο πλαίσιο - αναφέρουν στη «Συμπαράταξη» - προωθείται γοργά η ανάθεση δημοτικών αρμοδιοτήτων σε δημοτικές επιχειρήσεις, που λειτουργούν με βάση το κέρδος, χωρίς τον άμεσο έλεγχο του Δημοτικού Συμβουλίου. Ακόμα και οι μεγάλοι τομείς οικονομικού προγραμματισμού έχουν παραχωρηθεί στη δημοτική επιχείρηση «Αναπτυξιακή Εταιρία του Δήμου Αθηναίων». Στη «Συμπαράταξη» σημειώνουν: «Πολλές από τις επιχειρήσεις αυτές δεν προσφέρουν τίποτα στους δημότες, τα κέρδη τους είναι ασήμαντα και αξιοποιούνται για χρηματοδοτήσεις διαφημιστικών δραστηριοτήτων του δήμου ή για την οικονομική τακτοποίηση "ημετέρων"». Ακόμα επισημαίνουν ότι οι δημοτικές επιχειρήσεις και οργανισμοί αξιοποιούνται για ποικίλες αδιαφανείς εξυπηρετήσεις (προσλήψεις-τοποθετήσεις μελών διοικήσεων και «μάνατζερ», συμβάσεις για την προβολή προσώπων ή για πολυτελείς εκδόσεις ή για την εκτέλεση εργασιών από το Πνευματικό Κέντρο κλπ.).
Και ακούγονται τεράστια -αμύθητα- ποσά. Ονόματα -εγχώρια και εκ του εξωτερικού- «εκθαμβωτικά». Μεγάλα σχήματα. Παραγωγές ολυμπιακών διαστάσεων. Και γινόμαστε θεατές -και αγοραστές- εντυπωσιακών, ως προς το περιτύλιγμα, πολιτιστικών προϊόντων. Σπόνσορες και σπονσορίνες αλωνίζουν προκλητικά την αγορά. Εταιρίες και όμιλοι -φανεροί και κρυφοί- ανεξέλεγκτοι «ενισχύουν» καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Χρηματοδοτούν καλλιτέχνες. Μολύνουν το περιβάλλον.
Και βλέπεις μια χούφτα άνθρωποι, γυναίκες και άντρες, άτομα άσχετα με την τέχνη, να κρατάνε αλά μπρατσέτα καλλιτέχνες με κύρος και να τους σέρνουν από δεξίωση σε δεξίωση, από κότερο σε κότερο, από κατρακύλα σε κατρακύλα. Και μαζί με αυτά τα ανυπόληπτα, τουλάχιστον ως προς την τέχνη πρόσωπα, γλάστρες σωστές, υπηρέτες πιστοί αυτής της αποπροσανατολιστικής πολιτικής, υπουργοί, πρωθυπουργοί, πρόεδροι της δημοκρατίας...
Τι εικόνα θλιβερή -και τρισάθλια- είναι ετούτη; Τι σχέση έχουν όλες ετούτες οι κιτρινιάρικες λάμνιες με τα στρας και τις πούλιες, που τριγυρνάνε στα παρασκήνια και στα προσκήνια, με την τέχνη; Η τέχνη είναι, πρέπει να είναι, η «ζωντανή φωνή» της πραγματικότητας. Ο «πιστός καθρέφτης» της πραγματικότητας. Ενας καθρέφτης που θα αντανακλά ποιητικά -και δημιουργικά- την κοινωνική ζωή. Η τέχνη είναι μια μορφή κοινωνικής συνείδηοης. Η τέχνη έχει ταξικό χαρακτήρα, δεν είναι ελαστικό παπούτσι για όλα τα πόδια.
Τίποτα, τελικά, δεν είναι αθώο. Ζούμε σε περίοδο άγριων ταξικών συγκρούσεων. Συγκρούσεων που απαιτούν από τους καλλιτέχνες να αντιληφθούν το καινούριο που έρχεται. Απαιτούν απ' τους καλλιτέχνες να είναι μαχητές και να μη γίνονται το άλλοθι και το πλυντήριο, στο οποίο η οικονομική ολιγαρχία θα πλένει και θα απολυμαίνει τις ευθύνες της. Ο καθένας θα κριθεί από τη στάση του. Και από το έργο που παράγει. Ο χρόνος -και η ιστορία - δε δείχνουν επιείκεια σε κανέναν!
Επιστολή της Επιτροπής Εργασίας Μακρονησιωτών, για την έκδοση του βιβλίου «Μακρόνησος, Ιστορικός Τόπος»
Η ομάδα Μακρονησιωτών Αθήνας-Πειραιά που έγραψαν το βιβλίο «Μακρόνησος, Ιστορικός τόπος» το οποίο σύντομα πρόκειται να εκδοθεί |
Το μισοκατεστραμμένο αρχείο του «Ριζοσπάστη» 1947, φέρνει στη μνήμη μας στιγμές αγωνιστικού μεγαλείου και διδάσκει στους αναγνώστες, τους ακατάλυτους δεσμούς της εφημερίδας με το λαό και την αγωνιζόμενη νεολαία.
Την 28η του Μάη 1947, μάς μεταφέρουν από το Πόρτο-Ράφτη στη Μακρόνησο. Είμαστε οι πρώτοι όμηροι δεσμώτες στο κολαστήριο της Μακρονήσου και ο «Ριζοσπάστης» στις 4 του Ιούνη θα γράφει την πρώτη μικρή παράνομη ανταπόκρισή μας και θα ανοίξει ένα δύσκολο, επίμονο αγώνα για την κατάργηση της Μακρονήσου.
Το φύλλο αυτό του «Ριζοσπάστη» δεν έφτασε στη Μακρόνησο και δεν είχαμε τη χαρά να τον διαβάσουμε.
Συνεχώς, κάτω από αφάνταστες δυσκολίες και παράτολμες πρωτοβουλίες, στέλνονται γράμματα, σημειώματα στον Τύπο και σε πρώτη γραμμή στο «Ριζοσπάστη» απ' όλα τα Τάγματα σκαπανέων και τη ΣΦΑ, που εγκαθίστανται στη Μακρόνησο.
Μια μεγάλη επιστολή μας στο «Ριζοσπάστη», έκλεινε με την παρακάτω παράγραφο:
«Εμείς οι 1.500 δεσμώτες του Β΄ Τάγματος Σκαπανέων, με μια φωνή βροντοφωνάζουμε. Δεν υπογράφουμε την εξευτελιστική δήλωση που μας ζητάνε. Αυτή είναι η τελευταία μας λέξη. Δεν έχουμε να πούμε τίποτε άλλο». Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 25.6.1947 του «Ριζοσπάστη».
Αυτό το περιστατικό είναι το μοναδικό στην ιστορία της Μακρονήσου.
Θέλουν να πάρουν από τους δεσμώτες φαντάρους υπογραφές διάψευσης του «Ριζοσπάστη». Μα θα αποτύχουν παταγωδώς.
Το ΓΕΣ από μόνο του θα στείλει στον Τύπο κάποια σχετική διάψευση, θα επιτρέψει ακόμα επίσκεψη δημοσιογράφων του «Ριζοσπάστη» στη Μακρόνησο.
Μέσα σε λίγες μέρες, Κυριακή, χωρίς να έχουμε καμιά πληροφόρηση, έφτασαν στο Β΄ Τάγμα οι δημοσιογράφοι Σπ. Μαρκαντώνης του «Ριζοσπάστη» και Στάθης Δρομάζος του «Ρίζου της Δευτέρας». Είναι ένα σοβαρό γεγονός.
Ετσι στις 10 και 11 του Ιούλη, μέσα στο καμίνι των μεγάλων συλλήψεων σε Αθήνα - Πειραιά, ο «Ριζοσπάστης» εκτεταμένα θα γράφει για τη Μακρόνησο και στις 14 Ιούλη ο «Ρίζος της Δευτέρας».
Ο σκληρός αγώνας για την κατάργηση των στρατοπέδων της Μακρονήσου, στην αποφασιστική του φάση θα συνεχίζεται και θα κρατήσει μέχρι το κλείσιμο του «Ριζοσπάστη», το Δεκέμβρη 1947.
Αργότερα, με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, θα συνεχιστεί πολύπλευρα και με τη συμπαράσταση του προοδευτικού Τύπου.
Σε πρόσφατή μας συνάντηση, μού έλεγε.
«Εχω τη γνώμη ότι με βάση το τότε αρχείο του "Ριζοσπάστη" -"Ρίζου της Δευτέρας" και "Ελεύθερης Ελλάδας", αξιοποιώντας και άλλες δημοσιογραφικές πηγές, χρειάζεται και πρέπει να γραφτεί μια ολοκληρωμένη μελέτη γι' αυτό το θέμα.
Μια τέτοια σκέψη με απασχόλησε εδώ και τρία χρόνια με τον πρώτο σχεδιασμό του βιβλίου. Εκανα μάλιστα κρούσεις - συζητήσεις με μερικούς δημοσιογράφους, τότε του "Ριζοσπάστη" και του αριστερού προοδευτικού Τύπου. Βεβαίως ο προβληματισμός μου ήταν για μικρό κεφάλαιο του βιβλίου».
Σήμερα, ο προβληματισμός αυτός του συντρόφου Νίκου Καραντηνού, αρχισυντάκτη της Νέας Γενιάς, με βρίσκει σύμφωνο και νομίζω ότι αξίζει τον κόπο, μέσα στις υπάρχουσες μικρές δυνατότητες να μελετηθεί από τη Διεύθυνση του «Ριζοσπάστη».
θα πρόσθετα ακόμη ότι για μια τέτοια εργασία θα πρέπει να αξιοποιηθούν ό,τι έχει γραφτεί μέχρι σήμερα από όλους τους προοδευτικούς δημοσιογράφους που έζησαν στη Μακρόνησο.
Σε πρώτη γραμμή, από τους δημοσιογράφους τότε του «Ριζοσπάστη» και της Ελεύθερης Ελλάδας, αναφέρω εδώ όσα ονόματα θυμάμαι.
Σπύρος Μαρκαντώνης, Στάθης Δρομάζος, Σπύρος Λιναρδάτος, Γιάννης Κάτρης, Σόλωνας Γρηγοριάδης (Ικαρία), Γιώργης Κουρτίδης, Θανάσης Τσοπαρόπουλος...
Από την Ελεύθερη Ελλάδα - Νέα Γενιά, Νίκος Παπαπερικλής, Τσαπόγας Γιώργης, Κώστας Κύρκος, Λυγερός Μανώλης, Μιχαηλίδης Τάκης, Νίκος Καραντηνός...
Μερικοί έχουν γράψει και έχουν δημοσιευτεί σχετικές μελέτες τους. Πιστεύω επίσης ότι οι τότε αριστεροί και προοδευτικοί δημοσιογράφοι θα έχουν δημοσιεύσει κάτι για τη Μακρόνησο.
Για την Επιτροπή Εργασίας,
Διονύσης Γεωργάτος.
Η Επιτροπή Εργασίας των Μακρονησιωτών για τη συγγραφή και έκδοση του βιβλίου «Μακρόνησος, Ιστορικός Τόπος», στη μνήμη των συντρόφων, μελών της που έχουν γράψει κείμενα του βιβλίου και που έχουν πεθάνει τα τελευταία χρόνια:
Στέφανος Παπαγιάννης - Ντίνος Ζήκος - Τάκης Παπανικολάου -Γεράσιμος Κοτροκόης - Αχιλλέας Μπλάνας - Αριστείδης Λαμπρούλης - Βαγγέλης Τσακίρης - Γιάννης Γιάνναρης - Κώστας Παλαιολόγου - Τάκης Παπάς - Γιάννης Παλαβός - Βενετσάνης Βενετσανόπουλος (πρόσφατα).
Αντί μνημοσύνου προσφέρει στο «Ριζοσπάστη», το συμβολικό ποσό των 900 ευρώ.
Η Επιτροπή Εργασίας Μακρονησιωτών