Κυριακή 15 Μάη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Τέλος στο φτηνό πετρέλαιο;

Παρά τις διακυμάνσεις των τελευταίων ημερών, οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Η διατήρηση της τιμής σε επίπεδα άνω των 50 δολ. το βαρέλι για τόσους μήνες προκαλεί ερωτήματα.

«H εποχή που μπορούσαμε να βασιστούμε στο φτηνό πετρέλαιο και στο ακόμα φτηνότερο φυσικό αέριο έχει παρέλθει». Αυτή τη ζοφερή πρόβλεψη έκανε το Φλεβάρη ο Ντέιβ O' Ράιλι, επικεφαλής της «ChevronTexaco», ενώ μόλις ένα μήνα αργότερα, ο Πρόεδρος της Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες, συμφωνούσε πως «ο κόσμος θα πρέπει να ξεχάσει το φτηνό πετρέλαιο».

Το γεγονός ότι στην ίδια εκτίμηση καταλήγουν δύο παράγοντες που ξεκινούν από τελείως διαφορετικές αφετηρίες δείχνει ότι η άνοδος των τιμών δεν είναι αποτέλεσμα συγκυριακών παραγόντων. Επομένως, φαίνεται ότι θα πρέπει να «συμφιλιωθούμε» με την ιδέα του ακριβού πετρελαίου.

Το περιοδικό «Economist» σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του επιχειρεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα: «Φούσκα ή δρόμος χωρίς επιστροφή;».

Είναι γεγονός ότι αυτό το ράλι τιμών, που ξεκίνησε πριν από ενάμιση χρόνο, ενισχύεται από τρεις (κυρίως) παράγοντες, δηλαδή τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις, την αυξανόμενη ζήτηση και τα κερδοσκοπικά παιχνίδια. Και επειδή ούτε οι ΗΠΑ θα σταματήσουν τις κάθε είδους επεμβάσεις για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και των δρόμων μεταφοράς, ούτε η ζήτηση θα μειωθεί στο ορατό μέλλον, αφού οι οικονομίες της Ινδίας και της Κίνας θα αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς, αλλά ούτε οι κερδοσκόποι (κυρίως οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες) είναι διατεθειμένοι να σταματήσουν τα παιχνίδια, είναι δύσκολο να ξαναγυρίσουμε σε τιμή 25 δολ. το βαρέλι.

ΤΡΕΛΑ ΚΕΡΔΗ Σε 2,46 δισ. δολ. ή 58 σεντς ανά μετοχή ανήλθαν στο πρώτο τρίμηνο του 2005 τα καθαρά κέρδη της μεγαλύτερης αμερικανικής αλυσίδας εμπορικών καταστημάτων, «Wal & Mart Stores», σημειώνοντας αύξηση κατά 13,6% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό χρονικό διάστημα. Οι πωλήσεις της ενισχύθηκαν κατά 9,5% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2004, φθάνοντας τα 70,9 δισ. δολάρια.

ΣΑΦΑΡΙ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, στην προσπάθεια να πετύχει τον επαναπατρισμό των αμερικανικών κεφαλαίων που βρίσκονται σε τράπεζες του εξωτερικού, προσφέρει «γην και ύδωρ». Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, που εγκρίθηκε το φθινόπωρο του 2004, για τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν και επενδύθηκαν εκτός ΗΠΑ θα ισχύει συντελεστής φορολογίας 5,25% έναντι του 35% που είναι ο κανονικός για τις εταιρίες εντός ΗΠΑ.

ΔΥΣΟΙΩΝΗ ΕΞΕΛΙΞΗ H προοπτική για την οικονομία των επτά πλουσιοτέρων χωρών του κόσμου, του «G7», παρουσίασε εικόνα εξασθένησης τον περασμένο Μάρτη, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OOΣA). Σύμφωνα με τη διαμόρφωση ενός εκ των βασικών δεικτών του για το μήνα Μάρτη, ο βαθμός της προοπτικής της οικονομικής ανάπτυξης των Ηνωμένων Πολιτειών διαμορφώθηκε στις 101,6 μονάδες από τις 102,6 μονάδες που ήταν το μήνα Φλεβάρη. Οπως δήλωσαν οικονομικοί αναλυτές, ο ίδιος δείκτης εμφανίζει εξασθένιση για όλες τις οικονομίες του «G7».

Η Ευρωζώνη δοκιμάζεται από την «ύφεση»

Παπαγεωργίου Βασίλης

Πυκνώνουν τα μαύρα σύννεφα πάνω από την Ευρωζώνη, αφού τα νεότερα στοιχεία για την πορεία των τριών μεγαλύτερων οικονομιών, της γερμανικής, της γαλλικής και της ιταλικής είναι απογοητευτικά.

Στη Γερμανία, όπου η ανάπτυξη εκτιμάται στο 0,6%, η οικονομία βρίσκεται ουσιαστικά σε ύφεση. Το νεότερο στοιχείο που επιβεβαιώνει αυτή την εκτίμηση αφορά την πορεία των τιμών καταναλωτή, οι οποίες αυξήθηκαν τον Απρίλη κατά 1,6% σε ετήσια βάση.

Την ίδια στιγμή το έγκυρο γερμανικό ινστιτούτο DIW εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα μειωθεί ακόμη περισσότερο το δεύτερο τρίμηνο του 2005, συγκεκριμένα από 0,6% σε 0,4%. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία που δόθηκαν για την ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου ήταν αποτέλεσμα «στατιστικού λάθους», όπως παραδέχτηκε και το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Δηλαδή, στην πραγματικότητα η ανάπτυξη ήταν σχεδόν μηδενική.

Για την κατάσταση της γαλλικής οικονομίας η πρώτη κακή είδηση ήρθε με την ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομίας για τη μείωση της βιομηχανικής παραγωγής το Μάρτη κατά 0,5%. Τη μεγαλύτερη μείωση κατέγραψε η παραγωγή αυτοκινήτων και κεφαλαιουχικών αγαθών. Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων αμφισβητείται έντονα η πρόβλεψη της γαλλικής κυβέρνησης για ανάπτυξη 2-2,5% το 2005, με παράλληλη μείωση της ανεργίας. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Αλεξάντρ Μπουρζουά, οικονομικό αναλυτή της Natexis Banques Populaire, «η μέγιστη πιθανή ανάπτυξη είναι 1,6%».

Η γκρίζα εικόνα της Ευρωζώνης συμπληρώθηκε την περασμένη Πέμπτη με τα στοιχεία για την πορεία της ιταλικής οικονομίας. Η ιταλική στατιστική υπηρεσία Istat ανακοίνωσε ότι η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης συρρικνώθηκε κατά 0,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2005. Πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση από το τέταρτο τρίμηνο του 1998, ενώ οι οικονομολόγοι ανέμεναν αύξηση κατά 0,3%. Υπενθυμίζεται ότι στο τέταρτο τρίμηνο του 2004, το ιταλικό ΑΕΠ είχε μειωθεί κατά 0,4% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο. Από την Istat ανακοινώθηκε ακόμη ότι η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε το Μάρτη κατά 0,6% σε μηνιαία βάση.

Τόσο οι κυβερνήσεις των τριών χωρών, όσο και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποδίδουν τις εξελίξεις στις υψηλές τιμές του πετρελαίου και στο «ακριβό ευρώ», παράγοντες που αυξάνουν το κόστος παραγωγής και μειώνουν τις εξαγωγές.

Ωστόσο, κυβερνήσεις και «Διευθυντήριο» της ΕΕ ενοχοποιούν για την πορεία των οικονομιών τους εργαζόμενους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία είναι σε εξέλιξη αυτή την περίοδο κυβερνητικές νομοθετικές παρεμβάσεις με κοινά χαρακτηριστικά την επέκταση των ωραρίων εργασίας, την κατάργηση ορίων στις ομαδικές απολύσεις, το πάγωμα των αποδοχών, τη «μεταρρύθμιση» των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Πάντα στη γραμμή της «Στρατηγικής της Λισαβόνας» για την «ανταγωνιστικότητα» της ευρωπαϊκής οικονομίας.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ