Η ΚΕ στις Θέσεις του 22ου Συνεδρίου αναφέρει ότι διανύουμε μια περίοδο γρήγορων και σύνθετων εξελίξεων, που μπορούν να οδηγήσουν σε μαζική ριζοσπαστικοποίηση εργατικών - λαϊκών δυνάμεων, σε ένταση της ταξικής πάλης, ακόμα και σε αποσταθεροποίηση της καπιταλιστικής εξουσίας. Η όξυνση των αντιθέσεων του καπιταλιστικού συστήματος μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη κίνηση μαζών, συνθήκες επαναστατικής κατάστασης και ενδεχόμενες εξεγέρσεις. Οπως, βεβαίως, εγκυμονείται και η αντίρροπη τάση, της ακόμα μεγαλύτερης οπισθοχώρησης και δράσης σε χειρότερες συνθήκες, τουλάχιστον για ένα διάστημα.
Σωστά λοιπόν σήμερα μπαίνει στο επίκεντρο της συζήτησης πώς θα είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε σε όλα τα ενδεχόμενα. Αυτό το Κόμμα σφυρηλατούμε, με πνεύμα κριτικής και αυτοκριτικής, με βάση τον μαρξισμό - λενινισμό, με πίστη στην εργατική τάξη και στον ιστορικό της σκοπό. Παίρνοντας υπόψη τον αρνητικό συσχετισμό, αλλά χωρίς να υποτασσόμαστε σε αυτόν, χωρίς να είναι σε καμία περίπτωση μια εύκολη υπόθεση στην καθημερινότητα.
Γιατί υπάρχει και άλλη θεώρηση των εξελίξεων, όπως αυτή που έκανε ένα «ναυάγιο της ταξικής πάλης» σε πάνελ, που έλεγε ότι «κάθε κρίση βγάζει τον καπιταλισμό πιο δυνατό», ότι «δεν μπορούμε να είμαστε κολλημένοι σε άλλες εποχές, περιμένοντας κάθε 30 χρόνια ο καπιταλισμός να γεννήσει επανάσταση» ή ότι πρέπει να παλέψουμε για «φιλελεύθερη λαϊκή δημοκρατία»...
Σήμερα κρινόμαστε πώς θα κατακτήσουμε την ικανότητα να αντιστοιχίζουμε την καθημερινή μας πράξη με τη στρατηγική μας, πώς θα γίνουμε πιο ικανοί να διαφωτίζουμε και να μαχόμαστε για την υπεροχή του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, επιδρώντας σε περισσότερους εργάτες, ιδιαίτερα τους πρωτοπόρους, μέσα στις καθημερινές μικρές ή μεγάλες μάχες.
Εχουμε καθοδηγητική ευθύνη να βοηθήσουμε τα κομματικά μέλη να ανταποκρίνονται με μεγαλύτερη πληρότητα στο παραπάνω, παίρνοντας υπόψη ότι συζητούν για τη στρατηγική μας, ωστόσο πολλές φορές επειδή έφτασε εκεί η συζήτηση και όχι ως προϊόν σχεδιασμένης δουλειάς. Αποτυπώνονται ταυτόχρονα μια δυνατότητα και μια αδυναμία. Η δυνατότητα που γεννιέται από την ανάγκη της εποχής να δοθεί λύση στα αδιέξοδα του καπιταλισμού και πυροδοτεί την αγωνία του κόσμου για το «πώς θα καλυτερέψουν τα πράγματα». Η αδυναμία μας είναι να οργανώσουμε αυτήν τη συζήτηση, να εκλαϊκεύσουμε με επιχειρήματα βοηθώντας τους συντρόφους, που γίνονται δέκτες απόψεων σε συζητήσεις όπως «αυτό που λες δεν γίνεται» ή «πού έχει γίνει αυτό» ή «δες την ΕΣΣΔ». Που νιώθουν έτσι την πίεση για το «πιο εφικτό και άμεσο», πίεση που προέρχεται από τον αρνητικό συσχετισμό και το επίπεδο συνείδησης της πλειοψηφίας των εργαζομένων, την κοινωνική συνείδηση σήμερα.
Οι εργαζόμενοι μεγαλωμένοι σε συνθήκες καπιταλιστικής κυριαρχίας, σε συνθήκες αντεπανάστασης δύσκολα μπορούν να φανταστούν ότι θα ξημερώσει μέρα που θα δουλεύουν χωρίς «αφεντικό», πόσο μάλιστα να χτίσουν μια κοινωνία χωρίς κέρδος, εκμετάλλευση, με ουσιαστική συμμετοχή στην εξουσία. Ομως, όπως γράφουν και οι κλασικοί μας, «όπως δεν μπορούμε να κρίνουμε ένα άτομο από τη γνώμη που έχει το ίδιο για τον εαυτό του, έτσι δεν μπορούμε να κρίνουμε μια τέτοια εποχή ανατροπής από τη συνείδησή της».
Το σημερινό επίπεδο συνείδησης δεν αναιρεί την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Εκεί εκπαιδευόμαστε σήμερα και όχι σε «κενό αέρος», σε διαπάλη με τους αστούς, το κράτος τους και τους μηχανισμούς τους, που σήμερα ετοιμάζονται να σερβίρουν ξανά τη σούπα της «φιλολαϊκής κυβέρνησης» για να ενσωματώσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια, ενώ παράλληλα εντείνεται η καταστολή προς το Κόμμα και τους πρωτοπόρους αγωνιστές.
Οι απαιτήσεις από εμάς ως στελέχη πολλαπλασιάζονται για να βοηθήσουμε τα κομματικά μέλη με το προσωπικό παράδειγμα, με οργανωτικά μέτρα, με συμβολή στον σχεδιασμό της δράσης της ΚΟΒ, να μάχονται για τη στρατηγική μας και όχι να τους χτυπάμε στοργικά την πλάτη λέγοντας «έτσι είναι ο κόσμος σήμερα, μην απογοητεύεσαι». Να στεκόμαστε μαχητικά στη διαπάλη, παροτρύνοντάς τους να μεταφέρουν την πείρα από αυτές τις συζητήσεις, να τους δίνουμε επιχειρήματα.
Παράλληλα πρέπει να κατανοείται βαθύτερα ο σκοπός της παρέμβασής μας στο εργατικό κίνημα, ο ρόλος μας στη συνδικαλιστική πάλη σε μια φάση που στην εργατική τάξη, με αυτήν την κοινωνική συνείδηση, απλώνεται η γκρίνια και το σιχτίρισμα. Οτι επιδιώκουμε να γινόμαστε ικανότεροι στη διαμόρφωση πλαισίων πάλης, στην επεξεργασία συνθημάτων, στην ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να δημιουργούνται προϋποθέσεις να τραβιούνται εργατικές μάζες στον αγώνα. Να μαθαίνουν την αξία της οργάνωσης, της αλληλεγγύης, της συλλογικότητας, να διαμορφώνουν ταξική συνείδηση. Διαδικασία στην οποία θα μεγαλώνει η αμφισβήτηση για τον ίδιο τον καπιταλισμό, το κράτος του, τα κόμματά του. Διαδικασία όπου ο εργάτης θα διαχωρίζει τα συμφέροντά του από τα «αφεντικά», για να ανοίγει ο δρόμος ώστε κάποια στιγμή να ζει χωρίς «αφεντικά».
Σε αυτόν τον δρόμο, θα λύνουμε προβλήματα που συναντάμε, όπως η ταύτιση του Διοικητικού Συμβουλίου με την κομματική ομάδα του σωματείου, να μη λύνει αυτή την εξόρμηση, την ανακοίνωση και την αφισοκόλληση, υποκαθιστώντας το ΔΣ. Αυτό δεν έχει να κάνει με απειρία, ούτε με ποσότητα δυνάμεων, αλλά με τη ροπή η κομματική δουλειά να περιορίζεται στο «άμεσο και εφικτό» και να μην εμπνέεται από τη δουλειά με βάση τη στρατηγική μας.
Παράδειγμα, στο Συνδικάτο Χημικής Βιομηχανίας Αττικής έχουμε θετική πείρα, προσπαθώντας να διαχωριστούν τα καθήκοντα αυτά και το ΔΣ να γίνει όργανο του κινήματος ουσιαστικά, που συσπειρώνει, παίρνει πρωτοβουλίες, συστηματοποιεί τη λειτουργία και με μηχανισμούς, οργανώνει την πάλη. Ενώ η κομματική ομάδα κάνει προσπάθεια να βαθύνει στη μελέτη εξελίξεων του κλάδου, να τροφοδοτεί το ΔΣ στο περιεχόμενο, στις ιεραρχήσεις, να μπολιάζει μέσα στις συνεδριάσεις του ΔΣ και των ΓΣ πλευρές από την αντιπαράθεση με την εργοδοσία, την κυβέρνηση, το κράτος. Παράλληλα να εξετάζει την πορεία οικοδόμησης σε χώρους, να ξεχωρίζει πρωτοπόρους εργάτες με προοπτική να ενταχθούν στο Κόμμα.
Με αυτό το πνεύμα να βελτιώσουμε την καθοδήγησή μας στα οργανωτικά και συνδικαλιστικά στελέχη. Σκεπτόμενοι ότι γινόμαστε πιο αξιόμαχοι όσο βαθαίνει η πίστη στον στόχο μας, αλλά και ότι δεν κάνουν όλοι για όλα. Είναι άλλο πράγμα να έχουμε απαιτήσεις με βάση τις δυνατότητες και άλλο να πηγαίνουμε ισοπεδωτικά σε όλους, χωρίς να παίρνουμε υπόψη τη συγκρότηση, την ικανότητα, τα ταλέντα, την κλίση κάποιου, πώς στέκεται στην οικογένεια, στην εργασία του. Με καθημερινή φροντίδα οι σύντροφοι να κατακτούν πράγματα, να γεμίζουν αυτοπεποίθηση, να δουλεύουμε μαζί με υπομονή όχι ρουτινιάρικα, με κουτάκια και με ανυπομονησία, παρασυρμένοι στο «άμεσο και εφικτό» της καθημερινής δράσης.
Η δουλειά της ΚΟΒ Κατασκευής της Γραμμής 4 του Μετρό συσσωρεύει πλούσια πείρα για το πώς δένουν αρμονικά η πολιτική και η συνδικαλιστική δουλειά. Το προηγούμενο διάστημα δόθηκαν μικρές και μεγάλες μάχες, με κορυφαία τη 18ήμερη απεργία τον Ιούλιο του 2024 με αιχμή τις αυξήσεις στους μισθούς σε όλες τις ειδικότητες, που όξυναν την αντιπαράθεση με την εργοδοσία (AVAX) στο μεγαλύτερο, αυτήν τη στιγμή, δημόσιο έργο στην Ελλάδα. Προσπαθήσαμε να «κυκλώσουμε» με όλα τα μέσα (ανακοινώσεις της ΚΟΒ και της ΤΕ Κατασκευών, αρθρογραφία στον «Ριζοσπάστη», Επερωτήσεις από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ στη Βουλή, ανακοινώσεις των σωματείων του κλάδου, παρεμβάσεις μέσα και έξω από τα εργοτάξια από στελέχη και βουλευτές του Κόμματος) ώστε να ανοίξει ο καβγάς μέσα στα εργοτάξια του Μετρό.
Ο ρόλος του κρίκου ΤΓ - Γραφείο ΚΟΒ έπαιξε και συνεχίζει να παίζει καθοριστικό παράγοντα στην οργάνωση κάθε μάχης που δόθηκε, καθώς και στα βήματα προόδου που μετράμε στη δουλειά της ΚΟΒ. Αφιερώνοντας χρόνο και τσαλαβουτώντας αρχικά σε αχαρτογράφητα νερά, με πολλά μέλη της ΚΟΒ χωρίς προηγούμενη εργασιακή πείρα ή πείρα από μεγάλους χώρους δουλειάς, η ΚΟΒ συλλογικά επεξεργάστηκε τη γραμμή της αντιπαράθεσης απέναντι στα ιδεολογήματα της εργοδοσίας. Προχώρησε η επεξεργασία, από τη μεριά της Κομματικής Ομάδας του Μετρό, του πλαισίου πάλης, που παίρνει υπόψη του τις πάρα πολλές ειδικότητες εργαζομένων.
Η αρχή έγινε με την αξιοποίηση των κεντρικών επεξεργασιών της Τομεακής Επιτροπής, που τις κατεβάσαμε στην ΚΟΒ. Στη συνέχεια και μετά το πρώτο άνοιγμα αυτές εμπλουτίστηκαν με νέα στοιχεία, παίρνοντας υπόψη τι «περπατάει» και τι όχι, πού απαιτούνται προσαρμογές με βάση τις συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του έργου. Οσο βάθαινε και βαθαίνει η συζήτηση μέσα στα εργοτάξια, προκύπτει συνεχώς η ανάγκη να απαντήσουμε σε νέα ζητήματα, πολλές φορές για θέματα που αφορούν πτυχές της ζωής των συναδέλφων και των οικογενειών τους πέρα από την καθημερινότητα του εργοταξίου.
Καθήκον του επόμενου διαστήματος είναι αυτές οι επεξεργασίες να εναρμονιστούν με τις Θέσεις του 22ου Συνεδρίου, άρα να φωτίζουν την προοπτική μέσα από την Προγραμματική μας αντίληψη. Να το φέρω με ένα παράδειγμα. Μας προβλημάτισε πώς θα απαντήσουμε στις ατελείωτες υπερωρίες, που έως έναν βαθμό τις «ζητάνε» οι εργαζόμενοι για να ενισχύσουν τα χαμηλά τους μεροκάματα. Η πρώτη απόπειρα απάντησης δεν βάθαινε αρκετά ώστε να οξύνει το πολιτικό κριτήριο. Συνοπτικά, κάπως απαντήσαμε σε αυτό το ζήτημα ως εξής: «Αυξάνεται η εκμετάλλευση, μεγαλώνει η επιβάρυνση της σωματικής και ψυχικής υγείας, για τις εκατόμβες νεκρών ως αποτέλεσμα της εντατικοποίησης».
Σωστά όλα αυτά και είναι πλευρές που μπορούν να ενταχθούν στο διεκδικητικό πλαίσιο πάλης του σωματείου, ή ακόμα να γίνει το τσιτάτο σε μια κουβέντα του πεντάλεπτου στην πύλη του εργοταξίου. Εδώ όμως χρειάζεται να φωτίσουμε με μαεστρία πώς η ένταση της εκμετάλλευσης πάει νύχι - κρέας με την κούρσα για την αύξηση του ποσοστού του κέρδους των μονοπωλιακών ομίλων. Οπότε καλούμαστε να εξηγήσουμε πώς τα προβλήματα που βιώνουν οι εργαζόμενοι είναι αποτέλεσμα του τρόπου οργάνωσης της παραγωγής, άρα όσο τα μέσα παραγωγής θα βρίσκονται στα χέρια της αστικής τάξης, οι ιδιοκτήτες τους θα ψάχνουν νέους τρόπους ώστε να αυξάνεται η εκμετάλλευση, η υπεραξία, ο υλικός πλούτος που εμείς παράγουμε και εκείνοι κλέβουν. Ταυτόχρονα, καθήκον μας είναι και σε αντιπαράθεση με τη σημερινή εμπειρία των εργαζομένων να φωτίσουμε την προοπτική, τον ρόλο της εργασίας στη σοσιαλιστική κοινωνία, τον πρωτοπόρο ρόλο που διαδραματίζει η εργατική τάξη στη νέα αυτή κοινωνία.
Μία επιπρόσθετη δυσκολία που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι αυτή της έλλειψης χρόνου. Οι υπερωρίες, ο οικογενειακός προγραμματισμός βάζουν σοβαρά εμπόδια στην επαφή μας με τους συναδέλφους και τον περίγυρο της Οργάνωσης πέρα από τις εργάσιμες ώρες.
Πρόβλημα που έως έναν βαθμό τελικά λύθηκε στην πράξη για την ΚΟΒ όταν μπήκε ως στόχος να εντάξουμε στο Κόμμα μία νέα κοπέλα από τον περίγυρο της Οργάνωσης. Αρχικά ήταν αρνητική και έβαζε ως εμπόδιο πως δεν μπορεί να αφιερώνει τον ίδιο χρόνο που «απαιτείται» από τα μέλη του Κόμματος.
Σταδιακά όμως, με την καταλυτική συμβολή μέλους της ΚΟΒ που την «χρεώθηκε», οργανώθηκε στο σωματείο, άρχισε να απεργεί, συμμετείχε σε πολλές κινητοποιήσεις, σε συσκέψεις κ.λπ. Ταυτόχρονα, η συστηματική και με οργανωμένο τρόπο συζήτηση μαζί της πάνω στη βάση του Προγράμματος του Κόμματος την οδήγησε στο συμπέρασμα πως μόνο με την οργανωμένη πάλη και τον συλλογικό αγώνα ανοίγει ο δρόμος για την προοπτική, και έκανε το βήμα να οργανωθεί στο Κόμμα.
Εδώ ξεχωρίζουμε την παραδειγματική δουλειά του μέλους της ΚΟΒ που την «χρεώθηκε» και την κινητοποίησε, καθώς και την επιμονή στην οργανωμένη συζήτηση πάνω στο Πρόγραμμα, ώστε να αντιληφθεί τι σημαίνει «κομματικός χρόνος». Στοιχείο που επιβεβαιώνει τις Θέσεις του Συνεδρίου ότι είναι αναγκαίο να μπολιάσουμε τον περίγυρο της Οργάνωσης με το Πρόγραμμα του Κόμματος.
Η έλλειψη ελεύθερου χρόνου δημιουργεί δυσκολίες και μέσα στην Οργάνωση. Συχνά συναντάμε τον τεχνητό διαχωρισμό του «κομματικού χρόνου» από τον προσωπικό. Από το ΤΓ και την ΤΕ έως το Γραφείο της ΚΟΒ προκύπτει η απαίτηση να σταθούμε πάνω από την Οργάνωση και με καθοδηγητική βοήθεια, αλλά και το παράδειγμα να φωτίσουμε πως δεν διαχωρίζεται ο προσωπικός χρόνος από τον κομματικό. Χρειάζεται να διαμορφώσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα γίνεται αντιληπτό ότι τα καθήκοντα της ΚΟΒ με τις ανάγκες και τις επιλογές της προσωπικής ζωής δεν αποτελούν δύο αντικρουόμενες συνθήκες.
Αυτό φυσικά απαιτεί να παρθούν μέτρα λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε μέλους, όπως για τους νέους γονείς, τους μεταπτυχιακούς φοιτητές κ.λπ. Εμπρακτα να εκφράζεται βοήθεια, μέσα πάντα στα συλλογικά πλαίσια λειτουργίας της Οργάνωσης, ώστε να ανακόπτεται η όποια τάση αποστράτευσης όταν αλλάζουν οι όροι ζωής των συντρόφων μας.
Ενα θετικό παράδειγμα από την ΚΟΒ είναι η πραγματοποίηση εκδήλωσης με θέμα την κατασκευή του Μετρό της Μόσχας. Τα μέλη της Οργάνωσης που ανέλαβαν να οργανώσουν την εκδήλωση χρειάστηκε να αφιερώσουν πάρα πολύ χρόνο για ψάξιμο, μετάφραση κειμένων, μελέτη, συνεργασία μεταξύ τους και γράψιμο για να πραγματοποιηθεί εν τέλει μια άρτια εκδήλωση. Από την προετοιμασία της εκδήλωσης κρατάμε πρώτον τη δυνατότητα να συνδυάζουμε καθήκοντα, χωρίς να τσιγκουνευόμαστε χρόνο και κόπο. Δεύτερον τη δυνατότητα μιας ΚΟΒ, με την απαραίτητη καθοδηγητική βοήθεια, να διοργανώνει πρωτοποριακές εκδηλώσεις που βοηθούν να απευθύνεσαι σε ένα ευρύτερο ακροατήριο.
Βαρύτητα δίνουν οι Θέσεις στη λειτουργία της ΚΟΒ. Η θετική αυτή δυνατότητα δημιουργείται και γιατί σε προηγούμενα Συνέδρια και Σώματα μπορέσαμε ως Κόμμα και προχωρήσαμε σε σημαντικό βαθμό και σε σωστή κατεύθυνση τις προγραμματικές επεξεργασίες μας. Τα βασικότερα σημεία υπήρξαν η θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η μη συμμετοχή σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού και η στάση ενός κομμουνιστικού κόμματος σε περίπτωση πολέμου. Ειδικότερα ως προς το τελευταίο σημείο αναλύεται στις επεξεργασίες ότι κάθε αστική τάξη, ακόμη και αμυνόμενη σε έναν πόλεμο και ανεξάρτητα από την ισχύ της, διεξάγει πάντα έναν πόλεμο για τα συμφέροντά της και ως εκ τούτου από τη μεριά της άδικο, ότι κανένας ιμπεριαλιστικός συνασπισμός δεν λειτουργεί προς το συμφέρον της εργατικής τάξης, ότι χρειάζεται ο αγώνας για την ήττα και της αστικής τάξης - εισβολέα και της εγχώριας αστικής τάξης, και ότι ο διαχωρισμός από την τελευταία και η ήττα της προϋποθέτουν τη διατήρηση του στόχου της ανατροπής της αστικής εξουσίας και του σοσιαλισμού.
Σωστά αναφέρουν οι Θέσεις την ανάγκη ανεβάσματος της ιδεολογικής συγκρότησης στην ΚΟΒ και σε όλη τη δομή του Κόμματος, ιδίως στις σημερινές και επικείμενες απαιτητικές συνθήκες της ταξικής πάλης.
Μια πλευρά είναι η ανάγκη καλύτερης δουλειάς με το Πρόγραμμα και το Καταστατικό στα υποψήφια προς στρατολογία μέλη. Είναι ευθύνη της Οργάνωσης να κατανοήσει το προς στρατολόγηση μέλος «τι λέει το Πρόγραμμα και το Καταστατικό» και όχι να πει το προς στρατολόγηση μέλος ποιες διαφωνίες έχει, τις οποίες ενδεχομένως δεν έχει εντοπίσει.
Για παράδειγμα, νεαρό μέλος του Κόμματος δήλωνε απογοητευμένο και επαναλάμβανε κάτι που ακούγεται συχνά, ότι δεν βλέπει να γίνεται επανάσταση τα επόμενα χρόνια. Επομένως, χρειάζεται περισσότερη ανάλυση στο ότι η επανάσταση δεν είναι μόνο η μέρα της ένοπλης εξέγερσης, δεν είναι κάτι που θα γίνει κάποια μέρα, αλλά κάτι για το οποίο δουλεύουμε κάθε μέρα, είναι όλες οι προϋποθέσεις της και η δουλειά γι' αυτές, όπως η θεωρητική επεξεργασία της επανάστασης, η εξαγωγή γνώσης από την πρώτη επαναστατική απόπειρα, η αντοχή σε φάσεις υποχώρησης - τέτοια φάση ζούμε παγκοσμίως - κ.ά.
Χρειάζεται ακόμη ανάλυση στο ότι η επανάσταση την οποία αναφέρουμε στο Πρόγραμμά μας δεν είναι κάτι πρόσθετο, γιατί εμείς «θέλουμε παραπάνω πράγματα από άλλες πολιτικές δυνάμεις», αλλά σημαίνει ότι εμείς δουλεύουμε με την επαναστατική στρατηγική με βάση την αντίθεση κεφάλαιο - εργασία, και όχι με τη μεταβατική. Και ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο δεν αποδώσαμε την οικονομική κρίση στα «λαμόγια που δημιούργησαν το επονείδιστο χρέος», δεν αποδίδουμε τον αυταρχισμό και την αυτοπροστασία του αστικού κράτους σε συμμορίες που παραβιάζουν τους θεσμούς, και δεν θαμπωνόμαστε από τους κάθε Μαμντάνι. Αντίθετα, απορρίπτουμε όλες τις εκδοχές της αστικής εξουσίας και του κράτους, οι εκλεγμένοι με τη «Λαϊκή Συσπείρωση» δήμαρχοί μας κατεβάζουν πινακίδες των τραπεζών, «είχαμε πρόσωπο» να μιλήσουμε σε εργάτες/τριες μετά το 2015, οικοδομούμε κατά προτεραιότητα σε τόπους δουλειάς, πρωτοστατούμε σε κινητοποιήσεις και μεταβάλαμε τους συσχετισμούς σε Εργατικά Κέντρα, σωματεία και φοιτητικούς συλλόγους, δίχως να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι αυτό αρκεί από μόνο του να ανταποκριθεί στις σημερινές απαιτήσεις της ταξικής πάλης.
Μια ακόμη πλευρά είναι ο έγκαιρος εντοπισμός από την ΚΟΒ των εξειδικεύσεων της αστικής ιδεολογίας στον τομέα ευθύνης της και η επαρκής απάντηση σε αυτές. Τέτοιες εξειδικεύσεις είναι τα «στην Ευρώπη οι μισθοί είναι μεγάλοι, όχι σαν την Ελλαδίτσα μας», η αναζήτηση δηλαδή ενός καλού και ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Τέτοια εξειδίκευση είναι και η εμφάνιση μιας αφίσας από το «διαδικτυακό συστημικό πουθενά» η οποία ορίζει μόνη της τόπο, ώρα και περιεχόμενο συγκεντρώσεων, αντικαθιστά το σύνθημα «ή με τα κέρδη ή με τη ζωή» με την υπεράσπιση των θεσμών και παραμερίζει τα συνδικάτα, τον κόσμο και τις κινητοποιήσεις τους. Στην αναμέτρηση και με τα παραπάνω κρίνεται η ανθεκτικότητα και η απόδοση μιας ΚΟΒ.
Χρειάζεται ασφαλώς και το μέτωπο με τον ατομικό δικαιωματισμό, με τη συνειδητοποίηση ότι αυτός ξεκινά από τις θεωρίες για το φύλο, το βαθύτερο και ουσιαστικό ωστόσο ζήτημα είναι η εξάλειψη των ταξικών αντιθέσεων και διαιρέσεων, η αναγνώριση του ανθρώπου μόνο ως ατόμου, η αναζήτηση ατομικών λύσεων και φυσικά η απόρριψη οποιασδήποτε συλλογικής αγωνιστικής δραστηριότητας και κομματικής ένταξης. Για να τονιστεί η αξία της συλλογικής οργάνωσης και του αγώνα, θα βοηθούσε η ανάδειξη όσων όμορφων πραγμάτων γεννά η κομμουνιστική στράτευση και η ένταξή τους, στο μέτρο του δυνατού, στη ζωή της ΚΟΒ.
Στις επεξεργασίες του Κόμματος περιλαμβάνονται και όσες παρήχθησαν με τη συμβολή του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ. Προφανώς δεν μπορεί κανείς να διαβάσει «μονοκοπανιά» αυτές τις επεξεργασίες, τα Δοκίμια για παράδειγμα, να τα αφομοιώσει και ύστερα να τα εντάξει στον σχεδιασμό της ΚΟΒ. Το αντίστροφο βοηθά, η σκέψη για παράδειγμα μπροστά στο όποιο καθοδηγητικό καθήκον και σε όποια μάχη ότι κάτι αξιοποιήσιμο θα υπάρχει στις επεξεργασίες μας για την Ιστορία, η απόφαση ότι θα απαντηθεί με βάση τις επεξεργασίες μας η προβολή της αστικής ή οπορτουνιστικής αντίληψης για την Ιστορία στον τομέα ευθύνης της ΚΟΒ και η διάθεση να σηκώσει μόνη της μια ΚΟΒ ή μια Τομεακή Οργάνωση το βάρος μιας εκδήλωσης με ιστορικό περιεχόμενο. Με αυτόν τον τρόπο θα υποχωρήσει ακόμη περισσότερο - όπως είναι και η κατεύθυνση εδώ και χρόνια - ο διαχωρισμός κάποιες φορές στο μυαλό μας μεταξύ των «ειδικών» που κάνουν τις ιδεολογικές και ιστορικές επεξεργασίες και των υπόλοιπων κομματικών μελών που τρέχουν για όλες τις δουλειές.
Εν γένει, οι Θέσεις της ΚΕ για το 22 Συνέδριο είναι σημαντικές για το «δέσιμο» του κόσμου που προσέγγισε το Κόμμα τα τελευταία χρόνια, για την αντιμετώπιση της πίεσης μπροστά στη συνεχή προσπάθεια διαμόρφωσης του έτερου πόλου στο αστικό σύστημα και περισσότερο στο ενδεχόμενο ενός πολέμου ή μιας νέας βαθύτερης καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, για την αναβάθμιση της δουλειάς μας σε όλους τους τομείς, για το προχώρημα στο βασικό μας καθήκον, την ανατροπή της αστικής εξουσίας και τον σοσιαλισμό.
Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ είναι δεμένη ιστορικά με τον «Ριζοσπάστη», το Οργανο της ΚΕ. Στο δεύτερο κεφάλαιο των Θέσεων για το 22ο Συνέδριο γίνεται αναφορά στο πώς «να δέσουμε καλύτερα, ως ενιαίο καθήκον, τους στόχους της οργανωτικής ισχυροποίησης με τους στόχους της ιδεολογικής ισχυροποίησης του Κόμματος». Εκεί επισημαίνονται και προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, όπως η απόσπαση της οργανωτικής δουλειάς από την ιδεολογικοπολιτική ισχυροποίηση, το σπάσιμο αντιλήψεων ότι αυτή η δουλειά αφορά έναν περιορισμένο περίγυρο υποψηφίων για στρατολογία και σταθερών οπαδών ή μπορεί να αφεθεί και για αργότερα.
Επιπλέον, σημειώνεται η ανάγκη για «την άνοδο της αξιοποίησης και διακίνησης του "Ριζοσπάστη" στο πλαίσιο της ΚΟΒ, ως βασικό στοιχείο του ιδεολογικοπολιτικού εξοπλισμού των κομματικών δυνάμεων. Το ξεπέρασμα της σημερινής κατάστασης, τη φροντίδα και τα μέτρα ώστε όλα τα κομματικά μέλη να αγοράζουν καθημερινά την εφημερίδα. Με κέντρο την εφημερίδα να οργανώνουν την ιδεολογική - πολιτική και μαζική τους παρέμβαση».
Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Η μεγαλύτερη πανεξόρμηση της τελευταίας 25ετίας, τα 91.975 φύλλα «Ριζοσπάστη» που διακινήθηκαν από τις Κομματικές Οργανώσεις σε όλη τη χώρα - χιλιάδες από αυτά στη Δυτική Ελλάδα - επιβεβαιώνουν τις δυνατότητες για συνολική άνοδο της πολιτικής δουλειάς με την εφημερίδα, με αντανάκλαση στα καθημερινά φύλλα και του Σαββατοκύριακου.
Για να ανέβει η κυκλοφορία, ιδιαίτερα η καθημερινή, με βάση την πείρα θα πρότεινα ορισμένα μέτρα, όπως:
Μετά από κάθε συνεδρίαση Γραφείου Περιοχής, Τομεακού Γραφείου και άλλων Οργάνων (Γραφείων ΚΟΒ ή και κομματικών ομάδων), όπου σχεδιάζεται η δουλειά μέσα στην εβδομάδα αλλά και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, οι Γραμματείς, τα στελέχη που είναι χρεωμένα σε τομείς δουλειάς, ενημερώνουν τους δημοσιογράφους ή ανταποκριτές του «Ριζοσπάστη» για τα ζητήματα που προωθεί το Κόμμα στην εργατική τάξη, στον λαό, στη νεολαία. Για τα θέματα που θα ανοίξουν οι Κομματικές Οργανώσεις για λαϊκά προβλήματα, ζητήματα σε κλάδους και επιχειρήσεις, άλλα που απασχολούν.
Αντίστοιχα, ο δημοσιογράφος ή ανταποκριτής της εφημερίδας, σε συνεννόηση με τη σύνταξή της, φροντίζει για την καταγραφή και ανάδειξη των θεμάτων. Επίσης φροντίζει να αναδεικνύονται και ζητήματα που απασχολούν εργατικό - λαϊκό κόσμο, βοηθώντας και τη δουλειά των Κομματικών Οργανώσεων.
Τι επιτυγχάνουμε έτσι; Ενιαία ενημέρωση για όλα τα κομματικά μέλη, τα μέλη της ΚΝΕ, τους φίλους και οπαδούς του Κόμματος, όσους συστρατεύονται με το Κόμμα.
Οργανώνουμε ταυτόχρονα την εξόρμηση στους χώρους που μας ενδιαφέρουν, με τον «Ριζοσπάστη» στο χέρι. Με βάση αυτήν τη δουλειά προχωρά η συζήτηση, η σύσκεψη, η πλατιά διάδοση των θέσεων του ΚΚΕ. Δίνουμε απάντηση στην επιχειρηματολογία της αστικής τάξης, που εκφράζεται μέσα από τις κυβερνήσεις που την υπηρετούν, τα αστικά κόμματα, είτε βρίσκονται στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση, αλλά και τα αστικά ΜΜΕ, τους μηχανισμούς προπαγάνδας και συνολικότερης στήριξης του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος. Ιδιαίτερα σήμερα, που εντείνονται οι προετοιμασίες για έναν μεγαλύτερο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, όπως και οι σχεδιασμοί αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, εξοπλίζουμε με επιχειρηματολογία, βγαίνουμε επιθετικά με τις θέσεις μας, βοηθάμε στον συντονισμό της δράσης, συνολικότερα του αγώνα, φωτίζοντας τις βαθύτερες αιτίες κάθε προβλήματος, προβάλλοντας τη διέξοδο.
Τέτοια παραδείγματα, που βοήθησαν τη δουλειά του Κόμματος, έχουμε και στην περιοχή, όπως η καθημερινή προβολή μέσα από τον «Ριζοσπάστη» της παρέμβασης στο λιμάνι της Πάτρας (ιδιαίτερα με τη μεγάλη 10ήμερη απεργία των ναυτεργατών), της δουλειάς για το σταφιδικό κίνημα από τις Οργανώσεις του Κόμματος, της παρέμβασης του ΚΚΕ, του συνδικαλιστικού κινήματος και της δημοτικής αρχής Πάτρας στις καταστροφικές πυρκαγιές στην Αχαΐα, της παρέμβασης στους μετανάστες εργάτες γης σε Δυτική Αχαΐα, Βόρεια Ηλεία κ.α.
Οσο δυνατή κι αν φαντάζει η κυρίαρχη πολιτική και προπαγάνδα των αστικών κομμάτων, που εκφράζεται και μέσα από τα αστικά ΜΜΕ (έντυπα και ηλεκτρονικά), ένας τέτοιος σχεδιασμός, από κοινού με την καλλιέργεια του διαβάσματος, δίνει συνολικότερη ώθηση, «τροφή» για σκέψη, αφού δεν μένουμε μόνο στην πληροφορία, αλλά εμβαθύνουμε, εξοπλιζόμαστε και δρούμε ενιαία.
Δίνουμε ώθηση για διάβασμα, απαντώντας στο «γιατί χρειαζόμαστε την εφημερίδα μας καθημερινά;», συνειδητοποιώντας ότι όσα γράφει ο «Ριζοσπάστης» μάς αφορούν, ως Οργανα και ΚΟΒ, αποτυπώνουν την παρέμβασή μας.
Για τον ρόλο του «Ριζοσπάστη» ως Οργάνου της ΚΕ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ τη μεγάλη σημασία του σε όλη την πορεία του Κόμματος. Από την παρανομία, όπου οι πρώτες παρεμβάσεις που γίνονταν ήταν στα τυπογραφεία του «Ριζοσπάστη», ακόμη και με νεκρούς στην προσπάθεια έκδοσης, συγγραφής και διάδοσής του, μέχρι τις ανατροπές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που η εφημερίδα μάς έδωσε το σύνθημα να κρατηθεί «ψηλά η σημαία», τις περιόδους της ανάπτυξης και της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, μέχρι και σήμερα με την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και του πολέμου, την εμπλοκή της χώρας μας, σε συνδυασμό με τα μέτρα καταστολής του εργατικού - λαϊκού παράγοντα, αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού κ.λπ.
Αυτήν τη σημασία για μια καθημερινή έκδοση δίνει και ο Λένιν. Στο έργο του «Για το προλεταριακό κόμμα νέου τύπου» και στο άρθρο του «Το άμεσο καθήκον μας», έγραφε πριν το 1900 στη συζήτηση για τη δημιουργία επαναστατικού κόμματος: «Δίχως ένα τέτοιο όργανο, η τοπική δουλειά θα παραμένει στενός "χειροτεχνισμός". Η δημιουργία του κόμματος - όταν δεν είναι οργανωμένη η σωστή εκπροσώπηση του κόμματος αυτού από μια ορισμένη εφημερίδα - θα μένει σε σημαντικό βαθμό κενή λέξη. Η οικονομική πάλη, που δεν συντονίζεται από ένα κεντρικό όργανο, δεν μπορεί να γίνει ταξική πάλη ολόκληρου του ρωσικού προλεταριάτου. Η διεξαγωγή της πολιτικής πάλης δεν είναι δυνατή, αν ολόκληρο το κόμμα δεν λέει τη γνώμη του πάνω σ' όλα τα ζητήματα της πολιτικής και δεν κατευθύνει τις χωριστές εκδηλώσεις του αγώνα. Δεν είναι δυνατή η οργάνωση των επαναστατικών δυνάμεων, η πειθάρχησή τους και η ανάπτυξη της επαναστατικής τέχνης χωρίς να συζητιούνται όλα αυτά τα ζητήματα στο κεντρικό όργανο, χωρίς να γίνεται συλλογική επεξεργασία ορισμένων μορφών και κανόνων διεξαγωγής της δουλειάς, χωρίς να καθορίζονται - μέσω του κεντρικού οργάνου - οι ευθύνες κάθε μέλους του κόμματος απέναντι σ' ολόκληρο το κόμμα».
Εχοντας τέτοιο προσανατολισμό, μαζί με την οργάνωση της καθημερινής δουλειάς, μπορούν να έρθουν αποτελέσματα σε σταθερή βάση και με αυξητική τάση στην κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη», την αξιοποίησή του, τη μελέτη του, συμβάλλοντας στη μεγαλύτερη ισχυροποίηση του Κόμματος.
Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ, όλο το περιεχόμενο, πνεύμα και κύριο προβληματισμό που θέτει η ΚΕ προς συζήτηση σε όλο το Κόμμα, την ΚΝΕ, στους οπαδούς και φίλους μας.
Αντιλαμβάνομαι πως τα κεφάλαια των Θέσεων αλληλοδιαπλέκονται μεταξύ τους σε μια αδιάσπαστη ενότητα με κεντρικό άξονα το Κόμμα και την ετοιμότητά του στο κάλεσμα της Ιστορίας για τον σοσιαλισμό (όπως λέει και το σύνθημά του) μέσα σε κρίσιμες εξελίξεις, γοργές ανακατατάξεις και σκαμπανεβάσματα της πορείας εξέλιξης της ταξικής πάλης.
Το απλό που είναι δύσκολο να γίνει είναι να λειτουργούμε και να δρούμε επαναστατικά σε βαθιά μη επαναστατικές συνθήκες. Ακόμα περισσότερο είναι το να αντιλαμβανόμαστε και να μη ξεχνάμε πως ό,τι κάθε φορά κάνουμε είναι επαναστατική πράξη χωρίς μικροαστική ανυπομονησία, αλλά ούτε και αδρανοποίηση για «την κρίσιμη στιγμή που θα δράσουμε επαναστατικά». Φυσικά η ΚΝΕ, με το δυναμικό της που συνεχώς ανανεώνεται, χρειάζεται και μια σταθερή υπενθύμιση πως ούτε το επαναστατικό μας Πρόγραμμα, η συλλογικά επεξεργασμένη στρατηγική μας ήταν δεδομένη.
Το καθήκον λοιπόν της αντίληψης της καθημερινής δράσης ως επαναστατικής δράσης αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε ένα ζήτημα που επισημαίνουν οι Θέσεις. Αυτό της πορείας οικοδόμησης της ΚΝΕ, αντιστοίχισης με τις δυνατότητες, αντιμετώπισης δυσκολιών.
Χρειάζεται να αναμετρηθούμε με το να συζητηθεί πιο συλλογικά η βελτίωση της αφομοιωτικής μας ικανότητας για την επαναστατική διαπαιδαγώγηση των γραμμών μας, που οι Θέσεις θέτουν τον πυρήνα της, όμως δεν νομίζω πως όλα τα στελέχη και τα Οργανα στο Κόμμα και την ΚΝΕ που έχουμε τέτοια ευθύνη έχουμε και ακριβώς ενιαία μέθοδο για το τι περιλαμβάνει αυτό. Από αυτήν την άποψη επικροτώ το καθήκον που προτείνει η ΚΕ προς το Συνέδριο για πανελλαδική συνδιάσκεψη ή ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ για την ΚΝΕ, φυσικά χωρίς να περιμένουμε αυτήν τη δουλειά για να προχωρήσουν αναγκαία βήματα.
Αντιμετωπίζουμε από τη μία στελέχη της ΚΝΕ που κάτω από τη δυσκολία, που είναι ιδεολογική και πολιτική, να «προσαρμοστούν» στο επίπεδο ενός ανθρώπου που κάνει τα πρώτα του βήματα στην οργανωμένη ζωή και να φιλοδοξούν καθοδηγητικά να το εξελίξουν, τελικά προσαρμόζονται προς τα κάτω, κάνοντας «εκπτώσεις». Από την άλλη, αν εκτιμούν οι Θέσεις πως συχνά ιδιαίτερα νεότερα αλλά όχι μόνο στελέχη του Κόμματος ψάχνουμε ιδανικές ΚΟΒ και ιδανικά κομματικά μέλη, αυτό συχνά έχει αντανάκλαση και στην αναζήτηση και ιδανικών υποψηφίων για την ΚΝΕ, παραβλέποντας τη συγκλονιστική δύναμη της επαναστατικής διαπαιδαγώγησης, διαμόρφωσης προσωπικότητας και στάσης ζωής μέσα στην οργανωμένη ζωή, στην ταξική πάλη, πλευρές που μας απασχολούν σταθερά.
Υπάρχει ανάγκη να αποκτήσουμε πιο ενιαία, στέρεη μέθοδο, γενίκευση της πείρας - θετικής και αρνητικής, χωρίς ωραιοποιήσεις αλλά ούτε απόσταση, που πιο συχνά έχουμε στα κομματικά όργανα. Είναι ταυτόχρονα η βοήθεια και απαίτηση για κατάκτηση της κομμουνιστικής θεωρίας, του Προγράμματος του Κόμματος με τη στήριξη για οργανωμένη πρωτοπόρα δράση, την ιδεολογική, πολιτική, οικονομική πάλη που διεξάγουμε, που τελικά είναι επαναστατική, γιατί συγκεντρώνει, διαπαιδαγωγεί και «φτιάχνει» τους ανθρώπους που πρέπει να είναι έτοιμοι να κάνουν στη χώρα μας τη σοσιαλιστική επανάσταση.
Σε σχέση με την επαναστατική διαπαιδαγώγηση, έχουμε καθαρό πως ο σκοπός και ο τρόπος ζωής των ανθρώπων, με βάση τον οποίο διαμορφώνονται και οι προσωπικότητες, καθορίζονται από τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής. Ο καπιταλισμός, που βασίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην αναγκαία ανταγωνιστική σχέση μεταξύ κοινωνικών ομάδων, τάξεων, αλλά και ατόμων, επιδρά στη διαμόρφωση προσωπικότητας και τρόπου ζωής. Γι' αυτό και συναντάμε στοιχεία όπως ο ατομισμός, ο ανταγωνισμός, η αντιπαράθεση κοινωνίας - ατόμου. Στη νέα γενιά αυτά επιδρούν καθοριστικά, δίπλα σε όλα τα νέα κανάλια που η αστική τάξη αξιοποιεί για να εγκλωβίζει τη νεολαία και αναφέρονται στις Θέσεις (όπως οι πλευρές που ανοίγονται για τον ατομικό δικαιωματισμό, τις εξαρτήσεις, τα ΜΚΔ). Με αφορμή ιδεολογικό μάθημα στην ΚΝΕ εκτιμήσαμε, για παράδειγμα, ότι στις νεότερες ηλικίες μια πιο «ατομικιστική» προσέγγιση στα ζητήματα του ίδιου του σοσιαλισμού (π.χ. ότι οι κοινωνικές ανάγκες συγκρούονται με τα ατομικά «θέλω» και αυτό καταπιέζει το άτομο, στοιχεία αποθέωσης του υπερκαταναλωτισμού, του χρήματος) ήταν πιο έντονη σε σχέση με προηγούμενα χρόνια.
Ομως, έχουμε ταυτόχρονα καθαρό πως μέσα στον καπιταλισμό και τις αντιθέσεις που αντικειμενικά γεννά η ταξική πάλη, μπορούν να δημιουργηθούν και ρήγματα και στον τρόπο ζωής που αντιστοιχεί σε αυτόν, στις αξίες, στην ηθική, στους σκοπούς και τελικά στις προσωπικότητες που διαμορφώνονται. Ετσι, προβάλλει μια στάση ζωής κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα και αυτό δεν αφορά μόνο τη στάση, για παράδειγμα, σε μια κινητοποίηση, απεργία. Αφορά όλες τις πλευρές της ζωής ενός ανθρώπου, και σε αυτό χωρά από εμάς, με την ευθύνη που μας αναλογεί, πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια σε μια μάχη που κατά τη γνώμη μου μπορούμε να κερδίσουμε.
Ταυτόχρονα, μπορούμε να δουλέψουμε περισσότερο συλλογικά στο ζήτημα της παρέμβασης Κόμματος - ΚΝΕ στα σχολεία. Συνολικά, η παρέμβαση και οι σύγχρονες επεξεργασίες μας έχουν διαμορφώσει μια υποδομή που αγκαλιάζει τα σχολεία από πολλές πλευρές. Η δράση μας όμως, κυρίως στο επίπεδο του δήμου, είναι κατά κανόνα ασυντόνιστη, παράλληλη, και αυτό αφορά καθοδηγητικές αδυναμίες σε όλους τους αντίστοιχους κρίκους, που περνά από το χέρι μας να διορθωθούν.
Για αρχή, το ζήτημα της μελέτης του χώρου ευθύνης, με ό,τι αυτό περιλαμβάνει ως βάση για να ξετυλίξουμε την παρέμβασή μας. Για παράδειγμα, το Κόμμα ξεχωρίζει και κωδικοποιεί ορισμένα ζητήματα που αφορούν διεκδικήσεις σε επίπεδο δήμου, αποτυπώνονται σε παρεμβάσεις της «Λαϊκής Συσπείρωσης», ακόμα και σε τοπικές δράσεις και κινητοποιήσεις που αφορούν την πολιτική προστασία, τους ελεύθερους χώρους, τον αθλητισμό κ.λπ. Ομως αυτά δεν καταφέρνουμε να εντάσσονται σε ένα ενιαίο και σταθερό σχέδιο εξειδικευμένης παρέμβασης από τη σκοπιά των μαθητών, κάτι που πραγματικά μπορεί να δώσει οξυγόνο στην ΚΝΕ και στο μαθητικό κίνημα κατ' επέκταση.
Το ίδιο αφορά και τον συντονισμό των δυνάμεων σε γονείς, εκπαιδευτικούς και μαθητές με επίκεντρο «το σχολείο που έχουν ανάγκη οι μαθητές». Ορισμένα βήματα που μετρήσαμε μπροστά σε κινητοποιήσεις (π.χ. Ωνάσεια Σχολεία) προσφέρουν πολύτιμη πείρα προς γενίκευση, από τη σκοπιά του πώς καταφέραμε να ανοίξουμε ένα ζήτημα ξεχωρίζοντας τις επιπτώσεις ανά τμήμα (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί), μην ξεφεύγοντας όμως από την κεντρική διαπάλη, που ήταν και παραμένει το ποιες είναι οι μορφωτικές επιπτώσεις, στα παιδιά της εργατικής τάξης, ενός βαθιά κατηγοριοποιημένου ταξικά σχολείου.
Είναι σαφές από όλο το κείμενο, αλλά και από τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει με τις αποφάσεις, ότι στο επίκεντρο είναι το Κόμμα και η λειτουργία του, η επιβεβαίωση του επαναστατικού χαρακτήρα του, ώστε να επιτελέσει την αποστολή του.
Στο κομμάτι της διάταξης των στελεχών και του καταμερισμού καθηκόντων, στο όνομα των αναγκών του Κόμματος μπορεί να γίνουν και υπερχρεώσεις, που όμως αυτό ενέχει τον κίνδυνο της έκπτωσης στην καθοδήγηση. Σε επίπεδο Τομεακών Γραφείων, που όπως σωστά αναφέρεται αποτελεί ζήτημα το μέγεθος αλλά και η σύνθεσή τους, ορθά γίνεται η ανάδειξη στελεχών μέσα από την τριβή με την καθοδηγητική δουλειά, όμως θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο οι οικογενειακές, αλλά συνολικά οι συνθήκες ζωής τους. Θα πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ώστε για παράδειγμα οι εργασιακές συνθήκες να μην επηρεάζουν άμεσα την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται με ευελιξία στις απαιτήσεις της Οργάνωσης. Πώς θα διαμορφώσουμε μέλη που να μην αντιμετωπίζουν ως δύο διαφορετικά περιβάλλοντα την κομματική και την υπόλοιπη ζωή. Γιατί, και δικαιολογημένα, όταν καλείται να ανταποκριθεί σε ζητήματα που ανακύπτουν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της εργασίας του, μπορεί να δυσκολεύεται να εναλλάσσει αποτελεσματικά τη σκέψη του. Στον βαθμό που δεν έχουν λυθεί αδυναμίες του στελέχους, αυτό μπορεί να οδηγήσει η καθοδηγητική δουλειά να έχει τη μορφή καθηκοντολογίου.
Η υπερχρέωση στελεχών που δεν διαθέτουν την αντίστοιχη εμπειρία μπορεί να οδηγήσει σε δύο εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Από τη μια πλευρά, η έλλειψη προηγούμενης τριβής με παρόμοια καθήκοντα μπορεί να λειτουργήσει θετικά, καθώς προσεγγίζουν τις νέες χρεώσεις με φρέσκια ματιά. Από την άλλη πλευρά, η ίδια έλλειψη εμπειρίας μπορεί να προκαλέσει αβεβαιότητα και αδράνεια, οδηγώντας σε μια τάση να παραμείνουν στην «πεπατημένη», αδυνατώντας να αναλάβουν πρωτοβουλίες ή να αποκλίνουν από τις ασφαλείς, γνωστές επιλογές, και τελικά να μην υλοποιείται η σωστή καθοδήγηση των ΚΟΒ, που να αντιστοιχεί στο επίπεδο όπου έχει φτάσει το Κόμμα.
Ενα ακόμα ζήτημα είναι αυτό της βοήθειας που οφείλουμε να δίνουμε στα μέλη για την παρέμβασή τους στον χώρο εργασίας. Αν και είναι χρεωμένοι σε εδαφικές ΚΟΒ, παραμένουν οι κομμουνιστές στη δουλειά τους και εδώ προκύπτει η δυσκολία στο πώς βοηθάμε τα μέλη των εδαφικών να είναι ικανά στην παρέμβαση στον χώρο ευθύνης τους αλλά και εκεί. Αυτό έχει μια ιδιαίτερη απαίτηση με την ανάγκη εξειδίκευσης σε αρκετούς κλάδους, άρα θέλει παραπάνω μελέτη των επεξεργασιών μας και μια μέριμνα ώστε τα μέλη μας να αναπτύσσουν την ικανότητα παρέμβασης με βάση τη στρατηγική του Κόμματος σε όλες τις πτυχές της ζωής τους. Να εξασφαλίσουμε ότι κάνουμε όλοι μια σταθερή και οργανωμένη δουλειά στον χώρο εργασίας μας και να μη «σκάει» στα χέρια μας, κυρίως λίγο πριν από σημαντικούς σταθμούς. Οτι διαμορφώνουμε τους όρους της παρέμβασής μας καθημερινά χωρίς να περιστρέφεται η δράση μας μόνο γύρω από τις απεργίες, ως αναμφίβολα σημαντικές στιγμές σύγκρουσης με το κεφάλαιο. Γιατί, στο τέλος της ημέρας, αυτό που επιδιώκουμε είναι η οικοδόμηση σε ένα ευρύτερο επίπεδο, όχι περιορισμένη μέσα στα στενά όρια του χώρου ευθύνης μας, ούτε βασισμένη αποκλειστικά στους ανθρώπους που βρίσκονται δίπλα μας εδώ και χρόνια.
Είναι προφανές ότι στις συνθήκες που ζούμε δεν μιλάμε για μια απλή βελτίωση της καθοδηγητικής μας δουλειάς, αλλά για ένα άλμα σε αυτή. Και αυτό αφορά πρωτίστως τα καθοδηγητικά όργανα αλλά και ξεχωριστά όλα τα μέλη, που αποτελούμε το Κόμμα σε κάθε έκφανση της ζωής μας. Γιατί και στο κομμάτι που μας αφορά προσωπικά, πρέπει να κάνουμε άλμα. Οπως δεν αντιστοιχεί στις συνθήκες που ζούμε η τυπική λειτουργία της Οργάνωσης, αντίστοιχα δεν αναλογεί σε ένα μέλος του Κόμματος να κάνει εκπτώσεις από το να είναι παράδειγμα για τους γύρω του και παντού.
Και αυτό πρέπει συνολικά να το δούμε, στο πόσο στηρίζουμε τα μέλη στις δυσκολίες και στις αλλαγές στη ζωή τους, αλλά και πώς ο καθένας ατομικά, με πυξίδα τον σκοπό για τον οποίο έχουμε πάρει αυτήν την απόφαση στη ζωή μας, θα αντιμετωπίζουμε τις όποιες δυσκολίες μάς φέρνει στην καθημερινότητά μας αυτό το σύστημα. Γιατί είμαστε μέρος αυτής της κοινωνίας και το σύστημα, πέρα από την εξασφάλιση της αναπαραγωγής της, δεν έχει κανέναν σκοπό να στηρίξει πραγματικά την εργατική τάξη. Τα παραδείγματα είναι πολλά, από οικονομικά ζητήματα και θέματα υγείας, μέχρι αλλαγή χώρου εργασίας ή οικογενειακής κατάστασης. Μόνο η επίμονη ιδεολογικοπολιτική δουλειά σε συνδυασμό με την καλώς εννοούμενη φιλοδοξία να αναδεικνυόμαστε καθημερινά σε λαϊκούς ηγέτες, καθοδηγητές στην πάλη για τον σοσιαλισμό, μπορεί να δώσει τα εργαλεία για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες χωρίς να παρεκκλίνουμε από τον στόχο αυτό.
Τέτοιο θέμα είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα ζευγάρι όταν γίνονται γονείς στα πρώτα χρόνια του παιδιού. Αυτές μπορούν να λυθούν μόνο με την κατανόηση της αποστολής μας. Αρα πρέπει να βοηθάμε τους νέους κομμουνιστές γονείς, ώστε κατανοώντας την ανάγκη να εκπληρώσουν το συγκεκριμένο καθήκον, να βρίσκουν τρόπους να επιλύουν ζητήματα. Το βασικό στοιχείο της βοήθειας δεν είναι αν μου κρατάνε το παιδί, αλλά η κατανόηση της ανάγκης σε συνδυασμό με τη βοήθεια. Δεν είναι ζήτημα ισορροπίας σε νούμερο ωρών που περνάμε με τα παιδιά, αλλά η ουσία της διαπαιδαγώγησής τους μέσα από τη δική μας στάση ζωής. Αρα θέλει πολλή και βαθιά δουλειά ώστε να διαμορφώνουμε τους όρους τα παιδιά να μην αποτελούν δικαιολογία ή εμπόδιο, αλλά έναυσμα για πιο αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση και υλοποίηση του σχεδιασμού του Κόμματός μας, με απώτερο στόχο και αυτά να ακολουθήσουν αυτόν τον όμορφο δρόμο.
Συμπερασματικά, αυτό που προκύπτει ως ζήτημα είναι να αφομοιώσουμε και να υλοποιήσουμε τις αποφάσεις, τις θέσεις και την Απόφαση του Συνεδρίου που θα ακολουθήσει, στην κατεύθυνση ότι οι συνθήκες που δρούμε απαιτούν να μη χαμηλώνουμε τις απαιτήσεις από τους εαυτούς μας, τα μέλη και τα όργανα στο όνομα του ότι δεν πηγαίνει τώρα η κατάσταση όπως θα θέλαμε. Γιατί ξέρουμε ότι οι μέρες που ονειρευόμαστε θα έρθουν! Και θέλουμε να μπορέσουμε να φανούμε αντάξιοι. Να ανταποκριθούμε στην υλοποίηση των ίδιων των μεγάλων μας σκοπών.
Το Συνέδριο του Κόμματός μας δεν αποτελεί έναρξη αυτής της προσπάθειας, αλλά εμπλουτισμό και ενίσχυσή της!