Απέναντί τους η κρατική μηχανή, η βία. Στη θέση των αισθημάτων μόνο η σαρκική ηδονή από τον εκπρόσωπο της νέας τάξης πραγμάτων, το διοικητή της Αστυνομίας. Οι μηχανορραφίες και τα τεχνάσματά του για τη σύλληψη του νεαρού τοπικού ηγέτη της Αριστεράς, τον οδηγούν, μέσω μιας απάνθρωπης πρακτικής, μέχρι τη συγκαλυμμένη δολοφονία, την οποία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί σαν παγίδα.
Μια νεαρή μορφή, η πραγματική πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, αναδύεται από την γκρίζα καθημερινότητα της χουντικής Ελλάδας και αναδείχνεται σε πραγματική λαϊκή ηρωίδα, που ανατρέπει όλα τα σχέδια του διοικητή, δηλαδή της ίδιας της Χούντας.
Μια σειρά παραμυθιών απ' όλο τον κόσμο, διασκευασμένα κατάλληλα για τα μεγαλύτερα παιδιά.
Το παραμύθι, τεράστια πολιτιστική κληρονομιά του κάθε λαού, με τη ζωντάνια και την αλληγορία του, προσφέρει απλόχερα γνώσεις και ψυχαγωγία.
Η μαγεία της εξωτικής Ιαπωνίας, τα παράξενα έθιμα της Αφρικής, η σοφία της μακρινής Περσίας, ο μυστικισμός του Θιβέτ, η άγρια ομορφιά της Ασίας, της Μογγολίας και της Λευκορωσίας, ο μυστηριώδης κόσμος της συννεφιασμένης Σκοτίας, η ομιχλώδης γη και τα σκιερά δάση της Νορβηγίας, σε συνδυασμό με τους μύθους και τους θρύλους των χωρών αυτών, καταφέρνουν να γοητέψουν και να συναρπάσουν τους αναγνώστες όλων των ηλικιών.
Η μακέτα των εξωφύλλων έγινε από την Εύα Μελά.
Οι προβληματισμοί του για την «ελεύθερη χώρα», η ωρίμανσή του, οι αναζητήσεις του, το καταστάλαγμά του, συνδεμένα με την καθημερινή ζωή του μετανάστη, η νοσταλγία της επιστροφής, η ίδια η επιστροφή δίνουν υλικό στις ιστορίες που διηγιέται στα καφενεία ο Mr Milton. Εύγλωττη η απορία των συγχωριανών του για το πού βρήκε τα δολάρια που έστελνε στην οικογένειά του.
Οι Ιστορίες του Mr Milton, που αποτελούν τη συνέχεια του μυθιστορήματος Δάκρυ και ελπίδα, ολοκληρώνουν έναν κύκλο. Δίνουν παραστατικά την εικόνα της Αμερικής από τις παραμονές του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου έως τις παραμονές του μεγάλου κραχ του 1929.
Συλλογή - διασκευή: Αυγή Παπάκου - Λάγου
Στο ελληνικό παραμύθι, ξέχωρα από την ψυχαγωγία, υπάρχει και το διδακτικό στοιχείο, μέσα από τη σάτιρα. Ο παπάς, ο κουμπάρος, ο τεμπέλης είναι πρόσωπα που συναντάμε κάθε μέρα στη ζωή μας. Επίσης, «υπάρχει μια περισσή κι εύκολη βωμολοχία... Είναι κάτι που βγαίνει από μια φυσική ειλικρίνεια, μια ανάγκη για άμεσο χαρακτηρισμό των πραγμάτων, μια αγάπη στο ωμό και το παραστατικό. Τα παιδιά κι οι μεγάλοι γελάνε με την καρδιά τους, την ώρα που ακούνε απότομα να ξεπετιούνται μέσα από τα κείμενα οι άπρεπες λέξεις, που άλλωστε επιτρέπει η χωριάτικη κοινωνία περισσότερο από την αστική».
Η μεγάλη και δύσκολη προσπάθειά του όμως κινδυνεύει να τιναχτεί στον αέρα, όταν ένας άτεγκτος υπαστυνόμος ανακαλύπτει το «βεβαρημένο» παρελθόν του και κινείται για να τον συλλάβει, ώστε να εφαρμοστεί ο «νόμος-αράχνη», που πιάνει μόνο τα μικρά έντομα.
Μια σύγχρονη ιστορία με αστυνομική υφή και πολλές κοινωνικές προεκτάσεις, που εκτυλίσσεται στα δυτικά προάστια κάποιας μεγαλούπολης και καταλήγει σ' ένα απροσδόκητο φινάλε.
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, ο Ροΐδης εισάγει το κριτικό του πνεύμα, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους του αφηγηματικού λόγου από τους ήρωες των μεγάλων λόγων και έργων στους κοινούς, συνηθισμένους ανθρώπους μιας καθημερινότητας, άλλοτε ταραγμένης και σκληρής, άλλοτε ήρεμης.
Η Σύρα δε γλιτώνει από το σατιρικό οίστρο του Ροΐδη. Χαρακτηριστικά είναι τα διηγήματα που περιλαμβάνονται στη συλλογή Συριανά διηγήματα. Τέτοια διηγήματα είναι η «Ψυχολογία Συριανού συζύγου», «Το παράπονο του νεκροθάπτου», «Ιστορία ενός σκύλου», «Ιστορία μιας γάτας», «Ιστορία ενός αλόγου» κ.ά.
Αν εξοντώσουμε τους λύκους πώς θα μπορέσουμε να λιγοστέψουμε τις νυφίτσες, τα κουνάβια, τους αρουραίους, τ' αγριοκούνελα κ.ά. για να σώσουμε την αγροτική παραγωγή; Και τα αγρίμια έχουν δικαίωμα στη ζωή. Ο λύκος χρειάζεται, για να υπάρχει ισορροπία στο οικοσύστημα. Οσο οι βοσκοί μετατρέπουν τα δάση σε βοσκοτόπια και οι κυνηγοί εξορμούν στους βιότοπους των λύκων για να τους αρπάξουν λαγούς και αγριογούρουνα από το στόμα, τόσο οι λύκοι θα κάνουν εφόδους στις στάνες. Και η φύση έχει τους νόμους της. Σίγουρα οι λύκοι δε φταίνε...
Είναι λοιπόν μια καλή ευκαιρία, τα παιδιά, οι έφηβοι, αλλά και οι ενήλικες να γνωρίσουν τη χαρά και την ικανοποίηση που μπορεί να προσφέρει ένα καλό βιβλίο, να αγαπήσουν το διάβασμα, που συνήθως παρουσιάζεται σαν καθήκον και όχι σαν ψυχαγωγία. Να ταξιδέψουν με τη φαντασία τους, να σκεφτούν και να προβληματιστούν, να βιώσουν μικρές και μεγάλες συγκινήσεις που εμπλουτίζουν τον ψυχικό τους κόσμο και οξύνουν το πνεύμα τους.
Σήμερα ο «Ρ» και η «Σύγχρονη Εποχή» προτείνουν στους αναγνώστες της εφημερίδας μια σειρά από παιδικά και άλλα λογοτεχνικά βιβλία που θα γεμίσουν ευχάριστα και δημιουργικά τις ελεύθερες ώρες των διακοπών.
Πρόκειται για λογοτεχνικά βιβλία εμπνευσμένα από τις λαϊκές παραδόσεις και την καθημερινή ζωή, όπως τα «Λαϊκά παραμύθια της Στερεάς Ελλάδας», τα «Συριανά διηγήματα», βιβλία, όπως τα «Τουρκικά Παραμύθια», που μας ταξιδεύουν σε άλλους πολιτισμούς και ενισχύουν τους δεσμούς των λαών του κόσμου. Μυθιστορήματα βγαλμένα από τους λαϊκούς αγώνες, όπως «Το μικρό χωριό της λίμνης», «Ζωή δίχως συμβιβασμούς», «Το δόκανο», μυθιστορήματα περιπετειώδη που αποκαλύπτουν τις κοινωνικές ανισότητες, όπως η «Δυτική λεωφόρος» και οι «Ιστορίες του Mr Milton», οι οποίες αναπαριστούν την εικόνα της Αμερικής την περίοδο του Α' Παγκόσμιου Πολέμου. Τέλος το παραμύθι «Σαρκοφάγος, αιμοβόρος κι αχόρταγος, ε, λύκος είμαι, δεν είμαι αρνάκι...», που βοηθά τα παιδιά να κατανοήσουν τις λειτουργίες της φύσης και τη συνεισφορά όλων ως αναντικατάστατοι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας.
Πάνω στις σάρκες τους ήσαν φανερά τα ολοζώντανα αυλάκια, που είχαν χαράξει κάποια ανθρωπόμορφα τέρατα στην προσπάθεια να τους συνετίσουν, ν' αλλάξουν τη λογική και την πίστη τους. Ν' αποσπάσουν ομολογίες για αποτρόπαια εγκλήματα που τους καταλόγιζαν, να προδώσουν συντρόφους που αγωνίζονταν λεύτεροι.
Κι όμως μέσα τους υπήρχε μια κρυφή μεγαλειώδης δύναμη, που τους έκανε να υπομένουν καρτερικά το ιερό μένος των προσωπιδοφόρων ανθρωποειδών να ξεσπάσει πάνω τους. Να προσμένουν, δίχως το φόβο στην ψυχή και στα σπλάχνα, το στερνό ταξίδι.
Σ' αυτό το κελί, αίθουσα αναμονής για το στερνό ταξίδι, η κίνηση δε σταματούσε σχεδόν καθόλου. Μέρα παρά μέρα έπαιρναν κάνα-δυο για εκτέλεση, ενώ, μόλις άρχιζαν να αραιώνουν, κουβαλούσαν νέους ταξιδιώτες!