Δεδομένη η συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής
Δηλώσεις και πρώτα παζάρια σχετικά με έναν πιθανό κυβερνητικό συνασπισμό (Χριστιανοδημοκράτες - Φιλελεύθεροι - Πράσινοι) κυριαρχούν τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές στη Γερμανία. Από τις εκλογές αναδείχθηκαν πρώτοι οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU/CSU) υπό την Αγκελα Μέρκελ (32,9%), η οποία βαδίζει προς την 4η συνεχόμενη θητεία της, και δεύτεροι οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Μάρτιν Σουλτς (20,5%). Ομως, και τα δύο κόμματα που συγκυβερνούσαν στο «μεγάλο συνασπισμό», είχαν μεγάλες απώλειες σε ψήφους και έδρες και κατέγραψαν ιστορικά χαμηλά ποσοστά. Παράλληλα, τρίτο κόμμα με 12,6% αναδείχτηκε το εθνικιστικό ρατσιστικό «Εναλλακτική για τη Γερμανία - AfD», που αποτελεί γερμανική εκδοχή του ρεύματος του αστικού ευρωσκεπτικισμού, δημιούργημα του κεφαλαίου, που κατάφερε όμως να εγκλωβίσει ψηφοφόρους από τα λαϊκά στρώματα.
Το σίγουρο είναι πως με όποιο συνδυασμό κομμάτων και ανεξάρτητα τις διαπραγματεύσεις για επιμέρους θέσεις της επόμενης κυβέρνησης, θα συνεχιστούν η αντιλαϊκή επίθεση και τα μέτρα που ενισχύουν την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα του γερμανικού κεφαλαίου, τόσο σε εθνικό, όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτός, άλλωστε, ήταν και ο πυρήνας των προεκλογικών προγραμμάτων όλων των κομμάτων που εισήλθαν στη γερμανική βουλή. Η πρώτη συζήτηση ενόψει των διαπραγματεύσεων φανερώνει πως και τα τέσσερα κόμματα συμπλέουν στα βασικά και οι όποιες ενστάσεις τους έγκεινται σε ορισμένα συστατικά του «μείγματος» διαχείρισης, ανάλογα και με τα ιδιαίτερα επιχειρηματικά συμφέροντα με τα οποία είναι προσδεδεμένα.
Επίσης, η ταχύτητα σχηματισμού του κυβερνητικού σχηματισμού στη Γερμανία εμφανίζεται ως παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει τη λεγόμενη τρίτη «αξιολόγηση» στην Ελλάδα και προβάλλεται η ...ανάγκη να κλείσει γρήγορα. Πρόκειται για αποπροσανατολισμό, αφού τα αντιλαϊκά μέτρα και οι μεταρρυθμίσεις υπέρ του κεφαλαίου στην ΕΕ και την Ελλάδα προχωράνε ανεξαρτήτως διαχειριστών. Οσο για την αναθέρμανση της συζήτησης για την προοπτική της ΕΕ, περί εμβάθυνσης της ενοποίησης, ή πιο «κοινωνικής Ευρώπης» με αφορμή τις διεργασίες στη Γερμανία, πρέπει να απορριφθεί από τους εργαζόμενους και τα εκμεταλλευόμενα λαϊκά στρώματα, όπως και τα παραμύθια περί πιο «ανθρώπινου καπιταλισμού».
Σε εσωκομματικές συζητήσεις για το άσχημο εκλογικό αποτέλεσμα βρίσκονται η CDU της Αγκ. Μέρκελ και η CSU. Η επανεκλογή του επί χρόνια επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών, Φόλκερ Κάουντερ, αλλά με 53 ψήφους κατά και 6 αποχές, θεωρείται ως το πρώτο σημάδι δυσαρέσκειας και προβληματισμού. Στο μεταξύ, ο πρόεδρος της CSU, Χορστ Ζεχόφερ, επανέφερε έντονα τη θέση του κόμματος για ανώτατο όριο προσφύγων που θα εισέρχονται στη Γερμανία, στον απόηχο και της μεγάλης μετακίνησης ψηφοφόρων προς την AfD. Επίσης, στελέχη της CDU και της CSU δήλωσαν αυτές τις μέρες ότι ο υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, θα «ήταν ο ιδανικός πρόεδρος της βουλής, αν ο ίδιος και η Μέρκελ συμφωνήσουν», ενώ το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων αναφέρει ότι σύμφωνα με «πηγές», θα προταθεί για το αξίωμα αυτό στα μέσα του Οκτώβρη.
Επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD εκλέχτηκε με μεγάλη πλειοψηφία η υπουργός Εργασίας, Αντρεα Νάλες, η οποία θεωρείται πιθανή υποψήφια σε περίπτωση που θα τεθεί θέμα διαδοχής του Μ. Σουλτς. Η Αλις Βάιντελ και ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ εκλέχτηκαν επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της AfD, ψηφίζοντας οι 80 υπέρ, από τους 93 βουλευτές. Η πρώην πρόεδρος αυτού του μορφώματος, Φράουκε Πέτρι, ανεξαρτητοποιήθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα της ΑfD, ενώ ο σύζυγός της, στέλεχος του κόμματος στη Βόρεια Ρηνανία - Βεστφαλία και ευρωβουλευτής, Μάρκους Πρέτζελ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο συγκρότησης νέου κόμματος: «Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κόμμα που θα μπορούσε να επιβάλλει πολιτικές αλλαγές στη Γερμανία. Και εφόσον δεν υπάρχει... Ας σας εκπλήξουμε με αυτό που σκοπεύουμε να κάνουμε», είπε χτες στο ZDF.
Ο πρόεδρος του φιλελεύθερου «Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος» (FDP), Κρίστιαν Λίντνερ, σε χτεσινή συνέντευξή του δήλωσε ότι το κόμμα του «θα εισέλθει σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό μόνο αν υπάρξει μια αλλαγή στη γερμανική πολιτική» και αναφέρθηκε στα βασικά σημεία των «δεσμεύσεών» του: Ισχυροποίηση της εκπαίδευσης, να προχωρήσει πιο γρήγορα η ψηφιοποίηση της οικονομίας και της παραγωγής, μετανάστευση πλήρως προσαρμοσμένη στις ανάγκες της αγοράς, με εισαγωγή εξειδικευμένων εργατικών χεριών (καναδικό μοντέλο), «λογική» ενεργειακή πολιτική, ενώ απορρίπτει έναν κοινό προϋπολογισμό της Ευρωζώνης. «Αν μπορούν να συνδυαστούν οι θέσεις των κομμάτων για το συμφέρον της χώρας, μένει να το δούμε», πρόσθεσε.
«Οι συνομιλίες με την Ενωση και το FDP θα είναι περίπλοκες και δύσκολες», λέει η ηγεσία των Πρασίνων (8,9%), χωρίς ωστόσο να αφήνουν αμφιβολία ότι θα δεχτούν τη διερευνητική εντολή, παρά τις εσωκομματικές διαφωνίες: «Θα αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί», είπε ο ένας εκ των δύο επικεφαλής, Τζεμ Οζντεμίρ, «ενώ στις διαπραγματεύσεις θα θέσουμε μια σειρά βασικών "πράσινων" θεμάτων, αλλιώς δεν θα λειτουργήσει (σ.σ. ο συνασπισμός)». Πρόκειται για την προώθηση επενδύσεων και επιχειρηματικών συμφερόντων στην ηλεκτροκίνηση, τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας κ.λπ.