Phasma |
Επισημαίνουν ότι είναι διαχρονικές οι ευθύνες των κυβερνήσεων, που κατάργησαν χιλιάδες θέσεις πυροσβεστών, ανέθεσαν τη δασοπυρόσβεση στο Πυροσβεστικό Σώμα χωρίς τις απαραίτητες προσλήψεις προσωπικού, συρρίκνωσαν και υποβάθμισαν υπηρεσίες, εκχωρούν αρμοδιότητες πυρόσβεσης στους δήμους δημιουργώντας προϋποθέσεις κατηγοριοποίησης της πυροπροστασίας. Οι πολιτικές αυτές επιλογές προκαλούν σοβαρά προβλήματα για την πυρασφάλεια και την πυροπροστασία και εγκυμονούν μεγάλους κίνδυνους τόσο για το λαό όσο και για τους ίδιους τους πυροσβέστες.
Συγκεκριμένα, στη Λάρισα στον 1ο Πυροσβεστικό Σταθμό, που καλύπτει επιχειρησιακά τη Λάρισα καθώς και τους Δήμους Τυρνάβου και Κιλελέρ (πληθυσμός άνω των 220.000 κατοίκων), υπηρετούν 49 υπάλληλοι (από τους οποίους 7 αξιωματικοί και 7 διοικητικής υποστήριξης). Αυτό έχει ως συνέπεια να υπάρχει τεράστιο πρόβλημα στο να εκτελούνται οι βάρδιες του 24ωρου με επαρκές προσωπικό.
Στο 2ο Πυροσβεστικό Σταθμό, που είναι υπεύθυνος αποκλειστικά για την ασφάλεια του χώρου του αεροδρομίου, υπολείπονται με βάση την προβλεπόμενη οργανική δύναμη 14 υπάλληλοι, ενώ οι 33 που υπηρετούν δεν επαρκούν να επανδρώσουν τα τρία οχήματα που απαιτεί ο σχεδιασμός για την ασφάλεια των πτήσεων.
Στον 3ο Πυροσβεστικό Σταθμό, που εδρεύει στη ΒΙΠΕ Λάρισας και είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια της βιομηχανικής περιοχής, αλλά και για το Δήμο Τεμπών, όπως και για τις δασικές εκτάσεις Ολύμπου και Κισσάβου, υπηρετούν 19 μόνιμοι πυροσβέστες που στελεχώνουν 2 οχήματα, ενώ λείπουν 16 πυροσβέστες.
Η 8η ΕΜΑΚ έχει την ευθύνη όλης της Θεσσαλίας με αποστολές διάσωσης, με συμβολή σε δασικές και αστικές πυρκαγιές. Διαθέτει στη δύναμή της μόνο 20 πυροσβέστες από τους 120 που απαιτούνται για την πλήρη λειτουργία της υπηρεσίας.
Ο Πυροσβεστικός Σταθμός Ελασσόνας καλείται με 28 πυροσβέστες ως αυτόνομη υπηρεσία, με δικό της ανακριτικό και γραφείο πυρασφάλειας, να αντεπεξέλθει στις ανάγκες του μεγαλύτερου δήμου της χώρας, με 72 χωριά και ορεινούς όγκους.
Το Πυροσβεστικό Κλιμάκιο Φαρσάλων είναι στελεχωμένο με 14 μόνιμους πυροσβέστες, που μετά βίας στελεχώνουν ένα πυροσβεστικό όχημα. Αποστολή του η κάλυψη μεγάλης αγροτοδασικής έκτασης με χιλιάδες στρέμματα καμένης γεωργικής γης κάθε χρόνο.
Το Πυροσβεστικό Κλιμάκιο Αγιάς, το οποίο είναι στελεχωμένο με 13 πυροσβέστες, που μετά βίας επανδρώνουν ένα πυροσβεστικό όχημα, έχει αποστολή του να καλύψει μια μεγάλη περιοχή του ανατολικού Κισσάβου και όλων των παραλιών του νομού.
Από τα 29 υδροφόρα πυροσβεστικά οχήματα σε όλο το νομό τα 13 είναι αμιγώς οχήματα δασικών και αγροτικών πυρκαγιών, ενώ τα 7 είναι απαρχαιωμένα (25 - 30 ετών) και πλέον επικίνδυνα. Σε ό,τι αφορά τη χορήγηση μέσων προστασίας και ιματισμού, η τελευταία χορήγηση έγινε το Μάη του 2009 με αποτέλεσμα οι πυροσβέστες να αναγκάζονται να αγοράσουν οι ίδιοι ιματισμό και υποδήματα, επιβαρυνόμενοι με τεράστιο κόστος. Σε ό,τι αφορά δε τις κτιριακές εγκαταστάσεις η κατάσταση είναι τραγική.
Τις συνέπειες αυτής της πολιτικής αντιμετωπίζει και η Πυροσβεστική Υπηρεσία του Ηρακλείου, με μειωμένη κρατική χρηματοδότηση και μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό. Ενδεικτικό είναι ότι οι πυροσβέστες δεν έχουν πληρωθεί ακόμα όλες τις υπερωρίες της περυσινής περιόδου. Οι άδειες και τα ρεπό, λόγω των ελλείψεων σε προσωπικό, δίνονται με το σταγονόμετρο ή και καθόλου. Οι συνθήκες κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας είναι εντατικοποιημένες, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος ατυχήματος να είναι μεγάλος. Λόγω των τριών κατηγοριών πυροσβεστών (μόνιμοι, πενταετείς, εποχιακοί), η σύνθεση των ομάδων επέμβασης δεν είναι υπηρεσιακά, μισθολογικά και εμπειρικά ομοιογενής, γεγονός που δεν συμβάλει στην ασφάλεια των ίδιων των πυροσβεστών, αλλά ούτε και στη μέγιστη αποτελεσματικότητά τους.
Οι υπάλληλοί της έχουν να πάρουν πέντε χρόνια ατομικά είδη αντιπυρικής προστασίας (φόρμες, ρουχισμός, υποδήματα, γάντια, κάλτσες, μάσκες κ.λπ.) και αναγκάζονται οι ίδιοι να καλύπτουν αυτές τις ελλείψεις. Το ίδιο συμβαίνει και με τη συντήρηση και τις μικροεπισκευές των πυροσβεστικών οχημάτων και του μηχανοκίνητου εξοπλισμού. Οι υπάλληλοι αγοράζουν ακόμη και λάστιχα με δικά τους χρήματα. Η αντικατάσταση των σωλήνων πυρόσβεσης καθυστερεί, όπως και η προμήθεια των διαφόρων αναγκαίων υλικών (αναλώσιμων). Ακόμα και τα καύσιμα είναι περιορισμένα.
Αλλά και στη Ρόδο και την Κω, οι Πυροσβεστικές Υπηρεσίες των αεροδρομίων υπολειτουργούν λόγω της έλλειψης προσωπικού, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι κίνδυνοι για την ασφάλεια των επιβατών και των εργαζομένων σε αυτά. Για χρόνια το σύστημα αναπλήρωσης νερού στα πυροσβεστικά οχήματα στο αεροδρόμιο της Ρόδου δεν λειτουργεί, στα λυόμενα που έχει εγκατασταθεί η Πυροσβεστική με την παραμικρή βροχή προκαλούνται προβλήματα από την εισροή υδάτων, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν οι πυροσβέστες από ηλεκτροπληξία, παραμένουν σε κίνηση πυροσβεστικά οχήματα του 1970 - 1980, τα οποία λόγω εκτεταμένων φθορών καθίστανται επικίνδυνα και η επισκευή τους έχει μεγάλο κόστος.
Παράλληλα, οι παραβιάσεις του κανονισμού μεταθέσεων σε βάρος πυροσβεστών που υπηρετούν στην περιοχή έχουν γίνει κανόνας, με αποτέλεσμα οι πυροσβέστες αυτοί να παραμένουν μακριά από τα σπίτια τους, για έξι και πλέον χρόνια, και οι θέσεις τους στις πόλεις που έχουν δηλώσει ως «τόπο συμφερόντων» τους να καταλαμβάνονται από νεότερους, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η οικογενειακή και οικονομική τους κατάσταση.