Η ταινία του Χας, αποπνέει σε ολόκληρη τη διάρκειά της, πολύ δυνατό άρωμα φανταστικού, ερωτικού και μακάβριου στοιχείου, με ανθηρότητα στις λεπτομέρειες σε ό,τι αφορά σκηνικά και κοστούμια και απεριόριστη δόση πληθωρικής «τρέλας» και ποιότητα σουρεαλισμού και αισθητικής, αντάξιες αυτές του Μπουνιουέλ, ο οποίος και θαύμαζε την ταινία. Το παράξενο αυτό φιλμ που ωθεί προς «στοχασμό», αξίζει σίγουρα να δει κανείς περισσότερες φορές ώστε να αναγνώσει τα πολλαπλά επίπεδα και πτυχές της. Από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές της ταινίας, η αέναη διαδοχή των φλας μπακ, μέσα στα φλας μπακ, στο δεύτερο μέρος της, τεχνική που απαιτεί την αμέριστη προσοχή του θεατή που θέλει να μη χάσει το μίτο της πυκνής αυτής πικαρέσκ φάρσας, αυτού του σπάνιου δείγματος φαντασιακού σινεμά που συνιστά αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο πρωτότυπα έργα που έγιναν ποτέ.
Στο μυθιστόρημα του Ποτότσκι, ο αφηγητής, ζει στην εποχή του Ναπολέοντα, αλλά η δράση του «χειρόγραφου» ξετυλίγεται στην Ισπανία του Φιλίππου V. Ο Φλαμανδός Αλφόνς Βαν Βόρντεβ, είναι νεαρός αξιωματικός στο ναπολεόντειο στράτευμα και σταθμευμένος στη νότια Ισπανία. Προβιβάζεται σε αξιωματικό Τάγματος των Βαλλόνων και φεύγει να συναντήσει τους άνδρες του στην Μαδρίτη. Για να φθάσει εκεί, πρέπει να διασχίσει την ορεινή περιοχή της Σιέρα Μορένα που μετατρέπεται σε ένα είδος «εκτός χρόνου» λαβυρίνθου, βυθισμένου σε ατμόσφαιρα νυσταλέα και ταυτόχρονα απειλητική. Σημειωτέον ότι τα σκηνικά είναι κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου σε πολωνικά στούντιο. Μέσα σ' αυτά τα γεγονότα επαναλαμβάνονται -όμοια με τον εαυτό τους- και ξαναφέρνουν τους χαρακτήρες πάντα, στο σημείο εκκίνησής τους. Οι ιστορίες που αναδύονται με ληστές, περιπλανώμενους ιππότες, Ιερά Εξέταση, φαντάσματα, σκελετούς και μοιραίες γυναίκες, κομμένες και ραμμένες να ταιριάζουν η μια μέσα στην άλλη, σε ένα ενιαίο κουβάρι ονείρου και πραγματικότητας.
Η ταινία ξεκινά με τη συνάντηση του Αλφονς με δύο μυστηριώδεις Σαρακηνές αδελφές σε ένα εγκαταλειμμένο «πανδοχείο». Εκείνες του προσφέρουν τον έρωτά τους και την «είσοδό» του στο μυστικό κόσμο του αποκρυφισμού. Μπορεί κάπου τα πράγματα να παραπέμπουν στις «Χίλιες και Μία Νύχτες» αλλά η τεχνική εδώ είναι καινούρια, το ίδιο και η βαθιά πρωτοτυπία και ο νεοτερισμός του Ποτότσκι, στοιχεία που γίνονται πάραυτα αντιληπτά. Η δράση πολλαπλασιάζεται, επαναλαμβάνοντας καλειδοσκοπικά και με τρόπο επίμονο, την ίδια κατάσταση από χίλιες διαφορετικές μορφές.
Οι αδελφές είναι φαντάσματα. Είναι η μετενσάρκωση των δύο ληστών που κάποτε κάποιοι κρέμασαν, εκείνων των φαγωμένων από τα όρνια κουφαριών που ακόμα κρέμονται στο ικρίωμα πάνω στα βουνά. Η ιστορία τους επανεμφανίζεται στη συνέχεια σε όλα τα αφηγήματα που συνθέτουν το βιβλίο! Ετσι το μυθιστόρημα είναι ταυτοχρόνως μια ιστορία γενναία ή ακόλαστη, αλλά και μια κλασική ιστορία φαντασμάτων! Κάτι που αντανακλά την οδύνη του διανοούμενου -τέτοιος ήταν ο κόμης Ποτότσκι- στη μεταβατική εποχή που ζούσε, για τη σύγκρουση ανάμεσα στο Ρομαντισμό και τις ιδέες που κληροδοτήθηκαν από τον 18ο αιώνα και βέβαια, τις προσωπικές, ερωτικές εμμονές του συγγραφέα... Πληθωρική, σουρεαλιστική και μπαρόκ με γεωμετρική αρχιτεκτονική τέλεια ρυθμισμένη, η φανταστική αυτή ταινία, συνιστά μια κορυφή στην πολωνική κινηματογραφία της γόνιμης δεκαετίας του '60. Λέγεται ότι το εξαιρετικό φιλμ του Χας ενώ βρίσκεται στο ύψος του λογοτεχνήματος, δε θα μπορούσε εξ ορισμού να περιέχει, στην τρίωρη διάρκειά του, το σύνολο των θεμάτων και των χαρακτήρων του «καταραμένου» μυθιστορήματος του Ποτότσκι. Η ταινία, τόσο στην εκτεταμένη της βερσιόν, αυτή των 180 λεπτών που αποκατέστησε ο Σκορτσέζε, όσο και στην εκδοχή των 120 λεπτών, της ευρείας κυκλοφορίας, διατηρεί ένα ρυθμό «διαβολικής ακρίβειας»!
Πάντως, εάν αποφασίσετε να πάτε να τη δείτε, φροντίστε να βρίσκεστε σε διάθεση για κάτι το διαφορετικό...
Παίζουν: Ζμπίγκνιου Σιμπούλσκι, Ιγκα Σεμπρίνσκα, Ελζμπιέτα Τσίζεφσκα, κ.ά.
Παραγωγή: ΠΟΛΩΝΙΑ (1965)