Επί τουρκοκρατίας, υπαγόταν στο Δήμο Μπογδάν του Σατζακίου Θεσσαλονίκης και σε έγγραφο του 1696 φέρεται να φορολογείται κάθε χρόνο με 807 γρόσια. Από επιστολή της 4ης Ιούλη 1896 πληροφορούμαστε ότι ο Σοχός αποτελείται από περίπου 700 σπίτια από τα οποία 500 είναι ελληνικά και τα υπόλοιπα τούρκικα. Σήμερα, οι κάτοικοι, γηγενείς και πρόσφυγες από τη Μ. Ασία ασχολούνται με την καπνοκαλλιέργεια, τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Στο Σοχό, κατά την περίοδο της Αποκριάς συναντάμε έναν ιδιαίτερο εορτασμό. Κύριο χαρακτηριστικό του αποκριάτικου πανηγυρισμού αποτελούν οι ιδιότυπες μεταμφιέσεις, που αρχίζουν με το Τριώδιο και φτάνουν στο αποκορύφωμά τους, την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και την Καθαρή Δευτέρα, με αναπαράσταση, εκτός των άλλων εκδηλώσεων, και στοιχείων γάμου.
Οι μεταμφιεσμένοι του Σοχού φέρουν το κοινό όνομα «Καρναβάλια», διαφέρουν όμως πολύ από τους ομώνυμους μεταμφιεσμένους σε άλλα μέρη. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους είναι δύο: Η προσωπίδα και τα κουδούνια.
Η προσωπίδα καταλήγει σε υψικόρυφη κεφαλοστολή. Σήμερα κατασκευάζεται από μαύρο μάλλινο ύφασμα («σαγιάκι»), ενώ παλαιότερα από ακατέργαστο δέρμα (τομάρι) μαύρου τράγου.
Το τμήμα που καλύπτει το πρόσωπο είναι διακοσμημένο με πολύχρωμα και πολύμορφα σχέδια, κυρίως γεωμετρικά, από λεπτές ταινίες («σιρίτια») και ψιλές χάντρες. Η επιφάνεια της συνεχόμενης κεφαλοστολής καλύπτεται με πολύχρωμα κι αυτή μικρά κομμάτια χαρτιού. Στην κορυφή της δένονται επίσης πολύχρωμες κορδέλες και μια ουρά αλεπούς. Για να στέκεται όρθια η κεφαλοστολή τοποθετούν από μέσα της ένα ξύλο και το κενό το γεμίζουν με σανό. Τέλος, τρίχες από ουρά αλόγου «κατά προτίμηση μαύρου» σχηματίζουν τα μουστάκια.
Τα κουδούνια της ντουζίνας δεν είναι τυχαία. Οι κάτοικοι τονίζουν επίμονα ότι προϋποθέτουν ειδικό σχήμα, όγκο και κατασκευή από ξεχωριστό κράμα μετάλλου. Κι αυτό, για να δώσουν τον επιθυμητό ήχο. Κάθε κουδούνι της ντουζίνας πρέπει απαραίτητα να δίνει διαφορετικό ήχο. Διαφορετικά, αλλάζουν τα κουδούνια. Αν κάποιο Καρναβάλι εμφανιστεί με κουδούνια κακόφωνα ή αταίριαστα, σήμερα το περιμένει η ειρωνεία των χωριανών. Παλιότερα κινδύνευε ακόμα και με τιμωρία, που αποφάσιζε η κοινότητα.
Προκειμένου να βρουν τα κατάλληλα για τη μεταμφίεση κουδούνια, οι παλαιότεροι έκαναν ταξίδια μέχρι και σε κτηνοτροφικά κέντρα του Εβρου. Η ντουζίνα θεωρείτο αναπόσπαστο στοιχείο κάθε νοικοκυριού και περιλαμβανόταν ακόμα και στις διαθήκες, με προστριβές ανάμεσα στους κληρονόμους για το ποιος θα λάβει τα κουδούνια του πατέρα.
Το ντύσιμο κάθε Καρναβαλιού αρχίζει από το τσαρούχι (από τομάρι αγελάδας ή γουρουνιού). Στα πόδια φορά χοντρές μάλλινες κάλτσες. Φορά παντελόνι από τομάρι μαύρου τράγου και σακάκι από προβιά μαύρου τράγου. Ζώνεται τα κουδούνια, ρίχνει στους ώμους του μια χρωματιστή εσάρπα και, τέλος, φορά την προσωπίδα με την κεφαλοστολή, η οποία ράβεται προσεκτικά πίσω.
Βγαίνοντας από το σπίτι, για να ξεκινήσει την περιοδεία του στο χωριό, συγγενείς τους το ραίνουν με νερό και χύνουν το υπόλοιπο κάτω, «για να είναι ο δρόμος του ελεύθερος, όπως ελεύθερο είναι το νερό.»
Το έθιμο συνδυάζεται με την πλούσια παραγωγή χωραφιών και κοπαδιών. Αν δεν τελεστεί, θεωρείται ότι θα πέσει αφορία και άλλα δεινά. Γι' αυτό και κάθε χρονιά, εκατονταετίες τώρα, το έθιμο ακολουθείται πιστά. Μόνο στην αρχή της δεκαετίας του 1930, οι γεροντότεροι θυμούνται ότι ο πρόεδρος του χωριού τα απαγόρευσε για λόγους «εξευρωπαϊσμού» και «εκσυγχρονισμού». Η αντίδραση ήταν μεγάλη και επιτράπηκε η τέλεση του εθίμου για μία μόνο ημέρα. Οσα κακά βρήκαν το χωριό εκείνο το χρόνο, συνδυάστηκαν με το γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκαν τα ειωθότα.
Αναζητώντας τις ρίζες του εθίμου, οι κάτοικοι (οι Σοχινοί ή Σοχαλήδες) αναφέρονται στον Αγιο Θεόδωρο, που κατ' αυτούς έδρασε στην περιοχή τους και πολεμώντας με τους άντρες του «σε διάφορες παραλλαγές του μύθου» Οθωμανούς ή ειδωλολάτρες εχθρούς των χριστιανών του χωριού, τους νίκησε. Καταλυτικός παράγοντας της νίκης σε όλες τις παραλλαγές είναι η μεταμφίεση των ηρώων με τομάρια τράγου, προκειμένου να αιφνιδιάσουν και να τρομάξουν τον εχθρό.
Η τοπική παράδοση για τον Αγιο Θεόδωρο φαίνεται ότι επηρέασε και την τοπική αγιογραφία. Παλιότερα, γέροντες του χωριού, αφηγούνταν ότι μέχρι και πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο υπήρχε στην κεντρική εκκλησία του χωριού, τον Αγιο Γεώργιο, εικόνα που παρίστανε τον Αγιο Θεόδωρο, σαν Καρναβάλι με κουδούνια και τομάρια.
Οι παραδόσεις που θέλουν το χωριό να κινδυνεύει και κατά τους χριστιανούς να προστατεύεται από έναν κατ' εξοχήν πολεμικό άγιο, δείχνουν να έχουν ιστορική βάση. Οι διαθέσιμες πηγές αναφέρονται σε άγριες επιθέσεις που δεχόταν το χωριό από τους εγκατεστημένους στην περιοχή Γιουρούκους, απογόνους των πρώτων Οθωμανών κατακτητών. Οι Γιουρούκοι έκαναν τόσο συχνές και τόσο ληστρικές επιδρομές στο Σοχό, ώστε προκάλεσαν την αγανάκτηση και των ομοεθνών τους, Τούρκων. Σουλτανικό φιρμάνι του 1695 τους απαγόρευσε κάθε άλλη επίθεση, ύστερα από έντονα τουρκικά παράπονα.
Ανεξάρτητα, πάντως, από τις νεότερες δοξασίες και αναγωγές το καρναβάλι του Σοχού εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των τελετών, με την πανάρχαια καταγωγή και το γονιμικό χαρακτήρα. Δέρματα τράγων και ζωομορφισμό, μάσκες και κεφαλοστολές, φαλλόμορφα σύμβολα και παράσταση γάμου, αστεϊσμοί και λοιπά στοιχεία που συνθέτουν το σοχινό καρναβάλι, παραπέμπουν σε μια πρωταρχική μαγικοθρησκευτική ιδέα, πυρήνα πολλών αγροτικών τελετουργιών, που αναφορικά με τον ελλαδικό χώρο, την πληρέστερη έκφρασή της βρίσκουμε στη διονυσιακή λατρεία. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι σπουδαιότερες από τις γνωστές ελλαδικές ευετηρικές τελετές «Καλόγερος, μεταμφιέσεις Δωδεκαημέρου κλπ.» εντοπίζονται στη Μακεδονία και τη Θράκη. Στην κοιτίδα, δηλαδή, της διονυσιακής λατρείας, από όπου αυτή εξαπλώθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα.