Γιατί η Ταινιοθήκη της Ελλάδος δεν «υπάρχει» στο νομοσχέδιο για τον κινηματογράφο
Γιατί δεν ενδιαφέρει το ελληνικό κράτος η κινηματογραφική παιδεία και το κινηματογραφικό αρχείο, οι δύο «πυλώνες», ουσιαστικά, κάθε κρατικής πολιτικής για τον κινηματογράφο που θα σεβόταν τον εαυτό της; Ο υπουργός απάντησε δύο φορές. Τη μία σε ένα συνέδριο για την οπτικοακουστική παιδεία που διοργάνωσε η αυτοαποκαλούμενη «Ακαδημία Κινηματογράφου» των «Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη» (σ.σ. το γνωστό συλλογικό μόρφωμα των παραγωγών και των σκηνοθετών που στηρίζουν την αντιδραστική πολιτική της κυβέρνησης στον κινηματογράφο) και τη δεύτερη από το βήμα της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου.
Ο υπουργός είπε στο συνέδριο ότι «αφήσαμε έξω μια σειρά από ζητήματα εξαιρετικής ευαισθησίας όπως η οπτικοακουστική παιδεία και η βράβευση της τέχνης» (...) διότι «ως κυβέρνηση δε θέλουμε να επιβάλουμε το βαρύ χέρι του κράτους στη συζήτηση για αυτά τα ευαίσθητα θέματα»! «Είναι μια συζήτηση που χρειάζεται σημαντικούς συνομιλητές του χώρου και η Ακαδημία είναι ένας από αυτούς»...
Στη Βουλή είπε πως σε «πολλά ζητήματα αποφασίσαμε ότι πρέπει να τραβήξουμε τη γραμμή μεταξύ νομοθετικού πλαισίου και πολιτιστικής πολιτικής. Πολλές φορές στο παρελθόν η νομοθετική διαδικασία οδηγούσε σε αναφορές οι οποίες δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν ή παρέμεναν έωλες σε ό,τι αφορά τις ευθύνες που δημιουργούσαν είτε στην πολιτεία είτε σε τρίτους. Δημιουργούσαν ηθικές υποχρεώσεις χωρίς να περιγράφεται κανένας τρόπος παροχής ουσιαστικής υποστήριξης. Σε άλλες περιπτώσεις προσδιορίζεται ο τρόπος υλικής υποστήριξης, χωρίς επαρκή δικαιολογητική ή νομιμοποιητική βάση και χωρίς να προσδιορίζονται οι ουσιαστικές υποχρεώσεις που συναρτώνται από την υποστήριξη αυτή. Αυτοί είναι και οι λόγοι που δεν έγινε καμία αναφορά στο παρόν νομοσχέδιο για την Ταινιοθήκη, τις κινηματογραφικές λέσχες ή άλλους ανεξάρτητους οργανισμούς. Δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε. Αλλά όταν το κάνουμε δεν θα το κάνουμε στο πλαίσιο μιας μνείας, αλλά καθορίζοντας συγκεκριμένες σχέσεις που εξασφαλίζουν από την μια την ανεξαρτησία των φορέων, αλλά και από την άλλη τα χρήματα του Ελληνα φορολογούμενου».
Eurokinissi |
Μία από τις σύγχρονες αίθουσες της Ταινιοθήκης |
Αυτή τη στιγμή η Ταινιοθήκη μαζεύει υπογραφές διαμαρτυρίας για την απουσία κάθε αναφοράς σε αυτήν από το νομοθέτη. Οι φόβοι των ανθρώπων της είχαν εκφραστεί από πέρυσι, όταν αυτό το σημαντικό ίδρυμα εγκαινίαζε τους νέους ιδιόκτητους χώρους του στον πρώην κινηματογράφο «Λαΐδα» στον Κεραμεικό. Τότε είχε επισημανθεί από τη διοίκησή της ότι δεν έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση για την απαιτητική λειτουργία των νέων χώρων της. Διότι τα 200.000 ευρώ, που λαμβάνει ετησίως ως επιχορήγηση από το υπουργείο, δεν επαρκούσαν ακόμη και πριν την απαιτητικότητα των νέων χώρων του. Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος του ΔΣ, Θ. Αδαμόπουλος, σημείωνε: «Είμαστε ονειροπόλοι και τα καταφέρνουμε», αλλά «η προσπάθειά μας είναι να μην εμπορευματοποιήσουμε αυτούς τους χώρους». Αντίστοιχα, ο ταμίας του ΔΣ και πανεπιστημιακός, Ευ. Σόρογκας, σημείωνε ότι η σημερινή ετήσια επιχορήγηση του ΥΠΠΟ δεν μπορούσε να καλύψει ούτε τα λιγοστά έξοδα της Ταινιοθήκης, «φανταστείτε σε ποια δύσκολη θέση είμαστε να λειτουργήσουμε αυτό το συγκρότημα».
Τον περασμένο Νοέμβρη, το Συμβούλιο Πολιτισμού της ΕΕ στα συμπεράσματά του για την οπτικοακουστική κληρονομιά ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι ιδιωτικές και δημόσιες «συνεργασίες» «μπορούν να διαδραματίσουν ένα συμπληρωματικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων αυτών των ιδρυμάτων (σ.σ. των κινηματογραφικών αρχείων) ιδιαίτερα στην προώθηση της ευρείας πρόσβασης στα έργα που κατατίθενται, για πολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς λόγους, με τον οφειλόμενο σεβασμό για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας».
Το πώς εννοείται αυτός ο «σεβασμός» και η «συνεργασία» στον καπιταλισμό δηλώθηκε ως παράδειγμα το 2003 στη Θεσσαλονίκη, όπου πραγματοποιήθηκε ευρωπαϊκή συνάντηση για τα οπτικοακουστικά, με αφορμή την τότε ελληνική προεδρία στην ΕΕ. Η τότε διευθύντρια των Ουγγρικών Κινηματογραφικών Αρχείων, Βέρα Γκιούρεϊ, είχε πει ότι ο συγκεκριμένος κρατικός οργανισμός δεν μπορεί να διανείμει τις ταινίες που διασώζει και συντηρεί, επειδή τα δικαιώματα προβολής όλων των ουγγρικών ταινιών από το 1945 και μετά έχουν αγοραστεί από ιδιωτική εταιρεία...
Η «μοίρα» της κινηματογραφικής κληρονομιάς στον καπιταλισμό είναι ακριβώς η ίδια με αυτήν της σύγχρονης κινηματογραφικής δημιουργίας: Εμπόρευμα. Γι' αυτό και η αντίσταση αρχείων και δημιουργών πρέπει να είναι κοινή.