Περιττό είναι να αποδείξουμε με αυτό το σημείωμα το αυταπόδεικτο, τους μακρόχρονους «δεσμούς» των πλατιών μαζών με τα τραγούδια του Θ. Μ. Ούτε για το εξαίρετο ορχηστικό και ερμηνευτικό (Μικρούτσικος, Θηβαίος) αποτέλεσμα του πρώτου μέρους, με μαέστρο το συνθέτη. Ούτε για το υπέροχο «δέσιμο» των εγχόρδων της «Καμεράτα» με τα τραγούδια του και τον Μικρούτσικο πειθαρχημένο συγκινητικά, σαν «μαθητούδι» στην μπαγκέτα του Αλέξανδρου Μυράτ. Θα σημειώσουμε, όμως, δύο ξεχωριστές απολαύσεις μας. Την αυτοσχεδιαστική απόλαυση που πρόσφερε ο ίδιος στο πρώτο μέρος, με τη σπουδαία, σπάνια αυτοσχεδιαστική του δεινότητα. Ο Μικρούτσικος ποτέ δε ρουτινιάζει, δε «μηχανοποιεί» την πιανιστική, ενορχηστρωτική, τραγουδιστική ερμηνεία του. Και την αισθητική «μαγεία», την τεράστια τεχνική, την τελειοθηρική ερμηνεία, τη «μαεστρία» που έχει κατακτήσει η Χάρις Αλεξίου να «διυλίζει» - έως την απειροελάχιστη λεπτομέρειά της - κάθε λέξη, κάθε μουσική συλλαβή και να κατακτά, με εκπληκτική άνεση, το μέγιστο βάθος των νοημάτων και συναισθημάτων και το μέγιστο των ερμηνευτικών αποχρώσεων.