Κυριακή 28 Φλεβάρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Περί απωλείας και αρπαγής...

Στην πολιτική αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος, τα επιχειρήματα της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης δε διακρίθηκαν ποτέ για την ποιότητα, την ακρίβεια και τη λογική τους. Μαθημένη από χρόνια να κινείται κάτω από ενισχυμένο πλέγμα «προστασίας», πεπεισμένη δηλαδή ότι για ευρύτερους γεωπολιτικούς λόγους, οι ισχυρές δυνάμεις του ιμπεριαλισμού θα έσπευδαν για τη στήριξη και την ενίσχυσή της όποτε χρειαζόταν - όπως στο παρελθόν με τόση συνέπεια το απόδειξαν -, η ελληνική πλουτοκρατία δεν επεξεργάστηκε ένα κοινωνικό, ταξικό λόγο, ιδιαίτερα ευφυή ή σύνθετο.

Στο μεν «ακαδημαϊκό» θεωρητικό πεδίο περιορίστηκε στην εισαγωγή και στο αναμάσημα σχημάτων προερχόμενων από τα κέντρα παραγωγής ιδεολογίας του παγκόσμιου καπιταλισμού, στο δε πρακτικό, στον πολιτικό λόγο, επικεντρώθηκε στον «εξυπνακισμό», στην «κουτοπονηριά», στη μαζική παραγωγή εντυπώσεων, με κύρια χαρακτηριστικά τη στρέβλωση του πραγματικού, την παραπλάνηση, τη συνειδητά τρομοκρατική πρόθεση...

Ετσι ήταν πάντοτε, έτσι είναι και σήμερα, όπου οι «θεωρητικοί» και οι «αναλυτές» του ελληνικού μεγαλοαστισμού βρίσκονται σε πανστρατιά για να «εξηγήσουν» - χωρίς τίποτα να εξηγούν και χωρίς τίποτα να θέλουν να εξηγήσουν - τα όσα συμβαίνουν σήμερα και τα όσα πράττουν οι αστοί πολιτικοί της χώρας.

Αφορμή για ετούτες τις παρατηρήσεις και ετούτο το σημείωμα στάθηκε το αντίστοιχο του Μπάμπη Παπαδημητρίου στη στήλη «Απόψεις» της «Καθημερινής της Κυριακής» στο φύλλο της 21ης Φεβρουαρίου. Το σημείωμα έφερε τον τίτλο «Απώλεια ιδιοκτησίας» και οπωσδήποτε κάτι εννοούσε με αυτόν.

Η κεντρική ιδέα ήταν ότι η ιδιοκτησία των «κατοίκων της Ελλάδας» - συλλήβδην έτσι, και των φτωχών και των πλουσίων - οφείλεται στην άφρονη «κραιπάλη» των προγενέστερων ετών. Και για την ακρίβεια οφείλεται στην ευκολία με την οποία, χάρη στο «ευλογημένο» ευρώ, μπορούσαν οι Ελληνες (γενικώς), «επιχειρήσεις και νοικοκυριά» (πλούσιοι και φτωχοί δηλαδή), εξίσου να δανείζονται. Το πραγματολογικό επιχείρημα είναι ότι από το 2000 ως σήμερα τα δάνεια των επιχειρήσεων από 43 δισ. έγιναν 133 και τα αντίστοιχα των νοικοκυριών από 17 ανέβηκαν στα 192! Ετσι είναι αν μόνο έτσι θέλουμε να το δούμε.

Καταρχήν στο μυαλό του αρθρογράφου η έντονη σύγχυση και τρικυμία έχει οδηγήσει στην ακόλουθη πεποίθηση: Οτι πηγή του κάθε πλούτου, συμπεριλαμβανομένου και εκείνου που εκδηλώνεται ως «κραιπάλη», είναι ο φιλεύσπλαχνος δανεισμός που το οικονομικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης μας εξασφάλισε. Προφανώς η σκέψη του ενοχλείται και εξοβελίζει την αποδοχή του αυτονόητου: Οτι δηλαδή πηγή κάθε πλούτου δεν είναι και δεν μπορεί να είναι παρά ο μόχθος, η εργασία των ανθρώπων.

Το εύκολο προσπέρασμα αυτής της αλήθειας δεν αρμόζει ούτε καν σε έναν καπιταλιστή αναλυτή. Ολες οι φιλικές στον καπιταλισμό θεωρίες βασανίζονται εδώ και πολλά χρόνια να αποδείξουν ότι ακριβώς η λεηλασία του προϊόντος του εργατικού μόχθου είναι η βάση της ευημερίας της ανθρωπότητας γενικά και των εθνών ειδικά. Για να είμαστε πιο ακριβείς, θεωρούν μάλιστα ότι η εύλογη ευημερία των καπιταλιστών (που εξασφαλίζεται αυτονόητα από την αρπαγή του μόχθου των εργαζομένων) είναι το κλειδί για την ευημερία όλων. Η ευημερία και η ευτυχία εξάλλου έχει πολλές διαβαθμίσεις, ορισμούς και ποιότητες - άλλοι ευτυχούν με τα πολλά και άλλοι με τα λίγα.

Στην Ελλάδα ζούμε. Ολοι μας γνωρίζουμε - αν και λίγοι το παραδέχονται - ότι όλα όσα έχουμε, ατομικά και συλλογικά, προέρχονται από έναν απίστευτα σκληρό εργασιακό μόχθο. Προήλθαν από τα όσα μπόρεσαν να κρατήσουν οι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες του λαού μας στα εργοστάσια της Γερμανίας, από τα επικίνδυνα ταξίδια των εργατών της θάλασσας στα πέρατα της Γης, από τον ιδρώτα των οικοδόμων που έκτισαν τα διαμερίσματα των φτωχών αλλά και τα φαραωνικά Ολυμπιακά έργα που θέλησαν οι, αδιάφορες για το γενικό συμφέρον, φαντασιώσεις της εγχώριας πλουτοκρατίας.

Οι αγρότες, που κράτησαν τη γη τους απέναντι στις επιδρομές της όποιας ΚΑΠ - ή παλαιότερα της όποιας Αγροτικής Τράπεζας -, οι βιοτέχνες και γενικά όσοι δημιούργησαν αυτά μέσα στα οποία ζούμε. Από όλους αυτούς προήλθε το βιος των μικρών αλλά και τα υπερκέρδη των, φυσιολογικά - ταξικά - αχάριστων, ισχυρών και μεγάλων. Τίποτα δεν ήρθε από τους «φιλεύσπλαχνους» δανειστές. Το αντίθετο μάλιστα: Με τον τρόπο τους έσπευσαν και αυτοί να μετάσχουν στη λεηλασία του μόχθου των εργαζομένων.

Ο δανεισμός, λοιπόν, παρά τα λεγόμενα του αρθρογράφου της «Καθημερινής», δεν είναι πηγή πλουτισμού και οι ευτυχείς συνάνθρωποι σε ετούτο τον πλανήτη δεν είναι όσοι μπορούν να δανείζονται! Οι εργαζόμενοι - τα «νοικοκυριά», όπως τους λένε σε τρόπο ώστε να μη γίνει μνεία της «ακατάλληλης» λέξης «εργασία» και όλων των παραγώγων αυτής - υποχρεώνονται σε δανεισμό ακριβώς για να λεηλατείται ο μόχθος τους πιο αποτελεσματικά.

Ο συνεχής, εδώ και πολλά χρόνια, περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων - των «νοικοκυριών» - προκάλεσε το δανεισμό τους, δηλαδή τη διπλή, ή καλύτερα πολλαπλή αφαίρεση ποσοστού από το προϊόν του μόχθου τους: Εκτός από το κομμάτι που απευθείας πάει στα αφεντικά να υπάρχει και το άλλο, αυτό το οποίο μέσω τόκων και άνισων κοινωνικά φόρων αποσπάται από τους εργαζόμενους, και κάνει τον κύκλο του μέσω του κράτους ή των τραπεζών για να επιστρέψει και αυτό στα αφεντικά, στη μεγαλοαστική ελληνική τάξη μέσα από μερίσματα, χαριστικά δάνεια, παροχές και επιδοτήσεις με κάθε πρόσχημα, κλπ., κλπ., κλπ.

Οσο αφαιρείται εισόδημα από τους εργαζόμενους, όσο ευτελίζεται η αξία της εργασίας τους, τόσο θεριεύει η εξάρτησή τους από την τραπεζική τοκογλυφία και τόσο βαθαίνει η εκμετάλλευση και η εξαθλίωσή τους...

Οποία ευτυχία ο δανεισμός!

Μα, όπως νουθετεί ο αρθρογράφος της «Καθημερινής», οι ευτυχείς δανειζόμενοι το παράκαναν! Και πρέπει να τιμωρηθούν γι' αυτό! «...Η προσαρμογή, γράφει, δεν μπορεί να γίνει μόνον με την περικοπή του τρέχοντος εισοδήματος. Οσα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία πωλήσουμε, τόσο λιγότερο θα χρειαστεί να μειώσουμε το τρέχον εισόδημα. Οι δανειολήπτες, με πρώτο και καλύτερο το ελληνικό κράτος, ας ετοιμαστούν για μία ακόμη - τη μεγαλύτερη - μεταβίβαση ιδιοκτησίας (σε γη και κεφάλαιο) από τη συγκρότηση της μικρής πλην τιμίας Ελληνικής Δημοκρατίας». Ξεπουλήστε ό,τι έχετε και δεν έχετε δηλαδή, αν θέλετε να σωθείτε!

Θα πουλήσουμε λοιπόν, θέλουμε - δε θέλουμε, αφού έτσι το προστάζει ο καπιταλισμός και αφού, όπως έχει αποδειχθεί, οι κασσάνδρειοι χρησμοί των φερέφωνων της πλουτοκρατίας έχουν την ισχύ αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Θα πουλήσουμε τα σπίτια μας, την κληρονομιά των πατεράδων και των παππούδων μας, την περιουσία των ταμείων της σύνταξής μας, τα δάση, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τα πανεπιστήμιά μας... Θα πουλήσουμε σε ποιον; Ποιος είναι αυτός που μέσα στη γενική και απόλυτη κρίσης ΜΑΣ, βρέθηκε σε θέση διαφορετική από τους πολλούς και εκεί όπου οι τελευταίοι πωλούν, αυτός μπορεί να αγοράζει;

Αυτές τις λεπτομέρειες δε μας τις εξηγεί ο έγκριτος αρθρογράφος της «Καθημερινής». Αφήνει τη φαντασία μας ελεύθερη εδώ. Θα είναι ίσως οι αόριστες «αγορές», θα είναι ίσως οι «τοκογλύφοι», ίσως οι «κερδοσκόποι», ίσως οι «κακοί ξένοι». Οι εκλεκτοί που έχουν πρόσβαση στην πηγή της ευτυχίας: Το δανεισμό εννοεί ο αρθρογράφος μας, την εκμετάλλευση και την αρπαγή του μόχθου των εργαζομένων ας εννοήσουμε εμείς.

Οι στην υπηρεσία της πλουτοκρατίας αναλυτές δεν έχουν ανάγκη από περίπλοκα επιχειρήματα - ούτε καν από λογικά! Αισθάνονται ισχυροί και ωμά μας προαναγγέλλουν τα όσα μας περιμένουν: Το εισόδημα που η εργασία εξασφαλίζει θα εξατμίζεται, τα όσα οι εργαζόμενοι έβαλαν στην άκρη θα κατασχεθούν... Αυτό επιθυμούν, αυτό προγραμματίζουν, αυτό εφαρμόζουν και μεθοδεύουν.

Εναλλακτικά υπάρχει όμως μία άλλη εκδοχή του μέλλοντος. Ισως έφτασε ο καιρός να σκεφτούν τα θύματα ετούτου του συστήματος τη δυνατότητα που έχουν, να στείλουν τον καπιταλισμό στον αγύριστο... Εκεί τον περιμένει εξάλλου η φεουδαρχία, με την οποία, όσο περνά ο καιρός, φαίνεται να μοιράζονται πολλά κοινά χαρακτηριστικά!


Του
Γιώργου ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ*
* Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ