Την αντίθεσή του εξέφρασε το ΚΚΕ. Τόνισε ότι πρέπει να στηριχτούν οι λαϊκές καταθέσεις και των ασφαλιστικών ταμείων και όχι αυτές της πλουτοκρατίας και των επιχειρηματικών ομίλων
Πραγματικό στόχο την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και όχι των λαϊκών καταθέσεων έχει το σχετικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης «για την εγγύηση των καταθέσεων», που από χτες συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής και αποτέλεσε αφορμή για μια ακόμα ανούσια, και μακριά από την ουσία, δικομματική αντιπαράθεση.
Καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο ο εισηγητής του ΚΚΕ Ν. Καραθανασόπουλος, αφού υπογράμμισε ότι θέμα δεν είναι να διασφαλιστούν γενικώς οι καταθέσεις, αλλά οι λαϊκές καταθέσεις, τόνισε ότι το νομοσχέδιο είναι σαφές ως προς τη στόχευσή του, αφού αναφέρει στην εισηγητική έκθεση ότι αυτό που χρειάζεται είναι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο αποτελεί την καρδιά του κεφαλαιοκρατικού τρόπου ανάπτυξης. Ο εργαζόμενος, είπε, δεν πρέπει να έχει καμία εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα και τον κερδοσκοπικό του ρόλο. «Αυτό θέλετε να αποκαταστήσετε με τη διασφάλιση των καταθέσεων, γιατί φοβάστε μαζική φυγή των καταθέσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την κατάρρευσή του» τόνισε χαρακτηριστικά ο Ν. Καραθανασόπουλος. Αυτό που ενδιαφέρει την κυβέρνηση, συνέχισε, είναι ο ρόλος των τραπεζών και όχι η διασφάλιση των καταθέσεων, αφού οι πόροι του σχετικού ταμείου που υποτίθεται ότι εγγυάται τις καταθέσεις είναι πάρα πολύ μικροί για να μπορέσουν να καλύψουν τις απώλειες. Οσο δε για τις εισφορές των τραπεζών στο ταμείο, αυτές θα τις αξιοποιήσουν οι ίδιες οι τράπεζες αφού το 80% των ποσών που δίνουν το κρατάνε οι ίδιες για να το χρησιμοποιήσουν. Με βάση τα παραπάνω, είπε, προκύπτει ότι δεν υπάρχει καμία επιβάρυνση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά αντίθετα υπάρχει διασφάλισή του.
Εμείς, συνέχισε ο Ν. Καραθανασόπουλος, ζητάμε να διασφαλιστεί το σύνολο των λαϊκών καταθέσεων και όχι γενικά όλων των καταθέσεων και τόνισε: «Δε μας ενδιαφέρουν οι καταθέσεις της πλουτοκρατίας και των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά το σύνολο των καταθέσεων της λαϊκής οικονομίας και των ασφαλιστικών ταμείων και ζητάμε το κόστος να το πληρώσουν οι τράπεζες από τα ίδια τους τα κέρδη».
Στο νομοσχέδιο υπάρχουν και διατάξεις που υποτίθεται ότι προστατεύουν τους ανέργους, αλλά το μόνο που κάνουν, όπως είπε ο εισηγητής του ΚΚΕ, είναι να αξιοποιούν πόρους της εργατικής τάξης, χρήματα του ΟΑΕΔ, για να δώσουν, στο όνομα της «ενεργητικής μορφής απασχόλησης», νέα κίνητρα στους εργοδότες και το Δημόσιο και να επιταχύνουν τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης τόσο στον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα. Αποτελεί δε πρόκληση, είπε ο Ν. Καραθανασόπουλος, το έκτακτο επίδομα των 1.000 ευρώ σε κάθε άνεργο και τόνισε: «Εμείς δε θέλουμε έκτακτα επιδόματα. Το ταξικό εργατικό κίνημα δε διεκδικεί έκτακτο επίδομα. Δεν είναι στην επιδοματική λογική που δε θίγει τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας, όπως κάνουν τα άλλα κόμματα του ευρωμονόδρομου. Εμείς θέλουμε να αυξηθεί το επίδομα ανεργίας στο 80% των 1.400 ευρώ που παλεύει το ταξικό εργατικό κίνημα, για όσο διάστημα κάποιος είναι άνεργος και ταυτόχρονα να έχει πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη». Η επιδοματική πολιτική, είπε, που ακολουθούν όλες οι κυβερνήσεις, οδηγεί στην κατάτμηση του εργατικού κινήματος και τη δημιουργία κινήματος πολλών ταχυτήτων.
Σε παρέμβασή του, ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, ο Α. Κανταρτζής χαρακτήρισε υποκριτικό το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τις λαϊκές αποταμιεύσεις, υπογραμμίζοντας ότι τα λαϊκά εισοδήματα έχουν ουσιαστικά εξαφανιστεί από τις αλλεπάλληλες πολιτικές λιτότητας που ακολούθησαν όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα τα λαϊκά νοικοκυριά να καταφεύγουν πλέον στο δανεισμό. Αυτό που απαιτείται, είπε, είναι η στήριξη των μισθών και όχι οι αυξήσεις του ενός ευρώ την ημέρα όπως έγινε με τη συλλογική σύμβαση της ΓΣΕΕ που στήριξαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
Οσον αφορά τα υποτιθέμενα μέτρα στήριξης των ανέργων, τόνισε ότι η κυβέρνηση ακολουθεί τις πολιτικές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, παίρνοντας τα χρήματα των εργαζομένων για να στηρίξει τους επιχειρηματίες. Το μόνο που γίνεται, είπε, είναι να έχουμε μια ανακύκλωση της ανεργίας και όπως έδειξε η εμπειρία των τελευταίων χρόνων με τέτοια μέτρα δεν υπήρξε καμία μείωση της ανεργίας. Η όξυνση των προβλημάτων, είπε ο Α. Κανταρτζής, ξεκινάει από τη «Λευκή Βίβλο» της ΕΕ που ακολούθησε τη συνθήκη του Μάαστριχτ που στήριξαν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΝ.
Η χτεσινή συζήτηση έδωσε αφορμή για μια ακόμα ανούσια δικομματική αντιπαράθεση αφού ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπανδρέου σε παρέμβασή του κατηγόρησε την κυβέρνηση για «απουσία τομών στην οικονομική πολιτική» και μη εκπόνηση σχεδίου για την έξοδο από την οικονομική κρίση. Προέβαλε ως λύση για τα σημερινά προβλήματα μια νέα κυβέρνηση του κόμματός του και είπε ότι η σημερινή κυβέρνηση «σπατάλησε το αναπτυξιακό απόθεμα του ΠΑΣΟΚ». Εκανε λόγο για κρατικό προϋπολογισμό που είναι «εκτός τόπου και χρόνου» και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ενδιαφέρεται μόνο για τους ισολογισμούς των τραπεζών και όχι για «την πραγματική οικονομία».
Απαντώντας ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Π. Παναγιωτόπουλος έκανε λόγο για «απαράδεκτη εικόνα» του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, που προσφέρει με την «καταστροφολογία» και «κατασυκοφάντηση» της οικονομίας τη χειρότερη δυνατή υπηρεσία στη χώρα. Επανέλαβε και το πάγιο επιχείρημα της κυβέρνησης ότι τα χρέη και τα ελλείμματα κληρονομήθηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Ο δε υφυπουργός Οικονομίας Ν. Λέγκας είπε απαντώντας στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ ότι «όσοι στοιχηματίζουν σε βάρος της χώρας θα χάσουν και πάλι».