Τη δυνατότητα αγοράς μετοχών της εταιρίας «προσφέρει» η ΚΑΡΦΟΥΡ στους εργαζόμενους, ενώ η υποαπασχόληση βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα στα πρώην ΚΟΝΤΙΝΕΤ
Συγκεκριμένα η εταιρία ΚΑΡΦΟΥΡ - συνιδιοκτήτρια στα «Κόντινεντ» με τα σούπερ μάρκετ «Μαρινόπουλος» - με ειδικά φυλλάδια καλεί τους εργαζόμενους στα σούπερ μάρκετ να καταβάλουν το 2,5% του ετήσιου ακαθάριστου εισοδήματός τους, προκειμένου να αποκτήσουν μετοχές της εταιρίας «ΚΑΡΦΟΥΡ ΛΟΥΞ» - εταιρία που ανήκει στον όμιλο ΚΑΡΦΟΥΡ - η οποία και θα τις επενδύσει στη Γαλλία για λογαριασμό της εταιρίας.
Ολα αυτά όταν σχεδόν το 50% - 60% των εργαζομένων στα «ΚΑΡΦΟΥΡ, ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ» είναι τετραωρίτες, με αποτέλεσμα ο μισθός τους να φτάνει μετά βίας τις 80.000 ή 90.000 δρχ., οπότε ακόμα και το παραμικρό ποσό απώλειας από το μισθό τους είναι σημαντικό γι' αυτούς τους εργαζόμενους.
Οπως καταγγέλλει τόσο η Ενωση Εμποροϋπαλλήλων Θεσσαλονίκης όσο και άλλα σωματεία, στόχος της εταιρίας δεν είναι άλλος από το να αυξήσει η ΚΑΡΦΟΥΡ τα έσοδά της με τη «βοήθεια» αυτή τη φορά των εργαζομένων και παράλληλα με αυτό τον τρόπο να ενσωματωθεί ο εργαζόμενος στην εταιρία, ώστε να ξεχάσει κάθε εργασιακό και συνδικαλιστικό δικαίωμα, αφού σύμφωνα με την εταιρία θα είναι «συμμέτοχος στα κέρδη», οπότε δε θα έχει «συμφέρον» να αντιδράσει στα όποια μέτρα εφαρμόσει η εργοδοσία.
«Η μοναδική μας θέση - πρόταση, σημειώνει η Ενωση της Θεσσαλονίκης σε πρόσφατη ανακοίνωσή της, για πραγματική συμμετοχή όλων των εργαζομένων στα κέρδη είναι 5νθήμερο - 7ωρο - 250.000 καθαρά κατώτατος μισθός, πλήρης ασφάλιση για όλους. Οποιαδήποτε άλλη πρόταση σήμερα είναι εκ του πονηρού». Επίσης, η Ενωση τονίζει: «Οταν αύριο συνάδελφοι, η εργοδοσία θα έχει το ελεύθερο της ασυδοσίας των μερικών απασχολήσιμων (4ωρο - 5ωρο), της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, το ελεύθερο των απολύσεων, δυστυχώς τότε καμία θέση δε θα είναι εξασφαλισμένη».
Με λίγα λόγια η εταιρία ΚΑΡΦΟΥΡ επιχειρεί με τον τρόπο αυτό να μετατρέψει τους υπαλλήλους των σούπερ μάρκετ, σε δήθεν συνδιαχειριστές, σε «συνιδιοκτήτες», εξαγοράζοντας με τον τρόπο αυτό την εργασιακή τους συνείδηση, ενώ παράλληλα υπονομεύει ακόμα και τη σκέψη τους να προβάλλονται από τους «μετόχους» αιτήματα ή να επιζητείται η επίλυση των προβλημάτων που τους απασχολούν.