Πέμπτη 28 Αυγούστου 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ
ΓΟΥΝΤΙ ΑΛΕΝ
Μανχάταν

Λίγες, πολύ λίγες ταινίες καταφέρνουν να καταγράψουν με τέτοια πιστότητα και ακρίβεια, με τέτοια καλλιτεχνική αξία και αισθητική, με θαυμάσια ασπρόμαυρη φωτογραφία και εξίσου θαυμάσια «ασπρόμαυρη» μουσική (τζαζ), το θέμα που πραγματεύονται. Ο Γούντι Αλεν κατέγραψε με απόλυτη καθαρότητα και σαφήνεια, σχεδόν αψεγάδιαστα, το μικροαστικό καλλιτεχνικό Μανχάταν. Κατέγραψε το κενό της σκέψης, την επιτήδευση του δήθεν, την ελαφρότητα της συμπεριφοράς, την επιφανειακή εξυπνάδα, αλλά και την τραγωδία αυτών των ανθρώπων. Οι οποίοι, όπως το μετέωρο βήμα του πελαργού, στέκονται αναποφάσιστοι μπροστά στο δρόμο που πρέπει να διαλέξουν. Να πάνε με τη μεριά της εργατικής τάξης, από την οποία προέρχονται και έχουν δεσμούς αίματος ή να προσχωρήσουν οριστικά στη μεγαλοαστική τάξη την οποία ορέγονται;

Τραγικά πρόσωπα οι μικροαστοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι, έστω και αν παριστάνουν τους ευτυχισμένους. Ξέρουν πολύ καλά πως, τελικά, δεν είναι τίποτα περισσότερο από υπηρέτες της αστικής τάξης. Υπηρέτες που προσφέρουν το άφθονο, πολλές φορές, ταλέντο τους για μερικά κόκαλα εξουσίας, για μερικές στιγμές χλιδής, για κάποιες ώρες ξεγνοιασιάς και πολυτέλειας. Ξέρουν πως, τελικά, είναι οι σύγχρονοι γελωτοποιοί του μεγαλοαστού βασιλέως! Γελωτοποιοί, που περιφέρονται στις διάφορες αυλές και προσφέρουν διασκέδαση. Πνευματική και σωματική διασκέδαση. Παράλληλα, και το χειρότερο, είναι οι συντηρητές και αναπαραγωγοί μιας χυδαίας ταξικής (αστικής) ιδεολογίας. (Χιλιάδες τέτοια παραδείγματα υπάρχουν και στη μικρή χώρα μας).

Το αντίκρισμα για όλες τις παραπάνω απολαβές αυτών των τραγικών Ριγκολέτων είναι η δυστυχία τους. Πρέπει όλη την ώρα να προσποιούνται και όλη την ώρα να υποχωρούν. Αυτή η συμπεριφορά, αναπόφευκτα, τους οδηγεί στο να χάσουν τις όποιες αντιστάσεις είχαν στα πρώτα βήματα της ζωής τους, όταν ακόμα ήταν αγνοί, με αποτέλεσμα να μην μπορούν, πια, να συνάψουν αληθινές και υγιείς σχέσεις ούτε καν μεταξύ τους. Οι μικροαστοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι είναι, τελικά, ένα κομμάτι της κοινωνίας, απομονωμένο ακόμα και από το πολυπληθές μικροαστικό σύνολο της σημερινής ανεπτυγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας. Ενα κομμάτι που πάσχει βαθιά από έλλειψη χαρακτήρα. Ενα κομμάτι που δε διαθέτει σταθερές!

Η έλλειψη χαρακτήρα και σταθερών των μικροαστών, ιδιαίτερα των καλλιτεχνών και διανοούμενων μικροαστών, τους φορτώνει με νευρώσεις και ανασφάλειες. Τα φαρμακεία στα μικροαστικά σπίτια, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, είναι γεμάτα με ψυχοφάρμακα. Οι ψυχίατροι έγιναν πιο πολλοί από τους παθολόγους! Τα έργα των μικροαστών καλλιτεχνών και διανοουμένων κατατρίβονται με πνευματικές και σωματικές αρρώστιες. Τα θέματα με τα οποία καταπιάνονται είναι οι δικές τους ανασφάλειες και οι δικές τους νευρώσεις. Οι χαρακτήρες των έργων τους είναι ο δικός τους συντετριμμένος εσωτερικός κόσμος. Χαρακτήρες προβληματικοί και ανολοκλήρωτοι. Γι' αυτό η τέχνη τους είναι τέχνη απελπισμένη, τέχνη αδιέξοδη!

Ο Γούντι Αλεν στο θαυμάσιο «Μανχάταν» προσπάθησε να μην είναι τραγικός και δηκτικός απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Απόφυγε το δράμα και την κατευθείαν καταγγελία. Διάλεξε τη μέθοδο της σάτιρας, η οποία ναι μεν πληγώνει βαθιά, αλλά πληγώνει σχεδόν πάντα με λεπτό τρόπο! Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, προσφέρει και δυνατότητες διεξόδου. Το γέλιο είναι, μπορεί να γίνει, και σοβαρή μέθοδος αυτογνωσίας. Καθώς σε ξεσκεπάζει «φιλικά», δε σε απαξιώνει οριστικά, δε σε βάζει μια και έξω απέναντι στον εαυτό σου. Δε σου προσθέτει ενοχές. Αντίθετα, σου συμπεριφέρεται με καλοσύνη. Σε παροτρύνει με ευγένεια!

Θεωρώ το «Μανχάταν», και δεν είμαι ο μόνος, σαν την καλύτερη και πιο ολοκληρωμένη ταινία του Γούντι Αλεν, με εξαίρεση, ίσως, τη «Βιτρίνα». Εδώ ο δαιμόνιος δημιουργός ήξερε σε βάθος το θέμα του. Είναι φανερό πως ανάμεσα στους ήρωες, κάπου εκεί μέσα βρίσκεται και η δική του σκιά. Κάπου εκεί μέσα κινείται και το δικό του φάντασμα. Οι μικροαστοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι της μεγάλης Αμερικής έχουν το «δικό τους μέρος». Το «χώρο» τους. Το Μανχάταν. Στο κομμάτι αυτό της αμερικάνικης μεγαλούπολης, οι κάτοικοί του, πολύ κοντά κυριολεκτικά και μεταφορικά στην πραγματική και δυνατή αμερικάνικη εξουσία, τα σκληρά χρηματιστήρια και τις ανελέητες τράπεζες, παριστάνουν ότι αναπνέουν ελεύθερα, παρότι ασφυκτιούν. Εδώ οι άνθρωποι δείχνουν μεγαλύτερη ανοχή στο «διαφορετικό». Είναι πιο ανοιχτοί στο «καινούριο». Εξωτερικά παρουσιάζουν μιαν ευτυχισμένη εικόνα. Πολύς κόσμος σε ολόκληρη την ανθρωπότητα τους ζηλεύει!

Αυτόν τον κόσμο, τον κόσμο του, ο Γούντι Αλεν, με μεγάλο ψυχικό κόστος υποθέτω, τον παρουσίασε στις πραγματικές του διαστάσεις. Με πολλή αγάπη, είναι αλήθεια, αλλά χωρίς μάσκες! Οι ήρωές του, ανάμεσά τους και ο ίδιος, ο οποίος είναι γνωστό πως είναι κάτοικος και κομμάτι του Μανχάταν, σπαταλιούνται σε πολύ μικρά πράγματα σε σχέση με την αξία τους. Γοητευτικά μεν, αλλά οπωσδήποτε μικρά πράγματα. Οι διαπροσωπικές σχέσεις τους, οικοδομημένες μέσα στην προσποίηση και στο ψέμα, δεν κρατάνε παρά κάποιες ώρες, κάποιες μέρες, κάποιους μήνες στην καλύτερη περίπτωση. Υστερα διαλύονται, αφήνοντας πίσω τους κενά που καθημερινά μεγαλώνουν. Αυτά τα κενά γεμίζουν το κοινωνικό τοπίο του Μανχάταν με «τρύπες» μέσα στις οποίες πέφτουν, είτε από απροσεξία, είτε από επιπολαιότητα, οι κάτοικοι της μικρής αυτής μικροαστικής περιοχής της Νέας Υόρκης. Και το γαϊτανάκι δεν έχει τελειωμό!

Η ταινία έχει μια βασική έλλειψη, η οποία την εμποδίζει να είναι ...τέλεια. Ο δημιουργός της δε θέλησε, δεν μπόρεσε, δεν τόλμησε, να κατονομάσει τον κυρίως υπεύθυνο για την κατασπατάληση τέτοιας αξίας ανθρώπων. Περιόρισε την κριτική του στα συγκεκριμένα πρόσωπα, στους κατοίκους της μικρής αυτής μικροαστικής περιοχής. Φόρτωσε όλα τα κακά της ανθρωπότητας πάνω σε αυτούς τους ανθρώπους (και στον εαυτό του, ίσως;). Χωρίς να έχω καμία διάθεση απενοχοποίησης, αυτός ο κόσμος έχει πράγματι τις δικές του τεράστιες ευθύνες, εκείνος, όμως, που παράγει τελικά τα διάφορα μικροαστικά μοντέλα ζωής, που διατάζει συμπεριφορές, είναι η άρχουσα τάξη, ο καπιταλισμός. Αυτός που σφίγγει το λαιμό του Μανχάταν. Αυτός που σήμερα πια σφίγγει το λαιμό ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Δεν μπορώ να δεχτώ την άποψη του περιττού, την άποψη ότι εξυπακούεται. Ο θεατής, βγαίνοντας από την αίθουσα, θα μείνει με τις εικόνες που είδε και όχι με εκείνες που κρύβονται πίσω από αυτές. Και τις οποίες, μάλιστα, η ταινία δεν τις κατέδειξε ούτε μια στιγμή. Ούτε καν τις υπαινίχτηκε! Οπως και να 'χει, όμως, και παρ' όλες τις παραπάνω ελλείψεις, το «Μανχάταν» είναι μια πολύ χρήσιμη και αποκαλυπτική ταινία. Μια ταινία χρήσιμη και για τον απλό θεατή, αλλά και για τους ανά τον κόσμο μικροαστούς καλλιτέχνες και διανοουμένους. Ιδιαίτερα για τους μικροαστούς καλλιτέχνες και διανοούμενους.

Αυτά που αναφέραμε πιο πάνω δεν αφορούν, βέβαια, μόνο στους καλλιτέχνες και στους διανοούμενους μικροαστούς. Το κάνουμε αυτό, γιατί με αυτούς ασχολείται η ταινία. Τα παραπάνω αφορούν στο σύνολο σχεδόν της αστικής κοινωνίας. Ακόμα και η εργατική τάξη, η οποία βρίσκεται σε διαρκή σύγκρουση με την αστική ιδεολογία, ζώντας μέσα στην ανασφάλεια, στην αβεβαιότητα και στο άγχος, έχει δηλητηριαστεί έως ένα σημείο και αυτή από την αστική ηθική και το γενικό αστικό τρόπο ζωής. Ακόμα και αυτή έχει υποκύψει στις αστικές αντιλήψεις και έχει ενδώσει στις καπιταλιστικές ηθικές αξίες, στην ατομική ιδιοκτησία και στον ανταγωνισμό. Και είναι επόμενο να συμβαίνει αυτό, αφού η αστική ιδεολογία είναι η κυρίαρχη ιδεολογία!

Παίζουν: Γούντι Αλεν, Ντάιαν Κίτον, Μάριελ Χεμινγουέι, Μέριλ Στριπ, Μίκαελ Μάρφι, κ.ά.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ