Κυριακή 20 Γενάρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
Από τη δεκαετία του '30 η αμφισβήτηση

Με επιχειρήματα του 1937 οι σύγχρονες αντιδραστικές μεθοδεύσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ

Αν μας ρωτήσουν από πού εκπορεύονται τα σχέδια για την ανατροπή των δεδομένων στο σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως τα βιώνουμε τουλάχιστον από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όλοι μας θα παραπέμψουμε στη «Συνθήκη του Μαάστριχτ, το 1991».

Η απάντηση είναι σωστή. Δεν είναι όμως ούτε πλήρης, ούτε απόλυτα ακριβής. Είναι σωστή, επειδή πράγματι η μαζική και κλιμακούμενη επίθεση που αντιμετωπίζουν σε αυτή τη φάση οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα σηματοδοτήθηκε με την ιδρυτική Συνθήκη της ΕΕ και τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι εκπρόσωποι των κρατών - μελών, ως το πολιτικό προσωπικό της οικονομικής ολιγαρχίας της Ευρώπης, στις νέες συνθήκες εξέλιξης του καπιταλισμού. Δεν είναι πλήρης, επειδή παραβλέπει το γεγονός ότι η άρχουσα τάξη με διάφορους τρόπους και στο παρελθόν έθετε υπό αμφισβήτηση την ύπαρξη ασφαλίσεων για τους εργαζόμενους. Και δεν είναι ακριβής, επειδή δεν παίρνει υπόψη της ότι, στην πραγματικότητα, το δικαίωμα των εργαζομένων σε ασφαλιστικές καλύψεις αμφισβητήθηκε ήδη από τη στιγμή που ψηφίστηκε το πρώτο Διάταγμα για την ίδρυση του πρώτου κιόλας ασφαλιστικού ταμείου, ενώ οι ...«διάλογοι» για την «εξυγίανση» των ασφαλιστικών ταμείων ξεκίνησαν από την εποχή που ιδρυόταν το ΙΚΑ.

Το 1937, λοιπόν, ένας «μελετητής», με το όνομα Νότης Φωτήλας - κάτι σαν ο Σπράος της δεκαετίας του '30 - εξέδωσε ένα βιβλίο υπό τον τίτλο «Κοινωνική Πολιτική: Εγχειρίδιον Θεωρίας και Πράξεως». Στο βιβλίο αυτό, υποτίθεται πως γινόταν καταγραφή των εξελίξεων που παρουσίαζε μέχρι τότε το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, δίνοντας - όπως κάθε αξιοπρεπής «ερευνητής», που αδιαφορεί για τα δίκια των εργατών - ιδιαίτερη έμφαση στις ...αδυναμίες που δήθεν παρουσίαζε το σύστημα. Κι αυτό, εν έτει 1937, πριν καν, δηλαδή, λειτουργήσει το ΙΚΑ, όταν υπήρχαν 41 Ταμεία, με μόλις 61.421 ασφαλισμένους, αλλά και περιουσία 1,3 δισεκατομμυρίων δραχμών, εκείνης της εποχής.

Ζητήματα ...ασφαλιστικής επιστήμης

Αποδεικνύοντας ότι το θέμα «κοινωνική ασφάλιση» είναι ζήτημα ταξικό, ζήτημα αγωνιστικής διεκδίκησης εκ μέρους της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων και, παράλληλα, αποτέλεσμα συσχετισμών στο πεδίο των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων, ο «ερευνητής» όχι μόνο σκιαγραφεί προβλήματα που συνδέονται με την ασφάλιση των εργαζομένων και τις «παροχές» των Ταμείων, αλλά ...εξηγεί και το λόγο που είχαν εμφανιστεί τα προβλήματα αυτά. Ιδού μια χαρακτηριστική αποστροφή του: «Η σπουδή διά μίαν πρόχειρον κάλυψιν κατεπειγουσών πράγματι κοινωνικοπολιτικών αναγκών, άλλοτε η σύγχυσις και η ανησυχία υπό την πίεσιν αυτομάτως εκρηγνυόμενων κοινωνικών αντιθέσεων, κάποτε δε, δυστυχώς όχι σπανίως, η τυφλή πολιτική δημαγωγία, εξετόπισαν τελείως την νηφάλιαν επιστημονικήν προπαρασκευήν εκάστου οργανισμού και παρεγνώρισαν σχεδόν πάντοτε τους στοιχειώδεις κανόνας της ασφαλιστικής επιστήμης. Ευλόγως όθεν προέκυψεν η ανάγκη εξυγιάνσεως των παλαιών οργανισμών παραλλήλως με την προσπάθειαν προς εδραίαν συγκρότησιν του παρ' ημίν ασφαλιστικού συστήματος».

Δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να διαπιστώσει κανείς τις αναλογίες με τα όσα γίνονται και συμβαίνουν σήμερα. Αν εξαιρέσουμε την αναφορά στην «πρόχειρον κάλυψιν κατεπειγουσών κοινωνικοπολιτικών αναγκών», που προφανώς σχετίζεται με την ανάγκη στήριξης των προσφύγων από τη Μ. Ασία, όλα τα υπόλοιπα, από την πρώτη μέχρι και την τελευταία λέξη, είναι ακριβώς τα «επιχειρήματα» και οι ενστάσεις που αναπτύσσουν και σήμερα οι ιεροκήρυκες των ανατροπών του κοινωνικού χαρακτήρα της Κοινωνικής Ασφάλισης. Αυτοί που, στο όνομα του «ορθολογισμού», της «βιωσιμότητας» και των «αναλογιστικών μελετών», τολμούν να διακηρύττουν τον εξανδραποδισμό των εργαζομένων. Και το κάνουν -ανεξαρτήτως εποχής - για να αποκαταστήσουν δήθεν τις αδικίες που έχουν ενσωματωθεί στο σύστημα, στο όνομα της «εξυγίανσης» και στα πλαίσια της προσπάθειας για τη δήθεν εδραίωση ασφαλιστικού συστήματος που να ανταποκρίνεται στα δεδομένα.

Η πεμπτουσία της όλης προσέγγισης, και η απόλυτη αντιστοίχισή της με τη σημερινή πραγματικότητα, βρίσκεται στην επίκληση της περιβόητης «νηφάλιας επιστημονικής προπαρασκευής» και στην αγνόηση των «στοιχειωδών κανόνων της ασφαλιστικής επιστήμης». Αυτό, δηλαδή, που προσπαθούν να αναβιώσουν και οι σύγχρονοι «μεταρρυθμιστές» του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης, όταν σε κάθε τους πρόταση, παρέα με τη δήθεν «κοινωνική ευαισθησία», κοτσάρουν και την «ανάγκη βιωσιμότητας του συστήματος». Δηλαδή, προσπαθούν να πείσουν τους εργαζόμενους ότι το ελάχιστο δικαίωμα στην Υγεία, στην Κοινωνική Πρόνοια και τη σύνταξη δεν είναι υποχρέωση της κοινωνίας απέναντι στα μέλη της, αλλά πρέπει να αναχθεί σε στυγνό υπολογισμό, «εσόδων - εξόδων - απόδοσης». Οπως ακριβώς γίνεται στα επιτελεία των διαφόρων πολυεθνικών στον τραπεζο-ασφαλιστικό κλάδο, για να καθορίσουν τους όρους βάσει των οποίων θα «προσφέρουν» τα διάφορα συνταξιοδοτικά τους προϊόντα, αποβλέποντας, βεβαίως, στο όλο και μεγαλύτερο κέρδος. Μόνο έτσι μπορούν να αντιληφθούν τα ζητήματα ασφάλισης οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου, έτσι την αντιμετωπίζουν και οι κυβερνώντες της ΝΔ, πατώντας στα χνάρια που χάραξαν και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε του δικού τους κόμματος, είτε του ΠΑΣΟΚ.

Προσπάθεια διάσπασης των εργαζομένων

Αλλά και στον τομέα των μεθόδων της άρχουσας τάξης μπορούν να παρατηρηθούν ομοιότητες στο σήμερα και τη δεκαετία του '30. Ειδικά στην υποβολιμαία τακτική και στις προσπάθειες που πάντα καταβάλλονταν για το διαχωρισμό των εργαζομένων σε δήθεν αντιτιθέμενες ομάδες συμφερόντων, ώστε όχι μόνο να συγκαλυφτεί η ουσία, αλλά και να αποπροσανατολιστούν εντελώς οι εργαζόμενοι. Προσφιλής γραμμή για την υποδαύλιση ανύπαρκτων διαφορών, η κατηγοριοποίησή τους σε «προνομιούχους» και μη. Τότε, το 1937, στο στόχαστρο είχαν μπει τα Ταμεία των νομικών, των υγειονομικών, των εμπόρων και του εφημεριακού κλήρου. Και να τι έγραφε ο Ν. Φωτήλας:

«Ο πορισμός των (σ.σ. των παραπάνω Ταμείων) στηρίζεται κατά μέγα μέρος εις την φορολογίαν επί του κοινού, τοσούτω μάλλον αδικαιολόγητον καθόσον ακριβώς πρόκειται περί ασφαλίσεως ατόμων μη παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν. Λόγω του επαγγελματικού πληθωρισμού, της ατελέστατης οργανώσεως και λειτουργίας των πλείστων εκ των Ταμείων τούτων, η κοινωνική των αποδοτικότης θεωρείται γενικώς ως προβληματική και εν πάση περιπτώσει δυσαναλόγως χαμηλή (π.χ., αι προβλεπόμεναι διά τους νομικούς μέσαι συντάξεις είναι κατώτεραι των αντίστοιχων του Ταμείου εφημεριδοπωλών), και αντέκειτο προς την κοινωνικήν παρ' ημίν πραγματικότητα η σπασμωδικότης εν τη ιδρύσει κοινών ταμείων και δη επί φορολογικής βάσεως, εφ' όσον η πλειοψηφία των εντελώς αβοηθήτων μισθωτών και υπαλλήλων της χώρας έμενεν εισέτι ανασφάλιστος».

Το ζήτημα είναι ξεκάθαρο ακόμα και για όσους πρωτοκοιτάξουν ένα τέτοιο κείμενο. Θέματα όπως η χρηματοδότηση των Ταμείων (πορισμός), ο τρόπος της οργάνωσής τους και οι λειτουργικές τους δαπάνες, η δήθεν κοινωνική τους αποδοτικότητα, όλα αυτά για την άρχουσα τάξη θεωρούνται - πάντα θεωρούνταν - ζητήματα προβληματικά. Και κοντά σε όλα αυτά, αιτιολογική βάση για να αμφισβητηθούν τα συγκεκριμένα Ταμεία και οι όποιες παροχές προσέφεραν στα μέλη τους πριν 70 χρόνια, είναι - όπως και τώρα - η ...πλειοψηφία των «αβοήθητων μισθωτών και υπαλλήλων». Γι' αυτούς δεν έχουν ευθύνη η εργοδοσία, το κεφάλαιο, ή οι κυβερνήσεις, αλλά αυτοί που έχουν μεγάλες συντάξεις και υψηλές υγειονομικές καλύψεις και, ως εκ τούτου, το όποιο αίτημα για βελτίωση των συνθηκών ζωής τους δεν πρέπει να απευθύνεται προς τους κυβερνώντες, αλλά οφείλουν να το απευθύνουν προς εκείνους που βρίσκονται σε καλύτερη θέση από τους ίδιους.

Στόχος κόντρα στις σύγχρονες ανάγκες

Την ίδια στιγμή, οι ...ενοχοποιημένοι, αυτοί που υποτίθεται πως βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση - προφανώς λόγω ιστορικών συσχετισμών ή και σκοπιμοτήτων, χάρη σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις του κλάδου τους και εξαιτίας άλλων ειδικών περιστάσεων - πρέπει να δεχτούν την ανατροπή των δεδομένων που ισχύουν στα δικά τους Ταμεία, στο όνομα του γενικού και κοινωνικού οφέλους.

Ο στόχος είναι δεδομένος: Να αφαιρεθούν εντελώς από την ημερήσια διάταξη του κινήματος τα αιτήματα για τη βελτίωση του επιπέδου των συντάξεων και των παροχών για όλους τους εργαζόμενους, να εξασφαλιστεί η συναίνεση των «προθύμων» για «διάλογο» και «προβληματισμό» και να παρθούν οι αναγκαίες για την ολιγαρχία αποφάσεις για το πώς θα μοιραστεί η ελεημοσύνη, που τα λογιστήρια της πλουτοκρατίας θεωρούν ότι «είναι δυνατόν» να δοθεί στην Κοινωνική Ασφάλιση. Μόνο που έτσι, από το όλο σύστημα, πετιέται στα σκουπίδια ο κοινωνικός χαρακτήρας του συστήματος, αφού σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης στις σύγχρονες συνθήκες δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα λιγότερο από τη διεκδίκηση και την κατάκτηση μέτρων και ρυθμίσεων, που θα καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων και των απόμαχων της δουλιάς.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ