Παρασκευή 14 Σεπτέμβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 31
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
Το «ευ αγωνίζεσθαι» του αθλητισμού - εμπορεύματος

Οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη, εκτός από το αυτονόητο προεκλογικό ενδιαφέρον, χαρακτηρίζονται και από ένα έντονο αθλητικό ενδιαφέρον σε ένα μεγάλο τουλάχιστον ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού.

Ξεκίνησε το πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, υπάρχουν ποδοσφαιρικοί αγώνες στα πλαίσια του πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος ελληνικού ενδιαφέροντος, η Εθνική Μπάσκετ συμμετέχει στο Πρωτάθλημα Ευρώπης, ελπίζοντας ότι την ημέρα των εκλογών θα επαναλάβει την προηγούμενη επιτυχία της και θα στεφθεί και πάλι πρωταθλήτρια Ευρώπης και μια ακόμα σειρά αθλητικών γεγονότων. Ολα σε απευθείας μετάδοση από την τηλεόραση.

Τι σχέση έχει όμως σήμερα ο αθλητισμός με αρχές όπως αυτή της «ευγενικής άμιλλας» της «ολυμπιακής ιδέας», του «νους υγιής εν σώματι υγιεί», του «ευ αγωνίζεσθαι»; Προφανώς καμία. Μόνον οι ονειροπόλοι και αφελείς πιστεύουν ακόμα ότι οι αθλητές «ιδρώνουν για τη φανέλα» ή για υψηλά ιδεώδη.

Ο αθλητισμός αποτελεί πλέον «big business». Ή πιο σωστά «είναι πολλά τα λεφτά, Αρη». Η Ευρωπαϊκή Ενωση εκτιμά ότι στον αθλητισμό απασχολούνται στα κράτη - μέλη της περισσότεροι από 15 εκατομμύρια εργαζόμενοι που αντιπροσωπεύουν το 5,5% του εργατικού δυναμικού, ότι ο οικονομικός αυτός τομέας συμμετέχει κατά 3,7% στο κοινοτικό ΑΕΠ, και ότι παράγει προστιθέμενη αξία μεγαλύτερη των 450 εκατομμυρίων ευρώ.

Το ενδιαφέρον, λοιπόν, που δείχνει το μεγάλο κεφάλαιο και οι διάφοροι μεγαλοπαράγοντες που ενεργοποιούνται στο χώρο του αθλητισμού καμία σχέση δεν έχει με τη φίλαθλη ιδιότητα, την αγάπη για τον αθλητισμό γενικότερα ή το συγκεκριμένο σπορ, στο οποίο δραστηριοποιούνται και πολύ περισσότερο για την ενίσχυση αυτών που αθλούνται. Το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στο να μην αφήσουν μια σημαντική πηγή πλούτου ανεκμετάλλευτη και στο να αυξήσουν τα κέρδη τους. Στην ευκαιρία που τους δίνει ο αθλητισμός, για να βελτιώσουν τη δημόσια εικόνα τους, προβάλλοντας σαν κοινωνικό έργο τη στυγνή εκμετάλλευση αθλούμενων και φιλάθλων, χρησιμοποιώντας τον αθλητισμό ως μέσο για πολιτικά και οικονομικά παιχνίδια. Στο όνομα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, καταπατούν εκτάσεις και δημόσια πάρκα, ιδιοποιούνται δημόσια περιουσία και υποδομές, αγοράζουν ή νοικιάζουν ξένους αθλητές, αφήνοντας στα αζήτητα τους Ελληνες αθλητές, μπολιάζουν τη νεολαία στην ιδέα του εύκολου και γρήγορου κέρδους.

Οι αθλητικές εκδηλώσεις που παρακολουθούμε αυτές τις μέρες αποτελούν τις καλύτερες αποδείξεις για το χορό των εκατομμυρίων, για τις πιέσεις στους αθλητές που οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στη χρήση επικίνδυνων για την υγεία τους ουσιών, για τη χρησιμοποίηση των φιλάθλων ως στρατού για την εξυπηρέτηση των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων μεγάλων πολυεθνικών ή εθνικών επιχειρήσεων. Για τη χρησιμοποίηση της βίας σαν διαπραγματευτικό χαρτί.

Η φανέλα του αθλητή, του συλλόγου, δεν «ανήκει πια στο λαό της», αλλά σε κάποια επιχείρηση, σπόνσορα, ή πάμπλουτο οργανισμό που διοικεί ένα άθλημα στη βάση των ιδίων συμφερόντων των παραγόντων του και των συμφερόντων των επιχειρήσεων.

Η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού, και ιδιαίτερα των πιο προσοδοφόρων αθλημάτων, η συσχέτισή τους με τα ραδιοτηλεοπτικά δικαιώματα, τα τυχερά παιχνίδια και τον τζόγο των στοιχημάτων οδηγεί αναπόφευκτα στη διαχείρισή τους με στενά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και στην απώλεια κάθε κοινωνικού χαρακτηριστικού του. Η τόσο γνωστή διαγραφή χρεών που καρπώθηκαν παράγοντες και πληρώνουν οι φορολογούμενοι διαφέρει από τις φοροαπαλλαγές και τις άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων κυρίως από το γεγονός της κοινωνικής πίεσης που ασκούν οι επιχειρήσεις «βάζοντας μπροστά» τους πολυάριθμους φιλάθλους, ενώ στις άλλες περιπτώσεις η πίεση περιορίζεται στην απειλούμενη απόλυση των εργαζομένων.

Η ΕΕ δηλώνει δημαγωγικά ότι ο αθλητισμός διατηρεί έναν κοινωνικό ρόλο, παρεμβαίνει όμως αποφασιστικά και με την τελευταία σχετική Λευκή Βίβλο, αφαιρώντας δικαιώματα από τα κράτη - μέλη, μιας και θεωρεί τον εαυτό της αρμόδιο ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά θέματα όπως η φορολογία, οι κρατικές ενισχύσεις, η διαμόρφωση και χρήση υποδομών κ.λπ., ενώ προσπαθεί να μοιραστεί μαζί με τις διεθνείς και πάμπλουτες ευρωπαϊκές ομοσπονδίες - εταιρείες, την ευθύνη των ρυθμιστικών/ οργανωτικών κανόνων των αθλημάτων, των τηλεοπτικών αναμεταδόσεων και άλλων δραστηριοτήτων που μπορούν να θεωρηθούν οικονομικού ενδιαφέροντος.

Οι παρεμβάσεις αυτές πραγματοποιούνται είτε μέσω άμεσων ρυθμίσεων είτε μέσω του ευρωπαϊκού δικαστηρίου και τη δημιουργία νομολογίας και παράγωγου δικαίου στον αθλητισμό στα πλαίσια της Ενιαίας εσωτερικής αγοράς (γνωστή η υπόθεση Bosman που απελευθέρωσε την αγορά απασχόλησης στον αθλητικό τομέα), εξετάζοντας τη συμβατότητα κάθε αθλητικού κανόνα με τον κανόνα του ανταγωνισμού.

Το ΚΚΕ θεωρεί ότι η άθληση και ο αθλητισμός αποτελούν αναφαίρετο δικαίωμα για κάθε εργαζόμενο. Οτι η πολιτεία οφείλει να εξασφαλίζει τις κατάλληλες συνθήκες για την άσκηση αυτού το δικαιώματος, δηλαδή να παρέχει τις απαραίτητες υποδομές και την κατάλληλη οργάνωση και ιατρική παρακολούθηση.

Είναι ριζικά αντίθετο σε κάθε μορφή εμπορευματοποίησης που στην Ελλάδα στήριξαν νομικά και οικονομικά οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ενισχύοντας ακόμα ένα οικοδόμημα εκμετάλλευσης, σήψης και διαφθοράς και στο οποίο παρεμβαίνει ενεργά η ΕΕ. Το σύστημα του δικομματισμού βρίσκεται άμεσα στην υπηρεσία των μεγάλων συμφερόντων και στον τομέα του αθλητισμού όπως και κάθε άλλου. Το καπιταλιστικό σύστημα εμποδίζει και εκμεταλλεύεται άλλο ένα δικαίωμα των εργαζομένων.

Η ενίσχυση του ΚΚΕ και η καταδίκη του δικομματισμού στις εκλογές θα δυναμώσει την πάλη ενάντια στις πολυεθνικές και τις ομοσπονδίες - εταιρείες το κίνημα για το δικαίωμα στην άθληση, την αξιοποίηση και τον πολλαπλασιασμό των αθλητικών υποδομών για τη λαϊκή οικογένεια, θα ενισχύσει το κίνημα για να αποδοθεί και πάλι στον αθλητισμό ο βασικός προσανατολισμός του που είναι η βελτίωση της υγείας και η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου του ανθρώπου.


Κράτης ΚΥΡΙΑΖΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ