«Εκκλησιάζουσες» με την «Αττική Σκηνή» |
Το ΔΗΠΕΘΕ Βόλου και η «Αττική Σκηνή» αρχίζουν περιοδεία, μετά τη χτεσινή πρεμιέρα στο Θερινό Δημοτικό Θέατρο Βόλου, της αριστοφανικής κωμωδίας «Εκκλησιάζουσες». Πρωταγωνιστούν ο Γιώργος Παρτσαλάκης (Πραξαγόρα), ο Τάσος Χαλκιάς (σύζυγος Πραξαγόρας) και Τάσος Παλατζίδης. Μετάφραση Γιάννη Καλατζόπουλου, σκηνοθεσία Θανάση Θεολόγη, μουσική, ενορχήστρωση - επιμέλεια ορχήστρας Γιούρι Στούπελ, σκηνικά - κοστούμια Ακη Χειρδάρη, χορογραφία Πέτρου Γαλλία, φωτισμοί Κώστα Π. Τατάκου. Παίζουν επίσης: Θωμάς Παλιούρας, Χάρης Αρώνης, Δημήτρης Παπανικολάου, Αναστάσης Κολοβός, Ιωάννα Δελάκου, Δέσποινα Γιαννοπούλου, Ελένη Φιλιούση, Δανάη Σδούγκου, Ματίνα Καλογεροπούλου, Ελένη Αδαμίδου.
Ο Αριστοφάνης σ' αυτή την κωμωδία σαρκάζει τους άντρες για την ανικανότητά τους να εξουσιάζουν. Ετσι εμφανίζει τις γυναίκες να καταλαμβάνουν, μεταμφιεσμένες με τα ρούχα των αντρών τους, τη Συνέλευση του Δήμου. Οι άντρες τους ξυπνούν, δε βρίσκουν τα ρούχα τους, ντύνονται γυναικεία, αλλά μην μπορώντας να παρευρεθούν στη Συνέλευση - χάνουν το τριώβολο (αμοιβή για τη συμμετοχή τους στη Συνέλευση). Οι γυναίκες, με αρχηγό την Πραξαγόρα, καταλαμβάνουν την εξουσία και επιβάλουν κοινοκτημοσύνη, ακόμα και στον έρωτα...
«Θεσμοφοριάζουσες» από τη «Διαδρομή» |
Ο Αριστοφάνης «καθρεφτίζει» τις συνέπειες του Πελοποννησιακού Πολέμου. Την παρακμή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, τα νέα ήθη, τους νέους θεσμούς, στα οποία «απαντά» με μια δική του ουτοπία. Υπερασπίζεται τον άνθρωπο με τα δικά του «όπλα»: Την ποίηση και το πνεύμα του, εκφράζοντας την επιθυμία του για καλύτερη, ειρηνική ζωή. Οι «Θεσμοφοριάζουσες» είναι κωμωδία «φιλολογική, λογοτεχνική, δηλαδή, σατιρίζει τα φιλολογικά, ποιητικά και θεολογικά ήθη της εποχής του Πελοποννησιακού πολέμου. Ευτυχώς ο Αριστοφάνης, δεν πέφτει στην παγίδα του διδακτισμού, του σχολαστικισμού και της συντεχνίας. Η κωμωδία γράφτηκε την εποχή που οι δημαγωγοί κατόρθωσαν να πείσουν παραπλανώντας το Δήμο να απαγορεύσει στους κωμικούς ποιητές να σατιρίζουν τα πολιτικά πρόσωπα ονομαστικά. Ετσι οι ποιητές κατέφυγαν σε θέματα ουτοπικά, ανώδυνα και φιλολογικά», επισημαίνει ο Κ. Γεωργουσόπουλος.