Ως παρατρεχάμενοι της κυβέρνησης Κλίντον ή εκπρόσωποι του ΝΑΤΟ αντέδρασαν χτες σε δηλώσεις τους κυβερνητικοί αξιωματούχοι της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, σε σχέση με το προχτεσινό φονικό κατά Κοσσοβάρων προσφύγων στη Γιακοβίτσα.
"Ακόμη και η πιο απλή ενέργεια που προκαλεί πόνο στο Κοσσυφοπέδιο προέρχεται από τον Μιλόσεβιτς", δήλωσε ο εκπρόσωπος του Βρετανού πρωθυπουργού, Τόνι Μπλερ, κατηγορώντας - με τον πιο διεστραμμένο τρόπο - ως μοναδικό υπεύθυνο όχι το ΝΑΤΟικό αεροσκάφος που έριξε τη βόμβα αλλά τον Γιουγκοσλάβο Πρόεδρο Μιλόσεβιτς...
Ακόμη χειρότερος ήταν ο υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπλερ, Ρόμπιν Κουκ, που δήλωσε ευθαρσώς πως δε θα δεχτεί "κροκοδείλια δάκρυα" από τους Γιουγκοσλάβους ηγέτες σχετικά με την προχτεσινή σφαγή προσφύγων.
"Δεν θα δεχτώ τις επικρίσεις που προέρχονται από το Βελιγράδι. Πώς τολμούν (οι Γιουγκοσλάβοι ηγέτες) να χύνουν τώρα κροκοδείλια δάκρυα γι' αυτούς που σκοτώθηκαν στη σύγκρουση για την οποία αυτοί είναι υπεύθυνοι", είπε ο υπουργός, αρνούμενος ωστόσο να κάνει οποιαδήποτε εικασία εν σχέσει με τους αυτουργούς του προχτεσινού βομβαρδισμού κατά αυτοκινητοπομπής προσφύγων. Πάντως, στην ίδια συνέντευξη Τύπου ήταν παρών και ο πτέραρχος Τζον Ντέι που δήλωσε με νόημα... πως το "ΝΑΤΟ δεν επιτίθεται ποτέ εσκεμμένα εναντίον προσφύγων".
Ο Γάλλος υπουργός Αμυνας, Αλέν Ρισάρ, δήλωσε πως η χώρα του είναι έτοιμη να στείλει μερικές χιλιάδες στρατιώτες στο Κοσσυφοπέδιο σε περίπτωση που δοθεί η εντολή για την πραγματοποίηση χερσαίας επέμβασης.
Σε συνέντευξή του στο ραδιοσταθμό "Ουρόπ 1", ο Ρισάρ εξέφρασε την πεποίθησή του πως "η στρατιωτική εκστρατεία κατά της Γιουγκοσλαβίας θα πρέπει να συνεχιστεί για τουλάχιστον δύο βδομάδες", ωστόσο χωρίς να πει τη λέξη ΝΑΤΟ πρόσθεσε πως το Παρίσι είναι "έτοιμο να στείλει χιλιάδες στρατιώτες στα Βαλκάνια σε περίπτωση που επιδεινωθεί περαιτέρω η κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο"...
Παρά την προχτεσινή παταγώδη αποτυχία της έκτακτης συνόδου ηγετών της ΕΕ, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Φιόσκα Φίσερ, επανεμφανίστηκε χτες με νεότερες δηλώσεις του λέγοντας πως το Βελιγράδι "οφείλει να αποδείξει" ότι όντως θα αποσύρει τα στρατεύματά του από το Κοσσυφοπέδιο προτού... το ΝΑΤΟ διακόψει τους βομβαρδισμούς και αρχίσουν οι πρωτοβουλίες ειρήνευσης. "Μόνον όταν η αποχώρηση αρχίσει και μάλιστα επαληθευτεί πλήρως... τότε θεωρώ ότι η εκεχειρία είναι όχι μόνο πιθανή αλλά και αναγκαία", υιοθετώντας ουσιαστικά τη "γραμμή" του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Ο ίδιος υπουργός κατέληξε λέγοντας πως τώρα οι διπλωματικές προσπάθειες επικεντρώνονται στη Ρωσία για να συμφωνήσει με το προτεινόμενο σχέδιο.
Οι υπουργοί της κυβέρνησης Πριμακόφ στο ίδιο έντονο ύφος καταδίκασαν χτες τη σφαγή Κοσσοβάρων προσφύγων από το ΝΑΤΟ, με εξαίρεση την - αναμενόμενη... για πολλούς - "παραφωνία" του νέου "ειδικού αντιπροσώπου" του Προέδρου Γιέλτσιν, Βίκτορ Τσερνομίρντιν, που υποστήριξε το γερμανικό "ειρηνευτικό" προσχέδιο...
Ετσι, σε ανακοίνωση του Κρεμλίνου, η Μόσχα χτες απαίτησε τη διενέργεια μιας "αμερόληπτης έρευνας" για την εγκληματική πράξη κατά των Κοσσοβάρων προσφύγων που έγινε "στις 14 Απριλίου από την αεροπορία του ΝΑΤΟ". Το φονικό χαρακτηρίζεται στην ίδια ανακοίνωση ως "μία ακόμη εγκληματική πράξη που μαρτυρεί μια βάναυση παραβίαση των διεθνών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προκαλεί βαθιά αγανάκτηση". Μάλιστα, ο υπουργός Εξωτερικών, Ιγκόρ Ιβάνοφ, ζήτησε από το ΝΑΤΟ να τερματίσει τις επιδρομές στη Γιουγκοσλαβία, τονίζοντας ότι η κρίση μπορεί να λυθεί μόνον με πολιτικά μέσα...
Ο Βίκτορ Τσερνομίρντιν αργότερα δήλωσε ότι οι επιθέσεις αυτές εναντίον των προσφύγων αποτελούν "τραγωδία και έγκλημα", που όμως καταδεικνύουν την "ανάγκη για μια ταχεία πολιτική λύση". Στη συνέχεια εξέφρασε την υποστήριξή του στη γερμανική πρόταση, προσθέτοντας πως η Ρωσία πρέπει να παραμείνει ψύχραιμη και να διατηρήσει το διάλογο με το ΝΑΤΟ για να τερματιστεί η κρίση. Οπως είπε συγκεκριμένα στην εφημερίδα "Κομερσάρντ Ντέιλι" "ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί ειρήνη στα Βαλκάνια και να κατευνάσουμε τους στρατηγούς του ΝΑΤΟ, είναι να συνεχίσουμε τις συνομιλίες"...
Για την "ισχυρή πιθανότητα" αμερικανικών απωλειών στις ΝΑΤΟικές επιδρομές κατά της Γιουγκοσλαβίας έκανε λόγο χτες ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Γουίλιαμ Κοέν, μιλώντας στην Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας.Ο ίδιος, πάντως, απευθυνόμενος στην ίδια επιτροπή δεν παρέλειψε να διαβεβαιώσει πως η κυβέρνησή του είναι αποφασισμένη "να μη χρησιμοποιηθούν χερσαίες δυνάμεις".
Σύμφωνα με τον Κόεν, οι τρεις βδομάδες αεροπορικών επιθέσεων έχουν προκαλέσει κάποια "πραγματική πρόοδο", λέγοντας πως έχει καταστραφεί το 50% δυνατότητας παραγωγής πυρομαχικών και το 100% της δυνατότητας διύλισης πετρελαίου. Στη συνέχεια τόνισε ότι πρέπει να ενταθούν οι επιδρομές "που δε θα είναι ούτε σύντομες, ούτε εύκολες". Ετσι, κατέστησε σαφές στα μέλη της Γερουσίας (και υπενθύμισε στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ) πως ο βραχυπρόθεσμος στόχος είναι η εξαπόλυση βομβαρδισμών όλο το 24ωρο με επίκεντρο όχι μόνον στόχους του γιουγκοσλαβικού στρατού αλλά και της υποδομής της Γιουγκοσλαβίας.
Για πρώτη φορά ο Κόεν δεν έκανε λόγο για "απλή πιθανότητα" αλλά για "πολύ ισχυρό ενδεχόμενο" να υποστούν οι αμερικανικές δυνάμεις πλήγματα, με το επιχείρημα ότι αυτό πρέπει να υπολογίζεται "όταν ξεκινάμε μία μάχη ενάντια στο φόβο... μία μάχη για τη νίκη της δημοκρατίας κατά της... δικτατορίας"!
Ομως, αυτά δεν είναι παρά όσα ο υπουργός Αμυνας ήθελε να παρουσιάσει στα μέλη της επιτροπής γερουσίας. Στην πραγματικότητα, όμως, από χτες, η κυβέρνηση Κλίντον εκπέμπει σήματα για παράταση των βομβαρδισμών τουλάχιστον έως το καλοκαίρι.
Η υπουργός Εξωτερικών, Μαντλίν Ολμπράιτ, στο μεταξύ κατέθετε ενώπιον της Επιτροπής Εγκρισης της Βουλής των Αντιπροσώπων επιχειρώντας να πείσει τα μέλη της για την επικύρωση έκτακτων κονδυλίων για τη χρηματοδότηση των ΝΑΤΟικών επιδρομών. Ο επικεφαλής για θέματα προϋπολογισμού αξιωματούχων του Λευκού Οίκου, Τζάκομπ Λιου, συναντήθηκε για μία ώρα με τον ηγέτη της πλειοψηφούσας ομάδας της Γερουσίας (ρεπουμπλικάνο) Τρεντ Λοτ, ζητώντας του κονδύλια όχι 4 δισ. δολαρίων (όπως είχε πριν δύο μέρες ανακοινώσει το Πεντάγωνο των ΗΠΑ) άλλα οκτώ!
Ωστόσο, πίσω από τις πόρτες της Γερουσίας και των αιθουσών του Λευκού Οίκου, πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι της κυβέρνησης ομολογούν - το μάλλον αυτονόητο - πως οι βομβαρδισμοί δεν έχουν αποδώσει τα προσδοκώμενα. Γι' αυτό και μέλη της κυβέρνησης Κλίντον προετοιμάζουν τα μέλη του Κογκρέσου ψιθυρίζοντάς τους στ' αυτί πως "τα πράγματα θα αλλάξουν, όταν... βελτιωθούν κατά τον προσεχή Ιούνιο, Ιούλιο οι καιρικές συνθήκες στη Γιουγκοσλαβία... οπότε θα είναι πιο αποτελεσματικοί οι βομβαρδισμοί".