Ο δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας, το εμφυλιοπολεμικό έκτρωμα αυτό που η κυβέρνηση Σημίτη επαναφέρει κάτω από εκσυγχρονιστικούς διθυράμβους το 2000, είναι το πλαίσιο - εργαλείο, με το οποίο θα δέσει χειροπόδαρα τους δημοσίους υπαλλήλους επιδιώκοντας να τους καταστήσει άβουλα όργανα της πολιτικής της. Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν αναδειχτεί οι τρομερές συνέπειες αυτού του τερατουργήματος στην καθημερινή ζωή, την κατάσταση και εξέλιξη του υπαλλήλου, χάρη στη συναίνεση που πρόσφερε η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ, η οποία "καθησύχασε" τους εργαζόμενους, δεν αναιρούν στο ελάχιστο τις παραπάνω εκτιμήσεις.
Οταν αρχίσει η εφαρμογή των αυταρχικών και αντιυπαλληλικών διατάξεων του κώδικα θα αποδειχτεί ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο το βάρος που αποδίδει η κυβέρνηση σε αυτόν.
Ο κώδικας, αφού με χίλια νήματα δένει την κατάσταση του υπάλληλου με την κυβέρνηση και τους διορισμένους από αυτήν προϊσταμένους του, προχωρά στη θεσμοθέτηση "ισχυρού" πειθαρχικού δικαίου, τις διατάξεις του οποίου επισείει διαρκώς πάνω από το κεφάλι του για να τον καθυποτάξει.
Ο υπάλληλος, "οφείλει να είναι εκτελεστής της θέλησης του κράτους", να περάσει από διετή δοκιμαστική υπηρεσία για να "εκπαιδευτεί", να υπακούει τυφλά στους προϊσταμένους τους, οφείλει εχεμύθεια, φακελώνεται για τη συμπεριφορά του εντός και εκτός υπηρεσίας, πρέπει να κρατείται "προσωπικό μητρώο", πρέπει να εργάζεται και όποτε "υπηρεσιακές ανάγκες" το επιβάλλουν, "απαγορεύεται η πολιτική έκφραση και δράση".
Κινητικότητα (τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις) χωρίς αντικειμενικά κριτήρια και πάντα υπό την έγκριση των διορισμένων υπηρεσιακών συμβουλίων, συνεχίζουν να αποτελούν τα όπλα της κυβέρνησης για ρουσφέτια ή διώξεις μη αρεστών.
Με το βαθμολόγιο αποκαθίσταται η κορυφή της ιεραρχίας με μόνιμες διευθυντικές θέσεις, ο υπάλληλος εξαρτάται από την αξιολόγηση του προϊστάμενου, συνδέεται ο βαθμός με το μισθό.
Τα πειθαρχικά παραπτώματα είναι τόσο αυθαίρετα - (πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης Συντάγματος ή έλλειψης αφοσίωσης στην πατρίδα(!) ή η παράβαση της εχεμύθειας, η άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής, κλπ.) που μπορούν να οδηγήσουν, μέσα από συνοπτικές διαδικασίες, ακόμα και σε απόλυση. Η μονιμότητα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Πολύ περισσότερο όταν καταργηθεί η θέση στην οποία υπηρετεί, πράγμα που ισχύει και "σε περίπτωση κατάργησης θέσεων μετά από συγχώνευση κλάδων ή υπηρεσιών".
Θα αποτελούσε σοβαρή παράλειψη αν δε σημειωνόταν ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση "τακτοποίησε" το ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων στο δημόσιο τομέα. Απλά διατήρησε το κυριαρχικό της δικαίωμα να καθορίζει μονομερώς τα πάντα γύρω από αυτό το ζήτημα, όπως, δηλαδή, συνέβαινε και μέχρι τώρα.