Είναι κάπως ασυνήθιστο για την κυριακάτικη αυτή στήλη να αναφερθεί εκτενώς σε ραδιοφωνική εκπομπή. Ομως, καμιά φορά, οφείλει να ξεχνά τις "κακές" τηλεοπτικές της συνήθειες και να αφιερώνεται "ολόψυχα" εκεί που πρέπει. Το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, υπηρετώντας πιστά τις αιώνιες πολιτισμικές αξίες, προσεγγίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία κάθε μορφή τέχνης και στη συγκεκριμένη περίπτωση, γι' αυτή που θα μιλήσουμε παρακάτω, άρχισε από χτες και θα συνεχίσει αύριο, στις 30, στις 31 Μάη και στις 6 και 7 Ιούνη στις 19.30 ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Γιάννη Αγγελόπουλο.
Ο Γιάννης Αγγελόπουλος, γεννήθηκε στις 21 Γενάρη του 1890, μέσα σε μια γειτονιά που ήταν πλημμυρισμένη από μελωδία. Στη Νεάπολη, στα πόδια του Λυκαβηττού και στο κεφάλι των Εξαρχείων. Από μικρός έδειξε κλίση στα μαθηματικά, στον αθλητισμό και στο τραγούδι. Στα 1905 γράφεται στο ωδείο της Λίνας φον Λότνερ, για να σπουδάσει τραγούδι, ενώ παράλληλα μορφώνεται θεωρητικά και παίρνει μαθήματα αρμονίας, αντίστιξης και σύνθεσης.
Στα 1910 αντικαθιστά σε μια παράσταση τον μεγάλο βαρύτονο Κώστα Βακαρέλη και ενθουσιάζει το κοινό, που ξεσπά σε δυνατά χειροκροτήματα. Ενα λαμπερό αστέρι μόλις είχε γεννηθεί στον έναστρο λυρικό μας ουρανό. Από εκείνη τη στιγμή, τα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου ζητούν επίμονα τον Γιάννη Αγγελόπουλο. Εκείνος, όμως, αρνείται επίμονα διότι προτιμά να αφιερώσει τη ζωή του στην ιδέα της ίδρυσης και της ανάπτυξης του μελοδράματος στη χώρα του. Στα 1920 ο Γ. Α. βρίσκεται στο Μιλάνο της Ιταλίας για να πάρει μαθήματα τραγουδιού αλλά σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατορθώνει να επιβληθεί στο κοινό. Σε ένα κοινό δύσκολο, εκπαιδευμένο και, φυσικά, πολύ απαιτητικό.
Ο Ριγκολέτο του Βέρντι, ο τραγικός γελωτοποιός της αυλής, συνδέθηκε, σχεδόν ταυτίστηκε με τον Αγγελόπουλο. Οσοι τον έβλεπαν δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι κάποιος άλλος θα μπορούσε να ερμηνεύσει τόσο καλά αυτόν το δύσκολο ρόλο, και ήταν σίγουρο ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να μπει στο πετσί του τραγικού πατέρα. Λες και σκηνικά ήταν γεννημένος Ριγκολέτο. Με φωνή βαθιά, φωνή γεμάτη πόνο και μουσικότητα, πλημμυρισμένος από έκσταση και τραγικότητα, ο Αγγελόπουλος συνεπαίρνει τους Ιταλούς. Τους συνεπαίρνει τόσο ώστε ο τότε μονάρχης Βιτόριο Εμανουέλε, μετά από μια παράσταση με πρωταγωνιστή τον Αγγελόπουλο, είπε: "Τι κρίμα που ο Ριγκολέτο γράφτηκε στην Ιταλία αλλά γεννήθηκε στην Ελλάδα".
Τα χρόνια περνούν, η Μικρασιατική καταστροφή βυθίζει την Ελλάδα στη δυστυχία και ο ανερχόμενος φασισμός, την Ιταλίασε απελπισία. Ο Γιάννης Αγγελόπουλος νιώθει έντονα τη νοσταλγία και την επιθυμία να κάνει πράξη το όνειρό του: να ιδρύσει, δηλαδή, το Κρατικό Μελόδραμα. Ετσι τον Αύγουστο του 1924 επιστρέφει στην Αθήνα.
Η "μελοδραματική ιδέα" ήταν η έμμονη ιδέα του ερμηνευτή, ιδέα για την οποία αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις. Σ' ένα μανιφέστο, που είναι πια ιστορικής σημασίας, γραμμένο και υπογεγραμμένο στις 8 του Μάη του 1939, γίνεται έκκληση προς τους αρμοδίους για την ίδρυση ενός αυτόνομου οργανισμού Λυρικού θεάτρου. Αξίζει να σημειώσουμε μερικά ονόματα εκείνων που το υπέγραψαν: Παλαμάς, Σκίππης, Κοτοπούλη, Βεάκης, Καλομοίρης, Ζερβός, Βορέας, Λαυράγκα, Λαλαούνης, Βλάχος, Μητρόπουλος.
Το 1939 γεννιέται η Λυρική Σκηνή,ένα πνευματικό παιδί όλων εκείνων που μόχθησαν μια ολόκληρη ζωή για να το... φέρουν στη ζωή. Ο Γιάννης Αγγελόπουλος έφυγε, για το μεγάλο, σιωπηλό και αιώνιο ταξίδι το Δεκέμβριο του 1943.
Ο μουσικολόγος Γιώργος Λεωτσάκος προσπάθησε να αποδώσει την καλλιτεχνική προσωπικότητα του Αγγελόπουλου με αυτά τα λόγια: "Από τους μεγαλύτερους βαρύτονους και ερμηνευτές - αναδημιουργούς όπερας όλων των εποχών, ανεπανάληπτος συνδυασμός φωνητικής ομορφιάς και ιδιομορφίας, ο περίλαμπρος ήλιος στον αστερισμό των μεγάλων φωνών που δημιούργησαν το θρύλο τουΕλληνικού Μελοδράματος".
Ας μη χάσουμε, λοιπόν, μια εξαιρετική ευκαιρία να ακούσουμε τους σπάνιους δίσκους των 78 στροφών που "φιλοξενούν" τη βαθιά, ιδιοφυή φωνή του τραγουδιστή. Η παραγωγή είναι του Νίκου Λούντζη.