Συζητήσεις ανάμεσα στους καπνοβιομηχάνους και το υπουργείο Οικονομικών, για τις τιμές και τους ειδικούς φόρους επί των τσιγάρων
Μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια δείχνει να προσπαθεί να χτυπήσει η κυβέρνηση, γύρω από το θέμα της τιμής και της ειδικής φορολογίας στα τσιγάρα. Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, σε εκκρεμότητα βρίσκονται αρχικά, σενάρια για αύξηση του ειδικού φόρου, αφού παράλληλα τέθηκε εκ μέρους των καπνοβιομηχάνων και θέμα ανατίμησης των τσιγάρων γενικά. Ετσι και το αίτημα των επιχειρηματιών θα ικανοποιηθεί και η σχετική φορολογία θα αυξηθεί, αφού επιβάλλεται ποσοστιαία επί της τιμής τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το τελευταίο διάστημα υπήρξαν επαφές μεταξύ του υφυπουργού Οικονομικών και εκπροσώπων των καπνοβιομηχάνων με θέμα την αύξηση της τιμής των τσιγάρων. Από τις μέχρι τώρα επαφές, δεν έχει προκύψει κάτι συγκεκριμένο αφού ο υφυπουργός στο σχετικό αίτημα των καπνοβιομηχάνων (οι τελευταίοι ζητούν την επιβολή αυξήσεων) δεν έχει απαντήσει μεν καταφατικά αλλά ούτε και αρνητικά.
Οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες επιδιώκουν παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών στο θέμα των αυξήσεων των τσιγάρων (όπως είχε γίνει και το 1994) μιας και κάτι τέτοιο τις βγάζει από τη δύσκολη θέση να εξαρτούν την πολιτική τους από τις ξένες φίρμες και ειδικότερα από τη "Φίλιπς - Μόρις" (Μάλπορο) η οποία τα τελευταία χρόνια χαράσσει την πολιτική τιμών στην ελληνική αγορά.
Αυξήσεις στις τιμές των τσιγάρων μπορούν να γίνουν κατά δύο τρόπους. Με την αύξηση της λιανικής τιμής από κάθε καπνοβιομηχανία ξεχωριστά ή απ' όλες μαζί. Αυτό όμως το αποφεύγουν οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες οι οποίες βλέπουν τα τελευταία χρόνια να χάνουν συνεχή μερίδια αγοράς προς όφελος των ξένων εισαγόμενων ή των τσιγάρων που παράγονται στη χώρα μας. Συνήθως η πρωτοβουλία μιας τέτοιας κίνησης, βρίσκεται στα χέρια των ξένων επιχειρήσεων, οι οποίες όμως τα τελευταία χρόνια ακολουθούν την τακτική των μικρών αυξήσεων προκειμένου να εξουθενώσουν τους Ελληνες ανταγωνιστές.
Ο άλλος τρόπος είναι, να επιβάλλει το υπουργείο Οικονομικών αυξήσεις στις κατώτατες τιμές των τσιγάρων, όπως είχε γίνει και το 1994 όταν στις κατώτατες τιμές επιβλήθηκαν αυξήσεις 20%.
Το όλο θέμα αναμένεται να ξεκαθαρίσει το επόμενο διάστημα, καθώς εκκρεμούν και νέες συναντήσεις μεταξύ των δύο πλευρών.