Ωστόσο και η ματαίωση της συνάντησης των δυο υπουργών πρέπει να θεωρείται ένα ακόμη βήμα στην πορεία που στο τέρμα της θα έχει την πλήρη και απόλυτη επικυριαρχία των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή. Στην προκειμένη περίπτωση αυτή η κυριαρχία, με μαθηματική ακρίβεια, απαιτεί από την ελληνική κυβέρνηση τη συζήτηση για εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Το χειρότερο, βέβαια, είναι ότι η ίδια η κυβέρνηση έχει δηλώσει την πρόθεσή της να προχωρήσει σ' αυτόν το δρόμο.
Τόσο η ελληνική, όσο και η τουρκική κυβέρνηση, έχοντας αποδεχτεί άνευ όρων τον επιδιαιτητικό ρόλο των ΗΠΑ για τη διευθέτηση των μεταξύ τους προβλημάτων, έχουν αποδεχτεί ουσιαστικά να παίξουν τη διελκυστίνδα και να ανατροφοδοτούν μονίμως της κρίση, φέρνοντας έτσι βήμα βήμα πιο κοντά τους επιδιαιτητές.
Μάλιστα η τουρκική κυβέρνηση, διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών, προχώρησε ένα βήμα ακόμη, αποκαλύπτοντας την πραγματική φύση του προβλήματος. Δήλωσε, λοιπόν, ο κ. Γκιονενσάι, απαντώντας στην ελληνική θέση για προσφυγή στη Χάγη, ότι η Τουρκία ως τελευταία λύση θα έβλεπε την παρουσία ενός τρίτου παράγοντα με διαιτητικές αρμοδιότητες στις ελληνοτουρκικές συζητήσεις. Αυτός ο "παράγοντας", βέβαια, δε θα είναι κανείς άλλος από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ.
Θα πρέπει να σημειώσουμε, όμως, ότι με αφορμή τη ματαίωση της συνάντησης Πάγκαλου - Γκιονενσάι αναπτύχθηκε μια ολόκληρη φιλολογία γύρω από το αν έχει κανένα νόημα ή όχι ο διάλογος με την Τουρκία. Λες και ο διάλογος δε γίνεται και δε συνεχίζεται, είτε απευθείας είτε διά μέσου τρίτων. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι αν θα πρέπει να γίνει συζήτηση με την Τουρκία, αλλά το με ποιες προϋποθέσεις και με ποια πολιτική προσέρχονται τα δυο μέρη στη συζήτηση αυτή.