Η αλβανική εξέγερση βρίσκεται σε λεπτή και δύσκολη φάση και κανείς δεν μπορεί, τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές (βραδινές ώρες της Κυριακής, 23ης Μάρτη 1997), να πει με πλήρη βεβαιότητα προς τα πού εξελίσσεται. Εχει ήδη, όμως, μερικά στοιχεία που αξίζει να αναφερθούν για το ξεχωριστό τους ενδιαφέρον.
Αλλά ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Ενα από τα χαρακτηριστικά που συνόδευσαν τα γεγονότα της Αλβανίας ήταν η πολιτικοϊδεολογική πίεση ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, η πολιτικοϊδεολογική παρέμβαση. Οι συγκεκριμένες μορφές ήταν πολλές. Εδώ, θα αναφέρουμε δύο μόνο.
Λίγο - πολύ, ακούστηκε (προσωπική εμπειρία του γράφοντος) ότι δεν αξίζει κανείς να ασχολείται με αυτούς που κάνουν τόση φασαρία για μερικά εκατομμύρια. Είναι ικανοί τέτοιοι άνθρωποι για "ιδεολογικές επαναστάσεις"; Φυσικά, είναι αφελές να ισχυρίζεται κανείς ότι όλα τα ως τώρα παρόμοια γεγονότα δεν είχαν, σε τελευταία ανάλυση, οικονομικά αίτια και δεν έγιναν για τη διαφύλαξη και την επιβολή συγκεκριμένων συμφερόντων. Τέτοια αίτια είχε, π.χ. η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Φ. Ενγκελς ήξερε πολύ καλά τι έλεγε όταν ειρωνευόταν εκείνους που έβλεπαν, π.χ. στους ευρωπαϊκούς θρησκευτικούς πολέμους, διαφορές για το υπερπέραν και όχι διαφορές υλικών και πολύ συγκεκριμένων συμφερόντων του κόσμου τούτου.
Τα γεγονότα της Αλβανίας είχαν και αυτά τη δική τους οικονομική αιτία: Την ένταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης (που είναι, ως γνωστόν, λειτουργία κατ' εξοχήν "οικονομική") ως το σημείο να γίνει αβάσταχτη ή και απειλητική. Εκτός, βέβαια, αν κάποιος κατορθώσει να μας αποδείξει ότι οι τράπεζες και οι χρεοκοπίες τους δεν είναι φορείς αυτής ακριβώς της εκμετάλλευσης....
Το αφελές της γενικής τοποθέτησης δεν πρέπει να μας παρασύρει στην παραμέλησή της: Πρόκειται για γενικότερη και λεπτομερώς επεξεργασμένη "αντεπαναστατική στρατηγική τεχνική".
Πέρα από υπερβολές στις σχετικές ειδήσεις, τέτοια φαινόμενα λεηλασίας, ασφαλώς, υπήρξαν. Πάντα, στις περιπτώσεις αυτές, το κύμα περιέχει και στοιχεία κακοποιά και ληστρικά, τα οποία προσπαθούν να επωφεληθούν από την αναταραχή. Λεηλασίες και, μάλιστα, πολύ εκτεταμένες έγιναν και το 1821. Μήπως αυτό, άραγε, μειώνει κατά τίποτε το έργο της Επανάστασης; Εδώ,μάλιστα, γίνεται και μια "λαθροχειρία μέσα στη λαθροχειρία". Ετσι, διατυμπανίζεται ο ρόλος της περιβόητης "αλβανικής μαφίας", αλλά αποσιωπάται παντελώς το ότι η μαφία, στην Αλβανία και αλλού, είναι προϊόν του καπιταλιστικού συστήματος, ακόμη περισσότερο ενός καπιταλιστικού συστήματος όπου ο πολιτικά και ιδεολογικά αντεπαναστατικός παράγοντας είναι ιδιαίτερα έντονος. Η πλευρά αυτή έχει το επικίνδυνο στοιχείο ότι "παίζει" και με τις εθνικές προκαταλήψεις, καθώς το περιεχόμενό της είναι σαφέστατο: Οι Αλβανοί είναι ένας λαός ληστών και λαφυραγωγών, σε διάκριση με "εμάς", οι οποίοι, ως γνωστόν, ούτε ληστές είμαστε ούτε μαφία έχουμε. Αυτό, με τη σειρά του, αποκαλύπτει ιδιόμορφα και μια άλλη πλευρά των γεγονότων της Αλβανίας: Τη σχέση τους με το εθνικό πρόβλημα. Τα γεγονότα ήταν και μια εξέγερση ενάντια στο καθεστώς της εθνικής καταπίεσης και ταπείνωσης, ενάντια σε ένα κόσμο στον οποίο ο Αλβανός θεωρείται ο "σκύλος όλων". Πρόκειται για αντίδραση και φυσιολογική, αλλά και αναμενόμενη: Πώς θα μας φαινόταν, αλήθεια, εμάς, αν βρισκόμαστε σε μια χώρα όπου ο πρωθυπουργός, διάφοροι υπουργοί κ.λπ. έλεγαν δημόσια και επανειλημμένα ότι "δε θα γίνουμε Ελλάδα" και "δε θα φορέσουμε ελληνικά κουρέλια";
Από αυτή την άποψη, αξίζει να δούμε και το σχετικό φαινόμενο: Ενώ, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, το μεταναστευτικό κύμα μειώθηκε πολύ ή και παρουσίασε και φαινόμενα αντιστροφής, το "βόρειο" κύμα μετανάστευσης προς την Ιταλία επανεμφανίστηκε ύστερα από πολύχρονη περίοδο διακοπής.
Ενα άλλο στοιχείο της κατάστασης είναι και το ιδιαίτερα επικίνδυνα εύφορο έδαφος προβοκάτσιας. Δε χρειάζεται, νομίζουμε, ιδιαίτερη ευφυϊα για να καταλάβει κανείς τον κίνδυνο, π.χ. αξιοποίησης από ολέθριους "φίλους" των φόβων της ελληνικής κοινότητας των Νοτιοαλβανικών επαρχιών. Αλλά υπάρχουν και άλλα "θερμά σημεία". Πώς πρέπει, π.χ., να ερμηνεύσει κανείς τις βολές ενάντια στο κτίριο του ελληνικού προξενείου του Αργυρόκαστρου; Η εξέλιξη και η μορφή των γεγονότων έδωσε σε τυχόν ενδιαφερομένους και τη δυνατότητα ενδεχομένης αξιοποίησης των σχέσεων Βορρά - Νότου της Αλβανίας. Εχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι αυτό δε διέφυγε από την προσοχή των πιο πολιτικοποιημένων στοιχείων της εξέγερσης.
Ενα άλλο στοιχείο της κατάστασης είναι η στάση των μεσαίων τάξεων. Φυσικά, ξέρουμε ότι η παρατήρησή μας αυτή θα δημιουργήσει ειρωνικά - το λιγότερο - σχόλια. Ζώντας σε μια κοινωνία που οι αντιδραστικές εθνικιστικές ή ακόμη και ρατσιστικές ιδέες έχουν διαβρώσει σε όλους της τους αρμούς, δεν είναι δύσκολο κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι όροι "Αλβανία" και "μεσαίες τάξεις" είναι κάτι το αμοιβαία αποκλειόμενο. "Μεσαίες τάξεις στην Αλβανία;", έχει ήδη ακούσει την ερώτηση ο συγγραφέας. "Πού τις είδες, άνθρωπε του Θεού;".
Καθησυχάζοντας, λοιπόν, κάθε δύσπιστο ότι μεσαίες τάξεις υπάρχουν και στην Αλβανία (έστω και μόνο για το λόγο ότι δε βλέπουμε γιατί να εξαιρέσουμε ειδικά την Αλβανία από τον ιστορικό κανόνα πως δεν μπορεί να υπάρχει σημερινή κοινωνία χωρίς μεσαίες τάξεις), ας συνεχίσουμε την παρατήρηση: Οι μεσαίες τάξεις των εξεγερμένων περιοχών ζημιώθηκαν πολύ από την πολιτική των κυβερνήσεων με επικεφαλής τον Πρόεδρο Σαλί Μπερίσα. Κατ' αρχήν, έχασαν πολλά (και, συχνά, πάρα πολλά) από την κατάρρευση των παρατραπεζών. Ακούς ακόμη και ποσά 80.000.000 δρχ., ποσό γιγαντιαίο για την Αλβανία και όχι εντελώς ευκαταφρόνητο και για την Ελλάδα. Η αιτία της οργής τους δεν περιορίζεται σε αυτό. Πιο εξελιγμένες και "ευκίνητες", οι νότιες επαρχίες της Αλβανίας ήταν το επίκεντρο της μεγάλης πολιτιστικής (με την εκπαιδευτική έννοια) ανόδου της Αλβανίας, η οποία παρουσιάστηκε - ας το σημειώσουμε και αυτό - στην περίοδο 1945 - 1990, δηλ. στα χρόνια της ΣΛΔΑ. Υπήρξε ακόμη και το φυτώριο της επάνδρωσης (και "επιγυναίκωσης") του διοικητικού μηχανισμού της Αλβανίας επί δεκαετίες. Η άνοδος στην εξουσία του Προέδρου Μπερίσα, ο οποίος κατάγεται από το Βορρά και συνδέεται μαζί του, δημιούργησε μια μεγάλη ένταση. Στο Νότο, διορίστηκαν σε όλο τον κρατικό μηχανισμό άνθρωποι από τις βόρειες επαρχίες. Εκείνο που ενόχλησε δεν ήταν τόσο αυτό, όσο το ότι, από τη μία, έγινε συστηματικά σε βάρος όλων των άλλων, ανεξαρτήτως προσόντων και, μάλιστα, και ανεξαρτήτως προηγουμένων επιδόσεων. Από την άλλη, οι νεοδιορισμένοι αυτοί κατηγορούνται από τον τοπικό πληθυσμό για πολλές και εξαιρετικά δυσβάσταχτες αυθαιρεσίες. Αυτοί οι παράγοντες ήταν αρκετοί για να τροφοδοτήσουν τη μαζική συμμετοχή των μεσαίων τάξεων στην εξέγερση.
Ωστόσο, τα πράγματα γρήγορα άλλαξαν. Οι πρώτες επιτυχίες της εξέγερσης έφεραν τις μεσαίες τάξεις μπροστά σε δύσκολα καθήκοντα. Το πιο δύσκολο ήταν και το σημαντικότερο: Πώς να ανεχθούν ένα οπλισμένο πλήθος, απέναντι στο οποίο αισθάνονται μια ενστικτώδη και αλλεργικής έντασης επιφύλαξη; Το πράγμα δεν είναι εύκολο στο χειρισμό του, αν σκεφτεί κανείς ότι, συχνά, αυτό το πλήθος ήταν η μόνη προστασία απέναντι στα στοιχεία εκείνα που είχαν αναμειχθεί στο ρεύμα της εξέγερσης αποσκοπώντας στη λεηλασία και τη διαρπαγή. Η δυνατότητα επιλογής ήταν σαφής: Η επιβολή της τάξης με στήριγμα το οπλισμένο πλήθος η ανοχή των πραγμάτων να πλέουν ακυβέρνητα. Το πρώτο ήταν απαράδεκτο για τις μεσαίες τάξεις, γιατί οδηγούσε στον υπερβολικό, στα μάτια τους, ενθουσιασμό αυτού του επικίνδυνου τέρατος. Το δεύτερο ήταν επικίνδυνο γιατί μπορούσε να οδηγήσει στη γενικευμένη αναρχία, δηλ. στην ενθάρρυνση ακριβώς αυτών των κακοποιών και ληστρικών στοιχείων.
Ετσι, ο μετεωρισμός μεταξύ απαραδέκτων λύσεων και επικίνδυνων αποφάσεων οδηγεί, όπως πάντα, στο μετεωρισμό της κατάστασης. Οι ταλαντεύσεις των στρωμάτων αυτών δυνάμωσαν με την εμφάνιση σοβαρών και δυσεπίλυτων τακτικών, πολιτικών ή ακόμη και διεθνών διπλωματικών προβλημάτων που πήραν επείγοντα χαρακτήρα.
Αυτή πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μας, η μόνη λογική εξήγηση για τη χαλάρωση που παρατηρήθηκε και πήρε διαστάσεις πιο μεγάλες, ακριβώς εκεί όπου το στοιχείο αυτό ήταν το πιο ισχυρό. Π.χ., μόνο ένας 100% τυφλός και κουφός δε θα το έβλεπε στους Αγίους Σαράντα, όπου μας είπαν καθαρά ότι αρνούνται να πάρουν οποιοδήποτε μέτρο. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα φαινόμενο που ήταν εντελώς αναπόφευκτο και θα εμφανιζόταν οπωσδήποτε. Η βάση του είναι προφανής: Η απόσταση ανάμεσα σε εκείνους που έχασαν τα πάντα και υπάρχει κίνδυνος να χάσουν κι άλλα και εκείνους που έχασαν μεν εξ ίσου ή και περισσότερο αλλά που, από την ίδια τους τη θέση, ψάχνουν για ένα συμβιβασμό που υπολογίζουν ότι θα τους επιτρέψει να ξανακερδίσουν όσα έχασαν.
Οπως και αν έχει το πράγμα, στην Αλβανία αυτή τη στιγμή έχει δημιουργηθεί μια νέα κατάσταση. Τα βασικά της στοιχεία φαίνεται να είναι τα εξής:
α) Μια άμεση ξένη ανάμειξη που έχει ήδη αρχίσει. Αυτή τη στιγμή, στο Δυρράχιο βρίσκονται ήδη ιταλικά στρατιωτικά αγήματα και η Ιταλία δηλώνει έτοιμη να στείλει και άλλα. Στο αεροδρόμιο των Τιράνων, φαίνεται ότι έχει εγκατασταθεί δύναμη πεζοναυτών των ΗΠΑ. Η "σκιά" της ξένης παρέμβασης στις εξελίξεις γίνεται ακόμη πιο ορατή.
β) Ο Πρόεδρος Μπερίσα παραμένει στη θέση του. Πράγματι, παρ' όλη την αναταραχή, ο Πρόεδρος Μπερίσα δεν παραιτήθηκε. Και όχι μόνο δεν παραιτήθηκε, αλλά δίνει και συνεντεύξεις, όπου επιτίθεται ενάντια σε αυτούς που ζητούν την παραίτησή του. Εύλογο είναι το ερώτημα: από πού αντλεί την υποστήριξη που του επιτρέπει να κάνει όλα αυτά; Πολλά λέγονται στην Αλβανία σχετικά με την υποστήριξη που του δίνουν διάφορες ξένες δυνάμεις. Φαίνεται, όμως, ότι ο κύριος παράγοντας αυτή τη στιγμή είναι ο εξής: Πέρα από διαφορές των διαφόρων δυνάμεων, έχει επιτευχθεί μια βασική συναίνεση ότι αν η αποπομπή του Προέδρου Μπερίσα δεν είναι, τέλος πάντων, και προς θάνατον, αυτή δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί σαν αποτέλεσμα λαϊκής εξέγερσης και δεν πρέπει να συνδεθεί με αυτή. Με άλλα λόγια, τα γεγονότα της Αλβανίας κινητοποίησαν και τα άμεσα αντεπαναστατικά αντανακλαστικά.
γ) Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ της κυβέρνησης των Τιράνων και της εξέγερσης γίνεται όλο και πιο ιδιόμορφη. Πράγματι, η εξέλιξη στον τομέα αυτόν είναι πολύ πολύπλοκη. Οι εξεγερμένοι έχουν επανειλημμένα δηλώσει ότι υποστηρίζουν την κυβέρνηση του Μπασκίμ Φίνο. Ωστόσο, η κυβέρνηση κρατά μια στάση που μοιάζει μάλλον απειλητική απέναντί τους. Το Κοινοβούλιο έχει πάρει απόφαση που τους κηρύσσει εκτός νόμου και ο πρωθυπουργός έχει απειλήσει να στείλει εναντίον τους δυνάμεις. Την Κυριακή, έγινε νέα συνάντηση μεταξύ πρωθυπουργού και εκπροσώπων των εξεγερμένων που, όμως, δε φαίνεται να απέδωσε τίποτε, καθώς οι τελευταίοι επέμειναν στο αίτημα της παραίτησης του Προέδρου Μπερίσα. Αίτημα, σημειώνουμε, ενάντια στο οποίο ο ίδιος ο πρωθυπουργός πήρε τελευταία θέση. Από την άλλη μεριά, οι εξεγερμένοι δεν πήραν κανένα μέτρο μετά τη λήξη του 3ήμερου τελεσιγράφου τους για την παραίτηση του Προέδρου Μπερίσα. Η απόφαση που πήραν στο Τεπελένι επαναλαμβάνει το αίτημα της παραίτησης, αλλά δε θέτει νέα προθεσμία.
Το πιο πιθανό είναι ότι, για την ώρα, έχει επιλεγεί η τακτική της φθοράς του αντιπάλου μέσω της άκαρπης αναμονής, με τη σκέψη ότι οι εξεγερμένοι δε θα μπορέσουν να αντέξουν την παράταση της εκκρεμότητας. Ωστόσο, η χρήση και άλλων μέσων δεν αποκλείεται. Ανοιχτό παραμένει το ερώτημα ποια ακριβώς ήταν η έννοια των εικόνων που μεταδόθηκαν από την τηλεόραση των Τιράνων και έδειχναν αναδιοργάνωση του στρατού (και σε ποιο βαθμό αντιστοιχούσαν, βέβαια, στην πραγματικότητα). Ανοιχτό παραμένει και ένα άλλο ερώτημα: Σε ποιον υπακούουν και τι δυνατότητες έχουν οι αστυνομικές δυνάμεις που υπάρχουν στις εξεγερμένες περιοχές;
Και, φυσικά, δεν μπορούμε να κλείσουμε χωρίς να αναφέρουμε και ένα γεγονός που μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες: Την οικονομική κατάσταση της Αλβανίας, που είναι πολύ δύσκολη. Ετσι όπως είναι σήμερα τα πράγματα, δεν είναι δύσκολο να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι το άμεσο πρόβλημα της Αλβανίας στον τομέα αυτό είναι η μεγάλη φθορά της υποδομής. Πράγμα που δημιουργεί το ερώτημα ότι, αν η σημερινή κρίσιμα φθαρμένη υποδομή είναι, παρ' όλα αυτά, μια υποδομή, τι θα γίνει αν και αυτή φθαρεί πέρα από το κρίσιμο σημείο.
Θ. Π.