Το παραπέρα «ψαλίδισμα» του απόρρητου των επικοινωνιών, που έτσι κι αλλιώς εδώ και μερικά χρόνια στην ουσία δεν ισχύει, προωθεί η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο «Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του νόμου 2472/1997». Το κείμενο που κατατέθηκε χτες στη Βουλή και το οποίο υπογράφουν διάφοροι υπουργοί ενσωματώνει κατευθύνσεις - αποφάσεις που προβλέπονται στην οδηγία 97 της 31/10/2003.
Πρόκειται για ένα κείμενο που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της λεγόμενης αντιτρομοκρατικής εκστρατείας, μέτρα που ακυρώνουν βασικές δημοκρατικές καταχτήσεις και δικαιώματα. Από την ανάγνωση του νομοσχεδίου είναι σαφές ότι η ελληνική κυβέρνηση υιοθετεί σειρά ρυθμίσεων, οι οποίες στην ουσία νομιμοποιούν ακόμα περισσότερο από ό,τι ισχύει σήμερα τις παρακολουθήσεις, το φακέλωμα και τη δυνατότητα μυστικών και άλλων υπηρεσιών να επεξεργάζονται στοιχεία που αφορούν τις κινήσεις και τις επικοινωνίες πολιτών, οργανώσεων.
Μπορεί στο νομοσχέδιο να αναφέρεται ότι ισχύει και διευρύνεται το απόρρητο, ωστόσο, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, στην πραγματικότητα, νομιμοποιείται η πλήρης κατάργησή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι η καταγραφή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δεν επιτρέπεται μόνο και απλά μετά από ρητή άδεια της αρμόδιας «Αρχής» (ΑΔΑΕ), αλλά ακόμα και στις περιπτώσεις που κάποιος έχει αναγγείλει ότι συλλέγει και επεξεργάζεται παρόμοια στοιχεία, ενώ επιτρέπεται σε επικοινωνίες επαγγελματικού και εμπορικού χαρακτήρα κ.ο.κ.
Τα στοιχεία που συλλέγονται μπορούν μεταβιβάζονται σε χώρες - μέλη της ΕΕ και σε άλλες χώρες όπου θεωρείται ικανοποιητικό το επίπεδο προστασίας, αλλά και «σε χώρες χωρίς ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, εφ' όσον η διαβίβαση εξυπηρετεί τη συνομολόγηση ή εκτέλεση σύμβασης».
Ο «Ρ» θα επανέλθει αναλυτικότερα στο σχετικό νομοσχέδιο με ρεπορτάζ τις επόμενες μέρες.