Τη στιγμή που το κλείσιμο επιχειρήσεων έχει πάρει μορφή πανδημίας, με τους εργαζόμενους να πληρώνουν το βαρύτατο τίμημα της ανεργίας, η κυβέρνηση διαφημίζει τη ...διεθνή δράση του ελληνικού κεφαλαίου
Την εξαγωγή του ελληνικού κεφαλαίου στις αγορές των Βαλκανίων, διαφήμισαν χτες ο Κ. Καραμανλής και ο Γ. Αλογοσκούφης στις παρεμβάσεις τους στη συνάντηση των υπουργών Οικονομίας των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Θέση ιδιαίτερα προκλητική για τους εργαζόμενους της χώρας και ειδικά τους χιλιάδες ανέργους της Βόρειας Ελλάδας, όπου το κλείσιμο μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, με σκοπό τη μετεγκατάστασή τους στις, χαμηλού «εργατικού κόστους», χώρες της Βαλκανικής, έχει πάρει τη μορφή επιδημίας.
Στα πλαίσια αυτά και για λογαριασμό του «ελληνικού» κεφαλαίου, ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι «οι ελληνικές επιχειρήσεις ήταν από τις πρώτες που τόλμησαν να επενδύσουν στις βαλκανικές αγορές. Οι ελληνικές επενδύσεις στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή μας υπερβαίνουν τα 8 δισ. ευρώ. Περισσότερες από 3.500 ελληνικές επιχειρήσεις και 700 καταστήματα ελληνικών τραπεζών δραστηριοποιούνται στις βαλκανικές χώρες. Το ελληνικό επενδυμένο κεφάλαιο καταλαμβάνει την πρώτη θέση στην ΠΓΔΜ, την Αλβανία και τη Σερβία - Μαυροβούνιο. Καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στη Βουλγαρία και την τρίτη στη Ρουμανία». Από την τοποθέτηση αυτή, γίνεται κατανοητό πόσο ...θλίβεται η κυβέρνηση της ΝΔ - αλλά και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν - από το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου, αφού λεηλάτησαν τον κοινωνικό πλούτο και ξεζούμισαν τους εργαζόμενους, κλείνουν τις παραγωγικές μονάδες, ρίχνοντας στην ανεργία χιλιάδες εργάτες και εργάτριες, προκειμένου να κερδίσουν περισσότερα κάπου αλλού.
Ερωτώμενος, αργότερα, ο υπουργός Οικονομίας αν στη διάρκεια της συνάντησης συζητήθηκαν τρόποι αποφυγής της μαζικής μετεγκατάστασης ελληνικών επιχειρήσεων στις βαλκανικές χώρες, περιορίστηκε να απαντήσει πως δεν μπορούμε να επιβάλουμε στις χώρες αυτές να απόσχουν των συγκριτικών τους πλεονεκτημάτων...
Στην ομιλία του ο Κ. Καραμανλής εμφανίστηκε ως ο πολιτικός εκπρόσωπος της ντόπιας πλουτοκρατίας, που διεκδικεί ηγεμονική θέση στην ευρύτερη βαλκανική αγορά, αλλά και ως ο εκπρόσωπος της ευρω-ατλαντικής συμμαχίας, που συντονίζει τις πολιτικές με στόχο την ενσωμάτωση των νέων χωρών στους ευρωατλαντικούς θεσμούς... Με ύφος ηγεμόνα, δεν απέφυγε συστάσεις και υποδείξεις για το δέον γενέσθαι στην ευρύτερη περιοχή. Αφού αρχικά επισήμανε ότι μετά από μία μακρά περίοδο αστάθειας και αλλεπάλληλων κρίσεων, η περιοχή της ΝΑ Ευρώπης βρίσκεται πλέον στο δρόμο της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας (εδραιώθηκε δηλαδή η νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων), σε ρόλο τιμητή των γενικότερων εξελίξεων στην περιοχή, σημείωσε: «Βεβαίως, απαιτείται ακόμα σκληρή δουλιά για να επωφεληθούμε, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, από τα επιτεύγματα αυτά. Ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων δεν είναι πάντα και παντού ικανοποιητικός. Τα προβλήματα υπαγορεύουν ένταση των προσπαθειών και στοχευμένες δράσεις. Η προσέλκυση ακόμα περισσότερων επενδύσεων και η καταπολέμηση της ανεργίας απαιτούν αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Σήμερα δεν υπάρχει απολύτως καμία αμφιβολία ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι η μόνη υπεύθυνη και διορατική επιλογή για την ανάπτυξη των χωρών της περιοχής». Μάλιστα, ως εντολοδόχος του ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου, προειδοποίησε τις άρχουσες τάξεις των βαλκανικών χωρών, σχετικά με την προοπτική της ευρωπαϊκής τους ενσωμάτωσης, ότι «οι προσπάθειες των χωρών της ΝΑ Ευρώπης για την προσέγγισή τους με την Ευρωπαϊκή Ενωση, δεν μπορούν να υποκατασταθούν από τις συλλογικές προσπάθειες που αναπτύσσουμε στο πλαίσιο της Διαβαλκανικής Συνεργασίας...».