Κυριακή 18 Σεπτέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΔΙΕΘΝΗ
ΠΟΛΩΝΙΑ
Στον πυρήνα της «σιωπηλής εκστρατείας» ανατροπής του σοσιαλισμού

Αποκαλύψεις, μέσα από το βιβλίο του Πίτερ Σβάιτσερ «Η ΝΙΚΗ», για τη μυστική στρατηγική των ΗΠΑ και τις «συγκεκαλυμμένες επιχειρήσεις», που οδήγησαν στις ανατροπές του σοσιαλισμού

Από κινητοποιήσεις ενάντια στη χρεοκοπία των ναυπηγείων

Associated Press

Από κινητοποιήσεις ενάντια στη χρεοκοπία των ναυπηγείων
Οι μαρτυρίες και οι αποκαλύψεις, από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών επιτελείων, αυτών που οργάνωσαν και μεθόδευσαν την επιχείρηση ανατροπής του σοσιαλισμού, γίνονται όλο και πιο επίκαιρες, όσο περνάει ο χρόνος από τα γεγονότα εκείνα της δεκαετίας του '80 κι όσο η ανθρωπότητα βιώνει αυτό που ουσιαστικά αποτελεί συνέχεια της επιχείρησης εκείνης, την επιβολή της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, όσο η καπιταλιστική βαρβαρότητα δείχνει το πραγματικό της πρόσωπο σε όλους του λαούς ανεξαιρέτως, ακόμη και σε τμήματα του ίδιου του αμερικάνικου λαού.

Ειδικά η υπόθεση της Πολωνίας αποτελεί ένα κομβικό σημείο αυτής της επιχείρησης. Μάλιστα, τις μέρες αυτές, κάποιοι γιορτάζουν τα 25χρονα από την έναρξη των απεργιών της «Αλληλεγγύης» του Λεχ Βαλέσα στα ναυπηγεία του Γκντανσκ. Εδώ αξίζει να πούμε ότι στα ναυπηγεία αυτά τότε εργάζονταν 6.000 εργάτες, ενώ σήμερα στα τεμαχισμένα σε μικρά κομμάτια και ιδιωτικοποιημένα ναυπηγεία δουλεύουν μόνο 3.000 εργάτες, ενώ στην πόλη του Γκντανσκ έχει φωλιάσει η φτώχεια και η ανεργία ξεπερνά το 15%. Αυτό είναι απλώς ένα μικρό, αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα, της κατάστασης που επικρατεί σήμερα στην Πολωνία και στις άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες.

Το κέντρο που καθοδήγησε τις ανατροπές

Από τη συνάντηση του Ρέιγκαν με τον πάπα με σκοπό την «απελευθέρωση» της Πολωνίας
Από τη συνάντηση του Ρέιγκαν με τον πάπα με σκοπό την «απελευθέρωση» της Πολωνίας
Στο βιβλίο του Πίτερ Σβάιτσερ, «Η ΝΙΚΗ», με τον υπότιτλο «Η μυστική στρατηγική της αμερικανικής κυβέρνησης που προκάλεσε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης», από τη σειρά «Ντοκουμέντα και μαρτυρίες», που διευθύνεται από τον καθηγητή Βασίλη Φίλια, των εκδόσεων «ΠΑΠΑΖΗΣΗ», αποτυπώνονται πολύ αποκαλυπτικές πλευρές αυτής της επιχείρησης. Να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας εργάστηκε στο Ινστιτούτο Hoover για τον Πόλεμο, την Επανάσταση και την Ειρήνη, του Πανεπιστημίου Stanford και συνεργάζεται με τις εφημερίδες New York Times και Washington Post. Το συγκεκριμένο βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στις ΗΠΑ το 1994 και στην Ελλάδα το 2002.

Οπως σημειώνει ο Β. Φίλιας, που προλογίζει την έκδοση: «Το βιβλίο αυτό βασίζεται σε ντοκουμέντα, μαρτυρίες, απομνημονεύματα και προσωπικές συνεντεύξεις κυρίως Αμερικανών αξιωματούχων, αλλά και Σοβιετικών, αξιωματούχων της καθολικής Εκκλησίας, Σαουδαράβων, στελεχών της πολωνικής "Αλληλεγγύης" κ.ά. Πρόκειται για ένα βιβλίο - αποκάλυψη με συγκλονιστικά στοιχεία, τα οποία φέρουν στην επιφάνεια τη λειτουργία ενός ιστού αράχνης, που περιέβαλλε την ΕΣΣΔ από όλες τις πλευρές».

Η «στρατηγική επίθεση»

Ολα όσα περιγράφονται, παρόλο που οι πηγές δεν είναι αρχεία - εξάλλου είναι πολύ νωρίς για κάτι τέτοιο - αλλά είναι μαρτυρίες και καταθέσεις πρωταγωνιστών των γεγονότων εκείνων, έχουν αξία και σήμερα, γιατί οι ίδιοι μηχανισμοί συνεχίζουν τη δράση τους χωρίς εμπόδια και φραγμούς. Πλευρές από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η CIA, πώς δηλαδή παρεμβαίνει σε κυβερνήσεις και σε ανάλογες υπηρεσίες άλλων χωρών και τους υπαγορεύει τι θα κάνουν, πώς στήνει μηχανισμούς παρέμβασης στα εσωτερικά άλλων χωρών και ανατροπής κυβερνήσεων, πώς στα παιχνίδια της CIA μπαίνουν Εκκλησία, συνδικαλιστικές οργανώσεις και άλλα τέτοια «φιλανθρωπικά ιδρύματα».

Η Πολωνία βρέθηκε στην αιχμή του δόρατος της ιμπεριαλιστικής επιχείρησης: «Στις αρχές του 1982, ο Πρόεδρος Ρέιγκαν, με τη συνεργασία μερικών βασικών συμβούλων του, άρχισε να σχεδιάζει με ποιο τρόπο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τις θεμελιώδεις οικονομικές και πολιτικές αδυναμίες του σοβιετικού συστήματος. "Υιοθετήσαμε μια αναλυτική στρατηγική που περιλάμβανε τον οικονομικό πόλεμο, την επίθεση στα αδύναμα σημεία της Σοβιετικής Ενωσης", θυμάται ο Κάσπαρ Γουάινμπεργκερ. "Ηταν μια σιωπηλή εκστρατεία, που προχωρούσε με τη συνεργασία συμμάχων και τη χρησιμοποίηση άλλων μέσων". Ηταν μια στρατηγική επίθεση, η οποία αποσκοπούσε στη μετατόπιση της εστίας της σύγκρουσης των υπερδυνάμεων στο σοβιετικό συνασπισμό, ακόμα και στην ίδια τη Σοβιετική Ενωση. Οι σκοποί και τα μέσα της επίθεσης αυτής σκιαγραφούνται σε μια σειρά άκρως απόρρητων οδηγιών για αποφάσεις εθνικής ασφάλειας (NSDD, από τα αρχικά: National Security Decision Directives), που υπογράφηκαν από τον Πρόεδρο Ρέιγκαν το 1982 και το 1983. Η NSDD-32, που εγκρίθηκε από τον Πρόεδρο Ρέιγκαν το Μάρτιο του 1982, δήλωνε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιδίωκαν να "αδρανοποιήσουν" το σοβιετικό έλεγχο στην Ανατολική Ευρώπη και εγκρίνουν τη χρησιμοποίηση συγκεκαλυμμένων ενεργειών και άλλων μέσων για να υποστηρίξουν τις αντισοβιετικές οργανώσεις στην περιοχή».

Η σκυτάλη του αντικομμουνισμού από τη ναζιστική Γερμανία

Στο σκληρό πυρήνα του επιτελείου του Ρέιγκαν, που διηύθυνε τις «συγκεκαλυμμένες επιχειρήσεις», στις σοσιαλιστικές χώρες, ήταν ο διευθυντής της CIA Γουίλιαμ Κέισι και ορισμένα επίλεκτα μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ. «Ο Κέισι ήταν εκείνος που διηύθυνε ορισμένες βασικές πλευρές της στρατηγικής του Ρέιγκαν, συμπεριλαμβανομένων και των συγκεκαλυμμένων επιχειρήσεων στην Πολωνία, στην Τσεχοσλοβακία και στο Αφγανιστάν».

Αποκαλυπτικό είναι το σημείο όπου ο συγγραφέας του βιβλίου περιγράφει το νήμα που συνδέει διαχρονικά τον αντικομμουνισμό: «Για τον Κέισι, ο κομμουνισμός δεν ήταν μια νέα απειλή, αλλά αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της απειλής που είχε τεθεί από τη ναζιστική Γερμανία. "Ηταν ολοφάνερο ότι την έβλεπε ως συνέχεια εκείνων που είχαν μείνει ανολοκλήρωτα μετά τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο", υποστηρίζει ο Αλαν Φάιερς, που συμμετείχε σε επιχειρήσεις στην αραβική χερσόνησο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980, πριν μετατεθεί στην Κεντρική Αμερική. "Αυτός είναι ο τρόπος που είδε τη θητεία του σε θέση του διευθυντή της CIA: σαν μια ευκαιρία για να συνεχίσει τη μάχη"». Δηλαδή, παραδέχεται ότι η επιχείρηση ανατροπής του σοσιαλισμού αποτελεί συνέχεια της «μάχης» της ναζιστικής Γερμανίας.

Η CIA ανέβηκε την ...«ανεμόσκαλα» της Μοσάντ

Στις αρχές Απρίλη του 1981 ο Κέισι ξεκίνησε μια περιοδεία τριών εβδομάδων στη Μέση Ανατολή και στην Ευρώπη, με ένα αεροσκάφος χωρίς εξωτερικά διακριτικά σημάδια, που πετούσε κάθε φορά κατευθείαν από την Ουάσιγκτον προς τον προορισμό και ανεφοδιαζόταν εν πτήσει από αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού που είχαν ως βάση αεροπλανοφόρα. Στις 23 Απρίλη 1981 προσγειώθηκε στο Τελ Αβίβ. Οδηγήθηκε στο αρχείο της Μοσάντ, όπου συναντήθηκε με τον υποστράτηγο Γιτσάκ Χόφι, αρχηγό της υπηρεσίας πληροφοριών της Μοσάντ.

Ο Κέισι, που πάντοτε ενδιαφερόταν για πληροφοριοδότες, πήγε στο Ισραήλ για να συνδεθεί με την «ανεμόσκαλα», το δίκτυο πρακτόρων που είχε στήσει η Μοσάντ στις σοσιαλιστικές χώρες. «Η Μοσάντ είχε αναπτύξει και στην Κεντρική Ευρώπη ένα αξιόλογο δίκτυο. Με τη συνεργασία μεταναστών από την Πολωνία, τη Σοβιετική Ενωση και την Ουγγαρία, η Μοσάντ είχε στήσει μια "ανεμόσκαλα", από την Αλβανία ως την Πολωνία, αλλά και ανατολικότερα, φτάνοντας ως την καρδιά της Ρωσίας.

Η "ανεμόσκαλα", η οποία αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους διαφωνούντες και θρησκευτικούς ηγέτες, δραστηριοποιούνταν κάθε φορά που οι Ισραηλινοί ήθελαν συγκεκριμένες πληροφορίες ή ένα κανάλι μεταφοράς για να περάσουν λαθραία, μέσα και έξω από το σοβιετικό συνασπισμό, ανθρώπους ή αντικείμενα. Από τις πρώτες ημέρες του κράτους του Ισραήλ, η "ανεμόσκαλα" είχε μια τρομερή επιτυχία. Το 1965, μέσω αυτής της "ανεμόσκαλας", βγήκε έξω από τη Μόσχα ο κοσμοϊστορικός και μυστικός αντισταλινικός λόγος του Νικήτα Κρουτσιόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (φημολογείται ότι το έγγραφο το έδωσε στη Μοσάντ ένας σύνεδρος)».

Από την πλευρά τους, οι Ισραηλινοί χρειάζονταν από τους Αμερικανούς δύο πράγματα: Πρόσβαση σε πληροφορίες που συλλέγονταν από τις ΗΠΑ μέσω δορυφόρων, σχετικά με το Ιράκ και τη Συρία, όπως και πόρους για να συνεχιστούν οι επιχειρήσεις κατασκοπίας στο εξωτερικό. «Και τα δύο πράγματα που ζητάτε μπορώ να σας τα δώσω εύκολα», είπε ο Κέισι, χωρίς κανένα δισταγμό. Το αποτέλεσμα φάνηκε λίγο αργότερα, όταν οι Ισραηλινοί βομβάρδισαν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράκ.

Ο Κέισι πρόβαλε το ζήτημα της Πολωνίας. «Κυρίως ενδιαφερόταν για την Αλληλεγγύη και για τα άλλα κινήματα των διαφωνούντων στην Πολωνία. Ο Κέισε ήθελε να ξέρει αν λειτουργεί ακόμη η "ανεμόσκαλα". Ο οικοδεσπότης, του έγνεψε καταφατικά. Παρέχοντας οικονομική βοήθεια στην "ανεμόσκαλα", ο Κέισι αποκτούσε πρόσβαση σε αυτή. Εσφιξαν τα χέρια. Η συμφωνία είχε κλείσει».

Οι ίδιοι λόγοι, λίγες μέρες αργότερα, έφεραν τον Κέισι στη Ρώμη, «επειδή εκεί ζούσε μια προσωπικότητα που διαδραμάτιζε έναν από τους σημαντικότερους ρόλους στο υπό εξέλιξη δράμα της Πολωνίας. Αυτός που πρότεινε να προσεγγίσουν οι ΗΠΑ τον Πολωνό ποντίφικα για συνεργασία γύρω από τα τεκταινόμενα στην περιοχή ήταν ο Ρέιγκαν (...) Το προσωπικό της CIA στη Ρώμη ενημέρωσε τον Κέισι σχετικά με την τρομοκρατία. Επίσης του έδωσαν πληροφορίες, οι οποίες ίσως αναδεικνύονταν αποφασιστικής σημασίας, ιδιαίτερα για την κατάσταση στην Πολωνία. Ο Λεχ Βαλέσα, ο ηγέτης της Αλληλεγγύης, είχε πραγματοποιήσει μια ιστορική επίσκεψη στη Ρώμη τον Ιανουάριο του 1981 και συναντήθηκε με τον πάπα».

Αμερικανικό «φιλί ζωής» στην «Αλληλεγγύη»

Κήρυξη στρατιωτικού νόμου στην Πολωνία στις 12 Δεκέμβρη 1981: «Λίγο μετά την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου, ο Πρόεδρος μίλησε με τους στενότερους συμβούλους του για την κατάσταση στην Πολωνία και τις επιλογές των ΗΠΑ. Αρκετά μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας δεν είχαν κληθεί να λάβουν μέρος στις συζητήσεις αυτές. "Οι συναντήσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας δε θεωρούνταν ασφαλείς και ο Πρόεδρος δεν ήθελε να διαρρεύσει τίποτα", θυμάται ο Πάιπς. Στη συνάντηση παρευρίσκονταν ο αντιπρόεδρος Μπους, ο Γιούλιαμ Κλαρκ, οι υπουργοί Χέιγκ και Γουάινμπεργκερ, ο Εντ Μιζ, ο Ρίσταρντ Πάιπς και ο Γουίλιαμ Κέισι.

Υπήρχε απόλυτη ομοφωνία ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να στείλουν ένα δυνατό μήνυμα στη Βαρσοβία και στη Μόσχα. Οι οικονομικές κυρώσεις υποστηρίζονταν από όλους ως ένας τρόπος να εκδηλώσει η Αμερική την οργή της. Ωστόσο, ο Πάιπς ανέβασε το διακυβευόμενο: "Γιατί να μην κάνουμε κάτι πιο τολμηρό; Τι θα λέγατε να χρηματοδοτούσαμε κρυφά την Αλληλεγγύη, ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η πρώτη αντικομμουνιστική οργάνωση στο σοβιετικό συνασπισμό, που δρούσε στο φως της ημέρας, θα επιζήσει αυτού του πολιτικού χειμώνα;". Το φάσμα μιας τόσο επικίνδυνης επιχείρησης στοίχειωσε το δωμάτιο».

«Μετά τη συνάντηση ο Κέισι έτρεξε γρήγορα πίσω στο Λάνγκλεϊ. Δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο. Ο Κέισι συνεργάστηκε με μισή ντουζίνα συμβούλους, καταστρώνοντας ένα σχέδιο χρηματοδότησης της Αλληλεγγύης και εγκατάστασης επικοινωνιών. Ξεκινούσαν από το μηδέν. Τι θα χρειαζόταν η Αλληλεγγύη; Πώς θα την τροφοδοτούσαν; (...) Ολη αυτή η διαδικασία φάνηκε στον Κέισι σαν μια αναβίωση των εμπειριών του κατά τη διάρκεια του Β` Παγκοσμίου Πολέμου. Το πρόβλημα - να τοποθετήσει πράκτορες στις γραμμές του εχθρού - ήταν το ίδιο. Μόνον οι πρωταγωνιστές και τα ονόματα είχαν αλλάξει.

Κάποια στιγμή ο Κέισι επικοινώνησε από το ασφαλές τηλέφωνο με τον στρατηγό Χόφι, διευθυντή της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Ισραήλ. "Ο Κέισι διαμαρτυρήθηκε έντονα", θυμάται ένας αξιωματούχος. Η Μοσάντ είχε υποσχεθεί πρόσβαση στην "ανεμόσκαλα" προς την Πολωνία εδώ και έξι μήνες, αλλά η CIA ακόμα δεν είχε δει τίποτα. Μετά από μια σειρά ανοίκειων εκφράσεων, ο Κέισι απαίτησε άμεση πρόσβαση. Δε με νοιάζει αν ο στρατιωτικός νόμος περιπλέκει τα πράγματα! ούρλιαζε. Υπενθύμισε στον Χόφι τις δορυφορικές φωτογραφίες και τις άλλες πληροφορίες που πρόθυμα είχε μοιραστεί μαζί του».

Ο Ρέιγκαν στο Βατικανό

Ακολούθως ο Κέισι σήκωσε το τηλέφωνο για να μιλήσει με την υπηρεσία της CIA στη Ρώμη. Το αίτημα του Κέισι ήταν να τον φέρουν σε επαφή με τον καρδινάλιο Καζαρόλι, υπουργό Εξωτερικών του Βατικανού. Το ραντεβού κλείστηκε.

«Στα τέλη Ιανουαρίου 1982, τα πράγματα άρχισαν να μπαίνουν σε μια σειρά. Ο στρατηγός Χόφι είχε τηλεφωνήσει, η CIA θα συνδεόταν αμέσως με την "ανεμόσκαλα". Ο καρδινάλιος Καζαρόλι είχε προγραμματίσει μια συνάντηση με αντιπροσώπους της CIA σε μια προσπάθεια να "συνεργαστούν"».

«Στις 7 Ιουνίου 1982 ο Πρόεδρος Ρέιγκαν πέταξε στη Ρώμη για μια εξάωρη συνάντηση με τον πάπα. Συναντήθηκαν κατ' ιδίαν για 45 λεπτά. Ο Ρέιγκαν άνοιξε τη συνάντηση, σημειώνοντας πόσο ταιριαστή ήταν στην περίπτωσή τους. Και οι δύο είχαν βρεθεί αντιμέτωποι με τον θάνατο, μετά από δολοφονικές επιθέσεις εναντίον τους, που απείχαν χρονικά μόλις μερικές εβδομάδες. "Του είπε ότι τους είχε προφυλάξει ο Θεός, για κάποιο σκοπό", θυμάται ο Μπιλ Κλαρκ. Και αυτός ο σκοπός ήταν η απελευθέρωση της Πολωνίας.

Πριν φύγει για το ταξίδι του στην Ευρώπη, ο Μπιλ Κέισι είχε ενημερώσει τον Ρέιγκαν και τον Κλαρκ για την πολωνική επιχείρηση. Ο Πρόεδρος έθιξε εν συντομία το ζήτημα στη συνάντησή του με τον πάπα Ιωάννη - Παύλο, λέγοντας: "Υπάρχει ακόμη ελπίδα για την Πολωνία. Αν εργαστούμε μαζί, μπορούμε να την κρατήσουμε ζωντανή". Ο ποντίφικας είχε γνέψει ελαφρά, επιδοκιμάζοντας».

Στόχος η ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας

«Συμφώνως προς το NSDD-32, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ως επίσημο στόχο την ανατροπή της σοβιετικής εξουσίας στην περιοχή. Ο Πρόεδρος Ρέιγκαν μιλούσε στους συμβούλους του, όχι μόνο για την προστασία της Αλληλεγγύης, αλλά και για την ανατροπή της συμφωνίας της Γιάλτας, που είχε χωρίσει την Ευρώπη στα δύο από το τέλος του Β` Παγκοσμίου Πολέμου. "Ο Ρέιγκαν δεν είχε χρόνο για τη συμφωνία της Γιάλτας, που διαιρούσε την Ευρώπη σε σφαίρες επιρροής", λέει ο Ρίτσαρντ Πάις. "Γι' αυτόν ήταν άδικη και αθέμιτη. Η μυστική υποστήριξη της Αλληλεγγύης ήταν ένας τρόπος για να προσπαθήσει να το αλλάξει αυτό".

Η CIA είχε τακτική επαφή με στελέχη της Αλληλεγγύης. Συναντώντας τους στη Φρανκφούρτη και αργότερα χρησιμοποιώντας διάσπαρτους πληροφοριοδότες, η CIA μετέφερε στην αντίσταση τις λεπτομέρειες της αμερικανικής πολιτικής. "Ενημερώναμε την Αλληλεγγύη για τις πολιτικές μας επιλογές", θυμάται ο Τζον Πόιντεξτερ. "Θέλαμε να εξαλείψουμε το στοιχείο της έκπληξης, που θα μπορούσε με τη σειρά του να λειτουργήσει αποθαρρυντικά. Γνώριζαν αρκετά συγκεκριμένα τι θα έπαιρναν, πριν ανακοινωθούν δημοσίως οι πολιτικές επιλογές των ΗΠΑ". Κάθε βδομάδα, σε διαφορετική ώρα, αναμεταδιδόταν ένα μήνυμα μέσω των εκπομπών της Φωνής της Αμερικής».

Το Νοέμβρη του 1982, ο Κέισι βρισκόταν στη Δ. Γερμανία, όπου ήταν η πρώτη φορά που άγγιξε την άκρη του "δικτύου" της CIA στην Πολωνία. Το γραφείο της CIA στη Φραγκφούρτη χρησίμευε ως προσωρινή βάση προώθησης για τις επιχειρήσεις στην Πολωνία.

«Ο Κέισι, τους τελευταίους μήνες του 1981, είχε ενισχύσει το σταθμό της Βαρσοβίας, κάνοντάς τον μια από τις πιο αποτελεσματικές υπηρεσίες της CIA παγκοσμίως. Ως αποτέλεσμα, η διείσδυση στην πολωνική κυβέρνηση ήταν όλο και πιο επιτυχής. Η CIA είχε καταφέρει να στρατολογήσει έναν αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Αμυνας, που ήταν δυσαρεστημένος από την πορεία εφαρμογής του στρατιωτικού νόμου. Είχε πρόσβαση σε αμυντικά σχέδια και σε κάποιες από τις συζητήσεις εσωτερικής ασφάλειας που γίνονταν κρυφά από την κυβέρνηση».

Αυτά όμως δεν ήταν αρκετά και η επιχείρηση πέρασε στην επόμενη φάση: «Το πρόγραμμα συγκεκαλυμμένων επιχειρήσεων στην Πολωνία είχε αναπτυχθεί με ραγδαίους ρυθμούς και, έτσι, ο Μπιλ Κέισι επιδίωξε να ανασυγκροτήσει τη δομή του το 1983 (...) Η διαδικασία αυτή, όμως, ήταν βραδυκίνητη και κατέληγε, μέχρι τότε, να εξαντλείται στη "λαθραία εισαγωγή χαρτοφυλάκων γεμάτων με χρήμα" (...) Τα κεφάλαια, όμως, δεν ήταν από μόνα τους αρκετά, ιδίως αν σκοπός ήταν η πλήρης εφαρμογή της απόφασης NSDD-32. Ο Πρόεδρος Ρέιγκαν ήθελε να ανέβει σε υψηλότερα επίπεδα η υποστήριξη και ανατέθηκε στον Κέισι να φροντίσει, ώστε να δημιουργηθεί ένα κανάλι μεταφοράς σημαντικού υλικού στην Πολωνία».

Ο Ούλοφ Πάλμε και η σοσιαλδημοκρατία στην υπηρεσία της CIA

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικά είναι τα όσα περιγράφονται γύρω από το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας και ειδικότερα του πρωθυπουργού της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε, τον οποίο, σύμφωνα με όσα γράφονται στο βιβλίο, ο διευθυντής της CIA στρατολόγησε στην επιχείρηση ανατροπής του σοσιαλισμού, με τη βοήθεια μάλιστα συνδικαλιστικών ηγεσιών των ΗΠΑ και της Δ. Ευρώπης.

Το 1982 ο Κέισι βρέθηκε στη Σουηδία. «Η Στοκχόλμη ήταν ο καλύτερος δρόμος για την Πολωνία. Η CIA ήθελε να εξάγει "στρατηγικά αγαθά" προς την Αλληλεγγύη, αλλά είχε ανάγκη βοήθειας από τη σουηδική κυβέρνηση (...) Ο Κέισι έφερε στη Στοκχόλμη μερικές ευνοϊκές επιστολές από συνδικαλιστές στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη. Ο Ιρβινγκ Μπράουν της AFL-CIO (σ.σ. συνομοσπονδία των εργατικών συνδικάτων των ΗΠΑ) έκανε κάποια τηλεφωνήματα για να προτρέψει τους Ευρωπαίους ηγέτες να γράψουν επιστολές.

Ηταν σύντομες αλλά χρήσιμες, μια ένδειξη προς τη Στοκχόλμη ότι οι άλλοι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες πίστευαν πως αξίζει να προσέξουν αυτά που ο Κέισι είχε να πει (...) Ο Κέισι απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό ως έναν άνθρωπο που είναι αφοσιωμένος στα εργατικά κινήματα. Η Αλληλεγγύη αγωνιζόταν και πιθανόν να μην επιβίωνε. Η αμερικανική κυβέρνηση ήθελε να στείλει, κατά διαστήματα, κάποια βοήθεια στο Γκντανσκ. Αλλά για να έχει επιτυχία η επιχείρηση, είχε ανάγκη πρόσβασης σε ένα ουδέτερο λιμάνι και της συνεργασίας των κυβερνητικών στελεχών. Υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσε να προχωρήσει την επιχείρηση αυτή χωρίς να εμπλέξει τον Πάλμε, αλλά πίστευε ότι η συνεργασία των δύο χωρών θα καθιστούσε την επιχείρηση πιο παραγωγική. Ο Πάλμε ήταν εξίσου σύντομος. Χωρίς δισταγμό συμφώνησε να κάνει ό,τι μπορούσε. Μίλησε μόνο για δέκα λεπτά περίπου, και ποτέ ξανά. Αλλά ήταν ένας πολύ χρήσιμος διάλογος. Μέσα σε λίγες βδομάδες έγιναν οι κατάλληλες υποδομές για να ξεκινήσει η διαδικασία εφοδιασμού της Πολωνίας. Υπάλληλοι των εξαγωγών και των τελωνείων έβαλαν εσκεμμένα παραπλανητικές ετικέτες σε κάποια κιβώτια με προορισμό το Γκντανσκ. Ηταν μια μέθοδος που δε θα υποπτεύονταν οι πολωνικές αρχές».

Το αποτέλεσμα της βοήθειας του Ούλοφ Πάλμε: «Στην πραγματικότητα, η συγκαλυμμένη υποστήριξη των ΗΠΑ στην Αλληλεγγύη βοήθησε το εκτός νόμου συνδικάτο να επιζήσει του μακρού, σκληρού χειμώνα του στρατιωτικού νόμου. Ο αγωγός μεταφοράς υλικής βοήθειας ξεκινούσε από τις Βρυξέλλες και έφτανε στο Γκντανσκ μέσω Στοκχόλμης».

Η Σοβιετική Ενωση μπορούσε να επιζήσει

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και οι εκτιμήσεις του συγγραφέα, οι οποίες πατάνε πάνω στην εικόνα που αποκόμισε από την έρευνα που έκανε, σχετικά με το κατά πόσο ήταν αναπόφευκτη η «κατάρρευση»:

«Η Σοβιετική Ενωση δεν κατέρρευσε εξαιτίας όσμωσης, ούτε επειδή είχε έρθει η ώρα της. Αν το Κρεμλίνο δεν είχε αντιμετωπίσει τις σωρευτικές επιπτώσεις της Στρατηγικής Αμυντικής Πρωτοβουλίας και της ενίσχυσης του αμερικανικού οπλοστασίου, τις γεωπολιτικές υποχωρήσεις στην Πολωνία και στο Αφγανιστάν, την απώλεια δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων σε σκληρό νόμισμα από τις εξαγωγές Ενέργειας και τον περιορισμό της πρόσβασής της στην τεχνολογία, είναι λογικό να πιστεύουμε ότι θα κατόρθωνε να ξεπεράσει τη θύελλα. Ο σοβιετικός κομμουνισμός δεν ήταν ένας οργανισμός καταδικασμένος να καταστραφεί σε οποιοδήποτε διεθνές περιβάλλον. Η αμερικανική πολιτική μπορούσε να αλλάξει, και άλλαξε, το ρου της σοβιετικής ιστορίας».

Ειδικά δε για την Πολωνία και το πόσο αποτελεσματική ήταν η ιμπεριαλιστική επέμβαση, αναφέρει στον επίλογο του βιβλίου: «Είναι εξαιρετικά απίθανο ότι η Αλληλεγγύη θα μπορούσε να επιζήσει στη διάρκεια της δεκαετίας των διωγμών, αν δεν είχε την ανοιχτή και συγκεκαλυμμένη υποστήριξη της κυβέρνησης Ρέιγκαν. Αν η κυβέρνηση Ρέιγκαν είχε υιοθετήσει την ευρωπαϊκή γραμμή στο Πολωνικό και δεν ασκούσε πιέσεις για δυτικές κυρώσεις, αν δεν τολμούσε να προσφέρει στην Αλληλεγγύη συγκεκαλυμμένη οικονομική και διοικητική βοήθεια, αν δίσταζε να της προσφέρει πληροφορίες και αν δεν είχε διαπραγματευτεί την επιβίωσή της χρησιμοποιώντας τις αμερικανικές κυρώσεις, η καταστολή της αντιπολίτευσης με την επιβολή του στρατιωτικού νόμου θα είχε επιτύχει».


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ