Και τι δεν έκανα, μου λέτε;
Τη μια στιγμή ήμουνα στον Βοϊδομάτη, την άλλη στη Ρώμη, στη Βενετία, στα Κύθηρα, στην Πάρο και πάει λέγοντας. Χωρίς να βρέξω το χεράκι μου... κολύμπησα σε μαγευτικές πρασινογάλανες ακρογιαλιές, έζησα σε αστραφτερούς λευκούς οικισμούς, περπάτησα σε καλντερίμια, επισκέφτηκα ξωκλήσια, μαγεύτηκα από φυσικές φυσικές καλλονές, μα και από ανθρώπινες... Ανέβηκα σε βουνά, διέσχισα ποτάμια, έκανα ράφτινγκ - ποταμοδρομία δηλαδή. Εζησα επικινδύνως, νοερώς, φυσικά.
Ενα απόγευμα έντρομη είδα σε βιντεοκασέτα τις ...αλησμόνητες και «ξεκούραστες» μέρες αγαπημένων φίλων που επιδόθηκαν στο ράφτινγκ. Ανατρίχιασα. Τα πρόσωπά τους παραμορφωμένα, τσακισμένα από την κούραση, ενώ τα χείλη τους προσπαθούσαν να χαμογελάσουν στο φακό. Θυμήθηκα τον Οσκαρ Γουάιλντ, που αποστρεφόταν τον αθλητισμό. Δε συμμερίζομαι την αποστροφή του, όμως...
Μα, κάθε βράδυ ξενυχτούσα στα λιμάνια και τραγουδούσα το «Αχ να μπορούσα τα λιμάνια να τα κλείσω, να σταματήσω τα τρένα στο σταθμό...».
Συντροφιά, αλλά και παρηγοριά έκανα στους πιστούς των νησιών. Εβγαινε ο ήλιος λαμπρός και ανελέητος και το πλοίο, από την εποχή του Κολόμβου, άφαντο ήταν ακόμη. Σκεφτόμουνα πως τούτοι εδώ οι ταλαίπωροι, όλον τον περασμένο χειμώνα, περίμεναν πώς και πώς να 'ρθουνε οι διακοπές. Νάτες που 'ρθαν επιτέλους, τα πλοία δεν έρχονται. Μα, κι όταν έρθουν, χαλούν. Εν πλω! Κάποτε, κάπου στο βάθος, κάτι φάνηκε μα σαλεύει. Χειροκροτήματα, φωνές υστερικές ακούστηκαν και τραγούδια: «Δημητρούλα μου γεια σου, Ροδάνθη μου, πάρτα όλα δικά σου».
Τώρα που επιτέλους έφυγαν, άγνωστο πότε θα επιστρέψουν, αναρωτιέμαι μήπως όλη αυτή η άδικη ταλαιπωρία, η ανεκδιήγητη καθυστέρηση, η στέρηση κάθε δικαιώματος στην ετήσια ανάπαυση του εργαζόμενου, αλλά και η περιφρόνηση που δείχνουν πλοιοκτήτες και κυβερνήσεις προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, μπας κι είναι το «αλατοπίπερο» των διακοπών, όπως τα ράντζα για τους ασθενείς (Θυμάστε τι είχε πει ο πρώην υπουργός Υγείας σχετικά με τη «χρησιμότητα» των ράντζων στα νοσοκομεία).
Αυτά είδα, έκανα και σκέφτηκα τούτο το καλοκαίρι που τέλειωσε. Κι εδώ που τα λέμε, λίγα δεν ήταν. Καλό χειμώνα. Αυτός, τουλάχιστον, ας καθυστερήσει λίγο, γιατί η τιμή του μαύρου χρυσού μας μαυρίζει την καρδιά. Και του χρόνου.