Κυριακή 14 Αυγούστου 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΝΕΟΛΑΙΑ
ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΕΣ ΚΛΙΝΙΚΕΣ
Παροχές «υγείας» σύμφωνα με την τσέπη του ασθενούς

Απαράδεκτες συνθήκες νοσηλείας, τεράστια κέρδη και εξουθένωση του προσωπικού είναι τα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα της λεγόμενης ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην Ψυχική Υγεία

Οταν έκλεισε η κάνουλα των κερδών, ο επιχειρηματίας Βλαστός έκλεισε την κλινική, αφήνοντας στην τύχη τους ασθενείς και τους εργαζόμενους
Οταν έκλεισε η κάνουλα των κερδών, ο επιχειρηματίας Βλαστός έκλεισε την κλινική, αφήνοντας στην τύχη τους ασθενείς και τους εργαζόμενους
Η λογική του κέρδους, που βάζει στο περιθώριο τις ανθρώπινες ανάγκες των ψυχικά πασχόντων και των οικογενειών τους, η καθαρή διαφοροποίηση των ασθενών ανάλογα με το πόσο αντέχει η τσέπη τους, αλλά και το «στύψιμο» των εργαζομένων για να παράγουν περισσότερα κέρδη, είναι η κατάσταση που επικρατεί και στις ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, όπως την περιέγραψε στο «Ρ» η Βάσω Μουκάνου, κοινωνική λειτουργός.

Η Βάσω δουλεύει εδώ και τρία χρόνια σε ιδιωτική νευροψυχιατρική κλινική στην Πεντέλη, αλλά, όπως εξηγεί, η κατάσταση με ελάχιστες διαφοροποιήσεις είναι ίδια σε όλες τις ιδιωτικές κλινικές. Σήμερα στην Αττική λειτουργούν 12 ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, όπου νοσηλεύονται - σύμφωνα με στοιχεία της Νομαρχίας Αθηνών - περίπου 1.500 ψυχικά πάσχοντες. Μέσα στο 2005 δυο κλινικές, η Νευροψυχιατρική Κλινική του Βλαστού, που νοσήλευε 200 ασθενείς, και η κλινική Σαλπετιέρη στη Μεταμόρφωση, με 70 ασθενείς, έκλεισαν αιφνιδιαστικά με αποφάσεις των διοικήσεών τους.

«Οι περισσότερες κλινικές λειτουργούν για πάρα πολλά χρόνια, ίσως και τρεις δεκαετίες και φαινομενικά, απ' τα κτίριά τους, νομίζει κανείς ότι οι συνθήκες εκεί είναι καλές. Αυτή όμως είναι η βιτρίνα, γιατί το φαινομενικό μετράει ψυχολογικά και στην οικογένεια που δε θέλει να βάλει τον άνθρωπό της σε ένα "αχούρι"», εξηγεί η Β. Μουκάνου. «Ομως - συνεχίζει - όλες οι κλινικές λειτουργούν με τη λογική του κέρδους και του ελάχιστου κόστους και αυτό μεταφράζεται σε μειωμένο και κακοπληρωμένο προσωπικό, στο φαγητό, αλλά και στη θεραπεία που τελικά παρέχεται στους ασθενείς».

«Ο μόνος έλεγχος που γίνεται στις κλινικές είναι από τα ασφαλιστικά ταμεία και αφορά κυρίως στο διαχειριστικό μέρος. Κανείς δεν ελέγχει πώς ζούνε αυτοί οι άνθρωποι. Δεν υπάρχει ενιαία γραμμή για τη θεραπεία και αποκατάστασή τους. Και αν συμβεί κάποιο ατύχημα σε έναν ασθενή μπορεί να κουκουλωθεί. Και φυσικά αν κλείσει μια ιδιωτική κλινική, όπως έγινε στην περίπτωση του Βλαστού, οι οικογένειες τρέχουν και δε φτάνουν να βρουν κλινική για το συγγενή τους», συμπληρώνει.

«Παράδεισος» για τις φαρμακευτικές εταιρίες

«Στις ιδιωτικές κλινικές οι ασθενείς είναι αποθηκευμένοι, πολλοί από αυτούς και για 30 χρόνια, χωρίς να τους παρέχονται οι κατάλληλες θεραπευτικές και υποστηριχτικές υπηρεσίες και έτσι η αντιμετώπισή τους - με δεδομένη και την έλλειψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού - είναι κυρίως φαρμακευτική. Με αυτά τα δεδομένα οι ψυχιατρικές κλινικές είναι για τις φαρμακευτικές εταιρίες πεδίο δόξης λαμπρό. Οι ασθενείς στις κλινικές είναι χρόνιοι και έτσι "χρόνιο" είναι το κέρδος για τις φαρμακευτικές. Βέβαια και εδώ υπάρχει ταξική διαφοροποίηση, αφού ο ασθενής του ΙΚΑ έχει διαφορετική αντιμετώπιση από τον ασθενή που θα νοσηλευτεί στο μονόκλινο. Ο ασθενής του ΙΚΑ θα φάει το πιο φτηνό φαγητό, θα πάρει το φάρμακο που καλύπτει το ταμείο του, ενώ ο ασθενής που μένει στο μονόκλινο και έχει να πληρώσει θα πάρει, για παράδειγμα, το τελευταίας εξέλιξης φάρμακο για τη σχιζοφρένεια. Συνολικά οι συνθήκες διαβίωσης είναι διαφορετικές αφού οι θάλαμοι για τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ είναι εξάκλινοι και οκτάκλινοι, συνήθως στο υπόγειο. Ετσι, όσοι έχουν να πληρώσουν εξασφαλίζουν για τους συγγενείς τους καλύτερα δωμάτια. Αλλά το κόστος για ένα μονόκλινο δωμάτιο είναι περίπου 200 ευρώ τη μέρα», επισημαίνει η Βάσω. Στο ίδιο πνεύμα υπογράμμισε ότι οι ασθενείς σε κρίση ή υποτροπή αντιμετωπίζονται ως εχθροί και η συνήθης μέθοδος είναι η απομόνωσή τους.

Με αυτά τα δεδομένα, και με την ιδιότητα της κοινωνικής λειτουργού, η Β. Μουκάνου καυτηριάζει το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας που παραδίδει την απεξάρτηση στους ιδιώτες. «Εδώ και πάρα πολλά χρόνια οι τοξικομανείς και αλκοολικοί, που έχουν να πληρώσουν, απουσία άλλων δομών νοσηλεύονται κατά καιρούς σε ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, συνήθως με το πρόσχημα της συνύπαρξης ψυχικής νόσου. Αλλά στις κλινικές αυτές δεν υπάρχει ειδική μεθοδολογία για την αντιμετώπιση της τοξικοεξάρτησης και του αλκοολισμού και έτσι οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζονται, όπως και όλοι οι άλλοι, φαρμακευτικά», υπογραμμίζει.

«Στην Ελλάδα οι υπηρεσίες που υπάρχουν είναι σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών και έτσι η λογική που επικρατεί είναι το "να μη σου τύχει". Στις ιδιωτικές κλινικές όσοι παίρνουν επίδομα απ' την Πρόνοια δε νοσηλεύονται γιατί το βάρος έχει μετακυλιστεί στην οικογένεια και στα Ταμεία. Και εκεί δε γίνονται εκπτώσεις. Για παράδειγμα, το ΝΑΤ καθυστερεί τις πληρωμές και οι κλινικάρχες διώχνουν αυτούς τους ασθενείς», εξηγεί.

Σωματική και επαγγελματική εξουθένωση

«Οι κλινικές στο σύνολό τους λειτουργούν με ελάχιστο προσωπικό, στην ουσία στα όρια της ασφάλειας. Και αυτό το προσωπικό πρέπει να καλύψει τρεις βάρδιες και για δεκάδες ασθενείς. Μάλιστα, το περισσότερο προσωπικό δεν είναι ειδικευμένο, ξέρει τη δουλιά εμπειρικά. Και για έναν άνθρωπο που δεν έχει εκπαίδευση είναι δύσκολο να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες και τη συναισθηματική φόρτιση της δουλιάς. Στις ψυχιατρικές κλινικές έχουμε υψηλά ποσοστά κατάθλιψης στο προσωπικό και αυτό είναι ένα μόνο απ' τα παραδείγματα της σωματικής και επαγγελματικής εξουθένωσης. Το τι ακριβώς συμβαίνει δεν καταγράφεται γιατί δεν υπάρχουν στις κλινικές γιατροί εργασίας», επισημαίνει η Βάσω αναφερόμενη στις εργασιακές σχέσεις στις κλινικές.

Και καταλήγει: «Για τους κλινικάρχες ο στόχος είναι το κέρδος. Ο ασθενής και η οικογένειά του είναι πελάτες και οι εργαζόμενοι εργαλείο για περισσότερα κέρδη. Και η εργοδοτική τρομοκρατία στο προσωπικό είναι μεγάλη, γιατί υπάρχει και ο φόβος της ανεργίας. Ο νοσηλευτής θα συμμετέχει στη διανομή του φαγητού, θα αλλάξει σεντόνια, θα κάνει μπάνιο τους ασθενείς. Το μόνο που βάζει εμπόδιο στην επέλαση των εργοδοτών είναι η παρέμβαση του Σωματείου Προσωπικού Ιδιωτικών Κλινικών και της ΟΣΝΙΕ. Σε όσες κλινικές δεν υπάρχει συλλογική δράση, συντονισμένη με τη δράση του Σωματείου, τα αποτελέσματα είναι επικίνδυνα και για τους εργαζόμενους και για τους ασθενείς».


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ