Ωριμο φρούτο πολιτικής συμφωνίας για αύξηση των κερδών με ξεζούμισμα των εργατών
Στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», οι εργάτες πλέον καλούνται να δουλεύουν ολημερίς, μέχρι τελικής πτώσεως, και μετά να «κάααααθονται» και απλήρωτοι και σακατεμένοι
Η υπερψήφιση στη Βουλή από την κυβερνητική πλειοψηφία του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας που θεσμοθετεί την κατάργηση του 8ωρου χαρακτήρισε τη βδομάδα που πέρασε. Το ΚΚΕ αποχώρησε από τη συζήτηση, σε μία ένδειξη άρνησης να υπάρχει η οποιαδήποτε νομιμοποίηση αυτού του εκτρώματος με άλλοθι την ψήφισή του από τη Βουλή. Η αποχώρηση συνοδεύτηκε από κάλεσμα στην εργατική τάξη να μη νομιμοποιήσει στη συνείδησή της τον εργατοκτόνο νόμο, να τον καταργήσει στην πράξη, συνεχίζοντας τους αγώνες της και μία δήλωση ότι το ΚΚΕ σ' αυτήν την κατεύθυνση θα δράσει.
Το νομοσχέδιο που εισηγήθηκε ο υπουργός Εργασίας Π. Παναγιωτόπουλος, ως νόμος πλέον, βρίσκεται στη διάθεση των εργοδοτών, μαζί με τους «πράσινους» νόμους 2639/98 και 2874/2000, που θεσμοθέτησαν τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, τα δουλεμπορικά γραφεία και τις ελαστικές μορφές απασχόλησης. Τυπικά, η ψήφιση του αντεργατικού νομοθετήματος έγινε με δύο ονομαστικές ψηφοφορίες, κατά τις οποίες 55 βουλευτές τάχθηκαν υπέρ και 46 κατά. Ομως, όπως έγινε ξεκάθαρο και από τη συζήτηση στη Βουλή, η αντίληψη της διευθέτησης του χρόνου εργασίας υπέρ των επιχειρηματικών κερδών έχει σαφώς ...ευρύτερη αποδοχή.
Η κυβέρνηση, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ευθέως αποδέχτηκε την ένταξη του αντεργατικού νομοθετήματος στο πλαίσιο της γενικότερης στόχευσής της για αύξηση των κερδών του κεφαλαίου και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς του, μέσω της μείωσης του κόστους εργασίας και του περιορισμού των εργασιακών δικαιωμάτων. Χαρακτηριστική ήταν η αναφορά του υφυπουργού Εργασίας Γ. Γιακουμάτου, που υποστήριξε ότι το νομοσχέδιο προωθείται «για να έχουν όλοι οι πολίτες αυτού του τόπου την κοινωνική υπεραξία, το κοινωνικό μέρισμα που παράγει η οικονομική ανάπτυξη. Αυτές τις αρχές πρεσβεύει αυτό το νομοθέτημα, ένα νομοθέτημα που γίνεται συντονισμένα και με άλλα υπουργεία. Δεν είπαμε ότι φτάνει μόνο αυτό το νομοθέτημα για την ανάπτυξη, για την ανταγωνιστικότητα. Πάνω, όμως, σε αυτές τις αρχές κινούνται και άλλα υπουργεία».
Η επί της ουσίας συμφωνία της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ ότι είναι αναγκαία η «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, θα βρίσκει σταθερά αντίπαλο στο δρόμο το μαχόμενο ταξικό εργατικό κίνημα
Παράλληλα, η κυβέρνηση επιχείρησε να παρουσιάσει το νόμο ως ενισχυτικό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της απασχόλησης διαμέσου της ανάπτυξης, ενώ χαρακτήριζε κινδυνολογία οποιαδήποτε κριτική για κατάργηση του 8ωρου. Ο υπουργός Εργασίας Πάνος Παναγιωτόπουλος δε δίστασε μάλιστα να κάνει κριτική στο ΚΚΕ, λέγοντας ότι αναλύει την πραγματικότητα με «εργαλεία του 19ουαιώνα» και αποκαλώντας «σύγχρονη προσέγγιση» την αποδοχή της μετατροπής των εργαζομένων σε μηχανές κερδοφορίας, με τίμημα την αποδιοργάνωση της ζωής τους και τη μεγιστοποίηση της εκμετάλλευσής τους.
Παρά την καταψήφιση του νομοθετήματος από τους βουλευτές του, αλλά και τις υποσχέσεις του προέδρου του, Γιώργου Παπανδρέου, για κατάργηση του νόμου - εφόσον το ΠΑΣΟΚ γίνει κυβέρνηση - η αξιωματική αντιπολίτευση φρόντισε να καταστήσει σαφές ότι θα αποτελέσει δύναμη σύμπραξης στις λογικές για τη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας», με κριτήριο την περίφημη «ανταγωνιστικότητα» και την «παραγωγικότητα» των επιχειρήσεων. Οι «κορόνες» των εισηγητών του, όπως ο Ε. Παπαχρήστος που κατηγόρησαν τη ΝΔ για «ταξική πολιτική» και «εξυπηρέτηση των συμφερόντων των βιομηχάνων», δεν μπόρεσαν να καλύψουν την πολιτική ουσία της επιχειρηματολογίας του ΠΑΣΟΚ. Ξεκάθαρη ήταν η τοποθέτηση του Γ. Παπανδρέου, ο οποίος αναγνώρισε ύπαρξη προβλήματος ανταγωνιστικότητας στα ελληνικά προϊόντα, υποστηρίζοντας ότι υφίσταται η ανάγκη αλλαγών και «διευθετήσεων», οι οποίες, όμως, πρέπει να στηρίζονται στη «δημοκρατική διαβούλευση» με τους εργαζόμενους. Στην ίδια ακριβώς λογική, η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Αννα Διαμαντοπούλου μίλησε για «αγκυλώσεις και δυσλειτουργίες», που θα επιλυθούν με «διάλογο των κοινωνικών εταίρων», αφού αυτός είναι ο «πυρήνας» του διαλόγου που γίνεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οσον αφορά τον ΣΥΝ, ο πρόεδρός του, Αλ. Αλαβάνος, παρενέβη στη συζήτηση, δίνοντας παραδείγματα διαφορετικών προσεγγίσεων στο θέμα της ανάπτυξης, επικαλούμενος την πολιτική του πρωθυπουργού Ντε Βιλπέν στη Γαλλία. Παράλληλα, ο εισηγητής του ΣΥΝ, Γ. Δραγασάκης, άσκησε κριτική στην κυβέρνηση, σχετικά με το «τι είδους επιχειρηματικότητα» επιδιώκει να ενισχύσει, τονίζοντας την ανάγκη στήριξης της ανάπτυξης στην «έρευνα» και τις «νέες τεχνολογίες».