Η αλήθεια είναι ότι οι αθρόες εισαγωγές αυτών των προϊόντων από την Κίνα έχουν σημαντικές επιπτώσεις. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, σε έκθεσή του, εκτιμά ότι από την εξέλιξη αυτή κινδυνεύουν να χάσουν την εργασία τους περίπου 27 εκατομμύρια εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται κυρίως στις κλωστοϋφαντουργικές βιομηχανίες, αλλά και στη βαμβακοκαλλιέργεια της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Στο ίδιο πνεύμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι η κατάργηση των ποσοστώσεων θα προκαλέσει, μόνο κατά το 2005, μείωση στις ευρωπαϊκές εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων κατά 6,2% και των ειδών ιματισμού κατά 8%. Πίσω από τα ποσοστά αυτά, κρύβονται πάνω από 100.000 κλωστοϋφαντουργίες, που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Ευρώπη, με ετήσιο τζίρο περίπου 200 δισ. ευρώ και τουλάχιστον 2,5 εκατομμύρια εργαζόμενους, που θα πληρώσουν και «τα σπασμένα».
Τώρα, λοιπόν, η Κομισιόν δηλώνει ότι σκοπεύει να επιβάλει περιορισμούς στις εισαγωγές εννέα κινεζικών προϊόντων, που έχουν κατακλύσει τις ευρωπαϊκές αγορές. Την πρωτοβουλία για την εφαρμογή των περιορισμών έχει η γαλλική κυβέρνηση, η οποία πιστεύει ότι έτσι θα εξευμενίσει τους Γάλλους εργαζόμενους, που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν «όχι» στο «ευρωσύνταγμα» στις 29 Μάη.
Η Κίνα, από την πλευρά της, δηλώνει ότι κάθε περιορισμός στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στην ΕΕ συνιστά παραβίαση των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και του «ελεύθερου ανταγωνισμού». Η κινεζική κυβέρνηση, επίσης, υπενθυμίζει την παραγγελία της στην ευρωπαϊκή αεροναυπηγική βιομηχανία «Airbus» 30 αεροσκαφών, συνολικής αξίας περίπου 3,2 δισ. δολαρίων. Σημειώνει, μάλιστα, ότι κάθε ένα από τα εν λόγω αεροσκάφη κοστίζει περίπου όσο κοστίζουν 20 εκατομμύρια κινεζικά μπλουζάκια από αυτά που εισάγονται στην Ευρώπη.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι οι προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον περιορισμό των κινεζικών εισαγωγών έρχονται σε μια περίοδο, που κορυφώνονται οι πιέσεις από τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το G7 προς το Πεκίνο να «σπάσει» τη σταθερή ισοτιμία δολαρίου /γουάν και να ανατιμήσει το κινεζικό νόμισμα. Πιέζουν, δηλαδή, για να ακριβύνουν τα εξαγόμενα κινεζικά προϊόντα (άρα να μειωθούν οι εξαγωγές) και να φτηναίνουν τα εισαγόμενα προϊόντα στην Κίνα (άρα, να αυξήσει η Κίνα τις εισαγωγές). Με δύο λόγια, τα ιμπεριαλιστικά κέντρα θέλουν την Κίνα περισσότερο ως τεράστια καταναλωτική αγορά των προϊόντων τους, και όχι ως ανταγωνιστή τους στις διεθνείς αγορές.