Στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) θα κριθεί ή τύχη ενός ειδικού επιδόματος που δίνεται στο νοσηλευτικό προσωπικό από την 1/1/1976 και σήμερα κινδυνεύει να περικοπεί. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στο ΑΕΔ μετά από αντίθετες αποφάσεις στις Ολομέλειες του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ).
Το ερώτημα που θα απασχολήσει το ΑΕΔ είναι αν η πρόσθετη παροχή που χορηγείται στο νοσηλευτικό προσωπικό εξαρτάται ή όχι από τις ώρες ημερήσιας απασχόλησής τους.
Με το νόμο 201/1975 καθιερώθηκε για το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, που εργάζεται με 8ωρο, η καταβολή επιπλέον αμοιβής για μια ώρα ημερησίως, υπολογιζόμενη ως αμοιβή για δύο ώρες. Η αμοιβή αυτή χορηγήθηκε ως κίνητρο για την προσέλκυση εργαζόμενων στον υγειονομικό κλάδο, επειδή είναι ιδιαίτερα δύσκολες οι συνθήκες εργασίας και χαμηλές οι αποδοχές και αποτελούσε πρόσθετη παροχή στους εργαζόμενους σ' αυτό τον κλάδο.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ που δικαιώνει τους εργαζόμενους με την υπ' αριθμό 3456/2004 απόφασή της έκρινε ότι η πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται ως κίνητρο για την προσέλκυση προσωπικού στα νοσοκομεία και δεν αποτελεί επίδομα. Στην ίδια απόφαση επισημαίνεται ότι η αμοιβή αυτή δεν αποτελεί αντάλλαγμα για απασχόληση πέραν από το νόμιμο ωράριο, αλλά είναι τμήμα των αποδοχών του νοσηλευτικού προσωπικού, βάσει του νόμου 201/1975. Η μεταγενέστερη μείωση του ωραρίου, συνεχίζει το ΣτΕ, δε συνεπάγεται την κατάργηση ή τη μείωση αυτής της πρόσθετης αμοιβής. Οπως αναφέρει το ΣτΕ, την πρόσθετη αμοιβή «δικαιούνται όσοι απασχολούνται σε θέσεις προσωπικού νοσηλευτικών ιδρυμάτων, το οποίο κατά την έναρξη ισχύος του νόμου 201/1975 είχε υποχρέωση 8ωρης απασχόλησης».
Αντίθετα, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου είχε κρίνει με παλαιότερη απόφαση (5/1997) ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσθετη αμοιβή είναι η 8ωρη ημερήσια απασχόληση των νοσηλευτών, ανεξάρτητα από το ισχύον νόμιμο ωράριο εργασίας.