Από το 2003 στο 2004 έφυγαν από τη μέση άλλοι 1.000 παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος
Ακόμα περισσότερο λιγόστεψε ο αριθμός των αγελαδοτρόφων την προηγούμενη γαλακτοκομική περίοδο 2003/2004. Την τελευταία δεκαετία, ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος συρρικνώνεται με γοργούς ρυθμούς, ως αποτέλεσμα των προωθούμενων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στον τομέα της κτηνοτροφίας.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος κατά τη γαλακτοκομική περίοδο 2003/2004 ήταν 8.637, από 9.616 την περίοδο 2002/2003. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ο αριθμός των αγελαδοτρόφων την περίοδο 1999/2000 ήταν 13.873, πράγμα που σημαίνει ότι μέσα σε πέντε χρόνια ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος μειώθηκε κατά 37,7%. Κι αν σκεφτεί κανείς ότι το 1992 υπήρχαν στην Ελλάδα 32.000 παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος, τότε το ποσοστό μείωσης διπλασιάζεται! Τα στοιχεία παραγωγής που δίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πενταετία 1999 - 2004 είναι 668.860 τόνοι για τη γαλακτοκομική περίοδο 1999/2000 και 689.340 τόνοι για την περίοδο 2003/2004. Αυτό σημαίνει ότι ο μέσος όρος της ατομικής ποσόστωσης των αγελαδοτρόφων την περίοδο 1999/2000 ήταν 48 τόνοι ανά κτηνοτρόφο και την περίοδο 2003/2004 αυξήθηκε στους 80 τόνους.
Από τα στοιχεία αυτά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποκαλύπτονται για άλλη μια φορά τα αποτελέσματα της υλοποίησης της ευρωπολιτικής μείωσης του αριθμού των μικρομεσαίων αγροτοκτηνοτρόφων από τις ελληνικές κυβερνήσεις και της συγκέντρωσης της παραγωγής στα χέρια λίγων μεγάλων παραγωγών και βιομηχανιών. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως από το 1992 και μετά οι παραγωγοί που έφυγαν από τη μέση ήταν στη συντριπτική πλειοψηφία μικροί αγελαδοτρόφοι. Κι αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι το 1992 η εθνική ποσόστωση αγελαδινού γάλακτος ήταν 625.000 τόνοι και την περίοδο 2003/2004 αυξήθηκε στους 700.000 τόνους και από την τρέχουσα περίοδο στους 820.000 τόνους. Ομως και η νέα αυτή αύξηση του πλαφόν δε σημαίνει πως θα σταματήσει ο ρυθμός συρρίκνωσης των παραγωγών αγελαδινού γάλακτος. Από την άλλη, φαίνεται ξεκάθαρα ότι από το 1992 και μετά ο τομέας της γαλακτοβιομηχανίας άνθισε στην Ελλάδα και τα σχετικά κέρδη διευρύνθηκαν θεαματικά. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα έχει αναλογικά τη μικρότερη ποσόστωση στην ΕΕ και παραμένει ελλειμματική σε αγελαδινό γάλα, αφού υπολογίζεται ότι οι ανάγκες της χώρας ξεπερνούν τους 1.200.000 τόνους.