Τα κοινωνικά κινήματα και οργανώσεις της περιοχής που συγκροτούν την «Εκστρατεία Ενάντια στην ALCA» εκφράζουν με μία ανακοίνωση την αντίθεσή τους «σε αυτήν την επιζήμια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, με την οποία διακυβεύεται η κυριαρχία μας, το μέλλον μας και οι πιθανότητες να προχωρήσουμε σε μία πραγματική υποπεριφερειακή ένταξη... Δηλώνουμε ότι αυτό το "πάρε δώσε" είναι εντελώς απαράδεκτο, όπως επίσης η ολοκληρωτική έλλειψη διαφάνειας με την οποία διεξάγονται αυτές οι διαπραγματεύσεις. Με αντάλλαγμα κάποια υποτιθέμενα κέρδη για κάποιους, ελάχιστους τομείς εξαγωγών αγροτικών προϊόντων, οι κυβερνήσεις των χωρών του Mercosur παραδίδουν τομείς - κλειδιά των οικονομιών μας στον άνισο ανταγωνισμό με τις μεγάλες διεθνικές ευρωπαϊκές εταιρίες, όπως για παράδειγμα τα βιομηχανικά αγαθά, την αλιεία και τις θαλάσσιες μεταφορές, ασφάλειες, υπηρεσίες περιβαλλοντικές - συμπεριλαμβανομένου και του νερού - χρηματιστικές υπηρεσίες και τηλεπικοινωνιών, κυβερνητικές προμήθειες, πιο αυστηρές ρυθμίσεις για την πνευματική ιδιοκτησία που θα εμποδίζουν τη μεταφορά τεχνολογίας και θα διευκολύνουν τη βιοπειρατεία, συμπληρωματικές νομικές εγγυήσεις για τους Ευρωπαίους επενδυτές κλπ».
Εκείνο που επιδιώκουν οι κυβερνήσεις του Mercosur είναι η πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά για κάποιες γεωργοκτηνοτροφικές και αγροτοβιομηχανικές παραγωγές της περιοχής. Ωστόσο, για να συμβεί αυτό, η πρόσβαση στις αγορές θα πρέπει να είναι μία αμοιβαία παραχώρηση, δηλαδή να ανοίξουν οι συγκεκριμένες λατινοαμερικάνικες χώρες ακόμα περισσότερο τις αγορές τους στις ευρωπαϊκές επιδοτούμενες αγροτικές εισαγωγές, γεγονός που θα σήμαινε τη χρεοκοπία της μεγάλης πλειοψηφίας των οικογενειακών γεωργών και αγροτών της περιοχής.
Σε αυτήν τη διαπεριφερειακή συμφωνία μεταξύ του Mercosur και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Βραζιλία, για παράδειγμα, προσέφερε το 90% της πρόσβασης στην αγορά, που στην ουσία σημαίνει ότι τα ευρωπαϊκά προϊόντα θα μπαίνουν χωρίς να πληρώνουν δικαιώματα, δηλαδή δασμούς, όπως καταγγέλλει με ανακοίνωση Τύπου η Via Campesina της Βραζιλίας, όπου συμμετέχουν το Κίνημα των Εργατών του Κάμπου Χωρίς Γη (MST), Το Κίνημα των Μικρών Γεωργών (ΜΡΑ), Το Κίνημα των Γυναικών του Κάμπου (MMC), κλπ. Μία από τις πιο ανησυχητικές περιπτώσεις είναι αυτή που αφορά το γάλα, το οποίο θεωρείται από το Mercosur ευαίσθητο προϊόν. Ωστόσο, ο κατάλογος εξαιρέσεων για τα αναγνωρισμένα ευαίσθητα προϊόντα του Mercosur δεν εφαρμόζεται σε αυτήν τη διαπεριφερειακή συμφωνία. Οι μικροί παραγωγοί στη Βραζιλία είναι υπεύθυνοι για το 80% της παραγωγής γάλακτος. Εάν, λοιπόν, η συμφωνία υπογραφόταν σήμερα, ο δασμός στο εισαγόμενο γάλα, που είναι της τάξης του 27%, θα μειωνόταν σταδιακά στο 0% σε δέκα χρόνια. Η εισαγωγή γάλακτος, μεγάλης έκτασης ήδη, κυρίως στο γάλα σκόνη, θα ήταν καταστροφική και θα έπληττε πολύ τις εγχώριες τιμές, καθώς και τη ζωή εκατομμυρίων μικρών γεωργών. Σίγουρα πάνω από 1.000.000 από αυτούς, που σήμερα παράγουν περίπου 30 λίτρα γάλα την ημέρα ο καθένας τους, δε θα βρίσκονται σε συνθήκες παραγωγικότητας, ώστε να ανταγωνιστούν τους Ευρωπαίους, συνεπώς θα χρεοκοπούσαν χάνοντας τη δουλιά τους και αυξάνοντας τον αριθμό των ανθρώπων που εγκαταλείπουν τον κάμπο. Το ίδιο συμβαίνει και με το κρεμμύδι, το σκόρδο, τα κρασιά, τα δαμάσκηνα και άλλα. Ολα τα παραπάνω καλλιεργούνται και παράγονται σε μικρές οικογενειακές μονάδες.
Πρόβλημα προκύπτει και με το κρέας. Οι Ευρωπαίοι προσφέρουν μερίδιο εξαγωγών μικρότερο από αυτό που υπάρχει σήμερα, δηλαδή 116.000 τόνους έναντι 275.000 τόνων που εξάγονται σήμερα από τις τέσσερις χώρες - μέλη του Mercosur. Και επιπλέον προτείνουν ένα μηχανισμό αύξησης του φόρου, όταν οι εξαγωγές αυξάνονται. Αυτό σημαίνει, ότι όσο περισσότερο εξάγουν οι εν λόγω χώρες, τόσο μεγαλύτεροι θα είναι οι δασμοί.
Στις διαπραγματεύσεις για τις υπηρεσίες διακυβεύεται το άνοιγμα τομέων όπως οι τηλεπικοινωνίες, τράπεζες, ασφάλειες, «υπηρεσίες πολιτιστικές και εκπαιδευτικές», «περιβαλλοντικές υπηρεσίες» (νερό και έλεγχος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης), ταχυδρομικές υπηρεσίες και τουρισμός. Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στο νερό και προπάντων στον Υδροφόρο Ορίζοντα Γκουαρανί, που βρίσκεται στο έδαφος των χωρών του Mercosur. Αν και αυτήν τη στιγμή η ΕΕ δεν αναφέρεται σε αυτό, μια και πρόκειται για μία συμφωνία που μένει ανοιχτή σε δεσμεύσεις μεγαλύτερης «απελευθεροποίησης», δε χωράει καμία αμφιβολία ότι μόλις υπογραφεί το αρχικό πλαίσιο της συμφωνίας, οι μεγάλες πολυεθνικές του νερού, που στην πλειοψηφία τους είναι ευρωπαϊκές, θα θελήσουν να έχουν απεριόριστη πρόσβαση στον Υδροφόρο Ορίζοντα Γκουαρανί.
Ακόμα, στις συζητήσεις για την αλιεία και το καμποτάζ στην ακτοπλοΐα (προστατευτισμός στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες), η ΕΕ ασκεί πιέσεις για να μειωθούν τα χωρικά ύδατα των χωρών του Mercosur από τα 200 ναυτικά μίλια στα 12. Με αυτόν τον τρόπο, τα πλοία με ευρωπαϊκή σημαία θα μπορούν να θεωρούν ιδιοκτησία τους ό,τι ψαρεύεται έξω από το όριο των 12 μιλίων. Και βέβαια πρόκειται για το πρώτο βήμα προς την ιδιωτικοποίηση των θαλασσών.
Οπως αναφέραμε και στην αρχή, οι κοινωνικές, λαϊκές οργανώσεις που συγκροτούν την «Εκστρατεία Ενάντια στην ALCA» στις χώρες του Mercosur, εκφράζουν την αντίθεσή τους σε αυτήν την επιζήμια για την περιοχή συμφωνία και απαιτούν από τους διαπραγματευτές και τις κυβερνήσεις του Mercosur, να μην υπογράψουν τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, να σταματήσουν αμέσως οι διαπραγματεύσεις, να πραγματοποιηθούν δημοψηφίσματα πριν από πιθανή επαναδιαπραγμάτευση, συμμετοχή των εθνικών Κοινοβουλίων σε όλες τις φάσεις των νέων διαπραγματεύσεων πριν από την υπογραφή οποιασδήποτε συμφωνίας, να εκτιμήσουν τις κοινωνικοπεριβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις από την φιλελευθεροποίηση της αγοράς των τελευταίων δεκαετιών στην περιοχή.