Κυριακή 17 Οχτώβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΣΟΔΑ
Θέμα επιλογής η υστέρησή τους

Ο κυριότερος λόγος για τα χαμηλότερα, από τα προσδοκώμενα, έσοδα, είναι η πολιτική που ευνοεί τη ...μη πληρωμή φόρων από το μεγάλο κεφάλαιο

Το πρόβλημα της χαμηλής είσπραξης κρατικών εσόδων ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα την προηγούμενη βδομάδα, με αφορμή τη δημοσιοποίηση των στοιχείων για την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού το οκτάμηνο Γενάρη - Αυγούστου 2004. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, τα καθαρά έσοδα (μετά την αφαίρεση των επιστροφών φόρου) αυξήθηκαν με ρυθμό 4,4%, έναντι πρόβλεψης για ρυθμό αύξησης 8,5%. Σε απόλυτους αριθμούς, το οκτάμηνο είχαν εισπραχτεί έσοδα 25,9 δισ. ευρώ, ενώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις, μέχρι το τέλος του χρόνου θα πρέπει να εισπραχτούν 40,7 δισ. ευρώ.

Ανεξάρτητα, αν το υπουργείο Οικονομικών καταφέρει στους τέσσερις μήνες, να μαζέψει τα 14,7 δισ. ευρώ, ή θα καταφύγει στις γνωστές και από την περίοδο του ΠΑΣΟΚ αλχημείες (μεταφορά εσόδων του 2005 στο 2004), η πορεία εκτέλεσης και του φετινού προϋπολογισμού, αλλά και των προϋπολογισμών των προηγούμενων χρόνων, αναδεικνύει ένα σημαντικό πρόβλημα. Την αδυναμία είσπραξης εσόδων, σε περιόδους μάλιστα όπου η οικονομία αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς. Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η αύξηση του ΑΕΠ είναι ο υπ' αριθμόν ένα παράγοντας για την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Σε όποιο εγχειρίδιο και αν ανατρέξουμε, διαβάζουμε ότι η αύξηση του ΑΕΠ οδηγεί σε αύξηση των εισοδημάτων και σε ανάλογη αύξηση των φόρων. Στην Ελλάδα, από το 1996, είχαμε μεν υψηλή αύξηση του ΑΕΠ - μας το υπενθύμισαν κάθε τόσο και λιγάκι οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί του ΠΑΣΟΚ - αλλά σταθερά κάθε χρόνο παρατηρούνταν προβλήματα στα κρατικά έσοδα. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι λόγω της εφαρμογής των φορομπηχτικών πολιτικών που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, τα φορολογικά έσοδα τη δεκαετία του '90 αυξήθηκαν κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες: Από το 25% του ΑΕΠ στο 30% του ΑΕΠ. Παρ' όλα αυτά, το πρόβλημα των κρατικών εσόδων ήταν υπαρκτό όλα αυτά τα χρόνια.

Πώς εξηγείται το αντιφατικό γεγονός, η οικονομία να αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς και τα κρατικά έσοδα να σημειώνουν υστέρηση; Το πρόβλημα αυτό αποκτάει μεγαλύτερη ακόμα βαρύτητα, μετά τη «δημοσιονομική απογραφή» της κυβέρνησης της ΝΔ, που «έβγαλε στη φορά» όλα τα «άπλυτα» των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, η οποία, όπως είναι γνωστό, οδήγησε σε αναθεώρηση των στοιχείων του χρέους και του ελλείμματος για την περίοδο 2000 - 2004.

Για το 2004, οι διάφοροι καλοθελητές - που αναμασούν τις επιφανειακές αντιπολιτευτικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ - απέδωσαν το πρόβλημα της υστέρησης των εσόδων, στις διακηρύξεις της κυβέρνησης της ΝΔ για διάλυση του ΣΔΟΕ και άλλων εισπρακτικών μηχανισμών, που είχαν ως αποτέλεσμα, οι τελευταίοι να περιπέσουν σε αδράνεια, να μη γίνονται έλεγχοι στην αγορά, να γιγαντωθεί η φοροδιαφυγή και κατά συνέπεια τα έσοδα από ελέγχους να εμφανίσουν υστέρηση. Οσοι υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, δεν καταλαβαίνουν - ή κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν - ότι αν μια κυβέρνηση εξαρτά την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού από τη φορολογική τρομοκρατία, που ασκούν οι διάφοροι «αμαρτωλοί» μηχανισμοί του κράτους, απλώς αναγνωρίζει την ύπαρξη του προβλήματος.

Θέμα επιλογής

Ολοι όσοι εκφράζουν αγωνία για την πορεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού, τόσο το ΠΑΣΟΚ, το οποίο βρίσκει έδαφος για ευκαιριακή αντιπολίτευση, όσο και η ΝΔ που «ξύνεται» για την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων, αποσιωπούν το βασικό. Οτι το πρόβλημα στα κρατικά έσοδα οφείλεται στις πολιτικές επιλογές των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Πολιτικές, οι οποίες σταθερό στόχο έχουν, αφ' ενός την ελαχιστοποίηση της φορολογίας του πλούτου και αφ' εταίρου την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των λαϊκών στρωμάτων. Το πρόβλημα, δηλαδή, των κρατικών εσόδων, είναι πρόβλημα της ίδιας της δομής και της διάρθρωσης του ίδιου του φορολογικού συστήματος της χώρας. Ενα φορολογικό σύστημα, βαθιά ταξικό, και ως εκ τούτου αντιλαϊκό, αλλά και αναποτελεσματικό.

Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, στα πλαίσια των νεοφιλελεύθερων επιλογών τους, ακολούθησαν με συνέπεια την πολιτική μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων και των μεγάλων εισοδημάτων. Για να πούμε τα πράγματα με τ' όνομά τους, ο συσσωρευμένος πλούτος του κεφαλαίου στην Ελλάδα, στις διάφορες μορφές του, είτε πρόκειται για μερίσματα μετοχών, κρατικά ομόλογα, ακίνητα, δε φορολογείται ή φορολογείται κατά ενδεικτικό και μόνο τρόπο. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ το 1992 μείωσε τη φορολογία των Ανωνύμων Εταιριών από το 50% (συντελεστή κερδών) στο 35%, ενώ η σημερινή κυβέρνηση έχει κάνει γνωστές τις προθέσεις της για νέα μείωση της φορολογίας των κερδών, τα επόμενα τρία χρόνια στο 25%. Αλλά και αυτά τα στοιχεία δεν απεικονίζουν την πραγματική φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων, καθώς οι επιχειρηματίες νόμιμα μπορούν να περιορίσουν τη φορολογική βάση των κερδών τους. Από τα επιχειρηματικά κέρδη, εκπίπτουν της φορολογίας όσα μεταφέρονται σε λογαριασμούς σχηματισμού αφορολόγητων αποθεματικών, προκειμένου να επενδυθούν... Στις επιχειρήσεις που εμφανίζουν ζημιές, δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς των ζημιών αυτών στα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ υπάρχουν δεκάδες ακόμα «παραθυράκια» που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να εκπίπτουν από τη φορολογία κολοσσιαία κέρδη. Πέραν, βέβαια, της νόμιμης οδού, υπάρχουν και τα σοκάκια της παρανομίας...

Είναι η τεραστίων διαστάσεων φοροδιαφυγή του μεγάλου κεφαλαίου, που γίνεται με το γνωστό μηχανισμό των υπερτιμολογήσεων και των υποτιμολογήσεων, των «τριγωνικών συναλλαγών» μέσω εικονικών υπεράκτιων εταιριών κλπ. Κοντολογίς, η σημερινή φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων, ζήτημα είναι αν ξεπερνά το 15%. Κοντά σε αυτά, αξίζει να θυμίσουμε ότι οι μεταβιβάσεις επιχειρήσεων από γενιά σε γενιά γίνεται «σχεδόν χωρίς καμιά επιβάρυνση (1,2% έως 2,4% ανάλογα με το βαθμό συγγένειας)» ( Δελτίο ΣΕΒ Ιούνης - Ιούλης 2004)! Η φορολογία των χρηματιστηριακών πράξεων ξεκινά με συντελεστή μηδέν ...0,03% για πωλήσεις μετοχών, 0,2% για φορολογία αποδόσεων Αμοιβαίων Κεφαλαίων, ενώ οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, που βρίσκονται στα χέρια τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων, καθίστανται αφορολόγητες, από τη στιγμή που αυτές εμφανιστούν ότι βρίσκονται στην κατοχή κατοίκων εξωτερικού. Φυσικά, πρόκειται για τέχνασμα που το γνωρίζουν όλοι οι μετέχοντες στο έγκλημα... Να θυμίσουμε ακόμα, ότι κατ' απαίτηση των τραπεζών, καταργήθηκε ο φόρος τραπεζικών εργασιών, κατ' απαίτηση των εισαγωγέων αυτοκινήτων μειώθηκε δραστικά η φορολογία τους, ότι οι κατασκευαστικές εταιρίες - όπου επικρατεί όργιο φοροδιαφυγής - φορολογούνται - υποτίθεται ότι φορολογούνται - κατά τεκμαρτό τρόπο και όχι με βάση τα αποτελέσματα των ισολογισμών τους! Κατά τα άλλα, κατηγορούν τα νοσοκομεία ότι δεν έχουν αναπτύξει ακόμα διπλογραφικό σύστημα λογιστικής... Τέλος, ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας, που καθιερώθηκε το 1997, αφού υπονομεύτηκε από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ με τη θέσπιση δεκάδων εξαιρέσεων, καταργείται σήμερα από την κυβέρνηση της ΝΔ.

Πολιτικό συμπέρασμα: Ο πλούτος που παράγεται από την εργασία των άμεσων παραγωγών και τον οποίο ιδιοποιούνται οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής, οι κεφαλαιοκράτες, επί της ουσίας δε φορολογείται. Και έχουν το θράσος να μιλάνε για... αβάσταχτη φορολογική επιβάρυνση που υφίσταται ο επιχειρηματικός κόσμος και μας προτρέπουν να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Ιρλανδίας...

Η μη φορολόγηση, ουσιαστικά, του κεφαλαίου στην Ελλάδα, είναι συνειδητή επιλογή, το «συγκριτικό πλεονέκτημα», ώστε να κάνουν την Ελλάδα ελκτική στο ξένο κεφάλαιο. Ετσι εξηγείται εν μέρει, γιατί η κερδοφορία του ελληνικού κεφαλαίου μετράται με διψήφια ποσοστά, και στις αναπτυγμένες καπιταλιστικά οικονομίες της ΕΕ με μονοψήφια...

Το δημοσιονομικό πρόβλημα

Το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν προέκυψε με τη διενέργεια της απογραφής. Είναι υπαρκτό για δύο τουλάχιστον δεκαετίες. Το θέμα είναι ότι οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, ενώ δικαιολογούν τις πολιτικές λιτότητας, στο όνομα του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας, έχουν αποτύχει μέχρι σήμερα να το αντιμετωπίσουν. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το δημόσιο χρέος της χώρας στο τέλος του 2004 θα διαμορφωθεί στο 112,1% του ΑΕΠ (184,3 δισ. ευρώ) και για την εξυπηρέτησή του το 2005 (πληρωμή τοκοχρεολυσίων) θα διατεθούν κάτι περισσότερο από 32,5 δισ. ευρώ. Η λύση του δημοσιονομικού προβλήματος στα σημερινά πλαίσια, μοιάζει με το αίνιγμα της Σφίγγας. Η κυβέρνηση εξαγγέλλει σήμερα δυο στόχους αντιφατικούς και αλληλοαναιρούμενους μεταξύ τους. Τη μείωση του δημόσιου χρέους και τη μείωση της φορολογίας του μεγάλου πλούτου. Από την άλλη, τα λαϊκά στρώματα, από τα οποία αντλούν έσοδα για τον κρατικό προϋπολογισμό, υπερφορολογούνται και αυτό το ξέρουν. Επομένως, τι μένει; Η δραστική περικοπή των κοινωνικών δαπανών. Και αυτό όμως να κάνουν, δεν είναι σίγουρη η λύση του προβλήματος.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ