Ασύλληπτοι οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της δράσης του ΕΛΑ υποστήριξαν στις αγορεύσεις τους οι εισαγγελείς, αφήνοντας ορθάνοιχτη την πόρτα στην αστυνομοκρατία, στη δίωξη του φρονήματος και στην περιστολή, ακόμη περισσότερο, των λαϊκών ελευθεριών
Χτες στη δίκη για τον ΕΛΑ οι δύο εισαγγελείς της έδρας, ο τακτικός Ελευθέριος Πατσής και ο αναπληρωτής Κωνσταντίνος Βομπίρης υποστήριξαν με απόλυτη σαφήνεια - και για το λόγο αυτό πρότειναν την τροποποίηση του κατηγορητηρίου - ότι οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των πράξεων της εν λόγω οργάνωσης (και όσων οργανώσεων σύμφωνα με το σενάριο των αρχών θεωρούνται παρακλάδια της) κυκλοφορούν ελεύθεροι. Αφησαν έτσι ανοιχτό το όλο ζήτημα της σύλληψης και της προσαγωγής τους σε δίκη, ούτως ώστε, όποτε κρίνεται σκόπιμο, να ανακινείται το θέμα, ενώ πλήθος ανθρώπων (με πρώτους τους κοινωνικούς αγωνιστές) να κρατούνται όμηροι ή να υπόκεινται σε πλήθος εκβιασμών και κάθε είδους αστυνομικών πιέσεων για να επιδείξουν νομιμόφρονα στάση απέναντι στο καθεστώς.
Χωρίς αμφιβολία το παραπεμπτικό βούλευμα, με το οποίο στήθηκε η δίκη για τον ΕΛΑ ήταν διάτρητο απ' όλες τις μεριές κι έγινε πιο διάτρητο μέσα από την αποδεικτική διαδικασία, δεδομένου ότι αποδυναμώθηκε ακόμη περισσότερο. Επομένως, κάθε προσπάθεια στήριξής του στο ζήτημα της απόδοσης ποινικών ευθυνών καθίστατο προκλητική - ειδικά ως προς τη βασικότερη κατηγορία, αυτή της ηθικής αυτουργίας - και η τροποποίησή του προέβαλε επιβεβλημένη. Εντούτοις, οι δύο εισαγγελείς - βάσει των όσων πρότειναν χτες στις αγορεύσεις τους - δεν αρκέστηκαν στην απλή διαπίστωση ότι δεν μπορούν να στηρίξουν την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε βάρος των κατηγορουμένων, αλλά υποστήριξαν, όπως προαναφέραμε, ότι οι πραγματικοί ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί των πράξεων του ΕΛΑ, κυκλοφορούν ελεύθεροι. Επίσης, διά της μεθόδου της σιωπής δεν αμφισβήτησαν, τον ισχυρισμό που υπάρχει στο παραπεμπτικό βούλευμα, ότι ο ΕΛΑ είχε κεντρικό καθοδηγητικό όργανο (Κεντρικό Συμβούλιο ονομάζεται στο βούλευμα), το οποίο αποφάσιζε για τις ενέργειες και τη γενικότερη δράση της οργάνωσης. Η σιωπή των εισαγγελέων γι' αυτό το θέμα προφανώς μπορεί να στηριχτεί στη μη ύπαρξη στοιχείων. Εντούτοις, αφήνει ανοιχτό το ζήτημα της σύλληψης αυτού του οργάνου, δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται η ύπαρξή του, με αποτέλεσμα να λύνονται έτσι τα χέρια των διωκτικών αρχών για ένα ατελείωτο κυνήγι μαγισσών.
Ας δούμε όμως τι πρότειναν οι εισαγγελείς αναλυτικότερα για τους 5 κατηγορούμενους της δίκης.
Οι εν λόγω κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν σε δίκη για ηθική αυτουργία, συναυτουργία ή συνεργία σε δύο ανθρωποκτονίες, 73 απόπειρες ανθρωποκτονίας και 70 εκρήξεις και απόπειρες εκρήξεων. Αναφορικά με την ηθική αυτουργία οι εισαγγελείς πρότειναν την τροποποίηση του κατηγορητηρίου με το σκεπτικό ότι οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί των εν λόγω πράξεων παραμένουν άγνωστοι, αλλά για την τέλεσή τους οι κατηγορούμενοι τους παρείχαν ψυχική συνδρομή. Στην πραγματικότητα ο ισχυρισμός αυτός περί ψυχικής συνδρομής, όπως σχολίαζαν νομικοί παράγοντες της δίκης, αποτελεί έναν νομικό ακροβατισμό που «μπάζει από το παράθυρο», την απαράδεκτη, ακόμη και για το σύγχρονο αστικό δίκαιο, κατηγορία της συλλογικής ευθύνης.
Οι εισαγγελείς δεν έφεραν κανένα στοιχείο για να αποδείξουν ότι υπήρξε η ψυχική συνδρομή των κατηγορουμένων στις πράξεις που αποδίδονται στον ΕΛΑ. Τέτοιο στοιχείο δεν προέκυψε στη δίκη, πέραν του ισχυρισμού του κατηγορητηρίου και των εισαγγελέων ότι οι κατηγορούμενοι υπήρξαν μέλη του ΕΛΑ (μέλος του ΕΛΑ δέχεται ότι ήταν μόνο ο Χρ. Τσιγαρίδας). Αν δεχτούμε όμως ότι επειδή ήταν μέλη του ΕΛΑ παρείχαν ψυχική συνδρομή στους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς της δράσης της οργάνωσης, τότε οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι τα μέλη μιας οργάνωσης, στον ένα ή στον άλλο βαθμό φέρουν συλλογική ευθύνη για τις πράξεις της, πράγμα βεβαίως που το ισχύον δίκαιο δεν αποδέχεται.
Επιπλέον η έννοια της ψυχικής συνδρομής είναι τόσο αόριστη που ως κατηγορία μπορεί να αποδοθεί στον οποιονδήποτε που μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει συγγενικές με έναν κατηγορούμενο πολιτικοϊδεολογικές απόψεις. Ετσι, επί της ουσίας, η επίκληση της κατηγορίας για παροχή ψυχικής συνδρομής σε αξιόποινες πράξεις οδηγεί άμεσα στη δίωξη του φρονήματος. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι από τα πιο επίσημα χείλη - πολιτικούς κρατικούς παράγοντες ΜΜΕ κ.ο.κ.- έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο ελληνικός λαός ανεχόταν για δεκαετίες τη δράση οργανώσεων τύπου ΕΛΑ και «17Ν», τότε δεν υπάρχει Ελληνας που να μην είναι εν δυνάμει ένοχος για παροχή ψυχικής συνδρομής στις εν λόγω οργανώσεις.
Κατά τα άλλα η πρόταση των εισαγγελέων για τους κατηγορούμενους έχει ως εξής: Οι κατηγορούμενοι Χρ. Τσιγαρίδας, Κ. Αγαπίου, Αγγ. Κανάς και Ειρ. Αθανασάκη να κηρυχτούν ένοχοι, ως αυτουργοί για συμμετοχή στον ΕΛΑ μέχρι τη στιγμή της σύλληψής τους, το 2003. Η εισαγγελική πρόταση δε δέχεται ότι ο ΕΛΑ αυτοδιαλύθηκε το 1995, αλλά ότι συνέχιζε να υπάρχει μέχρι και τη σύλληψη των κατηγορουμένων. Ο ισχυρισμός αυτός - αν και δεν αποδεικνύεται από πουθενά - εξυπηρετεί στη νομιμοποίηση της δίκης και στην καταδίκη των κατηγορουμένων με βάση τον «τρομονόμο». Επίσης οι εισαγγελείς ζήτησαν να κηρυχτούν ένοχοι ως αυτουργοί οι προαναφερόμενοι κατηγορούμενοι για την προμήθεια όπλων και την κατασκευή εκρηκτικών που χρησιμοποιούσαν τα μέλη του ΕΛΑ. Για τις υπόλοιπες κατηγορίες να κηρυχτούν ένοχοι για απλή συνεργία, πλην της υπόθεσης της απόπειρας κατά του Κ. Διακογιάννη, όπου ζητήθηκε η απαλλαγή τους.
Ειδικά για τον Μ. Κασίμη οι εισαγγελείς ζήτησαν την απαλλαγή του απ' όλες τις άλλες κατηγορίες και να κηρυχτεί ένοχος για άμεση συνεργία στην απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά του πρώην προέδρου της ΓΣΕΕ, Γ. Ραφτόπουλου.
Τέλος να σημειωθεί ότι ο τακτικός εισαγγελέας Ελ. Πατσής χαρακτήρισε αξιόπιστα τα χαφιεδόχαρτα που αποδίδονται στη ΣΤΑΖΙ, συνέδεσε τους κατηγορούμενους με την εν λόγω μυστική υπηρεσία, ισχυριζόμενος ότι αυτοί ανήκαν στη διεθνή τρομοκρατία με στόχο την καταστροφή του καπιταλισμού. Ετσι απέδωσε με σαφή τρόπο τη λεγόμενη διεθνή τρομοκρατία στον υπαρκτό σοσιαλισμό!!!
Αν το δικαστήριο κάνει δεκτή την πρόταση των εισαγγελέων ειδικά ως προς το σκέλος της τροποποίησης του κατηγορητηρίου, οι κατηγορούμενοι ενδέχεται να αποφύγουν την ποινή των ισοβίων δεσμών. Εντούτοις, όπως υποστήριξε ο αναπληρωτής εισαγγελέας Κ. Βομπίρης, το δικαστήριο έχει την ευχέρεια να επιβάλει την ποινή του τετελεσμένου αδικήματος - ακόμη κι εκεί που η αξιόποινη πράξη έχει μείνει στο στάδιο της απόπειρας - εφόσον κρίνει ότι οι κατηγορούμενοι δύναται στο μέλλον να διαπράξουν ισάξιες αξιόποινες πράξεις ή και βαρύτερες αυτών που διέπραξαν. Αν επομένως το δικαστήριο αποδεχτεί την άποψη Βομπίρη, οι κατηγορούμενοι ενδέχεται να καταδικαστούν σε ισόβια, ειδικά για τις κατηγορίες που σχετίζονται άμεσα με τις ανθρωποκτονίες ή απόπειρες ανθρωποκτονιών, επειδή θα κριθούν ότι είναι επικίνδυνοι να τις διαπράξουν στο μέλλον.
Το δικαστήριο θα ξανασυνεδριάσει αύριο, όπου θα αγορεύσουν συνήγοροι της Πολιτικής αγωγής, ένας εκ των οποίων ήδη άρχισε να αγορεύει χτες. Από τις 6 Αυγούστου (ή και νωρίτερα, λόγω των Ολυμπιακών μέτρων) το δικαστήριο θα διακόψει και θα ξαναρχίσει τις συνεδριάσεις του την 1η Σεπτέμβρη.