Μεγαλώνει συνεχώς η ψαλίδα ανάμεσα στα επιτόκια δανείων - καταθέσεων και, ελέω λιτότητας, αυξάνεται ο υπερδανεισμός των νοικοκυριών
Μεγαλύτερες διαστάσεις παίρνει η καταλήστευση των λαϊκού μόχθου - εκτός από την καθημερινή ακρίβεια σε βασικά είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης - και από τη δράκα του τραπεζικού κεφαλαίου. Η πραγματικότητα αυτή πιστοποιείται ακόμη και από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, που μας πληροφορούν πως μεγάλωσε περισσότερο το χάσμα ανάμεσα στα επιτόκια των δανείων και στα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου προς όφελος των τραπεζών. Ταυτόχρονα, η εφαρμοζόμενη πολιτική λιτότητας και η γενικότερη κυβερνητική πολιτική οδηγεί τα λαϊκά στρώματα στη μέγκενη του τραπεζικού δανεισμού. Τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας δεν ενσωματώνουν τα κρυφά και φανερά χαράτσια που χρεώνουν σε καταθέσεις και δάνεια οι διάφορες τράπεζες. Κατά συνέπεια, το ύψος της τοκογλυφίας είναι ακόμα μεγαλύτερο από αυτό που εμφανίζεται.
Η κυβερνητική προπαγάνδα και οι διάφοροι κολαούζοι τους ακόμη και σήμερα ισχυρίζονται, δήθεν, πως οι μειώσεις επιτοκίων ευνοούν και τα εργαζόμενα νοικοκυριά. Τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, όμως, μαρτυρούν πως οι διαδοχικές μειώσεις στα επιτόκια του ευρώ αξιοποιούνται από τους τραπεζίτες για δικό τους αποκλειστικά όφελος. Οι τράπεζες αυξάνουν τα κέρδη τους, αφαιρώντας εισόδημα από τα λαϊκά στρώματα. Συγκεκριμένα και με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ προκύπτουν και τα εξής:
Η ένταση της τοκογλυφίας δε σταματάει στα ποικιλώνυμα καταναλωτικά δάνεια. Αντίστοιχη εξέλιξη παρουσιάζεται και στα στεγαστικά δάνεια, όπου τα στοιχεία της ΤτΕ, καταγράφουν αύξηση της τοκογλυφίας από τα επίπεδα του 4% για το 2000 και 2001 στο 4,40% το Μάη του 2003.
Τα παραπάνω είναι η μια όψη της αφαίμαξης. Από την άλλη πλευρά ο υπερδανεισμός έχει χτυπήσει για τα καλά την πόρτα των λαϊκών στρωμάτων. Να σημειωθεί ότι στα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ (Μάης του 2003), δεν καταγράφονται οι εξελίξεις στα υπόλοιπα των καταναλωτικών δανείων, όπως διαμορφώνονται μετά την κατάργηση των ορίων δανεισμού που ισχύει από τον Ιούνη του 2003. Στο τέλος του Μάη τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των κάθε είδους δανείων των νοικοκυριών έφτασαν τα 34,4 δισ. ευρώ, με ρυθμό αύξησης 29,6% σε σύγκριση με το Μάη του 2002. Με τέτοιο ρυθμό στα τέλη του έτους, ο υπερδανεισμός θα φτάσει στο 27% του ΑΕΠ.