Τετάρτη 19 Μάρτη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ
Σύγχρονο ελληνικό έργο

«Το σπίτι φεύγει»
«Το σπίτι φεύγει»
Ο φετινός θεατρικός χειμώνας, αντίθετα από αρκετούς προηγούμενους, έδωσε τόπο στο ελληνικό θεατρικό έργο, ώστε να καρποφορήσει σκηνικά, αποδεικνύοντας ότι δε διαθέτει μόνο τους παλιούς, πολυδοκιμασμένους από τη δεκαετία του '50, του '60 και του '70 δραματουργούς (Καμπανέλλη, Αναγνωστάκη, Μάτεσι, Μανιώτη, κ.ά.), αλλά και εξαιρετικά ελπιδοφόρους νέους, με οξυμένη αντίληψη και ευαισθησία απέναντι στα φαινόμενα της σημερινής κοινωνίας μας και τα μύρια προβλήματα των ανθρώπων. Η σημερινή στήλη, λοιπόν, θα αναφερθεί συνοπτικά στις σκηνικές ερμηνείες των έργων του Παύλου Μάτεσι και του Γιώργου Μανιώτη και δύο νέων συγγραφέων.

Μάτεσις και Μανιώτης

Ο Παύλος Μάτεσις πλούτισε το σύγχρονο δραματουργικό μας «θησαυροφυλάκιο», με τη «δαιμόνιας» σύλληψης σατιρική αλληγορία του «Ενοικιάζεται φύλακας Αγγελος». Ο Μάτεσις συνέθεσε ένα εκρηκτικό, σαρδόνιας ειρωνείας, δραματουργικό κράμα - ρεαλισμού, υπερρεαλισμού, θεάτρου του παραλόγου, σάτιρας - για να παρωδήσει τον παραλογισμό και τη γελοιότητα των αστικών και μικροαστικών ηθών, αξιών, αντιλήψεων, συνηθειών και συμπεριφορών που αλλοιώνουν και απαξιώνουν την ουσία τής επί γης ζωής και των «παραμυθιών» περί του μεταθανάτιου «βίου». Ο Μάτεσις, μέσα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του έργου, ένα αστικό ζευγάρι, καυτηριάζει τις συμβατικές συζυγικές σχέσεις, την επικυριαρχία της γυναίκας - μήτρας, την εγωτική επιθυμία των γονέων να «αγιοποιηθούν», ενόψει του επερχόμενου τέλους τους και την αποστασιοποίησή τους από την επί γης «σταύρωση» του τέκνου τους. Ο Μάτεσις πιστεύει και κρίνει την επίγεια ζωή. Τα νεκρά ανθρώπινα σαρκία δε μεταβαίνουν πουθενά αλλού παρά στον «Οδοκαθαριστή». Ο σκηνοθέτης του θεάτρου «Σημείο», Νίκος Διαμαντής, με τη συμβολή του απέριττου, συμβολικού σκηνικού (Γιώργος Πάτσας) και των επίσης συμβολικών κοστουμιών (Τότα Πρίτσα), ανέδειξε πλήρως το πολυσύνθετο αισθητικά και πολύσημο θεματικά έργο, στήνοντας μια ενδιαφέρουσα παράσταση, με καλές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς, αλλά με κυρίαρχες τις πικρά χιουμοριστικές, γεμάτες σκηνική χάρη πρωταγωνιστικές ερμηνείες του Κώστα Καστανά και της Ιωάννας Μακρή και τη «σκοτεινά» συμβολιστική της Μαριέττας Σγουρδαίου.

«Το ματς»
«Το ματς»
Ο Γιώργος Μανιώτης ξαναδοκιμάστηκε σκηνοθετικά, ανεβάζοντας στο «Θέατρο της Ημέρας», το εντελέστερο, ίσως, από τα παλιά του έργα, «Το ματς». Ενα οικογενειακό, αλλά ευρύτερων κοινωνικών διαστάσεων δράμα, του οποίου η επιφάνεια πότε πότε δείχνει ότι σαρκάζει και «γελά», θέλοντας να κρύψει ένα βαθύ λυγμό του συγγραφέα για τον αδύναμο κοινωνικά άνθρωπο και για όποιον είναι ή μοιάζει θύμα και για όποιον είναι ή μοιάζει θύτης. Το έργο τού Μανιώτη μιλά για τις ενδοοικογενειακές συγκρούσεις που γεννά και διαιωνίζει η φτώχεια, η ανασφάλεια, η μιζέρια και οι οποίες αντανακλούν τα αδιέξοδα, τις παραδεδομένες, κυρίαρχες αντιλήψεις της κοινωνίας μας. Ο Μανιώτης στα πρόσωπα του έργου του καθρεφτίζει τον ανώνυμο, συνήθη λαϊκό άνθρωπο και τη «θέση» του και μέσα στην οικογένεια και μέσα στην κοινωνία. Κυρίαρχο θεματολογικό στοιχείο στη δραματουργία του Μανιώτη είναι ο παραδεδομένος καταλυτικός, συχνά καταπιεστικός ρόλος της συζύγου - μητέρας στον ψυχισμό και τη ζωή του γιου της, και του, «περιθωριοποιημένου» από την ανατροφή του γιου του, συζύγου - πατέρα. Η «μητέρα» του «Ματς», παρότι είναι το «ισχυρό» πρόσωπο, «θύτης» του γιου της, στον οποίο επιβάλλει τις δικές «αξίες» ζωής, αλλά και του περιθωριοποιημένου από την ανατροφή του γιου, άντρα της, είναι και θύμα της πραγματικότητας. Η αναπηρία του άντρα της, η ανάγκη να δουλέψει κι ο γιος της, για να ζήσει η οικογένεια και η αγωνία για το εργασιακό αύριο του γιου της, τη μετατρέπουν σε «θύτη» της ζωής του άντρα της, του γιου της, και της νεαρής νύφης της, η οποία, αν ζήσει σε ανάλογη οικογενειακή και κοινωνική μιζέρια θα παραλάβει τη «σκυτάλη» της καταπίεσης του άντρα της και του παιδιού της. Ο Γ. Μανιώτης έστησε μια λιτή ρεαλιστική παράσταση, αποσπώντας αξιόλογες ερμηνείες από τον αισθαντικότατο Γιάννη Γούνα, τους έμπειρους και μετρημένους Γιώργο Κυριακίδη, Θάνο Παπαδόπουλο, Τζένη Στεφανάκου, την συμπαθή Μαρία Παπαστεφανάκη. Υπερβολική (φωνητικά, κινητικά, εκφραστικά) είναι η ερμηνεία της Ντότυς Πριόνα.

Δήμου και Νικολής

«Τα λουλούδια στην κυρία»
«Τα λουλούδια στην κυρία»
Στους νέους και πολύ ελπιδοφόρους συγγραφείς κατατάσσεται ο Ακης Δήμου. Ο Α. Δήμου προχωρά μεθοδικά και σταθερά σε όλο και πιο σύνθετα -θεματολογικά και μυθοπλαστικά- έργα. Η προδιάθεση του Α. Δήμου είναι η κοινωνική σάτιρα και η κωμωδία καταστάσεων και σε σημαντικό βαθμό και χαρακτήρων. Και τις δύο αυτές πτυχές έχει το πανέξυπνα γραμμένο, γλωσσικά άμεσο, με γρήγορους και «νευρώδεις» διαλόγους έργο του «Τα λουλούδια στην κυρία», το οποίο με νεανική καυστική διάθεση, πολύ χιούμορ και ευρηματική πλοκή θίγει τις οικονομικές δυσκολίες, τις ψυχολογικές φοβίες, τις φαντασιώσεις, τις κακοτοπιές και αποτυχίες των νέων στο ερωτικό τους κυνήγι. «Ηρωες» στο έργο του είναι τρεις φίλοι. Τρεις διαφορετικοί χαρακτήρες. Ενας μαστοράκος, ο Νικήτας, που παρά τη φαινομενική «μαγκιά» του και τα «παραμύθια» του για τους έρωτές του είναι το ίδιο συνεσταλμένος και ανασφαλής ερωτικά, όπως και νηφάλιος, νοικοκυρεμένος, χειροτέχνης Ανέστης και ο μικρότερος της παρέας, ο φοιτητής Γρηγόρης. Το έργο του Α. Δήμου «ανέβηκε» στο «Θέατρο της Ανοιξης» και κυριολεκτικά ευτύχησε με την «αόρατη» σκηνοθετική μπαγκέτα του Σέργιου Γκάκα, το ρεαλιστικό σκηνικό (Ελενα Χριστούλη), τα αρμόζοντα κοστούμια (Μαρία Κοντοδήμα), τη μουσική επιμέλεια (Γρηγόρης Ψαριανός) και τις εξαιρετικής αμεσότητας και φυσικότητας ερμηνείες των νέων ηθοποιών Νίκου Καρίμαλη, Δημήτρη Ζωγραφάκη και Ζήση Ρούμπου.

Η δεύτερη δραματουργική εμφάνιση του Αντώνη Νικολή με «Το σπίτι που φεύγει», σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή στο θέατρο «Δημήτρης Χορν», γεννά πολλές ελπίδες για μια σημαντική συγγραφική συνέχεια. Ο Α. Νικολής από το πρώτο, το μονολογικό μονόπρακτο έργο του «Ο κύριος Εμμ. Ροΐδης» έδωσε ενδείξεις ότι πρόκειται για αξιοσημείωτο συγγραφικό ταλέντο. Με «Το σπίτι που φεύγει», οι ενδείξεις αρχίζουν να γίνονται αποδείξεις. Παρά την υποψία μας για κάποιο ευεργετικό «ρετουσάρισμα» των διαλόγων του από τον Σταμάτη Φασουλή, έργα με τόση μυθοπλαστική ευστροφία, τόση ρεαλιστική αλήθεια, τόση ψυχογραφική ευθυβολία, τόση υπονοηματική εμβέλεια, τόση γλωσσική αμεσότητα δε γράφονται συχνά, ακόμα και από έμπειρους συγγραφείς. Με τρία πρόσωπα, όλο κι όλο, ο συγγραφέας κατάφερε να μιλήσει για το γάμο και τα ακατάλυτα «δεσμά» του- όπως είναι ένα παιδί - τη συζυγική κόπωση και την ανείπωτη ερωτική «δίψα» που μπορεί να προκαλέσει, αλλά και για την αγάπη που αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου. Ο Σταμάτης Φασουλής έστησε μια εξαιρετικής θεατρικής «αύρας» παράσταση. Με συμπαραστάτες το εύπλαστο σκηνικό (Γιώργος Πάτσας), τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς (Λευτέρης Παυλόπουλος), την εύστοχη μουσική επιμέλεια (Ιάκωβος Δρόσος) με το χιούμορ, τη μελαγχολική του διάθεση, αλλά και το αισιόδοξο τέλος του, μεγέθυνε τις αρετές του έργου και ευεργέτησε τους καλογραμμένους χαρακτήρες, με τις εξαιρετικές ερμηνείες, του ίδιου και της Πέμης Ζούνη και την -αρμόζουσα στο συμβολικό ρόλο του Χριστόφορου- ερμηνεία του Αλέξη Γεωργούλη.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ