Η συμβολή του Συνασπισμού στη δημιουργία κλίματος «εθνικής συναίνεσης» και γνωστή είναι και βεβαίως εκτιμάται δεόντως από όσους επιθυμούν να συσκοτίσουν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται στο Κυπριακό. Εκείνο που δεν ήταν γνωστό, αλλά φρόντισε χτες να το γνωστοποιήσει ο Ν. Κωνσταντόπουλος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, ήταν η προσπάθεια εξαγωγής της συναίνεσης και στην Τουρκία.
Κάνοντας έναν απολογισμό της επίσκεψής του στη γειτονική χώρα, ο πρόεδρος του ΣΥΝ καυχήθηκε πως αυτή «επαινέθηκε ως συμβολή στη διαμόρφωση κλίματος κατανόησης, προσέγγισης και συνεννόησης». Με τη σειρά του ανταπέδωσε τους επαίνους στην τουρκική κυβέρνηση για το ότι αυτή είναι αποφασισμένη να επιταχύνει αλλαγές για να μη χάσει την εκλογική και κοινωνική στήριξη που κέρδισε, για να μπορέσει να εκπληρώσει τα κριτήρια ένταξης στην ΕΕ, αλλά και για το ότι δηλώνει πως ενδιαφέρεται για τη λύση του Κυπριακού.
Δεν παρέλειψε φυσικά να «ευλογήσει τα γένια του», λέγοντας πως ο ΣΥΝ ήταν ο πρώτος από τα ελληνικά κόμματα που είχε υποστηρίξει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας, μια και κατά τη γνώμη του αυτός θα επιφέρει εκδημοκρατισμό της εσωτερικής πολιτικής ζωής, αλλά και στην εξωτερική πολιτική για σχέσεις καλής γειτονίας και φιλίας.
Στο πλαίσιο αυτό επισήμανε τη σημασία του να μην ενισχυθούν οι δυνάμεις που θέλουν να ανακόψουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τουρκίας, συν τοις άλλοις και γιατί η τουρκική κοινωνία - και όχι η τουρκική άρχουσα τάξη - «προσδοκά να ωφεληθεί από τη σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ενωση».
Ο Ν. Κωνσταντόπουλος επανέλαβε τους ευσεβείς του πόθους περί της δυνατότητας μετά την Κοπεγχάγη για καλύτερες ελληνοτουρκικές σχέσεις, για να εξελιχθεί ομαλά η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, για να λυθεί δίκαια, σωστά το Κυπριακό, αφού «Ελλάδα, Κύπρος και Τουρκία μέσα στην Ευρώπη μπορούν να διαμορφώσουν καλύτερες προοπτικές για τις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά και για την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή».
Ο Ν. Κωνσταντόπουλος εξέφρασε επιπροσθέτως την εκτίμησή του ότι η δυναμική της ένταξης «αλλάζει το χαρακτήρα του Κυπριακού», χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει το είδος της αλλαγής κι ενώ υπεραμύνθηκε του «σχεδίου Ανάν» την ίδια στιγμή θυμήθηκε και τις αποφάσεις του ΟΗΕ, παρά το χάσμα που τα χωρίζει και στο πνεύμα και το γράμμα τους.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, αναζητώντας ίσως άλλοθι για τη στάση άκρατης συναίνεσης του Συνασπισμού και αφορμές για να καταγγείλει όσους έχουν αντίθετη άποψη, αναφέρθηκε στο «κλίμα συνεννόησης που υπάρχει ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις των Ελληνοκυπρίων», το οποίο «δεν πρέπει να τορπιλίζεται με την εξαγωγή πατριωτισμού στην Κύπρο από την Ελλάδα, ούτε με εύκολους αφορισμούς από την Ελλάδα, ότι η αποδοχή της ένταξης της Κύπρου σημαίνει αποδοχή της διχοτόμησης».
Προς το τέλος της συνέντευξής του βέβαια έγινε πιο σαφής, κατονομάζοντας τον αποδέκτη της έωλης κριτικής του, δηλαδή την ηγεσία του ΚΚΕ και το «Ριζοσπάστη», που όπως ισχυρίστηκε διαφωνώντας με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, «καταγγέλλουν όλες τις κυπριακές δυνάμεις, οι οποίες αποδέχτηκαν την ένταξη. Καταγγέλλουν τον Συνασπισμό. Καταγγέλλουν και το ΑΚΕΛ»... Για να αποφανθεί εν κατακλείδι πως «προσπαθούν να συγκαλύψουν την πολιτική τους αμηχανία» και «τότε δε φταίνε σε τίποτε τα μέλη του ΚΚΕ να υφίστανται αυτή την πολιτική δοκιμασία»!