Υπογραμμίζει την ανάγκη αγωνιστικής διεκδίκησης λύσεων σε σειρά προβλημάτων των εργαζομένων
Την πρότασή της για κινητοποίηση των εργαζομένων της τράπεζας, προκειμένου να διεκδικηθούν λύσεις για μια σειρά οικονομικά και θεσμικά προβλήματά τους, επαναφέρει η ΕΣΑΚ Τράπεζας της Ελλάδας, καλώντας τη διοίκηση του Συλλόγου Υπαλλήλων να επανεξετάσει τη θέση της, καθώς είχε απορρίψει την πρόταση.
Στη σχετική ανακοίνωσή της, η παράταξη καταγγέλλει τη διοίκηση της τράπεζας για τη στάση της απέναντι σε θέματα απασχόλησης του προσωπικού, στο ασφαλιστικό, σε προαγωγές, τοποθετήσεις, επιδόματα, αμοιβές αργιών κ.ά. «Ξεπέρασε κάθε όριο ανοχής η στάση της διοίκησης (σημερινής και χτεσινής) - σημειώνεται στην ανακοίνωση - που εδώ και χρόνια όχι μόνο αφήνει σκόπιμα να "σαπίζει" η ΤτΕ, αλλά ταυτόχρονα προσπαθεί να δημιουργεί κλίμα φυγής και αγανάκτησης ενός προσωπικού που ήρθε με όνειρα και ελπίδες στην ΤτΕ, δούλεψε συνειδητά και βρίσκεται σήμερα παγιδευμένο στις μεθοδεύσεις της διοίκησης, που πρέπει υποταχτικά να εκπληρώνει τις κατευθύνσεις της Συνθήκης Μάαστριχτ, της ΟΝΕ και να καταντήσει την ΤτΕ ένα μικρό άβουλο υποκατάστημα της πανίσχυρης BUNDESBANK».
Η ΕΣΑΚ Τράπεζας της Ελλάδας επισημαίνει ότι δεν υπάρχει καμιά μέριμνα για την απασχόληση του προσωπικού, οι ευκαιρίες για λύση του ασφαλιστικού περνούν ανεκμετάλλευτες, οι προαγωγές δε γίνονται κατά τακτικά διαστήματα, καθυστερεί η αύξηση του ανθυγιεινού επιδόματος στους προγραμματιστές, εκκρεμεί η χορήγηση επιδόματος γάμου στους διαζευγμένους, οι τοποθετήσεις διευθυντών στα καταστήματα δεν προχωρούν, καθυστερεί η πληρωμή των εργαζομένων που δούλεψαν αργίες.
Σχετικά με το ωράριο, σημειώνει ότι μαζεύτηκαν 550 υπογραφές εργαζομένων της τράπεζας από την Αττική κάτω από το σύνθημα 35ωρο από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή 8 π.μ. - 3 μ.μ., και ασκεί έντονη κριτική στην ηγεσία της ΟΤΟΕ, η οποία «επιχειρεί συναίνεση όχι σύμφωνα με τις ανάγκες των εργαζομένων, αλλά σύμφωνα με τις απαιτήσεις των εργοδοτών, για τράπεζες ανοιχτές μέχρι αργά το βράδυ».
Τέλος, η ΕΣΑΚ τονίζει ότι στις επικείμενες εκλογές είναι σκόπιμη η «μείωση συνολικά των δυο μεγάλων κομμάτων αλλά και (ανεξάρτητα από επιμέρους διαφωνίες) ενίσχυση εκείνων των δυνάμεων που παλεύουν, όχι μόνο στα λόγια, παραμονές των εκλογών, αλλά και στα έργα, με συνέπεια, για τα συμφέροντα των εργαζομένων».