Το κείμενο, το οποίο κατέθεσαν χθες στην Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας της Βουλής οι κ.κ. Θεόδωρος Πάγκαλος, Γεράσιμος Αρσένης και Γιάννης Καψής, με τον τίτλο «Επισημάνσεις επί του σχεδίου Ανάν», είναι το παρακάτω:
«Η κατάθεση του σχεδίου Ανάν θέτει, τόσο την Ελλάδα, όσο και την Κύπρο ενώπιον κρισίμων και δραματικών διλημμάτων. Είναι συνεπώς απαραίτητο, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, να κατανοηθούν και να επισημανθούν τα κύρια χαρακτηριστικά του σχεδίου και να εκτιμηθούν οι συνέπειες της δρομολογηθείσης διαδικασίας.
Από τις πλέον βασικές επισημάνσεις σημειώνονται οι εξής:
Το σχέδιο του κ. Ανάν δεν είναι στην πραγματικότητα διαπραγματεύσιμο, στηρίζεται στη βάση του "take it or leave it", και στην πράξη γίνεται απολύτως δεσμευτικό, αν συνυπογραφεί αρχές Δεκεμβρίου από τα δυο ενδιαφερόμενα μέρη, και την Ελλάδα και την Τουρκία. Ακόμη και αν τα προβλεπόμενα δύο δημοψηφίσματα στις 30 Μαρτίου αποβούν αρνητικά, ναι μεν το σχέδιο κηρύσσεται άκυρο και ανυπόστατο, αλλά θα έχουν επέλθει δραματικές νομικές συνέπειες, ήτοι:
α) Θα έχουν ανατραπεί όλες οι αποφάσεις του ΟΗΕ.
β) Θα έχει δρομολογηθεί η διχοτόμηση με την αναβάθμιση του καθεστώτος Ντενκτάς σε "κυρίαρχο και ισότιμο κράτος".
Απόδειξη ότι το σχέδιο δεν είναι διαπραγματεύσιμο αποτελεί η παράγραφος 3 του "κατευθυντηρίου οδηγιών", που, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι "εφόσον και τα δυο μέρη συμφωνήσουν στην υπογραφή της βασικής συμφωνίας ιδρύσεως... αυτό θα σημαίνει ότι όλα τα διαφιλονικούμενα θέματα θα έχουν επιλυθεί προ της Κοπεγχάγης".
Ο δεύτερος κύκλος των διαπραγματεύσεων θα αφορά, στην πραγματικότητα, την οριστικοποίηση ή διευκρίνιση λεπτομερειών και όπως αναφέρει και ο Γ. Εισαγγελέας Κύπρου κ. Μακρίδης, με εισηγητικό σημείωμά του που θα διανεμηθεί σήμερα προς τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου, ο δεύτερος αυτός κύκλος δεν μπορεί να αποτύχει, διότι τότε "τα διαπραγματευόμενα μέρη θα είναι δεσμευμένα να αποδεχτούν τις εισηγήσεις του Γεν. Γραμματέα".
Συνεπώς, μόνον μέχρι των αρχών Δεκεμβρίου υπάρχει χρόνος διαπραγματεύσεων επί των ουσιωδών διατάξεων. Αν κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, εναπόκειται στην κρίση του καθενός.
Ολες οι αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών και η πάγια θέση όλων των κυβερνήσεων Ελλάδος και Κύπρου ήταν ότι βιώσιμη λύση μόνο στη βάση μιας "δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας" θα μπορούσε να επιτευχθεί.
Η θέση Ντενκτάς ήταν ότι πρέπει να υπάρξει ένας "συνεταιρισμός ισοτίμων και κυρίαρχων κρατών".
Οι προβλέψεις της θεμελιώδους Συμφωνίας που θα πρέπει να δεχτούμε και να συνυπογράψουμε προ της Κοπεγχάγης, αποδέχονται όλες τις αξιώσεις του Ντενκτάς, ανατρέπουν τις αποφάσεις του ΟΗΕ και θεσμοθετούν τη διχοτόμηση, που άτεχνα προσπαθούν να καλύψουν υπό το μανδύα του ομοσπονδιακού συστήματος. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία χαλαρή συνομοσπονδία, αν όχι ένωση κρατών, ως η αλήστου μνήμης Αυστροουγγρική Μοναρχία. Συγκεκριμένα:
α) Το άρθρο 1 εισάγει τον όρο "συστατικό κράτος" - όρος που επαναλαμβάνεται σε όλα σχεδόν τα άρθρα του σχεδίου - και "κοινό κράτος". Αναγνωρίζεται το καθεστώς του Ντενκτάς ως κράτος και θεσμοθετείται η διχοτόμηση.
β) Τα "συστατικά κράτη" έχουν ισότιμο καθεστώς, "ασκούν κυρίαρχα όλες τις εξουσίες που δεν αποδίδονται στην κυβέρνηση του "κοινού κράτους", οργανώνονται δε ελεύθερα κάτω από τα δικά τους Συντάγματα" (παρ. 9) (Σημ. θεσμοθετείται και λειτουργικά η διχοτόμηση).
Το σχέδιο αναφέρει ότι η "Κύπρος έχει μία κυριαρχία". Αλλά όπως τονίζει και ο Γεν. εισαγγελεύς Κύπρου, ο όρος "κυριαρχικά δικαιώματα" αναφέρεται επανειλημμένα στα δικαιώματα των συστατικών κρατών, δηλαδή η κυριαρχία αυτή διαχέεται. Επιπροσθέτως, προβλέπεται ότι:
Οι εξουσίες του Αρχηγού της Πολιτείας περιέρχονται σε 6μελές Συμβούλιο (4+2) και οι αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται ομοφώνως. Εάν αυτό είναι αδύνατον, η απόφαση λαμβάνεται κατά πλειοψηφία, αλλά με τουλάχιστον μια ψήφο από κάθε συστατικό κράτος. Ουσιαστικά, έχουμε δικαίωμα βέτο.
Είναι, τέλος, χαρακτηριστική η πρόβλεψη για τη μεταβατική περίοδο των τριών πρώτων ετών, οπότε προβλέπεται «συμπροεδρία» εκείνων που θα έχουν υπογράψει τη συμφωνία για περίοδο 3 ετών με την πρωτοκαθεδρία να εναλλάσσεται κάθε μήνα.
Θα αρκούσαν και μόνον αυτές οι δύο διατάξεις για να καταδειχτεί η επικίνδυνα μειωμένη λειτουργικότητα του συστήματος.
Με τις επιμέρους διατάξεις (παράρτημα 4) νομιμοποιείται ή θα είναι δυνατόν να νομιμοποιηθεί η παραμονή όλων των εποίκων. Δηλαδή:
α) Πολίτες της Κύπρου θα είναι όσοι απέκτησαν την κυπριακή ιθαγένεια το 1960 και οι απόγονοί τους.
β) Κάθε άτομο που έχει γεννηθεί στην Κύπρο και έχει διαμείνει στην Κύπρο για περίοδο 7 ετών.
γ) Κάθε αλλοδαπός που διαμένει μόνιμα και νόμιμα στην Κύπρο για 7 συνεχή χρόνια θα έχει το δικαίωμα να ζητήσει και να αποκτήσει την κυπριακή ιθαγένεια.
Και αν ακόμη αποδεχθούμε ότι το σχέδιο Ανάν μπορεί να αποτελέσει βάση διαπραγματεύσεων, τότε είναι άμεση και επιτακτική ανάγκη να αρθούν οι τόσο σφιχτές προθεσμίες. Διαφορετικά, να έχουμε το θάρρος να ομολογήσουμε ότι υποκύπτουμε σε τελεσίγραφο».